H αντίστροφη μέτρηση για τον Αρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα) ξεκινά ουσιαστικά με τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Φεβρουάριος 1945), η οποία προέβλεπε την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ
Σαν σήμερα, στις 16 Ιουνίου του 1945, δόθηκε το τραγικό τέλος στη ζωή μίας κορυφαίας προσωπικότητας της Αριστεράς και της Εθνικής Αντίστασης, του Άρη Βελουχιώτη.
Ο Θανάσης Κλάρας, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, υπήρξε ηγετικό στέλεχος του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ) που αποτελούσε το στρατιωτικό σκέλος του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) κατά την τριπλή κατοχή της Ελλάδας.
Λόγω της δράσης και των πιστεύω του στα δραματικά χρόνια της Αντίστασης και των προεμφυλιακών χρόνων, ο Βελουχιώτης αντιμετωπίστηκε ως προσωπικότητα πικοιλοτρόπως: Για κάποιους ήταν ένας μεγάλος ήρωας, για άλλους σφαγέας. Το κόμμα του, το ΚΚΕ, τον αποκήρυξε και χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να τον αποκαταστήσει πολιτικά. Μια αποκατάσταση που ήρθε μετά θάνατον.
Τέλος στη ζωή του έδωσε ο ίδιος, όταν εγκλωβίστηκε, με την ομάδα του, στη χαράδρα του Φάγγου στη Μεσούντα Αρτας, από παρακρατικές ομάδες και άνδρες του 118ου Τάγματος Εθνοφυλακής.
Το 2006, με αφορμή τη συμπλήρωση 61 -τότε- χρόνων από τον θάνατο του Βελουχιώτη, «ΤΟ ΒΗΜΑ» και ο Λ. Σταυρόπουλος δημοσίευσαν ένα ιστορικό αφιέρωμα για τις τραγικές στιγμές πριν και μετά τον θάνατό του.
Η αντίστροφη μέτρηση
«H αντίστροφη μέτρηση για τον Αρη Βελουχιώτη (Θανάσης Κλάρας) ξεκινά ουσιαστικά με τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Φεβρουάριος 1945), η οποία προέβλεπε την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ, καθώς και την εξαίρεση από τη χορήγηση πολιτικής αμνηστίας για τα πολιτικά αδικήματα «των συναφών κοινών αδικημάτων κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήταν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος», κάτι που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τον δωσιλογισμό στο πλαίσιο του ανελέητου ανθρωποκυνηγητού που είχε εξαπολύσει»
Ο Άρης Βελουχιώτης τάχθηκε υπέρ της συνέχισης της ένοπλης δράσης κατακρίνοντας τη στάση των ηγεσιών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ως προς τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Η άρνησή του να συμμορφωθεί θα οδηγήσει στην αποκήρυξη και διαγραφή του.
«Τον Απρίλιο του ’45 η 11η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής θα προχωρήσει στην αποκήρυξη και στη διαγραφή του. H απόφαση θα κρατηθεί κρυφή και μόνο δύο μήνες αργότερα θα δημοσιευθεί στον «Ριζοσπάστη» η τελεσίδικη καταδικαστική κρίση του Πολιτικού Γραφείου – κατά τραγική σύμπτωση την ημέρα που ο Αρης θα άφηνε την τελευταία του πνοή περικυκλωμένος από συμμορίτες στη Μεσούντα, το απόγευμα του Σαββάτου της 16ης Ιουνίου 1945. H απόφαση αυτή ανέφερε:
«Ο Κλάρας αφού μια φορά πρόδωσε και αποκήρυξε το KKE επειδή λύγισε μπροστά στην τρομοκρατία του Μανιαδάκη, ξαναζήτησε στον καιρό του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα να ξαναγοράσει με το αίμα του την προδοσία του εκείνη που αναγνώρισε και καταδίκασε.
Το KKE του ‘δωσε τη δυνατότητα αυτή.
Σήμερα όμως σε μια δύσκολη και κρίσιμη στιγμή, από δειλία και φόβο, παρά τις υποσχέσεις και τη συμφωνία που στα λόγια έδειξε, απειθαρχεί πάλι, ξαναπροδίδει το KKE με την τυχοδιωκτική και ύποπτη στάση του που μονάχα τον εχθρό ωφελεί.
Στο KKE δεν έχει θέση κανένας οσοδήποτε ψηλά κι αν στέκει και οσοδήποτε μεγάλος κι αν είναι όταν οι πράξεις του δεν συμβιβάζονται με το κοινό συμφέρον και όταν παραβιάζεται η δημοκρατική εσωκομματική πειθαρχία«.
Απομόνωση
Όπως αναφέρει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 18ης Ιουνίου 2006,
«Το γεγονός της διαγραφής του παύει να είναι μυστικό με τη στενή κομματική έννοια και γίνεται ή εμφανίζεται από την ηγεσία ως στοιχείο ευρύτερης πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε εσωκομματικό επίπεδο οι οργανώσεις του KKE είχαν ενημερωθεί σχετικά με εμπιστευτικό γράμμα που εστάλη από την Αθήνα μετά την 11η Ολομέλεια ώστε να απομονωθεί ο Βελουχιώτης – «ούτε ψωμί ούτε νερό στον δηλωσία Μιζέρια – Αρη» ήταν το σύνθημα».
Ο Άρης Βελουχιώτης έχει πλέον αποκηρυχθεί από το κόμμα του ενώ παράλληλα μαζί με τους πιστούς του άνδρες βρίσκεται υπό την ασφυκτική πίεση ένοπλων παρακρατικών ομάδων που τον καταδιώκουν.
Το τέλος
«Τη θέση του είχαν εντοπίσει (μετά από υποδείξεις τσοπαναραίων και χωρικών) οι παρακρατικές ομάδες του Βόιδαρου, οπλαρχηγού του Ζέρβα και του Μόκκα, με μέλη τους πρώην ΕΔΕΣίτες, και οι άνδρες του 118ου Τάγματος Εθνοφυλακής.
»Οταν ο κλοιός έσφιγγε, ο Βελουχιώτης έδωσε τη διαταγή να τραβήξουν όλοι προς τον Αχελώο, που διασχίζει την περιοχή, ενώ εκείνος έμεινε πίσω και κατόπιν ακούστηκε ένας πυροβολισμός.
»Οι καπετάνιοι κρατούσαν μία τελευταία σφαίρα για τον εαυτό τους. Ο Τζαβέλλας φώναξε στους άλλους πως ο αρχικαπετάνιος σκοτώθηκε. Ζήτησε να τον ακολουθήσουν στον θάνατο. Εκείνοι δεν συμφώνησαν.
»Το πρωτοπαλίκαρο του Αρη έσκισε τις φωτογραφίες που είχε ο αρχηγός πάνω του, έσπασε το ρολόι του και το πιστόλι του, τον «Ελβετό», και όταν απομακρύνθηκαν οι υπόλοιποι αγκάλιασε το άψυχο σώμα του και τράβηξε την περόνη μιας χειροβομβίδας «Μιλς». Αυτή είναι η μία από τις εκδοχές του θανάτου του.
»Υπάρχει και εκείνη που λέει ότι ο Αρης δεν αυτοκτόνησε με το πιστόλι του αλλά με τη χειροβομβίδα, έχοντας πλάι του τον πιστό του συναγωνιστή Τζαβέλλα, ενώ οι επίσημες αναφορές του Στρατού ήθελαν τον 40χρονο ηγέτη του ΕΛΑΣ να έχει πέσει από τα πυρά των διωκτών του».
Διαπόμπευση
Δυστυχώς όμως αυτό δεν ήταν το οριστικό τέλος. Μετά τον θάνατο του Βελουχιώτη διαδέχονται ατιμωτικές πράξεις διαπόμπευσης του ίδιο και του συντρόφου του, Καπετάν Τζαβέλλα.
«Το δημοσίευμα της Τρίτης 19 Ιουνίου στη δεύτερη σελίδα έφερε τον τίτλο: «Ο Αρης αυτοκτόνησε αφού τραυματίστηκε σε συμπλοκή με Αγγλους, Εθνοφύλακες και μοναρχικούς ληστοσυμμορίτες».
»H ανταπόκριση από τη Λάρισα σημείωνε ότι «κατά τη διάρκεια της μάχης ο Αρης τραυματίστηκε και για να μη συλληφθεί αιχμάλωτος αυτοκτόνησε με χειροβομβίδα της οποίας προκάλεσε την έκρηξη».
»Και κατέληγε: «Με την ίδια χειροβομβίδα σκοτώθηκε και ο Τζαβέλλας. Τα κεφάλια του Βελουχιώτη και του Τζαβέλλα τα έκοψαν με μαχαίρια και τα μετέφεραν στα Τρίκκαλα, όπου τα κρέμασαν στους φανοστάτες της κεντρικής πλατείας».
Ακολουθεί η σκληρότατη περιγραφή αυτόπτη μάρτυρα, του ΕΔΕΣίτη Α. Λύκκα από την Ελάτη Άρτας, όπως την κατέγραψε ο γιατρός Χ. Γκούβας το 1985:
«Ο Βόιδαρος ήταν όλο χαρά και διέταξε τον Δράκο να κόψει το κεφάλι του Αρη με τον σχιά (σουγιά). Εκείνος δεν μπορούσε ούτε ανάσα να πάρει.
Εβγαλε έναν σχιά, απ’ αυτούς που διπλώνουν στα δύο, και πήγε κοντά να κόψει το κεφάλι του Αρη. Ελα όμως που ο σχιάς δεν έκοβε και ταλαιπωρήθηκε ο έρμος.
Πρέπει να ‘κανε περισσότερα από δεκαπέντε λεπτά ν’ αποκόψει το κεφάλι. Δυσκολεύθηκε εκεί που είναι τα νεύρα.
Ο Βόιδαρος έπιασε το κεφάλι από τα μαλλιά και το σήκωσε ψηλά να το δουν όλοι όσοι ήταν εκεί τριγύρω.
Καθώς έσταζε ακόμα αίματα, το έβαλαν στον τουρβά. Για να μη μυρίσει στη διαδρομή το παραφούσκωσαν με αλάτι«.
Σε φανοστάτη
Τα κεφάλια του Βελουχιώτη και του Τζαβέλλα μεταφέρθηκαν, ως λάφυρα, στα Τρίκαλα, ενώ πραγματοποιήθηκαν και στάσεις σε χωριά.
«Τα «λάφυρα» μεταφέρθηκαν μέσω Μεσούντας (στην πλατεία της οποίας στήθηκε γλέντι από τους παρακρατικούς) και Μυρόφυλλου (όπου τα επεδείκνυαν ακουμπισμένα σε ένα πεζούλι έξω από το καφενείο του χωριού), στα Τρίκαλα.
»Το έγγραφο του στρατιωτικού διοικητή Λάρισας συνταγματάρχη Μουκανάκη της 18ης Ιουνίου αναφέρει: «Αι κεφαλαί των Αρη και Τζαβέλλα εξετέθησαν εις κοινήν θέαν εις την πλατείαν της πόλεως Τρικκάλων».
Όπως αναφέρει ο Τύπος της εποχής γύρω από τον φανοστάτη που βρίσκονται κρεμασμένα τα δύο κεφάλια στήνεται πανηγύρι:
«Ηταν πιασμένα με σχοινί (ή συρματόσχοινο) από τις άκρες ενός πασάλου, ο οποίος δέθηκε σε προσιτό για τα μάτια των αποσβολωμένων πολιτών σημείο του πανύψηλου φανοστάτη που έστεκε στην κεντρική πλατεία Ρήγα Φεραίου.
»H «Ακρόπολη» θα γράψει: «Πυκνά πλήθη παρήλασαν από την πλατείαν όπου ήσαν ανηρτημέναι αι κεφαλαί διά σχοινίων από τον πάσσαλον. Το θέαμα ήτο φρικιαστικόν…». Ενώ ο δημοσιογράφος και μέλος του 118ου Τάγματος Εθνοφυλακής Ρίζος Μπόκοτας («Ποιος κρύβει το κεφάλι του Αρη Βελουχιώτη», Γλάρος, 1984) θα καταγράψει: «Το κρέμασμα των κεφαλιών ακολουθεί μια γιορτή ζούγκλας που διαρκεί ως το ξημέρωμα της άλλης μέρας, με πίπιζες, νταούλια, ζουρνάδες, βασιλικά θούρια και με το «Ζέρβα μ’, σε θέλει ο βασιλιάς…»
Λίγες ημέρες αργότερα οι αρχές κατέβασαν τα κεφάλια από τον φανοστάτη.
«H πληροφορία για ενδεχόμενη μεταφορά των κεφαλιών στην Αθήνα έχει το ειδικό ενδιαφέρον της, σε συνδυασμό με το ταξίδι του Ναπολέοντα Ζέρβα στα Τρίκαλα, ενώ ως προς τις σορούς των δύο ανταρτών οι επικρατέστερες εκδοχές, που προκύπτουν από μαρτυρίες, είναι δύο: ή ότι πετάχτηκαν επί τόπου στον Αχελώο ή ότι τις περιέφεραν στα χωριά με κάρο και κατόπιν τις πέταξαν.
»Σε κάθε περίπτωση θεωρείται μάλλον βέβαιο ότι δεν βρέθηκαν και δεν ετάφησαν ποτέ. Ωστόσο ούτε για τις σορούς έχει αποκαλυφθεί τι πραγματικά συνέβη».
(…)
»Κάποιοι από εκείνους που έζησαν τα μακάβρια γεγονότα εικάζουν ότι τα κεφάλια θάφτηκαν εν όσω ήταν στα Τρίκαλα – και σε άγνωστο σημείο για να μη γίνουν πόλος προσέλκυσης των ομοϊδεατών του Αρη – και ότι ουδέποτε μετεφέρθησαν στην Αθήνα.
»Παρά τις προσπάθειες όμως που κατέβαλαν επί σειρά ετών οι ανιψιές του αρχικαπετάνιου του ΕΛΑΣ, θυγατέρες του αδελφού του, Μπάμπη Κλάρα, αλλά και συναγωνιστές του, δεν κατάφεραν να ανακαλύψουν την αλήθεια».