«Συμπολίτες μου, οι κίνδυνοι για τη χώρα μας και για τον κόσμο θα ξεπεραστούν. Θα περάσουμε αυτή την περίοδο των απειλών και θα φέρουμε εις πέρας το έργο της ειρήνης. Θα υπερασπιστούμε την ελευθερία μας. Θα υπερασπιστούμε την ελευθερία των άλλων και θα επικρατήσουμε. Ο Θεός να ευλογεί τη χώρα μας και όλους όσοι την υπερασπίζονται». Στο διάγγελμά του στις 19 Μαρτίου 2003 ο Τζορτζ Ουόκερ Μπους ο νεότερος πληροφορούσε τους Αμερικανούς και όλο τον κόσμο ότι οι ΗΠΑ και ο συνασπισμός του οποίου είχε την ηγεσία ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις τους στο Ιράκ, σε αυτό που αργότερα έμελλε να μετατραπεί στον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου.
Μπορεί όσοι μαχητές της ιρακινής αντίστασης (από την οποία ξεπήδησε και το Ισλαμικό Κράτος – ISIS) επέζησαν από τότε να είναι μεσήλικες με δικά τους παιδιά. Μπορεί οι βετεράνοι του πολέμου στις ΗΠΑ να πάσχουν μαζικά από διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) ή να ζουν με επιδόματα αναπηρίας και να πληρώνουν φόρους για να ξεπληρώσουν τα τρισεκατομμύρια σε χρέος που άφησε ο πόλεμος αυτός (μαζί με του Αφγανιστάν φτάνουν περίπου τα 5 τρισ. δολάρια, με αυτόν του Ιράκ να είναι… ακριβότερος), όμως ακόμη και σήμερα οι ΗΠΑ συνεχίζουν να έχουν στρατιωτική παρουσία στο Ιράκ και θα συνεχίσουν να έχουν για τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια, αφήνοντας όμως πίσω τους το… ΝΑΤΟ.
«Δημοκρατία» με εγκλήματα
Παρά το γεγονός ότι οι αμερικανικές δυνάμεις υπό την καθοδήγηση των Ντόναλντ Ράμσφελντ, Ντικ Τσένι, Κόλιν Πάουελ και Κοντολίζα Ράις (οι δύο πρώτοι είχαν ιδεολογικοποιήσει τον ιστό του… πολέμου κατά της τρομοκρατίας επιμένοντας σε ριζική αλλαγή του μεσανατολικού τοπίου με την εγκαθίδρυση μιας δυτικού τύπου κοινοβουλευτικής δημοκρατίας) διέπρατταν από το 2003 και μετά εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη Φαλούτζα, τη Βασόρα, στο Αμπου Γκράιμπ και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Ιράκ (και του Αφγανιστάν), η πρώτη αποχώρηση των δυνάμεων ολοκληρώθηκε το 2011.
Η αποχώρησή τους εκείνη είχε ξεκινήσει το 2007. Μπορεί οι αγριότητές τους να μην είχαν αποκαλυφθεί ακόμη στο ευρύτερο κοινό (το απόστημα έσπασε το 2010 με τις διαρροές των WikiLeaks), όμως είχαν βιωθεί από τους Ιρακινούς, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερο κύμα αντίστασης. Παράλληλα, την ίδια ώρα στις ΗΠΑ είχε γίνει ξεκάθαρο ότι η παρουσία 170.000 και πάνω στρατιωτών στη χώρα ήταν μη βιώσιμη.
Η παταγώδης αποτυχία των Αμερικανών να φέρουν… δημοκρατική σταθερότητα στη Μέση Ανατολή με βασανιστήρια και σφαγές δεν άργησε να έρθει. Μόλις δύο χρόνια μετά την αποχώρησή τους οι μαχητές του Ισλαμικού Κράτους που ξεπήδησε μέσα από την ιρακινή αντίσταση ξεκίνησαν την επίθεσή τους από το δυτικό Ιράκ, με αποτέλεσμα οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας να παρατούν τον αμερικανικό εξοπλισμό τους προτού καν πέσει τουφεκιά. Η κατάσταση αυτή εκ των πραγμάτων προκάλεσε την επιστροφή των Αμερικανών το 2014 με τη Συνδυασμένη Διακλαδική Δύναμη Κρούσης – Επιχείρηση Εγγενής Λύση (CJFT-OIR) με περίπου 6.350 στρατιώτες και πολλά δισ. δολάρια. Οι αμερικανικές δυνάμεις ενεπλάκησαν σε έναν ανταγωνισμό με τις σιιτικές πολιτοφυλακές του Ιράκ, που ελέγχονται από το Ιράν, μέρος του οποίου ήταν και η δολοφονία του Κασίμ Σολεϊμανί, εμβληματικού διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης, με πλήγμα drone.
Η κόντρα αυτή αύξησε την ένταση στο Ιράκ κατά της αμερικανικής παρουσίας και έτσι ύστερα από μια ενδιάμεση συμφωνία με τον Τραμπ το 2020 ήρθε τώρα η ώρα για τη λήξη της CJFT-OIR. Η συμφωνία προβλέπει την πλήρη αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ το αργότερο μέχρι το 2026 και θα γίνει σε δύο φάσεις. Το μεγαλύτερο μέρος τους θα αποχωρήσει το 2025, ενώ μέχρι τον επόμενο χρόνο θα παραμείνει μια μικρή δύναμη στο βόρειο Ιράκ που θα βοηθάει τους Κούρδους να διαλύσουν τα τελευταία απομεινάρια του Ισλαμικού Κράτους.
Θα μείνει το ΝΑΤΟ
Βέβαια η δυτική στρατιωτική παρουσία στο Ιράκ όπως είναι πλέον ξεκάθαρο θα συνεχιστεί, αφού η αποστολή του ΝΑΤΟ στη χώρα από το 2004 που είναι γνωστή ως Εκπαιδευτική Αποστολή – Ιράκ (NMTI) δεν έχει λήξει και δεν προβλέπεται να λήξει. Εν τη απουσία πάντως των Αμερικανών δεν είναι παράλογο οι νατοϊκοί εκπαιδευτές να γίνουν στόχος των διάφορων πολιτοφυλακών και οργανώσεων που δρουν στο Ιράκ.
Σε κάθε περίπτωση, αν κάτι γίνεται ξεκάθαρο από τα παραπάνω, είναι ότι οι στόχοι που είχε θέσει ο Τζορτζ Μπους το 2003 όχι μόνο δεν επιτεύχθηκαν ουσιαστικά, αλλά ο πόλεμος στο Ιράκ, όπως και στο Αφγανιστάν απ’ όπου ήθελαν να εκδιώξουν τους Ταλιμπάν και παρέδωσαν εντέλει τη χώρα σε κυβέρνηση των Ταλιμπάν, διαμόρφωσαν μια Μέση Ανατολή πολύ πιο ασταθή από εκείνη πριν από τους πολέμους στο Ιράκ. Η αμερικανική παρουσία ακόμη και σήμερα στην περιοχή θεωρείται κόκκινο πανί. Ο χρονισμός πάντως των ανακοινώσεων για αποχώρηση των Αμερικανών από το Ιράκ, που συμπίπτει με την ισραηλινή εξαγωγή έντασης προς κάθε κατεύθυνση και δη προς το Ιράν, έχει ενδιαφέρον στρατηγικά.