Σε πιο σαφή και κατηγορηματική διάψευση δεν μπορούσε να προβεί ο γενικός διευθυντής της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας από αυτήν που ακολούθησε τις ανακοινώσεις του Τραμπ για το Ιράν, λέγοντας κατά λέξη ότι στο Ιράν «εφαρμόζεται το πιο σκληρό καθεστώς πυρηνικής επαλήθευσης». Επίσης, πώς η υπηρεσία του «μπορεί να επιβεβαιώσει ότι οι δεσμεύσεις που σχετίζονται με τα πυρηνικά εφαρμόζονται από το Ιράν»!
Κατά συνέπεια, κανένα ίχνος αλήθειας δεν βρίσκεται στις δηλώσεις του αμερικανού προέδρου στις 8 Μαΐου, με τις οποίες επί της ουσίας άμεσα ακύρωσε τη συμμετοχή της χώρας του στη συμφωνία για τα πυρηνικά της Τεχεράνης και στην πράξη κατήργησε την ίδια τη συμφωνία των 5+1 χωρών, που είχε υπογραφεί επί Ομπάμα.
Η απόφασή του Τραμπ, που συνάντησε την ενθουσιώδη υποδοχή εκ μέρους το Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, απορρίφθηκε από τους ίδιους τους Αμερικανούς, που δε συγκαταλέγονται σε εκείνους τους λαούς που είναι στρατευμένοι στην ειρήνη, ούτε φημίζονται για την ανεξαρτησία της πολιτικής τους στάσης σε σχέση με την πολιτική τους ηγεσία. Όπως παρόλα αυτά έδειξε έρευνα του δικτύου CNN, μια συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων, της τάξης του 63%, δήλωσε πώς οι ΗΠΑ δεν πρέπει να καταργήσουν τη συμφωνία. Μόνο ένα 29% των συμμετεχόντων συμφώνησαν με την επιλογή του Λευκού Οίκου.
Έντονα αντέδρασαν και οι υπόλοιπες πέντε χώρες, πέραν των ΗΠΑ, που είχαν υπογράψει τη συμφωνία (Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία και Κίνα) στην ανακοίνωση του Τραμπ, που χαρακτήρισε τη συμφωνία «καταστροφική», εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον τους να την κρατήσουν ενεργή. Το ίδιο έπραξε και το Ιράν, αφού καταλάγισαν όσες φωνές ζητούσαν την οριστική απόσυρση της χώρας από τη συμφωνία και την πλήρη επαναφορά του πυρηνικού προγράμματος. Κι εκ πρώτης όψεως μια τέτοια επιλογή φαίνεται εφικτή. Στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά ευσεβής πόθος. Η συμφωνία θα αποδειχθεί κενή περιεχομένου μόλις εγκριθεί από το Κογκρέσο η πρόταση του Τραμπ, για έναν πολύ απλό λόγο: Οποιαδήποτε εταιρεία επιχειρήσει να συνάψει εμπορική συμφωνία με το Ιράν, αψηφώντας τις κυρώσεις που θα επαναφέρουν οι ΗΠΑ, τότε θα βρεθεί αυτόματα αντιμέτωπη με τις κυρώσεις που αντιμετωπίζει το Ιράν! Πρόκειται για ένα νόμο – συνώνυμο της διεθνούς οικονομικής τρομοκρατίας που θωρακίζει τις αμερικανικές εταιρείες, έτσι ώστε κανένας ανταγωνιστής τους να μην δρέψει τους καρπούς που μένουν αμάζευτοι εξ αιτίας των αμερικανικών κυρώσεων. Με αυτόν τον τρόπο οι Αμερικάνοι εξασφαλίζουν την μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα των τιμωρητικών πολιτικών που ακολουθούν στην προσπάθειά τους να επιβάλλουν την επιρροή τους. Κι αυτό είναι το βασικό ζητούμενο από την προσπάθεια απομόνωσης του Ιράν, που εκ των πραγμάτων ξεδιπλώνεται μετά την ναρκοθέτηση της συμφωνίας, εκ μέρους του Τραμπ.
Η εξαίρεση του Ιράν
Το Ιράν μέχρι στιγμής είναι σχεδόν η μοναδική χώρα, μεταξύ των ανταγωνιστών των ΗΠΑ, που έμεινε ανέγγιχτη από τις σεισμικές δονήσεις που προκάλεσε ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», όπως ξεκίνησε με αφορμή τις επιθέσεις τους δίδυμους πύργους, το 2001. Το Ιράν κατάφερε όχι μόνο να μην έχει την τύχη του Αφγανιστάν και της Συρίας, αλλά πέτυχε επίσης να οδηγήσει σε ταπεινωτική συντριβή τους αδρά χρηματοδοτούμενες από το σαουδαραβικό καθεστώς και τη Δύση τζιχαντιστές εντός της Συρίας, αναδεικνυόμενο έτσι σε εγγύηση σταθερότητας. Άθικτος από την επιχείρηση «αλλαγή καθεστώτος» έμεινε και ο Λίβανος, που αποτελεί αγκάθι στα πλευρά του Ισραήλ εξ αιτίας της κυριαρχίας στο εσωτερικό του των δυνάμεων της αντίστασης. Αυτοί οι, καθόλου βολικοί για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, συσχετισμοί επιβεβαιώθηκαν και στις εκλογές που έγιναν στον Λίβανο στις 6 Μαΐου, που ως κύριο χαρακτηριστικό είχαν την ήττα του Σαάντ Χαρίρι, ο οποίος έχασε το ένα τρίτο των εδρών του, και τη νίκη της Χεζμπολάχ, που ωστόσο εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στη λίστα με τις τρομοκρατικές οργανώσεις των ΗΠΑ! «Μια μεγάλη, πολιτική και ηθική νίκη για την επιλογή της αντίστασης που προστατεύει την κυριαρχία της χώρας», χαρακτήρισε το αποτέλεσμα των εκλογών, που διεξήχθησαν δύο μέρες πριν τις ανακοινώσεις του Τραμπ, ο ηγέτης της Χεζμπολάχ, σεΐχης Χασάν Νασράλα.
Η επιλογή των ΗΠΑ να ακυρώσουν τη συμφωνία απέκτησε προτεραιότητα αφού πρώτα απέτυχαν οι προσπάθειες υπονόμευσης του ιρανικού καθεστώτος εκ των έσω, με τις …γνωστές μεθόδους. Για παράδειγμα, να θυμίσουμε την δήλωση του σαουδάραβα δικτάτορα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν τον Μάιο του 2017, όπως την ανακάλεσε το αμερικανικό περιοδικό Foreign Affairs με άρθρο του στις 13 Φεβρουαρίου 2018, ότι η μάχη για την επιρροή στη Μέση Ανατολή πρέπει να δοθεί «εντός του Ιράν» και την εντελώς …τυχαία επίθεση αυτοκτονίας του ISIS στο ιρανικό κοινοβούλιο και το μαυσωλείο ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη, Χομεϊνί, που στοίχισε τη ζωή σε 18 ανθρώπους, μόλις έναν μήνα μετά!
Η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία, που είχε επικυρωθεί ομόφωνα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, εκτός των ιρανικών συνόρων άναψε αμέσως το πράσινο φως στο Ισραήλ για να επιτεθεί σε ιρανικούς στόχους επί συριακού εδάφους, τιμωρώντας την Τεχεράνη που άφησε στα χαρτιά την επιχείρηση ανατροπής του Άσαντ.
Εντός των ιρανικών συνόρων, αν κάτι αναμένουν οι σχεδιαστές της ακύρωσης της συμφωνίας είναι να οδηγηθεί σε έξαρση το κοινωνικό ζήτημα, δεδομένου ότι η χώρα ήδη αντιμετωπίζει πρόβλημα φτώχειας λόγω του αμερικανικού αποκλεισμού. Η αλήθεια είναι πώς η διαφορά ανάμεσα στο πλαίσιο οικονομικών συναλλαγών που όριζε η συμφωνία και στο προγενέστερο των κυρώσεων δεν υπάρχει μια αντίθεση μέρας και νύχτας. Γιατί ακόμη κι όσο ίσχυε η συμφωνία, δεν είχαν αρθεί όλοι οι περιορισμοί που αφορούσαν στις δοσοληψίες του Ιράν με το εξωτερικό. Κι αυτός μάλιστα ήταν ένας λόγος που στο εσωτερικό του Ιράν η υπογραφή της συμφωνίας συνάντησε ισχυρές αντιδράσεις, ενώ έγινε σημαία των πιο συμβιβαστικών κύκλων του ιρανικού καθεστώτος, που ανέκαθεν ζητούσαν την επανένταξη του Ιράν στο διεθνές περιβάλλον κι έβλεπαν τη συμφωνία σαν έναν έντιμο συμβιβασμό και το πρώτο βήμα. Κορυφαίος εκπρόσωπος αυτών των κύκλων είναι ο πρόεδρος Χασάν Ρουχανί, τον οποίο οι New York Times, μετά τις ανακοινώσεις του Τραμπ, τον χαρακτήρισαν «μεγάλο χαμένο του Ιράν», συμπληρώνοντας ότι «τώρα μοιάζει εξασθενημένος, απερίσκεπτος και καμένος λόγω του κινδύνου που ανέλαβε να διαπραγματευθεί με τους Αμερικάνους».
Ο Τραμπ επομένως δεν άδειασε μόνο τους συμμάχους του στην Ευρώπη, αλλά και τις πιο μετριοπαθείς φωνές στο εσωτερικό του Ιράν, ωθώντας τα πράγματα στα άκρα…
Τι περιλάμβανε η συμφωνία με το Ιράν
- Μείωση του αποθέματος ουρανίου κατά 98% (στα 300 κιλά), ένα όριο που δεν πρέπει να ξεπεράσει η χώρα μέχρι το 2031. Οφείλει επίσης να διατηρήσει το επίπεδο εμπλουτισμού ουρανίου στο 3,67%, δεδομένου ότι το επίπεδο εμπλουτισμού για να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή όπλων κυμαίνεται στο 90%.
- Άδεια σε επιθεωρητές της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (ΔΕΑΕ) να ελέγχουν τις εγκαταστάσεις του Ιράν ως όρο για άρση των κυρώσεων που από το 2012 ως το 2016 προκάλεσαν απώλεια εσόδων από εξαγωγές πετρελαίου ύψους 160 δισ. δολ.
- Το Ιράν συμφώνησε να συνεχιστεί το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ σε βάρος της χώρας έως και πέντε χρόνια ακόμη, παραμένοντας στην ευχέρεια της ΔΕΑΕ να το συντομεύσει αν διαπιστώσει ταχύτερη πρόοδο στην επιβράδυνση του πυρηνικού προγράμματος.
Πηγή: Νέα Σελίδα – 10 Μαΐου 2018