Η φλυαρία περί πλουσίων και φτωχών στην Αριστερά

2093
coca

Η περιουσιακή κατάσταση στελεχών της πολιτικής Αριστεράς αποτελεί πάντοτε ένα στοιχείο κριτικής από φίλους και αντιπάλους της. Δεν έχει πολύ καιρό, που ο αρθρογράφος της “Εφημερίδας των ΣυντακτώνΤάσος Παππάς, ασχολήθηκε με το αν “μπορεί ένας αριστερός να είναι πλούσιος;” – αυτός είναι ο τίτλος ενός άρθρου του στο φύλλο της 17 Δεκεμβρίου 2017.

Με τον όρο “αριστερός” ο συντάκτης του άρθρου, εννοεί τους “αριστερούς πολιτικούς” και όχι γενικώς και αορίστως τους “αριστερούς”. Αφορμή στάθηκαν οι δηλώσεις του “πόθεν έσχες” των πολιτικών. Όποιος περίμενε κάποια συγκεκριμένη ανάλυση από τον ίδιο τον Τάσο Παππά, θα απογοητευόταν μετά από μερικές αράδες κειμένου. Και αυτό διότι αμέσως παραπέμπει στην επιχειρηματολογία ενός Γάλλου, “του καθηγητή Κοινωνικής Πολιτικής στο Paris 1, Ακιλίνο Μορέλ”. Ο συγκεκριμένος πανεπιστημιακός δημοσίευσε στην γαλλική εφημερίδα “Λιμπερασιόν” ένα άρθρο, το οποίο αναδημοσίευσε ο Θανάσης Γιαλκέτσης στην “Εφημερίδα των Συντακτών”, στις 29 Δεκεμβρίου 1993. Μια κάποια “Αριστερά” σίμωνε στην εξουσία και η πολιτική αντιπαράθεση κατέβαινε στα υπόγεια των στερεοτύπων και των αμοιβαίων χαρακτηρισμών. Ανάμεσα σε αυτά και τα περιουσιακά στοιχεία πολιτικών στελεχών της.

Μπορεί ή δεν μπορεί ένας αριστερός πολιτικός να είναι πλούσιος; Ο Τ. Παππάς δανείζεται τα φώτα του Ακιλίνο Μορέλ –συνήθως υπάρχει στην Ελλάδα, “δεξιά” και “αριστερά”, ένα είδος συμπλέγματος κατωτερότητας στις “εισαγωγές” από την Εσπερία– για να μας διαφωτίσει επί του ζητήματος: “Η προσωπική του περιουσία, εκείνη των φίλων του ή των ανθρώπων με τους οποίους συναναστρέφεται, ο τρόπος ζωής του δεν είναι αδιάφορα ή χωρίς συνέπειες, αλλά είναι και πρέπει να παραμένουν δευτερεύοντα στην πολιτική εκτίμηση που γίνεται γι΄ αυτόν…” . Και συμπληρώνει ο Γάλλος πανεπιστημιακός, το επιχείρημά του: “Η ειλικρίνεια μιας στράτευσης ή η δύναμη της πεποίθησης δεν μπορούν να μετριούνται μόνο με το ποσό ενός τραπεζικού λογαριασμού”.

Το δεύτερο επιχείρημα, τα οποίο δανείζεται ο Τάσος Παππάς, αφορά τη σχέση του αριστερού πολιτικού με το “χρήμα”. Και εδώ ο Γάλλος πανεπιστημιακός είναι ευρηματικός: “… στην αναπόφευκτη σχέση που διατηρούμε όλοι μας με το χρήμα, πρέπει να ξέρουμε να διατηρούμε την απόσταση που μας επιτρέπει να παραμένουμε ελεύθεροι”.

Το τρίτο επιχείρημα, το οποίο δανείζεται ο Τ. Παππάς, είναι αφοπλιστικό με την απλότητά του: “Ένα στέλεχος της Αριστεράς οφείλει ανυπερθέτως να φροντίζει να διατηρεί την επαφή του με τις λαϊκές τάξεις που αντιπροσωπεύουν τον λόγο ύπαρξής της δράσης του… Ο λαός είναι έξυπνος. Γνωρίζει καλά ότι εκείνοι που τον κυβερνούν ή θέλουν να τον κυβερνήσουν δεν ζουν – εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις- όπως ζει αυτός. Δεν περιμένει απ΄ αυτούς να ψεύδονται, να κρύβουν τον τρόπο ζωής τους ή, ακόμη χειρότερα, να μιμούνται τον δικό του τρόπο ζωής… θέλει και προσδοκά να κατανοούν τα προβλήματα του, εντιμότητα και διαύγεια στην πολιτική ανάλυση, θάρρος στην απόφαση, περηφάνια που τον αντιπροσωπεύουν, ευγένεια στη δημόσια στάση τους και αξιοπρέπεια στην άσκηση των καθηκόντων που τους αναθέτει η δημοκρατία”.

Στη συνέχεια ο Τάσος Παππάς ασχολείται με το χαμηλό επίπεδο της πολιτικής κριτικής διαφόρων “δεξιών” εφημερίδων, συντάκτες των οποίων άδραξαν την ευκαιρία από τη δημοσίευση των φορολογικών δηλώσεων ευκατάστατων και πλουσίων κυβερνητικών στελεχών, για να ξιφουλκήσουν κατά της Αριστεράς των “πλουσίων”. Ο συντάκτης της “Εφημερίδας των Συντακτών” αξιολογεί αυτές τις παρατηρήσεις της “δεξιάς” προπαγανδιστικής ρητορείας: “Σύμφωνα με την αντίληψη της Δεξιάς, για να είναι συνεπείς με αυτά που διακηρύσσουν πρέπει να είναι πάμφτωχοι, να τα βγάζουν πέρα με το ζόρι (μεροδούλι, μεροφάει) και να μοιράζουν σαν τον Ιησού τα υπάρχοντά τους”.

Αλλά αυτό δεν είναι το επιχείρημα του υπέρ των “πλουσίων” Αριστερών πολιτικών στελεχών. Το δικό του επιχείρημα θέλει να απαντήσει σε κάτι βαθύτερο που συνδέεται σχεδόν με το σύνολο της Αριστεράς, τουλάχιστον εκείνης με τις όποιες μαρξιστικές αναφορές. Και αφορά τη σχέση της συνείδησης με το κοινωνικό είναι. Κάποιοι “φιλελεύθεροι”, μας μηνύει ο Τάσος Παππάς, “που έχουν μελετήσει μαρξισμό”, θεωρούν ότι “όποιος είναι πλούσιος δεν μπορεί να είναι αριστερός”, εφόσον το κοινωνικό είναι καθορίζει τη συνείδηση. Και μεταφράζοντας την απλοϊκότητα των επιχειρημάτων αυτών των “φιλελεύθερων”, όταν ένας πλούσιος δηλώνει ότι είναι αριστερός, “δεν πρέπει να τον πιστεύουμε γιατί είναι υποκριτής, πουλάει δηλαδή εκ του ασφαλούς αριστεροσύνη, ενώ τα συμφέροντά του είναι με την πλευρά των εχόντων”. (Υπάρχει κάτι σαν “αριστεροσύνη” και μου διαφεύγει; ”Πουλάει”: η καπιταλιστική ανταλλακτική σχέση έχει ήδη διαπεράσει τη γλώσσα και προδιαμορφώνει την κοινωνική συνείδηση – αριστερή πολιτική σε αυτή την περίπτωση θα σήμαινε μάχη για την επανάκτηση της γλώσσας).

Και ο Τ. Παππάς καταλήγει στο βασικό του επιχείρημα: “… πλούσιοι μπορεί να είναι και οι αριστεροί (ο Ένγκελς, για παράδειγμα, ήταν βιομήχανος, οι ηγέτες των μπολσεβίκων δεν ήταν προλετάριοι), όπως οι φτωχοί μπορεί να είναι δεξιοί”! Το επιχείρημα είναι το γνωστό της ταξικής αποστασίας: “Έχουμε να κάνουμε με αποστάτες της τάξης τους”!

Και αφού αποκαταστήσει πολιτικώς και ηθικώς τους “πλούσιους” Αριστερούς της κυβέρνησης, αναφέρει και κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να απασχολεί πολίτες και μέσα ενημέρωσης: “Αυτό πάντως που θα έπρεπε να απασχολεί τους πολίτες, κατ΄ επέκταση και τα ΜΜΕ, είναι αν η οικονομική κατάσταση ενός πολιτικού (ανεξαρτήτως ιδεολογικής τοποθέτησης και κομματικής ένταξης) βελτιώθηκε κατά της διάρκειας της ενασχόλησής του με την πολιτική”.

Διάβασα όλο το κείμενο του Ακίνο Μορέλ, για να σχηματίσω μια πιο σαφή εικόνα της επιχειρηματολογίας του και διαπίστωσα ότι ο Τ. Παππάς άγγιξε τον πυρήνα της σκέψης του, οπότε δε χρειάζεται να επεκταθώ, απλώς σημειώνω ότι η μεταφορά των επιχειρημάτων του δείχνουν προς την κατεύθυνση της χρησιμοποίησής τους ως λόγου ισχύος – εξ Εσπερίας γαρ προερχόμενα – και λιγότερο δίνουν απαντήσεις στο ζήτημα της σχέσεως των αριστερών πολιτικών με τον πλούτο.

Το ερώτημα αν ένας πλούσιος μπορεί να είναι αριστερός, απαντάται στην πράξη: φυσικά και μπορεί, ειδάλλως δε θα είχαμε τόσους πολλούς ευκατάστατους αριστερούς πολιτικούς. Από την άλλη δε χρειάζεται κανένας πολιτικός να είναι “αριστερός” για να πληροί τους όρους, που θέτει ο Γάλλος πανεπιστημιακός. Το γεγονός ότι απαριθμεί τα αυτονόητα για την πολιτική, δείχνει απλώς την κατάσταση που ευρίσκονται τα δημοκρατικά πολιτεύματα της εποχής μας. Η ηθικολογία αυτού του τύπου, αντί να στρέψει το ενδιαφέρον της στα προβλήματα της δημοκρατίας (κρίση εμπιστοσύνης, κρίση εκπροσώπησης, εξωκοινοβουλευτικές επιδράσεις στις αποφάσεις, χειραγώγηση στην ενημέρωση και διαβρωμένες δημοσιότητες κ.α.), προσπαθεί να παραμερίσει ένα υπαρκτό πρόβλημα και για την Αριστερά: τη σχέση του κοινωνικού με την πολιτική.

Όποιος προσπαθεί με ηθικολογικές αναφορές και διάφορες ιδεολογικές αλχημείες να ξεπαστρέψει τη θεμελιώδη αυτή αναφορά της “αριστερής” πολιτικής, κινείται πέραν των αναφορών της “Αριστεράς”. Εάν αυτό είναι θετικό ή αρνητικό, είναι ένα άλλο ζήτημα: δεν είναι πάντως σε καμία περίπτωση “αριστερό”, όπως το γνωρίζαμε ίσαμε σήμερα. Δεν είμαι από εκείνους οι οποίοι στενεύουν την ερμηνεία της – περιλάλητης στην ιστορία της παγκόσμιας Αριστεράς – σχέσεως κοινωνικού είναι και συνειδήσεως, διότι γνωρίζω ότι υπάρχουν μια σειρά από άλλους παράγοντες, οι οποίοι καθορίζουν τα ανθρώπινα, αλλά μερικές ισοπεδωτικές απλουστεύσεις στην συγκεκριμένη επιχειρηματολογία είναι κομμάτι δύσπεπτες. Εάν π.χ. ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης θεωρεί (και όλοι όσοι συμμερίζονται παρόμοιες αντιλήψεις) ότι είναι συμβατή η κατοχή μετοχών της Coca Cola με την όποια αντιιμπεριαλιστική θεώρηση των πραγμάτων ή κάποια αντικαπιταλιστική αντίληψη είναι δικαίωμά του, ακόμη και να θεωρεί ότι αυτό είναι συνεπής πολιτική και κοινωνική στάση, αλλά δεν μπορώ να δεχτώ ότι πρόκειται για ταξική αποστασία (αν δεχτούμε ότι υπάρχει κάτι σαν ταξική αποστασία και δεν είναι και αυτό μια ιδεολογική πομφόλυγα). Μην κοροϊδευόμαστε κιόλας.

Για να είμαι, ωστόσο, ακριβοδίκαιος, το πρόβλημα δεν ευρίσκεται ούτε και σε αυτό το σημείο, διότι μου φαίνεται πως είναι πιο σύνθετο και σχετίζεται με αυτό, το οποίο στην μαρξιστική θεώρηση των πραγμάτων ονομάζεται “λανθάνουσα συνείδηση”: ακόμη και ο αυτοπροσδιορισμός ενός υποκειμένου ως “αριστερού” δύναται να είναι απλώς μια ακόμη μορφή “λανθάνουσας συνείδησης” – οι αριστερές σταλινικού τύπου κομματικές γραφειοκρατίες με τις σκληρές ανταγωνιστικές σχέσεις εξουσίας είναι μια τέτοια περίπτωση συντήρησης και αναπαραγωγής μορφών “λανθάνουσας συνείδησης”. Συνήθως ομιλούν για την “κοινωνική τάξη” και εννοούν τα ενδιαφέροντά τους…

Υ.Γ.: Σκοπίμως απέφυγα να σχολιάσω την προκλητική σύγκριση Αριστερών “πλουσίων αποστατών” και “δεξιών φτωχών”, απλώς σημειώνω ότι συνήθως οι φτωχοί ονειρεύονται και οι πλούσιοι τοκίζουν εφιάλτες…

Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής” (www.sopro.gr)

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας