Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν, είναι ένας δικτάτορας που βρίσκεται στο ανώτατο αξίωμά της χώρας του κληρονομικώ δικαίω.
Ας αναλογιστούμε ωστόσο τι άλλο πέρα από το να αναλώνεται σε επιδείξεις δύναμης, όπως έκανε για πολλοστή φορά την Παρασκευή 28 Ιουλίου με την εκτόξευση ενός ακόμη βαλλιστικού πυραύλου, θα έκανε οποιοσδήποτε άλλος ηγέτης που ξέρει ότι έχει μπει στην ατζέντα της «αλλαγής καθεστώτος» της Ουάσινγκτον. Που γνωρίζει επίσης πολύ καλά την τύχη των ηγετών δύο άλλων κρατών οι οποίοι καταλάμβαναν την πρώτη και δεύτερη θέση της λίστας «αλλαγής καθεστώτος»: του Σαντάμ Χουσεϊν και του Μουαμάρ Καντάφι. Η αντίδραση της Πιονγκγιάνγκ είναι ερμηνεύσιμη, αν λάβουμε υπ’ όψη μας ορισμένα ακόμη γεγονότα.
Πρώτο, ότι στην Κορέα από το 1950 ως το 1953 διεξήχθη ο πόλεμος με τα περισσότερα θύματα την μεταπολεμική περίοδο. Μάλιστα από τα 3 εκ. νεκρούς που προκάλεσε ο αριθμός ρεκόρ βομβών (600.000 τόνοι συμβατικών και πάνω από 30.000 τόνοι βομβών ναπάλμ!) τα 2 εκ. προέρχονταν από τη σημερινή Βόρεια Κορέα.
Δεύτερο, ότι ακόμη και σήμερα ΗΠΑ και Βόρεια Κορέα βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου καθώς ουδέποτε υπογράφτηκε συνθήκη ειρήνης. Τα σύνορα της ορίστηκαν στο πλαίσιο της ανακωχής που υπογράφτηκε μεταξύ ΗΠΑ, Κίνας, ΟΗΕ και Β. Κορέας επάνω στον 38ο παράλληλο που έγινε η ντε φάκτο συνοριογραμμή Βόρειας και Νότιας Κορέας.
Τρίτο, ότι πέριξ της Β. Κορέας οι ΗΠΑ διατηρούν αριθμό ρεκόρ στρατιωτών – μια διαρκή απειλή. Στην Ιαπωνία (αξιοποιώντας τη συνταγματική απαγόρευση διατήρησης στρατού που επιβλήθηκε το 1945) στρατοπεδεύει η μεγαλύτερη παγκοσμίως μόνιμη αμερικανική αποστολή με 39.000 στρατιώτες και στη Νότια Κορέα η τρίτη μεγαλύτερη αποστολή με 28.000 άνδρες.
Τέταρτο, τον εντεινόμενο αντιαμερικανισμό που σαρώνει την Ασία. Είναι χαρακτηριστική έρευνα του αμερικανικού ιδρύματος Pew η οποία δημοσιεύθηκε την 1η Αυγούστου βάσει της οποίας μετά την Τουρκία η δεύτερη και τρίτη χώρα που το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού τους χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ ως τη μείζονα απειλή είναι η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, με 70% και 62% αντίστοιχα.
Τέλος, ότι είναι μια χώρα που ναι μεν βρίσκεται στην άκρη του κόσμου, ταυτόχρονα όμως βρίσκεται στο κέντρο των πιο σκληρών ανταγωνισμών. Και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντά της είναι παραταγμένες υπερδυνάμεις με το όπλο …παρά πόδας: Η Κίνα με την οποία μοιράζεται μια συνοριογραμμή μήκους 880 μιλίων, η Ρωσία με την οποία μοιράζεται μια μικρότερη συνοριογραμμή μήκους 30 μιλίων και επίσης η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ που ξέρουν ότι αν «πέσει» η Βόρεια Κορέα θα καταφέρουν να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο με ρώσους και κινέζους στρατιώτες. Κι αυτό είναι που επιδιώκουν!
Η λύση ωστόσο βρίσκεται στα χέρια των ΗΠΑ. Υπάρχει μάλιστα και πρόσφατο προηγούμενο: το επιτυχημένο παράδειγμα του Μπιλ Κλίντον. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο του 1994 συμφωνήθηκε μεταξύ Ουάσινγκτον και Πιονγκγιάνγκ ένα πρόγραμμα εξομάλυνσης των πολιτικών σχέσεων των δύο χωρών, που μεταξύ άλλων περιελάμβανε και την εγκατάλειψη εκ μέρους της Β. Κορέας του πυρηνικού της προγράμματος. Οι ΗΠΑ αναλάμβαναν να τους προμηθεύουν ως ανταμοιβή 500.000 τόνους αργού πετρελαίου ετησίως. Η συμφωνία τηρούνταν απαρέγκλιτα μέχρι το 2003, όταν πια πρόεδρος ήταν ο Τζορτζ Μπους…
Μια ανάλογη συμφωνία υπογράφτηκε επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα με το Ιράν, τον Ιανουάριο του 2016.
Γιατί και τώρα οι ΗΠΑ να μην εκτονώσουν την κρίση δημιουργώντας ένα πλαίσιο διμερούς πολιτικού διαλόγου που θα υπόσχεται τερματισμό του πολέμου και συμφωνία ειρήνης, πλήρη αποστρατιωτικοποίηση και αποπυρηνικοποίηση της χερσονήσου και εγγύηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων ως ακρογωνιαίους λίθους μιας νέας συμφωνίας;
Η Κίνα στο στόχαστρο!
Από την προεκλογική ακόμη περίοδο ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έκρυψε τη φιλοδοξία του να φέρει σε πέρας μια ιστορικής σημασίας αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Ουάσινγκτον, με την αντικατάσταση της Ρωσίας από την Κίνα ως μείζονα απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα. Παρότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το φιλελεύθερο κατεστημένο αντέδρασαν έντονα στην υποβάθμιση της ρωσικής απειλής (δεν εγκαταλείπονται εύκολα αντανακλαστικά ενός αιώνα…) καθόλου δεν δυσανασχέτησαν με την αναβάθμιση της κινέζικης απειλής στη λίστα των ανταγωνιστικών κρατών.
Έτσι ο Τραμπ δε χάνει ευκαιρία να στρέφεται κατά του Πεκίνου, όπως έκανε με αφορμή την εκτόξευση του βαλλιστικού πυραύλου από τη Βόρεια Κορέα κατηγορώντας την Κίνα ότι δεν κάνει τίποτε για τις ΗΠΑ, παρά το τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα που διατηρεί! Μεθερμηνευόμενο το τελευταίο (tweet …όπως πάντα) σημαίνει πως αν η Κίνα δε θέλει εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ πρέπει να εμπλακεί σε κανονικό πόλεμο με τη Β. Κορέα.
Η αντίδραση του αμερικανού προέδρου ήταν αδικαιολόγητη γιατί όχι μόνο η Κίνα αλλά και η Ρωσία διέκοψαν τις οικονομικές τους σχέσεις με την Β. Κορέα πιέζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον Κιμ Γιονγκ Ουν να εγκαταλείψει το πυρηνικό του πρόγραμμα. Λεπτομέρειες ωστόσο είναι όλα αυτά για τις ΗΠΑ που αξιοποιούν τη Β. Κορέα ως μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να κάνουν πιο αισθητή την παρουσία τους στην Ανατολική Ασία.
Πηγή: Εφημερίδα Νέα Σελίδα