Κυρώσεις , αντιπαράθεση με τη Ρωσία και Ουκρανολαγνεία , προσεχώς εξοπλιστικές δαπάνες , οδηγούν τις ευρωπαϊκές χώρες , τη μια μετά από την άλλη , σε αργό οικονομικό θάνατο . Το μεγάλο ερώτημα είναι ως πότε θα κοιμούνται οι Ευρωπαίοι πολίτες ;
Π.Δ.
Το κόστος δανεισμού της Γαλλίας πιθανότατα θα ξεπεράσει αυτό της Ιταλίας στο εγγύς μέλλον, σύμφωνα την Capital Economics παρά τον υψηλότερο δείκτη χρέους και του χαμηλότερου ρυθμού ανάπτυξης της Ιταλίας, απόρροια της δημοσιονομικής εικόνας και της αρνητικής δυναμικής του χρέους της Γαλλίας την ώρα που και το πολιτικό τοπίο παραμένει εύθραυστο.
Η διακυβέρνηση Ε.Μακρόν με την φανατική αντιπαράθεση με την Ρωσία έχει βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο και τα όποια οφέλη θεωρούσε ότι θα έχει από το ουκρανικό και την γεωπολιτική αντιπαράθεση οι αγορές βλέπουν ότι εξανεμίζονται με την ανάληψη της ηγεσίας από τον Ν.Τραμπ.
Η Γαλλία βρίσκεται όλο και περισσότερο στην παγίδα χρέους με την γαλλική βιομηχανία να μην μπορεί να απαντήσει στο ερώτημα, μετά το ρωσικό φθηνό φυσικό αέριο, τι;
Μάλιστα ακόμα το 1/3 των γαλλικών αναγκών καλύπτεται από ρωσικούς υδρογονάνθρακες και έτσι αν και συνεχείς είναι οι επιθέσεις Μακρόν στην Ρωσία, δεν φαίνεται στο μέλλον ότι θα κοπεί αυτή η πηγή ενέργειας.
Είναι τέτοια η κατάσταση της γαλλικής οικονομίας που επίσημα την προηγούμενη εβδομάδα αποφασίστηκε να διοχετευθεί περίσσευμα ενέργειας από τους πυρηνικούς σταθμούς στην… εξόρυξη Bitcoin για να βρεθούν 150 εκατομμύρια ευρώ!
Αναλυτές ήδη αναφέρουν ότι η σκληρή στάση του Γάλλου προέδρου να συνεχιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία πιο πολύ έχει στόχο να πιεστούν οι μεγάλες δυνάμεις και έτσι να κερδίσει η γαλλική οικονομία, τόσο σε αμυντικά συμβόλαια όσο και σε γεωπολιτικό χώρο όπως το Σαχέλ καθώς εκείνη η περιοχή παρέχει μέσω των γαλλικών χαρτονομισμάτων, στο Παρίσι σχεδόν το 10% του γαλλικού ΑΕΠ.
Συνολικά, την εκτίμηση αυτή διατηρούν αρκετοί αναλυτές θεωρώντας πως η Γαλλία σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο να δανείζεται στις διεθνείς αγορές με υψηλότερο κόστος απ’ ό,τι η Ιταλία, καθώς η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ τους που είχε αρχίσει να μειώνεται σταδιακά τα τελευταία τρία χρόνια έχει πλέον σχεδόν εξαφανιστεί, με το spread μεταξύ του γαλλικού και του ιταλικού 10ετούς ομολόγου να κυμαίνεται τώρα κάτω από τις 15 μονάδες βάσης.
Είναι χαρακτηριστικό πως πριν από λίγο η απόδοση του γαλλικού 10ετούς ομολόγου κυμαίνονταν στο 3,456% έναντι 3,604% της Ιταλίας.
Στο ισχυρό ενδεχόμενο η Γαλλία να δανείζεται προσεχώς πιο ακριβά από την Ιταλία, αναφέρεται και σημείωμα της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι όπου υπενθυμίζεται, ότι στα τέλη του 2022 το επιτόκιο του ιταλικού δεκαετούς ομολόγου κυμαινόταν γύρω στο 5% και ήταν υψηλότερο κατά σχεδόν 200 μονάδες βάσης από τα αντίστοιχα γαλλικά, ενώ στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης της ευρωζώνης, το 2012, αυτή η διαφορά είχε ξεπεράσει τις 400 μονάδες βάσης, καθώς η Γαλλία δανειζόταν με επιτόκιο 2% ή 3%, ενώ η Ιταλία έπρεπε να καταβάλει ετήσιο επιτόκιο 6% ή και 7%.
Η κατάσταση έχει πλέον αλλάξει ριζικά. Το υψηλό δημόσιο χρέος και το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γαλλίας έχουν επηρεάσει αρνητικά την πιστοληπτική ικανότητά της. Τα γαλλικά ομόλογα προσφέρουν πλέον πολύ υψηλή απόδοση, με τη χώρα να συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών με το υψηλότερο κόστος δανεισμού στη Δυτική Ευρώπη και στην ευρωζώνη.
Σημειώνεται ότι τους τελευταίους μήνες, το ασφάλιστρο κινδύνου του δημόσιου χρέους της Γαλλίας έχει ξεπεράσει τα αντίστοιχα της Ιταλίας, Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Ελλάδας.
Παρά τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού François Bayrou και τα μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου του προϋπολογισμού για το 2026 με στόχο την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, η δυσπιστία της Βουλής απέναντί του και τα χαμηλά ποσοστά δημοτικότητας του ίδιου και της κυβέρνησής του δημιουργούν ανησυχία στους επενδυτές διεθνώς όσον αφορά στην παραμονή του στην εξουσία.
Σύμφωνα με το διεθνή οίκο αξιολόγησης Moody’s, το δημόσιο χρέος της Γαλλίας εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αγγίξει το 4,9% του ΑΕΠ αξιολογώντας τις εκτιμήσεις της γαλλικής κυβέρνησης για 4,6% ως αισιόδοξες.
Αν και σε απόλυτους αριθμούς το επίπεδο του ιταλικού δημόσιου χρέους παραμένει πολύ υψηλό (138% του ΑΕΠ έναντι 113% του γαλλικού) και ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ιταλικής οικονομίας κατά το 2ο τρίμηνο του 2025 είναι πιο αδύναμος από αυτόν της Γαλλίας (+0,4% έναντι +0,7%), το ιταλικό δημοσιονομικό έλλειμμα μειώνεται συνεχώς και ο στόχος να μειωθεί κάτω από το 3% το 2027 θεωρείται εφικτός.
Περαιτέρω, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Γαλλίας, από τα μέσα του 2024, έχουν επιδεινωθεί (μια υποβάθμιση από τη Moody’s, δύο αρνητικές προοπτικές από τη Fitch και τη S&P), ενώ αυτές της Ιταλίας έχουν βελτιωθεί (μια βελτίωση από τη S&P, δύο θετικές προοπτικές από τη Moody’s και τη Fitch).
Επιπλέον, η Fitch ενδέχεται να υποβαθμίσει την αξιολόγηση της Γαλλίας σε A + στις 12 Σεπτεμβρίου και να αναβαθμίσει την Ιταλία σε BBB + την επόμενη εβδομάδα.
Η Γαλλία έχει εγκλωβιστεί στη δίνη μιας παρατεταμένης πολιτικής και γεωπολιτικής κρίσης, η οποία επηρεάζει συνακόλουθα αρνητικά τις εκτιμήσεις και τις προσδοκίες των διεθνών αγορών και μάλιστα η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί από το 2026.