Η συζήτηση διήρκεσε πάνω από δύο ώρες και, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, οι δύο ηγέτες συζήτησαν κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, καθώς και το ζήτημα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί μια πρώτη — αν και προσεκτική — επαναπροσέγγιση ανάμεσα σε δύο ηγέτες και κράτη που είχαν απομακρυνθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια.
Μια συνομιλία με βαρύ συμβολισμό
Η τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Putin και Macron είχε γίνει τον Σεπτέμβριο του 2022.
Το γεγονός ότι οι δύο πρόεδροι κατάφεραν να συνομιλήσουν μετά από τόσο μεγάλο διάστημα προκαλεί θετικές εντυπώσεις στη Μόσχα, όπου ειδικοί εκτιμούν πως, παρά τις πολυπλοκότητες στις σχέσεις, κάθε διάλογος είναι σημαντικός.
Ο πολιτικός επιστήμονα Nikolái Topórnin χαρακτήρισε τη συζήτηση «πολύ απροσδόκητη», καθώς τα τελευταία χρόνια η Γαλλία, υπό την ηγεσία Macron, ακολούθησε μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη Ρωσία, ιδιαίτερα μετά την ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία.
«Ο Macron ήταν πάντα ένας άνθρωπος του συμβιβασμού, αλλά τα τελευταία χρόνια το κλίμα άλλαξε δραματικά, και έγινε έντονος επικριτής της Ρωσίας», εξηγεί ο Topórnin.
Παρόλα αυτά, η διάρκεια της τηλεφωνικής συνομιλίας — περίπου δύο ώρες — υποδηλώνει πως υπήρξε μια προσπάθεια να γεφυρωθούν οι διαφορές.
Ο Alexey Chepa, αντιπρόεδρος της Δούμας, σχολίασε πως «το πάγωμα των διπλωματικών επαφών έχει πλέον σπάσει», εκφράζοντας την ελπίδα η Γαλλία να εγκαταλείψει την «αντιρωσική πολιτική» που ακολούθησε τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα, τόνισε πως και η Γερμανία και η Γαλλία έχουν μερίδιο ευθύνης για την αδυναμία εφαρμογής των συμφωνιών του Μινσκ.
Οι λόγοι πίσω από την επαναπροσέγγιση
Ο πολιτικός επιστήμονας Sergey Fedorov αναλύει πως η τελευταία σύνοδος του ΝΑΤΟ προκάλεσε ένα αίσθημα απομόνωσης στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η «επιθετική και ρωσοφοβική» ρητορική, καθώς και η επιμονή για στρατιωτική ήττα της Ρωσίας στην Ουκρανία, αποδείχθηκαν μη ρεαλιστικές.
«Η Ευρώπη αισθάνεται περιθωριοποιημένη στις μεγάλες διεθνείς υποθέσεις, παρότι επιμένει να παριστάνει το κέντρο της δύναμης», επισημαίνει.
Η επαναπροσέγγιση Macron – Putin, λοιπόν, ίσως αντανακλά την ανάγκη της Γαλλίας να αναλάβει ενεργότερο ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ρωσίας και Δύσης — κάτι που η προηγούμενη σκληρή στάση της είχε περιορίσει.
Άλλωστε, μετά τη συνομιλία, ο Macron επικοινώνησε με τον Ουκρανό πρόεδρο Volodymyr Zelensky, ενημερώνοντάς τον για τα αποτελέσματα.
Σύμφωνα με αναφορές, η θέση του Putin για το τέλος της σύγκρουσης παραμένει αμετάβλητη.
Το Ιράν στο επίκεντρο
Σύμφωνα με τον Topornin, ένα μεγάλο μέρος της συνομιλίας αφιερώθηκε στην κρίση γύρω από το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να διαφωνεί ως προς τη στάση της έναντι του Ιράν, όπως φάνηκε και στο τελευταίο ευρωπαϊκό συμβούλιο, όπου η πρόταση για κυρώσεις κατά του Ισραήλ αναβλήθηκε λόγω ελλιπούς συναίνεσης.
Η Γαλλία φαίνεται να επιδιώκει πιο συγκρατημένη και διαλλακτική προσέγγιση σε σχέση με τις ΗΠΑ, βλέποντας στη Μόσχα έναν ενδεχόμενο μεσολαβητή χάρη στις καλές σχέσεις που διατηρεί με το Ιράν.
Το γαλλικό μέσο Le Parisien σημειώνει πως η τηλεφωνική επικοινωνία υπογραμμίζει τη θέληση της Ευρώπης — και ειδικά της τριάδας Γερμανίας, Γαλλίας και Ηνωμένου Βασιλείου — να ανακτήσει τον έλεγχο της διαπραγμάτευσης με το Ιράν.
Μια προσεκτική, αλλά αναγκαία κίνηση
Η τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ Macron και Putin αποτελεί ένα πολύτιμο πρώτο βήμα διαλόγου σε μια περίοδο έντονης γεωπολιτικής αβεβαιότητας.
Παρά την έλλειψη ριζικών αποφάσεων ή αλλαγών στις θέσεις των δύο πλευρών, το γεγονός και μόνο της επικοινωνίας μετά από χρόνια απομάκρυνσης είναι ενδεικτικό της αναγνώρισης της ανάγκης για δίαυλο επικοινωνίας.
Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει αν αυτή η κίνηση θα οδηγήσει σε πραγματική αποκλιμάκωση των εντάσεων ή αν απλώς θα μείνει ένα διπλωματικό σήμα εν μέσω πολέμου και κρίσεων.
Στο μεταξύ, το ζήτημα του Ιράν, μαζί με τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα παραμείνουν στο επίκεντρο των διεθνών διαπραγματεύσεων.
Σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια επαναπροσέγγισης μαρτυρά πως ακόμα και στα πιο «παγωμένα» γεωπολιτικά μέτωπα, ο διάλογος παραμένει το απαραίτητο εργαλείο για την αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης.