Η ορχήστρα του Τιτανικού έπιασε έναν ξέφρενο χορό, όμως αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι η πρόσκρουση με το παγόβουνο δεν έχει συντελεσθεί.
Η εκρηκτική άνοδος της Wall Street μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι αναστέλλει για ενενήντα ημέρες την εφαρμογή των εξαγγελθέντων δασμών προς όλες τις χώρες πλην Κίνας μαρτυρεί εξ αντιπαραβολής το βάθος της απελπισίας που είχε κυριεύσει τους επενδυτές τα αμέσως προηγούμενα 24ωρα. Όμως, επιστροφή στην παραμονή της κατά Τραμπ “Ημέρας Απελευθέρωσης” δεν μπορεί να υπάρξει. Το μήνυμα προς κάθε ενδιαφερόμενο διεθνώς είναι ότι η μείωση της εξάρτησης από τις αθεράπευτα απρόβλεπτες ΗΠΑ είναι όρος επιβίωσης.
Άλλωστε, η πιο ανησυχητική επίπτωση του προηγηθέντος πανικού, ήτοι η άνοδος των αποδόσεων των αμερικανικών ομολόγων, δεν δείχνει να αναστρέφεται μετά την οπισθοχώρηση Τραμπ. Είναι αυτό ακριβώς το στοιχείο το οποίο, πέρα από κάθε πρόβλεψη, ανέτρεψε τους σχεδιασμούς του Λευκού Οίκου, βραχυκυκλώνοντας το προσδοκώμενο άμεσο όφελος, ήτοι τη συρροή των επενδυτών στο ασφαλές καταφύγιο των αμερικανικών τίτλων και άρα την ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους. (Η έτερη επιδίωξη, της επαναβιομηχάνισης των ΗΠΑ, μόνο μεσοπρόθεσμα μπορούσε ούτως ή άλλως να κριθεί).
Πληροφορίες του Fox News θέλουν τους Ιάπωνες κατόχους αμερικανικών ομολόγων να πρωτοστάτησαν στο ξεπούλημα που “λύγισε” τον Τραμπ, την ώρα που αυτός ήταν εμμονικά προσηλωμένος στην αναμέτρηση με την Κίνα. Εξ ού και η ανακοίνωση της 90ήμερης αναστολής για τις υπόλοιπες χώρες συνοδεύθηκε από περαιτέρω αύξηση των δασμών, ειδικά για την Κίνα στο 125%, προκειμένου η υποχώρηση να διατηρήσει κάτι το “ηρωικό” και να διαιωνισθεί το αφήγημα ότι οι ΗΠΑ και οι εταίροι τους (ποιοι άραγε;) περικυκλώνουν τον οικονομικό ταραξία που αντιπροσωπεύει η χώρα του Σι Τζινπινγκ.
Μόνο που η πραγματική εικόνα είναι η αντίστροφη, όπως καταδεικνύει η προχθεσινή τηλεφωνική επικοινωνία της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με τον Κινέζο πρωθυπουργό, Λι Τσιάνγκ.
Σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση των Βρυξελλών, “σε απάντηση προς την εκτεταμένη αναστάτωση που προκάλεσαν οι αμερικανικοί δασμοί, η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν τόνισε την ευθύνη της Ευρώπης και της Κίνας, ως δύο από τις μεγαλύτερες αγορές του κόσμου, να υποστηρίξουν ένα ισχυρό μεταρρυθμισμένο εμπορικό σύστημα, ελεύθερο, δίκαιο και βασισμένο σε ίσους όρους ανταγωνισμού. Η πρόεδρος ζήτησε μια επίλυση της τρέχουσας κατάστασης, μέσω διαπραγματεύσεων, τονίζοντας την ανάγκη να αποφευχθεί περαιτέρω κλιμάκωση. Η πρόεδρος τόνισε τον κρίσιμο ρόλο της Κίνας στην αντιμετώπιση πιθανής εκτροπής του εμπορίου που προκαλείται από τους δασμούς, ιδίως σε τομείς που έχουν ήδη πληγεί από την παγκόσμια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Οι ηγέτες συζήτησαν τη δημιουργία ενός μηχανισμού για την παρακολούθηση πιθανής εκτροπής του εμπορίου και τη διασφάλιση ότι τυχόν εξελίξεις αντιμετωπίζονται δεόντως”.
Με άλλα λόγια, οι δύο πλευρές αναζητούν σε πρώτο στάδιο τρόπους να αποφύγουν ένα ντόμινο δασμών, εν προκειμένω από ευρωπαϊκής πλευράς προς κινεζικές εξαγωγές που η πολιτική Τραμπ ωθεί να ανακατευθυνθούν εκτός αμερικανικής αγοράς. Αλλά σε ένα βαθύτερο επίπεδο, Ε.Ε. και Κίνα δίνουν το μήνυμα ότι παρά τις επιφυλάξεις και τον ανταγωνισμό τους είναι πλέον υποχρεωμένες να συντονισθούν απέναντι στις ΗΠΑ ως πηγή αστάθειας. Είναι ένα κατόρθωμα του ενοίκου του Λευκού Οίκου ότι τους έφερε τόσο κοντά.
Περισσότερο και από τα λόγια όμως μετρούν οι (διόλου αυτονόητες) αποφάσεις της Ε.Ε. να προβεί σε αντίμετρα προς τις ΗΠΑ, ακυρώνοντας τους υπολογισμούς του Τραμπ (διατυπωμένους από τον ίδιο με περισσότερο αθυρόστομους όρους) ότι οι θιγόμενες χώρες θα σπεύσουν να διαπραγματευθούν μαζί του εξαιρέσεις, ελαφρύνσεις και ανταλλάγματα, προς δόξαν της τραμπικής “Τέχνης του Ντιλ”.
Σε αυτό, καθοριστική υπήρξε η σπουδή της Κίνας να ανακοινώσει αντίμετρα, κατάλληλα σχεδιασμένα να πλήξουν πολιτικά ευαίσθητους κλάδους της αμερικανικής οικονομίας (π.χ. πτηνοτροφία), δίνοντας έτσι το μήνυμα ότι επιλέγει την αναμέτρηση και όχι την αναζήτηση ενός “ντιλ”. Η στάση αυτή ενθαρρύνει και τρίτους να υιοθετήσουν λιγότερο διαλλακτική στάση, ενώ εκθέτει απέναντι στην κοινή τους γνώμη εκείνες τις κυβερνήσεις (κυρίως λιγότερο ισχυρών χωρών της νοτιοανατολικής Ασίας) που έσπευσαν να ζητήσουν διαπραγμάτευση με τον Τραμπ. Το γόητρο της Κίνας έχει εκτοξευθεί ακριβώς σε αυτή την περιοχή του κόσμου.