Διάβασα με ενδιαφέρον την πρωτοβουλία που ανακοίνωσε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την “κοινή δράση όλων των δυνάμεων της μαχόμενης αριστεράς στο κίνημα και τους χώρους δουλειάς” με αιχμή να μην περάσουν τα σχεδιαζόμενα σφαγιαστικά μέτρα της 2ης αξιολόγησης και η ίδια η αξιολόγηση (βλ. ολόκληρη την ανακοίνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εδώ).
Με ικανοποίηση διαπίστωσα ότι η πρόσκληση απευθύνεται και στο ΚΚΕ και στην ΛΑ.Ε, τις οποίες δεν συμπεριελάμβανε στους αποδέκτες της Πρότασης Πολιτικής Συνεργασίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως διάβασα στο σχετικό κείμενο από την Iskra (βλέπε εδώ), ο σύντροφος Γιώργος Μαυρομμάτης μέλος του Κεντρικού Συντονιστικού οργάνου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (εκτός κι αν είναι άλλου χαρακτήρα η μία πρόταση και άλλου η άλλη).
Θαυμάσια, λοιπόν, η πρωτοβουλία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και αξιέπαινη. Πράγματι είναι όσο ποτέ αναγκαία η κοινή δράση και ο συντονισμός στην κοινή δράση και ο συντονισμός στην κοινή δράση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς και αυτή η κοινή δράση, δεν θα πρέπει να αφορά μόνο την ενίσχυση πρωτοβουλιών δράσης που λαμβάνονται από τα κάτω αλλά και την ανάληψη κοινών αγωνιστικών πρωτοβουλιών από τις ίδιες τις δυνάμεις της Αριστεράς. Πιστεύω ότι θα συμφωνεί και επ’ αυτού η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Φυσικά, αν δεν κάνω λάθος, αυτή η πρόταση για κοινές δράσεις ανάμεσα στις αριστερές δυνάμεις, όπου συμφωνούν εννοείται, δεν είναι κάτι καινούργιο.
Την κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς και το συντονισμό τους στα πεδία της δράσης, υποστήριζε από παλιότερα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως την υποστήριζαν με πάθος πολλές, σχεδόν όλες, οι πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις της Αριστεράς, πλην ΚΚΕ, το οποίο ακολουθεί την γνωστή τακτική αυτοπεριχαράκωσης.
Όπως μας διευκρίνιζαν, επίσης, στελέχη της ΛΑ.Ε, η θέση για κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς είναι πάγια, αμετάθετη και διαχρονική θέση της παράταξης.
Η ΛΑ.Ε, όπως μου έλεγαν τα ίδια στελέχη, τάσσεται αναφανδόν υπέρ των κοινών δράσεων όλων των αριστερών, χωρίς καμία εξαίρεση, δυνάμεων, όχι μόνο από τα κάτω και για τη στήριξη πρωτοβουλιών που προέρχονται από τα κάτω αλλά και υπέρ της κοινής δράσης που μπορεί να προκύψει με συζητήσεις και πρωτοβουλίες των ίδιων των κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς.
Το ερώτημα, όμως, που ανακύπτει σχεδόν αυτόματα από την ίδια την υπόθεση της κοινής δράσης είναι το ακόλουθο: η κοινή δράση, ιδιαίτερα στις σημερινές περιστάσεις, όσο αναγκαία και απόλυτα ευκταία και αν είναι, αρκεί; Πρέπει να περιοριστούμε μόνο εκεί; Ή θα πρέπει να επιδιώξουμε και να έχουμε ως επείγουσα, λόγω και των περιστάσεων, προοπτική και την πολιτική συνεργασία όλων των δυνάμεων της Αριστεράς. Ένα μεγάλο ενιαίο κοινό αριστερό μέτωπο, το οποίο στην βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος θα επιδιώξει την ανατροπή και μια ριζοσπαστική μεταβατική εναλλακτική λύση στη χώρα.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πολύ σωστά στην πρωτοβουλία της αναφέρεται στην ανάγκη να ανατραπούν τα μέτρα της δεύτερης αξιολόγησης και η ίδια αυτή καθ’ εαυτή η αξιολόγηση, δηλαδή επί της ουσίας η ίδια η συνολική μνημονιακή τάξη στη χώρα.
Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γίνει χωρίς, ταυτόχρονα, να ανατραπεί η κυβέρνηση Τσίπρα αλλά και συνολικά το μνημονιακό μπλοκ στη χώρα, πράγμα που με τη σειρά του θα έχει ως συνέπεια την έξοδο από την ευρωζώνη, εξέλιξη που εκ των πραγμάτων θα ανοίξει μια διαδικασία ρήξης και εξόδου και από την ίδια την ΕΕ.
Δεν μπορεί να μιλάμε για ακύρωση των μέτρων της αξιολόγησης όσο παραμένουν στην εξουσία μνημονιακές κυβερνήσεις και όσο παραμένουμε εντός της ευρωζώνης αλλά και της ΕΕ.
Η κοινή δράση, υπό τις σημερινές συνθήκες, πάνω σε προωθημένους στόχους, για να γίνει αποτελεσματική και νικηφόρα σε ένα τέτοιο επίπεδο στόχων, απαιτεί εκ των πραγμάτων κάτι παραπάνω από ένα κοινό μέτωπο δράσης. Απαιτεί μια βαθύτερη πολιτική κατανόηση και συνενόηση. Απαιτεί, ένα κοινό προωθημένο πολιτικό μέτωπο με ευρύτατη εργατική λαϊκή στήριξη. Απαιτεί με δυο λόγια πολιτική συνεργασία βάθους με εναλλακτική πολιτική διέξοδο και ριζοσπαστικό πολιτικό πρόγραμμα που θα κερδίσει αγωνιστικά τις εργατικές λαϊκές δυνάμεις ή καλύτερα θα αντιπροσωπεύει πολιτικά και κινηματικά ένα νέο πλειοψηφικό κοινωνικό μπλοκ ικανό να κινήσει διαδικασίες μεγάλων μετασχηματισμών και ενός νέου οικονομικοκοινωνικού προτύπου.
Χωρίς πολιτική εναλλακτική λύση, χωρίς πολιτικό μέτωπο, χωρίς πολιτική συνεργασία και χωρίς συνεκτικό ανατρεπτικό πρόγραμμα, χωρίς δηλαδή μια νέα πολιτική δυναμική που θα ανατρέπει το υπάρχον πολιτικό σκηνικό, δεν μπορούμε να ελπίζουμε στα σοβαρά ότι θα ματαιώσουμε τα σχεδιαζόμενα μέτρα του τέταρτου μνημονίου και μαζί τους την υποτέλεια, το ξεπούλημα της χώρας και την λιτότητα, όσο προωθημένη κοινή δράση κι αν έχουμε, που πρέπει να έχουμε.
Αυτό το πολιτικό μέτωπο, μέσα από την διαφορετικότητα των δυνάμεων της Αριστεράς, έπρεπε να είχε συγκροτηθεί χτες. Δεν είμαστε ούτε καν στο και πέντε αλλά πολύ πιο πίσω.
Και τώρα, όμως, δεν είναι αργά. Αλλά τώρα!
Το ερώτημα λοιπόν είναι αναπότρεπτο: Έχει στον άμεσο προσανατολισμό της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πέραν της επιβαλλόμενης και απόλυτα αναγκαίας κοινής δράσης, η οποία βεβαίως πρέπει να μετουσιωθεί σε πράξεις και την πολιτική ΑΝΑΤΡΟΠΗ, όχι φυσικά στο αόριστο μέλλον αλλά στο σήμερα και επομένως την πολιτική συνεργασία και το πολιτικό μέτωπο των δυνάμεων που μπορεί να την κάνει δυνατή;
Βλέπει στον διάλογο γι’ αυτήν την πολιτική συνεργασία με ένα ριζοσπαστικό μεταβατικό πρόγραμμα σοσιαλιστικής κατεύθυνσης, δυνάμεις όπως η ΛΑ.Ε και το ΚΚΕ; Ή τις εξαιρεί εκ των προτέρων.
Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να ακούσουμε τις απόψεις επ’ αυτού τόσο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όσο και των άλλων δυνάμεων της Αριστεράς όσο κι αν περίπου γνωρίζουμε ή υποψιαζόμαστε τις θέσεις τους.
Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον αν αντί να μοιράζουν κάποιοι πιστοποιητικά “επαναστατικής ορθοδοξίας”, κάποιοι άλλοι να γυρίζουν την πλάτη σε όλους και κάποιοι να θεωρούν ότι διαθέτουν την αυθεντία μιας πολιτικής εναλλακτικής πρότασης, όλοι μαζί να μπορούμε μέσα στο καμίνι των κοινών αγώνων και στο στίβο μιας ειλικρινούς αυτοκριτικής και ενός ειλικρινούς διαλόγου, να ανοίξουμε τους δρόμους για μια συμπαραταγμένη Αριστερά. Μια συμπαραταγμένη ριζοσπαστική Αριστερά που επιχειρεί να επαναθεμελιώσει νικηφόρα το μέλλον της, αντί να επαναπαύεται στις παλιές “ξεραμένες” δάφνες της και τις αγκυλώσεις της, στο ξεσκόνισμα ηρωικών τάφων ή και στον συνεχή μηρυκασμό ιερών κειμένων.
Του Σχολιαστή