Η πολλά υποσχόμενη παρουσία του Άδωνη Γεωργιάδη από τις αρχές Ιανουαρίου του 2024 στην κεφαλή του υπουργείου Υγείας, στην οδό Αριστοτέλους αποδείχθηκε τελικά πουκάμισο αδειανό για το δημόσιο σύστημα υγείας. Παρότι η κυβέρνηση επαίρεται ότι βελτιώνει καθημερινά τα νοσοκομεία και όλες τις μονάδες υγείας και ο αρμόδιος υπουργός Αδ. Γεωργιάδης ισχυρίζεται ότι το ΕΣΥ δεν καταρρέει, αποδεικνύεται ότι η «μεταμόρφωση» του ΕΣΥ γίνεται απλώς με ένα επικοινωνιακό περιτύλιγμα. Μια τακτική που περιλαμβάνει εγκαίνια, κορδέλες που κόβονται αλλά και κάποια ανακατασκευή κτιρίων με τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, παρά τις δεσμεύσεις της ήδη από το 2019, οδηγεί καθημερινά το ΕΣΥ σε απόλυτη αποδόμηση, χωρίς προσωπικό αλλά και με ρυθμίσεις που ευνοούν κυρίως τον ιδιωτικό τομέα. Οι ιδιωτικές κλινικές άλλωστε γιγαντώνονται καθημερινά, αφού τους παρέχονται διευκολύνσεις για να αυξήσουν την πελατεία τους, ενώ την ίδια ώρα τα δημόσια νοσοκομεία στενάζουν χωρίς προσωπικό αλλά και χωρίς υλικά.
Οι επιβαρύνσεις που επέφεραν οι αλλαγές της κυβέρνησης στο σύστημα υγείας αφορούν φάρμακα, διαγνωστικές εξετάσεις, επισκέψεις σε γιατρούς, ακόμη και τα χειρουργεία.
Προσωπικό σε ομηρία
Τα δημόσια νοσοκομεία που βρίσκονται στο επίκεντρο του ΕΣΥ καθημερινά φθίνουν σε υπηρεσίες, ενώ το μόνιμο προσωπικό όχι μόνο δεν αυξάνεται αλλά αντίθετα μειώνεται λόγω των συνταξιοδοτήσεων. Από την άλλη όμως αυξάνεται το επικουρικό προσωπικό, καθώς γιατροί και νοσηλευτές με συμβάσεις που ανανεώνονται κάθε χρόνο κρατούν το σύστημα όρθιο, αλλά οι ίδιοι βρίσκονται σε εργασιακή ομηρία, αφού δεν γνωρίζουν πότε θα τελειώσουν οριστικά οι συμβάσεις αυτές. Αυτό το επικουρικό προσωπικό επικαλείται πολύ συχνά ο υπουργός για να διαφημίσει το έργο του στον τομέα της υγείας αλλά και τις προσλήψεις που ανακοινώνει και ουσιαστικά δεν υλοποιεί ποτέ.
Προσφάτως βέβαια στη Βουλή, στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων, που έκανε απολογισμό των… μεταρρυθμιστικών μέτρων του, υποχρεώθηκε να παραδεχτεί ότι το μόνιμο προσωπικό στο ΕΣΥ «είναι σε πτώση», όπως είπε, αλλά το σύνολο των εργαζομένων είναι περισσότερο από το 2019.
Η φθίνουσα κατάσταση που κυριαρχεί στα δημόσια νοσοκομεία αποδεικνύεται και από τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), στα οποία σε κάθε εφημερία επικρατεί το απόλυτο χάος, με τους ασθενείς που παρουσιάζουν επείγοντα προβλήματα υγείας να περιμένουν ακόμη και δέκα ώρες για να τους δει γιατρός. Ο λαλίστατος όμως Αδ. Γεωργιάδης στις συχνές τηλεοπτικές εμφανίσεις του δηλώνει ότι μέχρι το Πάσχα οι ώρες αναμονής θα έχουν μειωθεί τουλάχιστον κατά δύο. Κάτι βέβαια που σημαίνει ότι και πάλι οι ασθενείς θα πρέπει να κλείνουν… οκτάωρο μεροκάματο για να εξυπηρετηθούν. Μάλιστα, στην προεκλογική καμπάνια της ΝΔ του 2019 φιγουράριζε σε κεντρικό σημείο των φυλλαδίων της η δημιουργία αυτόνομων Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών στα οποία θα απευθύνονταν οι ασθενείς αφού θα εφημέρευαν σε συνεχή βάση.
Παρά τις δεσμεύσεις του Αδ. Γεωργιάδη, ούτε το σύστημα των εφημεριών κατόρθωσε να αλλάξει το επιτελείο του. Οι αλλαγές που προωθήθηκαν από τον περασμένο Νοέμβριο οδήγησαν σε ναυάγιο, με τη λειτουργία των νοσοκομείων να χειροτερεύει αντί να βελτιώνεται. Γι’ αυτό εξάλλου και οι νοσοκομειακοί γιατροί (ΟΕΝΓΕ και ΕΙΝΑΠ) ζητούν να αλλάξει το νέο σύστημα των εφημεριών που άρχισε να εφαρμόζεται τις τελευταίες εβδομάδες.
Οι δυσλειτουργίες αυτές όμως δεν φαίνεται να ενοχλούν καθόλου τον υπουργό Υγείας, ο οποίος εστιάζει τις ομιλίες του στις ανακαινίσεις που γίνονται στα κτίρια με κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Νοσοκομεία και κέντρα υγείας ανακαινίζονται εξωτερικά και εσωτερικά, αλλά εξακολουθούν να μένουν άδεια από προσωπικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι τα κέντρα υγείας της Αττικής, ενώ επρόκειτο να ενταχθούν στο σύστημα των εφημεριών για να διευκολύνουν τα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία, τελικώς δεν εντάχθηκαν, αφού η αρμόδια αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη ανακάλυψε την τελευταία στιγμή ότι δεν υπήρχε το απαραίτητο προσωπικό για να εφημερεύει έως τις 10 το βράδυ.
Η μεγάλη «έμπνευση»
Οι «εμπνεύσεις» πάντως του Αδ. Γεωργιάδη για βελτίωση του ΕΣΥ περιλαμβάνουν επιβαρύνσεις και για ιατρικές υπηρεσίες αλλά και για χειρουργεία. Η δυνατότητα που έδωσε στο ιατρικό προσωπικό να ασκεί και ιδιωτικό έργο μπορεί να προβλήθηκε από τον υπουργό Υγείας ως μέγιστη μεταρρύθμιση, στην ουσία όμως οδηγεί τους ασθενείς στον ιδιωτικό τομέα, που οι γιατροί του ΕΣΥ πληρώνονται για τις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Η επιχειρηματολογία των γιατρών, όπως είχε προβλεφθεί από την πρώτη στιγμή από τους συνδικαλιστές, είναι ότι στο δημόσιο σύστημα υπάρχει πολύ μεγάλη αναμονή και για να εξυπηρετηθεί κανείς νωρίτερα θα πρέπει να δει τον γιατρό στην ιδιωτική κλινική ή στο ιατρείο του.
Αντίστοιχες επιβαρύνσεις βέβαια άρχισαν να υιοθετούνται και με τα περιβόητα απογευματινά χειρουργεία μες στα δημόσια νοσοκομεία. Εκεί που οι πολίτες –έστω με μεγάλες αναμονές– μπορούσαν να κάνουν δωρεάν χειρουργείο, πλέον είτε θα πρέπει να πάνε το απόγευμα στο δημόσιο σύστημα πληρώνοντας για να δουν νυστέρι είτε να ακολουθήσουν τους γιατρούς του δημοσίου στον ιδιωτικό τομέα, καταβάλλοντας επίσης χρήματα από την τσέπη τους.
Διοικητές σε αναμονή
Το 2024 περνάει όμως και με τα νοσοκομεία να είναι ουσιαστικά ακέφαλα, αφού οι… εμπνεύσεις της κυβέρνησης και της νυν υπουργού Εργασίας Νίκης Κεραμέως να προωθήσουν τον νόμο για αλλαγή των διοικήσεων στους μεγάλους φορείς του δημοσίου μέσω ΑΣΕΠ οδήγησαν σε βατερλό. Ο νόμος ψηφίστηκε στο τέλος του 2023, σε λίγες ημέρες μπαίνουμε στο 2025 και ακόμη οι νέοι διοικητές νοσοκομείων δεν έχουν διοριστεί.
Η αναμονή αυτή στα δημόσια νοσοκομεία οδήγησε τα «γαλάζια» στελέχη που ήδη υπηρετούν στο ΕΣΥ να έχουν εγκαταλείψει ουσιαστικά τις μονάδες που διοικούσαν έως ότου πληροφορηθούν ότι θα συνεχίσουν με νέο διορισμό στο σύστημα υγείας. Πολλοί εξ αυτών μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες του Documento, είχαν εγκαταλείψει όλο το έτος τα νοσοκομεία που διοικούσαν και δεν προέβαιναν σε καμία απολύτως βελτίωση των συνθηκών νοσηλείας και των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Ταυτόχρονα υπήρχαν και οι διοικητές που για να δείξουν καλό πρόσωπο στην κυβέρνηση, ώστε να τους επανατοποθετήσει, προχωρούσαν ανεξέλεγκτα σε «κουρέματα» δαπανών αφήνοντας τις κλινικές συχνά χωρίς τα απαραίτητα υλικά, όπως συνέβη πρόσφατα στο νοσοκομείο Μεταξά. Οι χειρουργοί του Μεταξά είχαν καταγγείλει τις ελλείψεις αυτές και η διοίκηση υποχρεώθηκε σε στροφή 180 μοιρών.
Στην πράξη πάντως αποδείχθηκε ότι ο νόμος Κεραμέως, που έπληξε και τη λειτουργία του ΕΣΥ αλλά και την αξιοπιστία του ΑΣΕΠ, εμπεριείχε όπως φαίνεται σκόπιμα παραθυράκια ώστε στο τέλος να διοριστούν και πάλι οι «γαλάζιοι» φίλοι της κυβέρνησης.
Η χαριστική βολή
Οι επιβαρύνσεις όμως δεν σταματούν στα νοσοκομεία. Τα φάρμακα και οι διαγνωστικές εξετάσεις μες στο 2024 έδωσαν τη χαριστική βολή στους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους. Ο υπουργός Υγείας, κάνοντας ένα μεγάλο ρουσφέτι στις φαρμακοβιομηχανίες, επιβάρυνε τις τσέπες των ασθενών με αυξημένες συμμετοχές για τα φάρμακά τους. Με τις αυξήσεις τιμών που προώθησε μέσα στο καλοκαίρι οι ασθενείς είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν περισσότερα κονδύλια για να λάβουν τις απαραίτητες θεραπείες.
Κι ενώ αρχικά ο υπουργός Υγείας υποστήριζε ότι οι αυξήσεις τιμών αφορούσαν μόνο τα φτηνά φάρμακα και δεν ξεπερνούσαν τα 1-2 ευρώ, συνεπώς θα ήταν ελάχιστη η αύξηση στη συμμετοχή των ασφαλισμένων, τελικά στη λίστα εντάχθηκαν και πολύ ακριβότερα φάρμακα, οι τιμές των οποίων πήραν την ανιούσα.
Η κατάσταση με τη συνταγογράφηση των απαραίτητων φαρμάκων επιβαρύνθηκε περαιτέρω με τα νέα θεραπευτικά πρωτόκολλα που ενσωματώθηκαν στον ΕΟΠΥΥ και στην ΗΔΙΚΑ. Πρόκειται ουσιαστικά για «κόφτες» που θέτουν νέους περιορισμούς στη συνταγογράφηση, αφού οι γιατροί δεν μπορούν να χορηγούν σκευάσματα στους ασθενείς επειδή οι νέοι αλγόριθμοι τους περιορίζουν ανάλογα με την ασθένεια.
Υπερχρεώσεις όμως ξεκίνησαν τους τελευταίους μήνες του 2024 και για τις διαγνωστικές εξετάσεις, με υπογραφή Αδ. Γεωργιάδη. Οπως είχε αποκαλύψει το Documento, στο σύστημα του ΕΟΠΥΥ ενσωματώθηκε ο λεγόμενος «μεσοσταθμικός δείκτης», ο οποίος έβαλε όρια στον αριθμό των εξετάσεων ανά ΑΜΚΑ ασθενούς, ανά γεωγραφική περιοχή αλλά και ανά διαγνωστικό κέντρο. Στην περίπτωση που ξεπεραστεί αυτός ο δείκτης, το διαγνωστικό κέντρο δεν θα αποζημιωθεί από τον ΕΟΠΥΥ για τις εξετάσεις που θα έχει πραγματοποιήσει. Ετσι, ιδιώτες πάροχοι, προκειμένου να μην επιβαρυνθούν επιπλέον, αρνούνται τις εξετάσεις στους ασφαλισμένους ή τους υποχρεώνουν να καταβάλουν το τίμημα από την τσέπη τους.
Το τέχνασμα αυτό του υπουργού Υγείας προσβλέπει και πάλι στην εξυπηρέτηση των μεγάλων διαγνωστικών κέντρων και αλυσίδων ώστε να μην είναι υποχρεωμένα να καταβάλλουν υψηλό clawback στον ΕΟΠΥΥ, δηλαδή υποχρεωτικές επιστροφές χρημάτων με την υπέρβαση της προϋπολογισθείσας δαπάνης για τον τομέα της διάγνωσης.
Το κόλπο του ΕΚΑΣ
Τις τελευταίες ημέρες η κυβέρνηση πανηγυρίζει για άλλο ένα μέτρο που προώθησε και –όπως ισχυρίζεται– ευνοεί τα οικονομικά των χαμηλοσυνταξιούχων. Με τους απαραίτητους πανηγυρισμούς ανακοίνωσε ότι η συμμετοχή στα φάρμακα θα είναι μηδενική για τους συνταξιούχους που δικαιούνταν ΕΚΑΣ.
Ωστόσο, το επικοινωνιακό αυτό τέχνασμα της κυβέρνησης αποκαλύφθηκε, αφού οι χαμηλοσυνταξιούχοι λάμβαναν ούτως ή άλλως φάρμακα με μηδενική συμμετοχή. Πρόκειται για μια ρύθμιση που είχε προωθηθεί το 2018 από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και είχε παραταθεί μέχρι το τέλος του 2019, οπότε και έπαψε να ισχύει λόγω ακριβώς της κατάργησης του ΕΚΑΣ.
Η νυν κυβέρνηση της ΝΔ στις αρχές του 2020 είχε επαναφέρει το ευνοϊκό μέτρο, το οποίο και ισχύει ουσιαστικά μέχρι σήμερα. Ομως με νέα τροπολογία όρισε με λεπτομέρεια τα οικονομικά κριτήρια που θα διέπουν τη μηδενική συμμετοχή στα φάρμακα για τους συνταξιούχους. Ουσιαστικά διαφήμισε δηλαδή ένα μέτρο που εφαρμοζόταν ήδη.
Μετά τον σάλο που προκλήθηκε για το μέτρο που ήταν ήδη σε ισχύ η κυβέρνηση πρόσθεσε στην τροπολογία την εξής πρόβλεψη: «Εφαρμόζεται στους ήδη συνταξιούχους, καθώς και σε εφεξής δικαιούχους σύνταξης γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου που πληρούν αντίστοιχα κατά τον μήνα Δεκέμβριο 2024 ή κατά την έναρξη της συνταξιοδότησής τους, σωρευτικά τα ηλικιακά και εισοδηματικά κριτήρια που προβλέπονταν για την παροχή του ΕΚΑΣ κατά το τελευταίο έτος καταβολής του».