Ποιες θα είναι οι αντιδράσεις και οι αντενδείξεις από το Παρίσι και τον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος πρέπει να διαχειριστεί κι ένα μεγάλο χάος μέσα στη χώρα του;
- Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Συνεχίζεται η μείωση της Γαλλικής επιρροής στην Υποσαχάρια Αφρική, πέρσι γράφαμε εδώ για τις Χώρες της ζώνης Σαχέλ: “…στις χώρες της περιοχής όπου προέκυψαν διάφορα πραξικοπήματα και ανατροπές, που συγκλόνισαν την Υποσαχάρια περιοχή τα τελευταία χρόνια, που εκτός των άλλων, ενίσχυσαν την Ρωσική παρουσία. Κυβερνητικές ανατροπές που εξάλειψαν τη γαλλική παρουσία από τις περισσότερες: Μετά από δέκα χρόνια αντιτρομοκρατικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στη ζώνη Σαχέλ, η Γαλλία είναι παρούσα σε αυτήν την περιοχή μόνο στο Τσαντ με χίλιους στρατιώτες. Ο Νίγηρας ειδικότερα, ήταν πάντα κεντρικό σημείο στη μάχη κατά του τζιχαντισμού, και παρόλο που η νέα κυβέρνηση δεν έχει δείξει ακόμη ενδιαφέρον να μετατοπίσει τον πολιτικό της άξονα προς τη Ρωσία, υπάρχει η προοπτική η Μόσχα να ενισχύσει την παρουσία της. Θυμίζουμε ότι σε άλλες χώρες της Ζώνης Σαχέλ, υπάρχουν ήδη πολιτοφύλακες της ομάδας Wagner, όπως στο Μάλι…” (*).
Σειρά τώρα παίρνουν το Τσαντ και η Σενεγάλη, όπου αρνούνται την παραμονή των γαλλικών βάσεων στα εδάφη τους, ενώ πιθανά κλείνουν το μάτι στην (ρώσικη) Wagner.
Όσον αφορά την Σενεγάλη, η Γαλλία εξακολουθεί να έχει στρατιωτική παρουσία στη χώρα, 64 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της. Μιλώντας πρόσφατα στο Γαλλικό Πρακτορείο, ο πρόεδρος Φαγιέ, ο οποίος εξελέγη τον Μάρτιο 2024, δήλωσε ότι η Γαλλία θα πρέπει να κλείσει τη βάση της εκεί. «Η Σενεγάλη είναι μια ανεξάρτητη χώρα, είναι μια κυρίαρχη χώρα και δεν αποδέχεται την παρουσία στρατιωτικών βάσεων», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Από την άλλη, θυμόμαστε την γλυκόπικρη ρήση του Βίκτωρος Ουγκώ: «Χωρίς τη Γαλλία, ο κόσμος θα ήταν μόνος», Αλλά στις μέρες μας αρκετά αφρικανικά έθνη επιζητούν περισσότερη, λίγη περισσότερη “μοναξιά” και λιγότερη Γαλλική παρουσία. Το Τσαντ – ένα κράτος της Κεντρικής Αφρικής – αποφάσισε να διακόψει όλες τις σχέσεις συνεργασίας με το Παρίσι σε θέματα άμυνας και στρατιωτικής ασφάλειας, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Εξωτερικών, Abderaman Koulamallah: «Μετά από 66 χρόνια από την ανεξαρτησία της Δημοκρατίας του Τσαντ, ήρθε η ώρα για το Τσαντ να διεκδικήσει την πλήρη κυριαρχία του και να επαναπροσδιορίσει τις στρατηγικές του εταιρικές σχέσεις με βάση τις εθνικές προτεραιότητες». Η δήλωση αυτή έγινε λίγες ώρες μετά την ολοκλήρωση της επίσημης επίσκεψης στη χώρα του Γάλλου υπουργού Jean-Noël Barrot, με τον οποίο ο Κουλαμάλα είχε διμερή συνάντηση, η οποία, σύμφωνα με όσα αναφέρει η “Le Monde”, ήταν πολύ εγκάρδια. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με την έγκριτη παριζιάνικη εφημερίδα, ο υπουργός του Τσαντ ανέφερε ότι η ευκαιρία να πει αυτά τα λόγια αντιπαράθεσης με την πρώην αποικιακή δύναμη δόθηκε με την ευκαιρία της 66ης επετείου από την ανακήρυξη της γέννησης αυτής της Υποσαχάριας δημοκρατίας.
Ωστόσο, μια αμφιβολία προκύπτει αυθόρμητα; Η κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ και τα Ηλύσια ενημερώθηκαν για την προαναφερθείσα απόφαση ή το έμαθαν μόνο από τον Τύπο; Είναι δύσκολο να διακριβωθεί Τις ίδιες ώρες έφτασε άλλη μια λιγότερο καθησυχαστική είδηση. Ο Bassirou Diomaye Faye, πρόεδρος της Σενεγάλης, ανακοίνωσε ότι η χώρα του δεν είναι πλέον πρόθυμη να φιλοξενήσει γαλλικές στρατιωτικές βάσεις και ότι τα Ηλύσια θα έκαναν καλά να σκεφτούν την απόσυρση των στρατιωτών και των στρατιωτικών τους χειριστών. Ο Diomaye Faye κάνει έκκληση στην κυριαρχία, τον πατριωτισμό και την αίσθηση του ανήκειν σε μια εθνική κοινότητα που δεν ανέχεται ξένες παρεμβάσεις:.
Τα λόγια του Diomaye Faye ενισχύονται από τη λαϊκή υποστήριξη που έλαβε με τις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν τον Νοέμβριο, οι οποίες επικύρωσαν ένα δημοψήφισμα για το κόμμα της Pastef (Patriotes Africains du Sénégal pour le Travail, l’Éthique et la Fraternité), το οποίο φιλοδοξεί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που φέρνουν τον έλεγχο μεγάλου μέρους των φυσικών πόρων υπό την κυβέρνηση της Σενεγάλης, αφού ο πρώην πρόεδρος Macky Sall είχε υπογράψει εμπορικές συμφωνίες που παρείχαν στη Δύση, τη Γαλλία πρώτα και κύρια, πρόσβαση στα πολύτιμα περιουσιακά στοιχεία της χώρας.
Για να εκτονώσουν την ένταση, οι κυβερνήσεις του Τσαντ και της Σενεγάλης ετοιμάζονται να καθησυχάσουν τους Γάλλους, δηλώνοντας ότι η πρόθεση εφαρμογής μιας αυτόνομης πολιτικής άμυνας και ασφάλειας δεν συνεπάγεται τη διακοπή οποιασδήποτε σχέσης με το Παρίσι. Αναμφίβολα, το Françafrique – ένα όνομα με το οποίο ταυτίζονται οι πρώην αφρικανικές αποικίες που κάποτε ανήκαν στη Γαλλία και με το οποίο εξακολουθούν να συνδέονται με οικονομικούς και διπλωματικούς δεσμούς σήμερα – φαίνεται να οδεύει προς μια ολοένα και πιο γρήγορη αποσύνθεση δεδομένου ότι πριν από αυτήν η Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι και ο Νίγηρας (οι Χώρες της ζώνης Σαχέλ) είχαν επιφέρει σοβαρό πλήγμα στο Παρίσι, αναγκάζοντάς το να κλείσει τις στρατιωτικές του βάσεις. Ο πειρασμός αυτών των χωρών είναι να απελευθερωθούν από τη δυσκίνητη γαλλική κληρονομιά που εξακολουθεί να έχει το βάρος της σήμερα -βλέπε το νόμισμα Eco, πρώην φράγκο CFA- σε σημείο να εμποδίσει την πλήρη ανάπτυξη και να κοιτάξει προς την Ανατολή του πλανήτη, ή μάλλον στη “ρώσικη αρκούδα”.
Η παρουσία στην ήπειρο των στρατιωτών της παραστρατιωτικής οργάνωσης Wagner αντιπροσώπευε και αντιπροσωπεύει μια αξιόπιστη αναφορά για την αναπλήρωση των τοπικών στρατευμάτων και την σχέση τους με τους Γάλλους, όπως στην περίπτωση του Μάλι. Κατά συνέπεια, η Ρωσία έχει χαρτιά στο τραπέζι για να παρουσιαστεί ως ένας νέος και αναδυόμενος στρατιωτικός εταίρος, αλλά ταυτόχρονα και ως εμπορικός σύμμαχος έτοιμος να κάνει σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, στους τομείς του πετρελαίου και της εξόρυξης μέσω της κοινωνικής επικοινωνίας και της επικοινωνίας πληροφορικής. Στοχεύει να απεικονιστεί ως ελευθερωτής από τον “υπεραλπικό ζυγό”. Δεν αποτελεί έκπληξη, στην πραγματικότητα σήμερα η Αφρική κοιτάζει νέους πολιτικούς ορίζοντες και εναλλακτικές συνεργασίες δεδομένης της κρίσης της δυτικής ηγεμονίας που συνεχίζεται εδώ και αρκετό καιρό και με την εγκαθίδρυση των “Μπρικς” (Brics) στη γεωπολιτική σκηνή που, -όχι συμπτωματικά- από φέτος περιλαμβάνουν επίσης δύο αφρικανικά έθνη, αν και όχι γαλλόφωνα: την Αίγυπτο και την Αιθιοπία. Θα δούμε ποιες θα είναι οι αντιδράσεις και οι αντενδείξεις από το Παρίσι και τον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος πρέπει να διαχειριστεί κι ένα μεγάλο χάος μέσα στη χώρα του.