Σε μια περίοδο που οι καταναλωτές και οι μικροί επαγγελματίες δίνουν άνιση μάχη με την ακρίβεια και την αισχροκέρδεια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέβαλε επιπλέον την αύξηση του ΦΠΑ μόνο στον σερβιρισμένο καφέ από το 13% στο 24% από την 1η Ιουλίου. Τρεις εβδομάδες μετά φαίνεται πως η αύξηση αυτή δημιουργεί μια αγορά δύο ταχυτήτων, όπως καταγγέλλουν οι επαγγελματίες του χώρου, καθώς η κυβέρνηση ενισχύει έτσι τον αθέμιτο ανταγωνισμό δεδομένου ότι στις αλυσίδες take away ο ΦΠΑ παραμένει στο 13%. Μάλιστα, όπως υποστηρίζουν, η αύξηση βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τις προεκλογικές εξαγγελίες Μητσοτάκη το 2019 και το 2023, αποδεικνύοντας τελικά πως η κυβέρνηση πουλά φύκια για μεταξωτές κορδέλες στους μικρομεσαίους…
«O κ. Μητσοτάκης αθέτησε την προεκλογική δέσμευση του. Υπήρχε μία δέσμευση από τον πρωθυπουργό ότι ο ΦΠΑ στον καφέ θα παραμείνει στο 13%. Δυστυχώς, όμως, αυτή η δέσμευση δεν υλοποιήθηκε. Το αποτέλεσμα της ανόδου του ΦΠΑ είναι να αυξηθεί πλέον η τιμή του καφέ από 40 έως 70 λεπτά, περίπου 15% συγκριτικά με το 2023» δηλώνει στο Documento ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ).
Λυγίζουν οι μικροί, πλουτίζουν οι μεγάλοι
Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν στηρίζει την εστίαση, αλλά παίζει επικοινωνιακά παιχνίδια σιγοντάροντας τους μεγάλους της αγοράς σε βάρος των μικρών επιχειρήσεων. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γ. Καββαθάς, «έχουμε το take away – delivery, το οποίο επιβαρύνεται με 13% δημιουργώντας έτσι αθέμιτο ανταγωνισμό των επιχειρήσεων και από την άλλη τα μαγαζιά εστίασης επιβαρύνονται με αύξηση 24%. Ουσιαστικά, η απόφαση αυτή ενισχύει και προωθεί τις αλυσίδες take away».
Σχολιάζοντας το κυβερνητικό αφήγημα, ότι η αύξηση του ΦΠΑ στον σερβιρισμένο καφέ αφορά την παροχή υπηρεσιών, ο Γ. Καββαθάς δηλώνει δεικτικά: «Δηλαδή ο σερβιτόρος, που φέρνει τον καφέ από τον πάγκο είναι παροχή υπηρεσιών, αλλά ο ντελιβεράς που φέρνει τον καφέ στον χώρο σου όχι; Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι η απόφαση για άνοδο του ΦΠΑ στον καφέ αποτελεί ένα χτύπημα στα χαμηλά εισοδήματα προς όφελος των μεγάλων αλυσίδων».
Η αγωνία των ελεύθερων επαγγελματιών έχει χτυπήσει κόκκινο, καθώς με την αύξηση του ΦΠΑ στον σερβιρισμένο καφέ η κυβέρνηση οδηγεί τα καταστήματα εστίασης σε μείωση των εσόδων. Μάλιστα, ήδη η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων αυτών είχε βρεθεί σε οριακό σημείο στο παρελθόν εξαιτίας της κυβερνητικής αδιαφορίας για την ουσιαστική στήριξη του κλάδου. Συγκεκριμένα, τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ), σημειώνεται αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων εστίασης κατά 40%.
Κερασάκι στην τούρτα χαρακτήρισε την αύξηση του σερβιρισμένου καφέ ο Θεόδωρος Αποστολόπουλος, ιδιοκτήτης καταστημάτων καφέ στην Αθήνα, καθώς τρεις εβδομάδες μετά έχει επηρεάσει σημαντικά τον τζίρο της εστίασης: «Οι επιχειρήσεις της εστίασης βλέπουμε μείωση των εσόδων από τις πρώτες μέρες. Δεν μπορεί ο καφές να πωλείται τόσο ακριβά με τη σφραγίδα της κυβέρνησης. Εμείς θέλουμε ο κόσμος να μπαίνει στα καταστήματά μας».
Την αισθητή μείωση του τζίρου επιβεβαιώνει και ο Στέλιος Μιχελάκης, ιδιοκτήτης καταστήματος εστίασης στο Ηράκλειο της Κρήτης: «Τρεις εβδομάδες μετά βλέπουμε σημαντική μείωση των πελατών. Σταθεροί πελάτες, που ερχόντουσαν δύο τρεις φορές εβδομαδιαίως, τώρα έρχονται μια. Η αύξηση δεν έχει πρακτικά εισπρακτικό χαρακτήρα αλλά κλαδικό, προκειμένου να συρρικνωθούν τα καταστήματα εστίασης προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων take away».
Από την πλευρά του ο Βαγγέλης Βανδούλας, ιδιοκτήτης καφετέριας, δίνει τη γενική εικόνα στο Documento: «Για ακόμη μια φορά στο στόχαστρο της κυβέρνησης βρίσκονται οι μικρομεσαίοι. Με την αύξηση μειώνεται δραματικά ο τζίρος. Ηδη ως κλάδος έχουμε περάσει πολλά».
«Οσοι πίνουν δύο καφέδες θα κόψουν τον έναν»
Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης της ΝΔ για να δικαιολογήσει την ακρίβεια διαρκείας είναι ότι ευθύνονται εξωγενείς παράγοντες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία. Στην πραγματικότητα, όμως, κατέστησε την ακρίβεια «κανονικότητα», λυγίζοντας για ακόμη μια φορά τις αντοχές των πολιτών.
«Το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών είναι περιορισμένο στα πλαίσια μιας γενικότερης ακρίβειας και της αύξησης του κόστους των νοικοκυριών» επισημαίνει ο Γ. Καββαθάς και συνεχίζει: «Από την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου της ΓΣΕΒΕΕ για τα εισοδήματα και τις δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών προκύπτει ότι το 67,5% δηλώνει πως το εισόδημα του επαρκεί για τις πρώτες 19 μέρες του μήνα. Ετσι, θα περιοριστούν οι έξοδοι για καφέ. Φανταστείτε σε ένα ορεινό χωριό, που θα πρέπει να πληρώσει 24% ΦΠΑ για να πιει έναν καφέ».
Κατά συνέπεια, το συνεχές ράλι των τιμών, όπως τώρα και στον καφέ, οδηγεί τους καταναλωτές να βάζουν κόφτη στις εξόδους. «Παρόλο που δεν έχω κάποιο σοβαρό οικονομικό πρόβλημα, αλλά είμαι σε μια κατάσταση όπως όλος ο κόσμος, που πρέπει από κάπου να κόψω, με τη νέα αύξηση από τα πρώτα πράγματα που θα περιορίσω είναι οι πολλές έξοδοι για καφέ. Δεν γίνεται αλλιώς» εξομολογείται στο Documento η Χαρά Παγώνα, φοιτήτρια στο ΕΚΠΑ.
Επαυξάνει και η Καλυψώ Πέτρου, φοιτήτρια στο Πάντειο: «Με τέτοια αύξηση προφανώς και θα κόψει κάποιος τις πολλές εξόδους. Οι φοιτητές προτιμάμε τα take away λόγω της χαμηλότερης τιμής και μετά την αύξηση αυτή επιλέγουμε σχεδόν αποκλειστικά τον καφέ στο χέρι».