Παλεύει κλαίγοντας ο Μητροπολίτης Γεώργιος να το σώσει – Δέχθηκε πολλές επιθέσεις επί τουρκοκρατίας
Πρωτοφανής είναι η καταστροφή από τη φωτιά στη Βοιωτία, καθώς εκτός από τα πολλά σπίτια που έχουν παραδοθεί στις φλόγες καίγεται και το ιστορικό μοναστήρι του Οσίου Λουκά!
Σύμφωνα με τα τοπικά ΜΜΕ η πυρκαγιά στο πέρασμά της έκαψε ολοσχερώς τον περίβολο του ιστορικού μοναστηριού.
Οι πρώτες φλόγες ξεπήδησαν στο εσωτερικό της Μονής και καίνε ένα από τα παλαιότερα κτίρια. Το μοναστήρι είχε εκκενωθεί έγκαιρα από επισκέπτες και μοναχούς.
Παράλληλα τη δική του μάχη δίνει ο Μητροπολίτης Θηβών Λεβαδείας και Αυλίδος Γεώργιος που παλεύει με τις φλόγες κλαίγοντας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για ένα από τα πιο ιστορικά μοναστήρια στην Ελλάδα, καθώς είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της μεσοβυζαντινής τέχνης και αρχιτεκτονικής και περιλαμβάνεται στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO από κοινού με τα άλλα δύο σωζόμενα μοναστήρια της μεσοβυζαντινής περιόδου στην Ελλάδα, τη Νέα Μονή και τη Μονή Δαφνίου.
Επέζησε επί Τουρκοκρατίας
Επί Τουρκοκρατίας, μετά τα Ορλωφικά, το 1770, το μοναστήρι υπήρξε στρατόπεδο του Ανδρέα Βερούση, που το χρησιμοποίησε για να μαζεύει εφόδια, για την περίθαλψη ασθενών και τραυματιών, για να κρατάει τους αιχμαλώτους Τούρκους και να προετοιμάζει τους νεαρούς άνδρες του για τον Αγώνα. Αποτέλεσε κύρια βάση της αντίστασής του και της δράσης του στην περιοχή.
Το 1780 μάλιστα, αφού του είχε γίνει πρόταση από τον βοεβόδα της Λιβαδειάς να διευθύνει τους αρματολούς της περιοχής, 3000 Τούρκοι περικυκλώνουν το μοναστήρι, για να το αιφνιδιάσουν και να τον πιάσουν. Ο Βερούσης, με τους αρματολούς του και τους καλόγερους, παρά τις απειλές των Τούρκων, αμύνεται στις επιθέσεις τους για 12 μέρες, κλεισμένος σε έναν πύργο της Μονής.
Τελικά, καταφέρνει την έξοδό τους από το μοναστήρι το βράδυ, με την συμβολή του καλόγερου Συμεών Μαστρογεώργη, χωρίς να χάσει ούτε έναν άνδρα.
Αυτό όμως πυροδότησε την οργή των Τούρκων, που στράφηκαν εναντίον της Μονής και άρχισαν να την καταστρέφουν. Αφού γρονθοκόπησαν τους καλογέρους, έκλεβαν όλα τα πράγματα του μοναστηρίου, πυροβολούσαν τις εικόνες, ενώ μέχρι και ο αρχηγός τους αυτοκτόνησε από τον γυναικωνίτη του ναού. Αλλά και μακροπρόθεσμα, επιβλήθηκε στη μονή βαριά φορολογία.
Το 1790, ο Βερούσης άφησε το μοναστήρι, όταν ξεκίνησε την συνεργασία του με τον Λάμπρο Κατσώνη.
Μετέπειτα, και μέχρι το 1800 περίπου, η μονή αποτέλεσε βάση των κλεφτών και πηγή συγκρούσεων. Αυτήν την φορά υπό την ηγεσία ενός από τους τελευταίους άνδρες του Βερούση, του Γεωργίου Ιωάννου Σιδέρη, πιο γνωστού ως Καρκαλέτση.
Κατά την Επανάσταση του ΄21, από το μοναστήρι δόθηκε η έναρξη του Αγώνα στην Ρούμελη. Εδώ βρέθηκε στα μέσα του Μάρτη 1821 ο δεσπότης Σαλώνων Ησαΐας Δεσφινιώτης μαζί με τον Αθανάσιο Διάκο, τον Βασίλη Μπούσγο και τον Φιλικό Ζαρείφη. Μαζί με άλλα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, ηγουμένους και καλόγερους, αποφάσισαν και σχεδίασαν την έναρξη της επανάστασης, αμέσως μετά από τον Μοριά, και έδωσαν όρκο στο Ευαγγέλιο.
Ξημερώματα της 27ης Μαρτίου, μετά τον Όρθρο, ο Ησαΐας κήρυξε και επίσημα την έναρξη του Αγώνα· μέσα σε μία φορτισμένη ατμόσφαιρα σήκωσε την σημαία της επανάστασης για την Ρούμελη, αφού ένας ένας, οι μελλοντικοί αγωνιστές του φίλησαν το χέρι. Στην συνέχεια, οι καλόγεροι ρίχτηκαν με θάρρος και τόλμη στην μάχη. Αιχμαλώτισαν έναν ζαμπίτη και άλλους Τούρκους, τους οποίους σαν ένδειξη υποταγής, ο Μπούσγος ανάγκασε να περάσουν κάτω από το σπαθί του κατά την είσοδό τους στο μοναστήρι, και στρατολόγησαν χωριάτες.
Τον Ιούνιο του ΄22 συγκεντρώθηκαν σε αυτό ο Ηλίας Μαυρομιχάλης και ο Νικηταράς, μετά από εντολή του Οδυσσέα Ανδρούτσου, για να επιστρέψουν στον Μοριά, καθώς είχαν πάει να υπερασπιστούν την Λιβαδειά. Εδώ μαζεύτηκαν επίσης οι ελληνικές δυνάμεις, για να ανασυνταχθούν μετά τις μάχες στην Λιβαδειά.
Το μοναστήρι, υπό την απειλή του Δράμαλη το 1822, εγκαταλείφθηκε από τους περισσότερους καλόγερους. Μόνο τρεις παρέμειναν για να το φυλάγουν και να κάνουν τις απαραίτητες εργασίες και θρησκευτικές τελετές. Το καλοκαίρι οι Τούρκοι το λεηλάτησαν για οκτώ συνεχόμενες ημέρες και στο τέλος πυρπόλησαν τους ξενώνες. Οι μοναχοί που είχαν απομείνει δεν κατάφεραν να το υπερασπιστούν μόνοι τους.
Ένα χρόνο αργότερα, ήρθαν πάλι Τούρκοι και το κατέκαψαν ολοσχερώς, οπότε κάηκε και ο αρχαίος ναός, πολλά σημαντικά στοιχεία για την ιστορία της μονής, ο διάκοσμός του κ.α. Μετά τη λεηλασία, εξαπλώθηκε λοιμός μεταξύ τω Τούρκων, το οποίο αποδόθηκε σε τιμωρία και θαύμα του Οσίου.
Γενικά, λόγω της θέσης του, το μοναστήρι έγινε συχνά, επίκεντρο επιθέσεων και συγκρούσεων, αλλά και κρησφύγετο αρματολών, κλεφτών και γενικά αγωνιστών της επανάστασης. Η συμβολή του δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτό, αλλά επεκτάθηκε και στην απλόχερη παροχή υλικών, κυρίως τροφίμων, όπου αυτά ήταν απαραίτητα, σε πολεμιστές και κατοίκους.
Ένα ιστορικό μοναστήρι, το οποίο κτίστηκε πριν περίπου 1.000 χρόνια (οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ανοικοδομήθηκε το 1011) παραδίδεται το απόγευμα της Τετάρτης (23/8) στις φλόγες.