Στο σημερινό μας άρθρο θα παρουσιάσουμε τις θέσεις των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων, τόσο των «μεγάλων», όσο και των «μικρών», στο κορυφαίο ζήτημα της παγκόσμιας κατάστασης.
«Όποιος υποστηρίζει την ολοκληρωτική νίκη οιασδήποτε των αντιμαχόμενων πλευρών (στην Ουκρανία) είτε ουρανοβατεί είτε υστερόβουλα ευνοεί την διαιώνιση της σύγκρουσης».
Κώστας Καραμανλής
«Οι επιτελείς του υπουργείου Εξωτερικών του Μπάιντεν, συμπεριλαμβανομένης της Βικτόρια Νούλαντ, εξακολουθούν να προκαλούν τη Ρωσία, και προφανώς δεν ακούν καν το Πεντάγωνο. Δυστυχώς, δεν λείπουν οι πολιτικοί στις ΗΠΑ που πιστεύουν ότι ένας πυρηνικός πόλεμος θα ήταν δικαιολογημένος, και επίσης ότι θα ήταν δυνατό να περιοριστεί στην Ευρώπη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι τόσο απαραίτητο για την Ευρώπη να απελευθερωθεί από τη μοιραία επιθετική πολιτική των ΗΠΑ. Οι Ευρωπαίοι πρέπει να υπενθυμίζουν καθημερινά ότι δεν υπάρχουν ρωσικά ή κινεζικά στρατεύματα στα σύνορα των ΗΠΑ, αλλά ότι αμερικανικά στρατεύματα βρίσκονται παντού στα ρωσικά και κινεζικά σύνορα».
Όσκαρ Λαφοντέν, πρώην πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας
Όπως υποσχεθήκαμε ήδη, στο σημερινό μας άρθρο θα παρουσιάσουμε και θα σχολιάσουμε τις θέσεις των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων, τόσο των «μεγάλων», όσο και των «μικρών», στο κορυφαίο ζήτημα της παγκόσμιας κατάστασης, το θέμα δηλαδή του πολέμου στην Ουκρανία και της σύγκρουσης του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία και περαιτέρω με δυνάμεις, όπως η Κίνα, το Ιράν κ.ά.
Υποστηρίξαμε σε δύο προηγούμενα άρθρα, ότι το ζήτημα της σύγκρουσης στην Ουκρανία είναι σήμερα το σπουδαιότερο ζήτημα του κόσμου μας, γιατί αυτό μπορεί να κρίνει αν θα επιβληθεί ή θα ηττηθεί το σχέδιο μιας παγκόσμιας δικτατορίας. Αυτό το σχέδιο αντιπροσωπεύουν ο αμερικανικός και εν γένει δυτικός «μονοπολισμός», που δεν είναι παρά ένας νέος Ολοκληρωτισμός πολύ πιο επικίνδυνος από αυτούς του μεσοπολέμου, η απαίτηση δηλαδή των κέντρων εξουσίας της «συλλογικής Δύσης» να επιβάλλουν τη θέλησή τους παντού – περιλαμβανομένων, όπως ξέρουμε από τη δική μας τραγική εμπειρία, και κρατών που είναι, υποτίθεται, στον στενό δυτικό πυρήνα. Θα κρίνει δηλαδή η έκβαση αυτής της σύγκρουσης το μέλλον του ανθρώπινου πολιτισμού, ίσως και την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας. Για αυτό και η θέση που παίρνουν σήμερα στο ζήτημα αυτό πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα, έχουν κρίσιμη σημασία για να κρίνουμε τι αξίζουν, την ποιότητα και τον χαρακτήρα τους.
Θα κρίνει επίσης το μέλλον της Ευρώπης, ένα σχέδιο στο οποίο απέβλεψαν και αστικές και προοδευτικές δυνάμεις της Ελλάδας, ήδη από το 1960, για να βρουν στήριγμα απέναντι στην καταθλιπτική αμερικανική επιρροή στη χώρα και τις καταστροφικές της συνέπειες. Η ευρωπαϊκή ανεξαρτησία προϋπέθετε πάντα καλές σχέσεις συνεργασίας με τη Μόσχα, είναι αδιανόητη σε συνθήκες πολέμου της Ευρώπης με τη Ρωσία.
Στην πραγματικότητα, είτε θα οδηγηθούμε σταδιακά στην επικράτηση του νεοφασισμού σε μια Ευρώπη μαριονέττα και αποικία της Ουάσιγκτον (δεν είναι ασφαλώς τυχαία η επανεμφάνιση του ναζισμού στις ακροδεξιές πολιτοφυλακές του Κιέβου), είτε η ήπειρός μας, που υπήρξε στο παρελθόν η πατρίδα της Αναγέννησης, του Διαφωτισμού και του Σοσιαλισμού, θα ξαναβρεί τις μεγάλες δημοκρατικές και προοδευτικές παραδόσεις της, τις παραδόσεις της αντίστασης στους Ναζί, τις παραδόσεις του Ντε Γκωλ και του Μπραντ, του Πάλμε και του Ανδρέα Παπανδρέου, του Σιράκ και του Βιλπέν, ενός «σοσιαλδημοκρατικού» κοινωνικού κράτους. Γιατί μια Ευρώπη σε σύγκρουση με τη Ρωσία όχι μόνο δεν έχει κανένα μέλλον, αυξάνει και την πιθανότητα ενός «πρόωρου θανάτου» της ανθρωπότητας μέσω ενός πυρηνικού ή και οικολογικού ολοκαυτώματος.
Σε ό,τι αφορά τα πιο στενά ελληνικά ζητήματα υποστηρίξαμε σε αυτά τα δύο άρθρα μας ότι, υιοθετώντας μια αντιρωσική στάση στο ζήτημα της Ουκρανίας, η Αθήνα εκμηδενίζει σχεδόν κάθε περιθώριο να αντισταθεί σε οποιαδήποτε δυτική πίεση (οικονομική ή γεωπολιτική) και σε οποιαδήποτε τουρκική απειλή. Όχι σε «ρήξη» με το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. δεν θα μπορεί να πάει σε τέτοιες συνθήκες (κάθε σχετική συζήτηση είναι απλώς «ανέκδοτο»), ούτε να «φταρνιστεί» δεν θα μπορεί από τη στιγμή που καταστρέφει κάθε σχέση με τη Ρωσία, όπως και με όλους τους άλλους εναλλακτικούς πόλους του διεθνούς συστήματος. Δεν δεσμεύει μόνο την εξωτερική, δεσμεύει και την οικονομική και κοινωνική της πολιτική. Και μάλιστα, σε μια περίοδο που κρίνεται η ίδια η ύπαρξη και το μέλλον του ελληνικού λαού.
Σε όλη τη νεοελληνική ιστορία, από τον υπαγορευμένο από τους Άγγλους εμφύλιο εντός του ’21, έως τα Μνημόνια και τις Δανειακές κατά Ελλάδας και Κύπρου, μετά το 2010, οι πάσης φύσεως επιθέσεις κατά του ελληνικού χώρου προήλθαν από τη Δύση και από την Τουρκία με την παρότρυνση της Δύσης. Παραδιδόμενη στη «συλλογική Δύση» και παραιτούμενη από εναλλακτικές σχέσεις, η Ελλάδα στερείται κάθε δυνατότητας άμυνας (1). Όλες οι μεγάλες καταστροφές της νεώτερης ιστορίας μας (Μικρασιατική Εκστρατεία, Εμφύλιος, Κυπριακό, Μνημόνια-Δανειακές) συμπίπτουν με περιόδους ασφυκτικής εξάρτησης της χώρας από τη Δύση.
Σε ό,τι αφορά τα ηθικά κριτήρια, με τα οποία οι εγχώριοι οπαδοί του αντιρωσισμού και της υποτέλειας δικαιολογούν την πολιτική τους, έχουμε αναφερθεί σε πληθώρα άρθρων μας και πριν και μετά τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία και δεν θα επανέλθουμε εδώ. Η ρωσική επέμβαση δεν θα είχε γίνει ποτέ, αν οι ΗΠΑ τηρούσαν τις υποσχέσεις μη επέκτασης του ΝΑΤΟ, δεν αποκήρυσσαν όλες σχεδόν τις συμφωνίες ελέγχου των εξοπλισμών, δεν πραγματοποιούσαν πραξικόπημα στο Κίεβο το 2014 και αν η Γαλλία, η Γερμανία και η Ουκρανία τηρούσαν τις Συμφωνίες του Μινσκ. Συνιστά μνημείο θράσους να επικαλούνται το διεθνές δίκαιο δυνάμεις που το παραβίασαν συστηματικά επί τριάντα χρόνια, γκρεμίζοντας κυριολεκτικά ένα σωρό χώρες, από τη Λιβύη στην Υεμένη και από τη Γιουγκοσλαβία στο Αφγανιστάν.
Πώς γίνεται και τι σηματοδοτεί το να δέχονται Ελλάδα και Κύπρος να θέτουν (παράνομες από την άποψη του διεθνούς και του ελληνικού δικαίου) κυρώσεις κατά της Ρωσίας (που μάλιστα βλάπτουν τις ίδιες και όχι τη Ρωσία), όταν δεν έχουν θέσει κυρώσεις κατά της Τουρκίας που εισέβαλε και κατέχει τη μισή σχεδόν Κύπρο; Και μάλιστα όταν έχουν συνδράμει οι ίδιες, μέσω των βάσεων που παρέχουν, κατά παράβαση και του διεθνούς και του ελληνικού δικαίου, σε επιθέσεις κατά ανεξαρτήτων κρατών, όπως το Ιράκ ή η Συρία; Συνηθισμένοι βέβαια στην καθημερινή παραβίαση της νομιμότητας σε κάθε θέμα, οι Έλληνες πολιτικοί είναι φυσικό να μη δίνουν μεγάλη σημασία σε «λεπτομέρειες», όπως το σύνταγμα και η έννομη τάξη της χώρας. Όσο για το διεθνές δίκαιο, το θυμούνται μόνο όταν η Ουάσιγκτον τους ζητάει να το θυμηθούνε και ποτέ για τα ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα. Ενώ ένα τεράστιο σκάνδαλο είναι η εγκατάλειψη στην τύχη τους των 120.000 ομογενών του Ντονμπάς, μερικοί από τους οποίους πλήττονται τώρα και πιθανώς χάνουν τη ζωή τους βομβαρδιζόμενοι από ελληνικά όπλα που παρέδωσε στην Ουκρανία η παρούσα κυβέρνηση της Αθήνας! (2)
Η τοποθέτηση Καραμανλή
Ο πρώην πρωθυπουργός έχει κάνει δύο σημαντικές παρεμβάσεις για το ζήτημα της Ουκρανίας που οπωσδήποτε ξεχωρίζουν από τις τοποθετήσεις όλου του υπόλοιπου πολιτικού κόσμου και της «νατοϊκής ορθοδοξίας», που επιδιώκει νίκη της Ουκρανίας πάση θυσία, και για αυτό τις προτάσσουμε. Πέρυσι τον Ιούνιο ο κ. Καραμανλής είχε ζητήσει ήδη την ανάληψη ειρηνευτικής πρωτοβουλίας από την Ε.Ε. και είχε, εμμέσως πλην σαφώς, κατηγορήσει τις ΗΠΑ ότι δεν ενδιαφέρονται για την ειρήνευση.
Μιλώντας προ ημερών στο Ζάππειο επανήλθε στο θέμα, λέγοντας ότι προέχει η κατάπαυση του πυρός και η επάνοδος στο τραπέζι την διαπραγματεύσεων και προσθέτοντας: «Όποιος υποστηρίζει την ολοκληρωτική νίκη οιασδήποτε των αντιμαχόμενων πλευρών, είτε ουρανοβατεί είτε υστερόβουλα ευνοεί την διαιώνιση της σύγκρουσης. Και πάντως πρωτίστως η Ευρώπη βλάπτεται από την παράταση του πολέμου και τις συνέπειές του. Αντί όμως να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναζήτηση διεξόδου, άγεται και φέρεται αμήχανη και συρόμενη από επιλογές τρίτων. Ακόμα χειρότερα, εμφανίζεται συχνά διαιρεμένη σε σχέση με τις πολιτικές της προτεραιότητες στην κρίση αυτή. Αν όμως η Ευρώπη η ίδια δεν βγει μπροστά για να τερματιστεί ο πόλεμος, που διεξάγεται στο δικό της έδαφος, ο ορίζοντας μόνο ζοφερός μπορεί να χαρακτηριστεί». (3)
Είναι ενδιαφέρον, για να δούμε πόσο προχωρημένος είναι ο ολοκληρωτισμός, ότι το σύστημα των μέσων ενημέρωσης, που ελέγχεται σε τελική ανάλυση από υπερατλαντικά κέντρα και όχι κατ’ ανάγκην από την κυβέρνηση, «έθαψε» αυτές τις δηλώσεις.
Όλο ανεξαιρέτως το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό της χώρας κινείται σε διάφορες παραλλαγές είτε βαρέος φιλοπόλεμου φιλοαμερικανισμού (ναι στον εξοπλισμό της Ουκρανίας, εγκληματίας ο Πούτιν και να δικαστεί) ή ελαφρύτερου αλλά πάντα. Για να βρούμε κάποια εξαίρεση μεταξύ Ελλήνων πολιτικών πρέπει να πάμε εκτός Ελλάδας, στην Κύπρο, όπου ο πρόεδρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ Μαρίνος Σιζόπουλος και ο πρώην γενικός γραμματέας του ΑΚΕΛ Άντρος Κυπριανού έχουν υπογράψει, ήδη από πέρυσι, διεθνή έκκληση με την οποία τάσσονται υπέρ της διακοπής των εχθροπραξιών και του εξοπλισμού της Ουκρανίας, της άρσης των κυρώσεων και της έναρξης διαπραγματεύσεων.
Σε ανάλογο πνεύμα θα ήταν ασφαλώς σήμερα οι τοποθετήσεις της ελληνικής Αριστεράς, αν μιλούσαμε για την Αριστερά του Μίκη και του Γλέζου, του Λαμπράκη και του Ηλιού, και όχι για τα μεγάλα και μικρά κόμματα της σημερινής Αριστεράς, που, είτε ανοιχτά και άμεσα, είτε έμμεσα, δίνουν, εφευρίσκοντας διάφορες δικαιολογίες, διαπιστευτήρια στους Ανθύπατους και τον παγκόσμιο Ολοκληρωτισμό που εκπροσωπούν αυτοί οι Ανθύπατοι. Και μετά διερωτώνται γιατί η βάση της αριστεράς αποστρέφεται σε τέτοιο βαθμό τις ηγεσίες της που συχνά δεν θέλει καν να πάει να τις ψηφίσει. Σε ανάλογο πνεύμα θα ήταν ασφαλώς και οι αντιδράσεις του ΠΑΣΟΚ αν είχε οποιαδήποτε σχέση με τον ιδρυτή του.
ΝΔ: Είμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία, σιχαμένοι όσοι διαφωνούν
Αν ο Κώστας Καραμανλής, με τη δήλωσή του, μοιάζει να εκφράζει μια «εθνική» ΝΔ, όπως αυτή που υπήρχε στο παρελθόν παρά τον γενικό φιλοδυτικό προσανατολισμό της, ιδίως έως την προσχώρηση του κόμματος αυτού στα εθνοκτόνα Μνημόνια και το PSI, τον Νοέμβριο του 2011, το κόμμα του έχει όμως εξελιχθεί πάρα πολύ. Δεν αντιπροσωπεύει μόνο τη χειρότερη δεξιά από τη μεταπολίτευση και δώθε, μοιάζει να έχει κυριολεκτικά εξαφανίσει οποιοδήποτε εθνικό στοιχείο υπήρχε στο παρελθόν στην παράταξη αυτή (και δεν εννοούμε ασφαλώς την ακροδεξιά δήθεν «εθνικοφροσύνη» που υπήρξε το ισχυρότερο και πιο ύπουλο όπλο κατά των εθνικών συμφερόντων του ελληνικού λαού). Αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ιδεολογική προσαρμογή της ελληνικής ολιγαρχίας και των πολιτικών εκπροσώπων της στην «παγκοσμιοποίηση», το καθεστώς παγκόσμιας κυριαρχίας των «αγορών» και του χρηματιστικού Κεφαλαίου. Αντιπροσωπεύει σήμερα ένα ποιοτικό άλμα προς τον νέο Ολοκληρωτισμό. Κι αυτό αν κάπου εκφράζεται με μεγαλύτερη σαφήνεια είναι στο ζήτημα της φιλοπόλεμης στάσης που έχει υιοθετήσει η ΝΔ στο Ουκρανικό, αλλά και του προκλητικού τρόπου με τον οποίο οι Έλληνες αρμόδιοι αδιαφορούν επιδεικτικά για οποιοδήποτε εθνικό συμφέρον – λες και δίνουν εξετάσεις στην Ουάσιγκτον και όχι στους ψηφοφόρους τους.
Η κυβέρνηση δεν περιορίστηκε στην καταδίκη της ρωσικής εισβολής, αλλά έπαθε κυριολεκτικά ένα είδος «ατλαντικού αμόκ» παίρνοντας πρωτοβουλίες για να ερευνήσει η διεθνής δικαιοσύνη τα «εγκλήματα της Ρωσίας», κάτι που η Αθήνα, σημειωτέον, ουδέποτε έπραξε για τα εγκλήματα της Τουρκίας, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και του Κίσινγκερ εις βάρος των Ελλήνων της Μικρασίας, της Πόλης και της Κύπρου. Μάλιστα ο Νίκος Δένδιας έφτασε στο σημείο να πει: «Στηρίζουμε πλήρως την δίωξη κατά του Βλαντίμιρ Πούτιν». Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς εδώ; Την έλλειψη σοβαρότητας και στοιχειώδους μέτρου ή την παντελή αδιαφορία για τα συμφέροντα της χώρας;
Βασιλικότερη του Βασιλέως, η Νέα Δημοκρατία εξέδωσε ανακοίνωση κατά του ΣΥΡΙΖΑ γιατί δεν ψήφισε στην Ευρωβουλή υπέρ της παραπομπής του Πούτιν και του προέδρου της Λευκορωσίας σε δίκη και κάλεσε τον Τσίπρα να ξεκαθαρίσει αν θεωρεί τον Πούτιν εγκληματία πολέμου ή όχι! Έχει πάντως κανείς και σε αυτό το ζήτημα την εντύπωση ότι οι Έλληνες πολιτικοί ζουν πραγματικά στον ιδιαίτερο κόσμο τους, δεν έχουν ιδέα δηλαδή του πως σκέφτεται ο μέσος Έλληνας. (Κατά τρόπο εντελώς παράδοξο και αρκετά δυσερμήνευτο, το μένος της κυβέρνησης κατά του «βάρβαρου εγκληματία», όπως τον αποκαλεί, Βλαντίμιρ Πούτιν, συμμερίζεται και ο… γραμματέας του ΜέΡΑ25!).
Αλλά δεν είναι μόνο ο υπουργός Εξωτερικών που, έχοντας εντελώς χάσει την αίσθηση της σοβαρότητας και του ποιο είναι το εθνικό συμφέρον της χώρας του, θέλει να προσαγάγει τον Πούτιν σε δίκη. «Διεξάγουμε πόλεμο κατά της Ρωσίας» διακήρυξαν από την πλευρά τους και ο πρωθυπουργός Κώστας Μητσοτάκης και η αδελφή του, πρώην υπουργός Εξωτερικών της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη. Βέβαια πόλεμο κατά της Ρωσίας δεν έχουν τη δυνατότητα να διεξάγουν ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ούτε η κ. Μπακογιάννη. Τον μόνο πόλεμο που μπορούν να διεξάγουν και τον διεξάγουν πολύ αποτελεσματικά, είναι εναντίον του ελληνικού λαού…
Όσο για την κυρία Μπακογιάννη, υποστήριξε (δικαιολογώντας τόσο τη συνεργασία του Ζελένσκι με νέο-ναζί, όσο και την ομιλία εκπροσώπου των Αζοφιστών στη Βουλή) ότι «όταν έχεις πόλεμο δεν ζητάς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων από αυτούς που πολεμάνε». Προφανώς για την κυρία Μπακογιάννη «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Δεν της περνάει προφανώς από το μυαλό ότι όλα τα μέσα δεν είναι κατάλληλα για όλους τους σκοπούς και ότι, επομένως, η χρήση των α’ ή β’ μέσων αποκαλύπτει και τους πραγματικούς σκοπούς! Τι είδους «δημοκρατία» μπορείς να υπερασπιστείς με τους θαυμαστές των δολοφόνων των Καλαβρύτων και του Διστόμου; Ντρέπεται και η ντροπή μερικές φορές στη σημερινή Ελλάδα.
Μιλώντας στην ελληνική Βουλή τον Μάρτιο του 2022 ο «εθνικόφρων» αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Άδωνις Γεωργιάδης χαρακτήρισε «σιχαμένη» την άποψη ότι κακώς η Ελλάδα στέλνει όπλα στην Ουκρανία, μια άποψη που, σημειωτέον, συμμερίζεται, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού.
Η κυβέρνηση έχει στείλει πάρα πολλά όπλα στην Ουκρανία και, εφόσον επανεκλεγεί, θα στείλει, σύμφωνα με πληροφορίες από άριστα πληροφορημένους στρατιωτικούς κύκλους, και τους ρωσικούς πυραύλους S300 που είναι εγκατεστημένοι σήμερα στην Κρήτη, αφήνοντας χωρίς αντιαεροπορική άμυνα το νησί, αλλά και δημιουργώντας νέους σοβαρούς λόγους εχθρότητας από την πλευρά της Ρωσίας. Η Ελλάδα δεν επιτρέπεται, από τα συμβόλαια που έχει υπογράψει, να επανεξάγει τα συστήματα χωρίς την άδεια της Μόσχας.
Η Αθήνα δεν θα μπορούσε, ούτε και θα έπρεπε φυσικά να μην καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Όμως από αυτό το σημείο μέχρι να διακρίνεται σε αυτού του είδους τον αντιρωσικό «πρωταθλητισμό», που δεν έκανε ούτε ως προτεκτοράτο στη διάρκεια του πρώτου Ψυχρού Πολέμου, ακολουθώντας μια πολιτική που καμμία άλλη δεξιά ή ευρύτερα αστική κυβέρνηση στη χώρα δεν ακολούθησε επί ένα αιώνα, υπάρχει ασφαλώς μεγάλη απόσταση.
Και προσωπικά, ότι κι αν του προσάψει κανείς κατά τα άλλα, αμφιβάλλω εντελώς ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα μπορούσε ποτέ να εφαρμόσει τέτοια πολιτική. Αν μη τι άλλο θα καταλάβαινε ότι είναι ανόητο ένας πολιτικός ή μια χώρα να ανοίγουν, άνευ αποχρώντος λόγου, τέτοιου είδους μέτωπα με την ηγεσία μιας υπερδύναμης και μάλιστα για θέματα που δεν είναι καν ζωτικά για τους ίδιους ή για τη χώρα τους.
ΣΥΡΙΖΑ: Με τον αστυφύλαξ μάλλον, ολίγον και με τον χωροφύλαξ
Η Κουμουνδούρου από την πλευρά της έκανε μια μάλλον άτεχνη προσπάθεια να ακροβατήσει ανάμεσα στα ένστικτα της πλειοψηφίας των στελεχών του κόμματος και του μεγάλου όγκου των οπαδών του, που καταλαβαίνουν βέβαια, όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, ότι το ΝΑΤΟ δεν είναι κάτι σαν τον Ερυθρό Σταυρό, ούτε η τοποθέτηση πυρηνικών γύρω από τη Ρωσία είδος χαρούμενης διακόσμησης του «ευρωπαϊκού σπιτιού». Παρά την απίστευτη προθυμία των «διανοουμένων», των εχόντων δημόσιο λόγο, των πανεπιστημιακών και των πολιτικών να πούνε ό,τι επιβάλλει το «σύστημα», παρά την εμμονή της μεγαλοαστικής και μεσοαστικής τάξης να ζει στον κόσμο της, ο ελληνικός λαός δεν έχει ακόμα αποβλακωθεί στον βαθμό που θα ήθελαν, παρά τον πρωτοφανή βομβαρδισμό που δέχεται από τα ΜΜΕ. Οι λαϊκές τάξεις ιδίως θυμούνται τι έχουν κάνει οι Αμερικανοί στην Ελλάδα και την Κύπρο, και καταλαβαίνουν και τι κουμάσια είναι και πόσο βαρύ παιχνίδι παίζεται τώρα στον πλανήτη.
Είναι γεγονός βέβαια ότι, και ο ΣΥΡΙΖΑ, και όλα τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκτός του ΠΑΣΟΚ, τάχθηκαν με σαφήνεια κατά της αποστολής ελληνικών όπλων στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα όμως, όπως και άλλα κόμματα στην Ευρώπη (π.χ. ο Μελανσόν) ο ΣΥΡΙΖΑ κατέφυγε σε ένα είδος «διπλής τακτικής». Από τη μια ψήφισε κάμποσες εξωφρενικές, εντελώς απαράδεκτες αποφάσεις του Ευρωκοινοβουλίου, αν και λιγότερες από αυτές που ψήφισαν οι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ (με αποτέλεσμα οι νεομακαρθιστές των Βρυξελλών να τον έχουν βάλει στους υπόπτους φιλο-πουτινισμού!). Τις αποφάσεις αυτές, μεταξύ των οποίων και αποφάσεις που ζητάνε τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, συνήθως κανένας δεν τις μαθαίνει στην Ελλάδα. Στο εσωτερικό όμως ο ΣΥΡΙΖΑ επέκρινε την κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί έστειλε όπλα στην Ουκρανία. Μπορείτε να διαβάσετε την εξήγηση του κ. Κατρούγκαλου για αυτή τη διπλή στάση εδώ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τεράστιο πρόβλημα με την εξωτερική του πολιτική, αν υποθέσουμε ότι διαθέτει συνεκτική και επεξεργασμένη εξωτερική πολιτική. Από τη μια αναπτύσσει «ανάρμοστες» – για κόμμα της αριστεράς – σχέσεις με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, στους οποίους παρέδωσε άλλωστε βαθύ κράτος, αμυντική και εξωτερική πολιτική όταν είχε την κυβέρνηση. Από την άλλη είναι υπό τη διαρκή πίεση του αμερικανικού παράγοντα και της ΝΔ να αποδεικνύει διαρκώς τον φιλοατλαντικό του χαρακτήρα, θεωρούμενο εξ υπαρχής ύποπτος κάποιου είδους φιλορωσισμού. Ταυτόχρονα, ο όγκος των στελεχών του και η μάζα των ψηφοφόρων του δεν διακρίνεται για φιλοαμερικανικές και φιλοΝΑΤΟϊκές διαθέσεις. Ενώ δεν λείπουν και ορισμένα στελέχη που θέλουν να συναγωνισθούν τη δεξιά στο έδαφος του αντιρωσισμού και «αντιπουτινισμού», συντασσόμεν
Βλέπουμε εδώ μια χαρακτηριστική περίπτωση του Χάους, της αστάθειας που χαρακτηρίζει το «πολιτικό σήμα» του ΣΥΡΙΖΑ, κόμματος με ηγεσία προσανατολισμένη στη μανούβρα και όχι στην ουσία, που της διαφεύγει άλλωστε συχνά εντελώς, και είναι και ένας από τους λόγους που μοιάζουν να έχουν «καθηλώσει» αυτό το κόμμα, παρόλο που, απέναντί του, έχει τη χειρότερη κυβέρνηση τουλάχιστο μετά τη μεταπολίτευση.
Οι πολίτες δεν προσλαμβάνουν την αίσθηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, μιας σαφούς και σταθερής γραμμής. Αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ το χρειάζεται πολύ περισσότερο από την κυβέρνηση, γιατί η κυβέρνηση εκφράζει τα «αφεντικά», αυτούς που κάνουν «κουμάντο» από αιώνων στη χώρα, και το ασυνείδητο πολλών ψηφοφόρων (εξαπατώμενο βέβαια) νομίζει ότι θα είναι πιο ασφαλείς μαζί τους.
Οι «μικροί» της αντιπολίτευσης
Το ΠΑΣΟΚ ήταν το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που συμφώνησε ευθύς εξ αρχής με τη ΝΔ για την αποστολή όπλων στην Ουκρανία, ενώ ο κ. Ανδρουλάκης επέκρινε τον Μπορέλ και την Ε.Ε. γιατί δεν ήταν πιο αποφασιστικοί εναντίον της Μόσχας και δεν επέβαλαν ισχυρότερες κυρώσεις, κάτι που ίσως θα απέτρεπε, κατά τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ τη δράση δεσποτικών πολιτικών (Λέγε με Πούτιν)! Επέκρινε μάλιστα την Αθήνα γιατί δεν περιόρισε την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Μάλιστα έσπευσε να κατηγορήσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως κάπως φιλοπουτινικό, αφού δείχνει «απροθυμία» σε αρκετές περιπτώσεις να καταδικάσει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία και τη Λευκορωσία.
Πήρε κάποιο χρόνο στον κ. Ανδρουλάκη να συνειδητοποιήσει ότι αυτή η πολιτική δεν έχει μεγάλη πέραση στην ελληνική κοινή γνώμη και πάντως καμία σε όσους θυμούνται τον Ανδρέα Παπανδρέου και την πολιτική του απέναντι στη Ρωσία. Το κομβικό σημείο ήταν ο Απρίλιος του 2022, όταν η κυβέρνηση έφερε (ή δέχτηκε να φέρει ο Ζελένσκι, δεν έχει διαφορά) ένα νεοναζί να απευθυνθεί στη Βουλή των Ελλήνων προκαλώντας γενική αγανάκτηση. Ο Ανδρουλάκης αναγκάστηκε να διαφοροποιηθεί και να επικρίνει την κυβέρνηση, ενώ, κατά ένα τρόπο μάλλον ακατανόητο, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ ότι συνεργάστηκαν στους Αγανακτισμένους της πλατείας Συντάγματος, κάτι που φυσικά ούτε συνέβη, ούτε μπορούσε να συμβεί! Τον Μάιο του 2022 άρχισε να ζητάει από την κυβέρνηση πληροφορίες για το τι έχει συμφωνήσει να στείλει στην Ουκρανία.
Ταυτόχρονα βέβαια το ΠΑΣΟΚ ζητάει έρευνα των ρωσικών (σιγά μη ζήταγε και έρευνα για τα ουκρανικά) εγκλημάτων πολέμου και ψηφίζει υπέρ της ενίσχυσης με όπλα του Ζελένσκι στην Ευρωβουλή.
Με την ευκαιρία να πούμε κάτι. Αν είναι λογικό να ερευνηθούν τυχόν διαπραχθέντα ρωσικά εγκλήματα πολέμου, γιατί να μην ερευνηθούν και αυτά που καταγγέλλουν οι Ρώσοι ως ουκρανικά; Γιατί κανένας δεν ζητάει ανεξάρτητη έρευνα για το ποιος ανατίναξε τους αγωγούς Nord Stream (όπως πράττουν στη Γερμανία οι … κανονικοί, όχι fake αριστεροί), γιατί δεν γίνεται έρευνα για το ποιος βομβαρδίζει το μεγαλύτερο πυρηνικό εργοστάσιο της Ευρώπης στο Ζαπορίζιε, εκθέτοντας όλη την ήπειρο σε κίνδυνο μείζονος πυρηνικής καταστροφής ή για το πως φτάσαμε έως εδώ (πραξικόπημα Μαϊντάν, συμφωνίες Μινσκ).
Αντιφατική είναι η στάση του Γιάνη Βαρουφάκη και του ΜέΡΑ25. Από τη μια τάσσεται εναντίον της αποστολής όπλων, θέλει εκεχειρία και νέο Κίνημα Αδεσμεύτων, από την άλλη λεχει ξεπεράσει τους πάντες σε υβρεολόγιο κατά του προέδρου της Ρωσίας, καθιστάμενος ένας από τους πρώτους πολιτικούς όχι της Ελλάδας, αλλά της Ευρώπης, που εισήγαγε εδώ και αρκετά χρόνια (4) τη φρασεολογία περί «βάρβαρου εγκληματία Πούτιν» και «εγκληματικού ρωσικού καθεστώτος» που μάλιστα «απειλούν», αν είναι δυνατό, την αμερικανική και ευρωπαϊκή δημοκρατία! Τέτοια φρασεολογία και μάλιστα προ της ρωσικής επέμβασης στην Ουκρανία, χρησιμοποίησαν μόνο πολύ εξτρεμιστές Αμερικανοί όπως οι Μπρεζίνσκι, Χίλαρι Κλίντον, Νούλαντ, Μπρένερ, Πάιατ και επίσης ο κερδοσκόπος χρηματιστής Τζορτζ Σόρος. Από μόνη της, τέτοια φρασεολογία, δεν επιτρέπει κανένα συμβιβασμό και σπρώχνει σε παγκόσμια πυρηνική αναμέτρηση. Όταν έγινε η ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία, ο αρχηγός του ΜέΡΑ25 πήγε στη Βουλή και είπε ότι ο Πούτιν είναι ένας βάρβαρος ηγέτης, είναι εγκληματίας εδώ και δεκαετίες, που ξανακάνει τώρα εγκλήματα με μια επέμβαση για την οποία φέρει την αποκλειστική ευθύνη, ενώ δεν έκανε καμία αναφορά είτε στη διαρκή επέκταση του ΝΑΤΟ είτε στο πραξικόπημα που οργάνωσαν οι Αμερικανοί στην Ουκρανία το 2014.
Αν βέβαια κάποιος αποκαλέσει βάρβαρο εγκληματία τον Πούτιν, τίθεται ένα ερώτημα γιατί δεν αποκαλεί έτσι τον Κλίντον, τους δύο Μπους, τον Τσένι (που άφησε να συμβούν οι Δίδυμοι), τους Μπλερ, Ομπάμα, Σαρκοζί, Κάμερον ή τον Χένρι Κίσινγκερ; Τι είναι αυτοί; Πολιτισμένοι (δυτικοί δηλαδή) εγκληματίες;
Ταυτόχρονα βέβαια ο κ. Βαρουφάκης, και αυτό είναι πολύ θετικό, τάσσεται υπέρ της άμεσης ειρήνευσης και της ουδετερότητας της Ουκρανίας, όπως και ενός νέου Κινήματος Αδεσμεύτων (που πάντως αν φτιαχτεί το μόνο που δεν θα χρειαστεί είναι δυτικούς «προοδευτικούς» πάτρωνες. Νομίζω ότι μάλλον αυτοί έχουν ανάγκη από τριτοκοσμικούς δασκάλους). Αλλά βέβαια μετά έρχεται πάλι ο ίδιος και το υπονομεύει με το «ειρηνευτικό σχέδιο» που (με ελάχιστη ταπεινότητα και μετριοπάθεια) προτείνει το ΜέΡΑ25. Πόσο ρεαλιστικό είναι να ζητήσει κανείς τώρα από τα ρωσικά στρατεύματα να αποχωρήσουν από το Ντονμπάς, που, ας μην το ξεχνάμε, η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού του είναι Ρώσοι και θα ήταν παραλογισμός να απαιτήσει κανείς την επιστροφή τους υπό την κυριαρχία του Κιέβου, για την ακρίβεια θα ήταν πρόσκληση σε σφαγή.
Το δεύτερο σημείο της «ειρηνευτικής πρότασης» του ΜέΡΑ25 για την Ουκρανία είναι ακόμα πιο «σουρεαλιστικό», ζητάει, ούτε λίγο, ούτε πολύ, την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από το Ντονμπάς, αλλά και την απόσυρσή τους 200 χιλιόμετρα πιο μέσα, περίπου στα περίχωρα της Μόσχας, κάτι που δεν σκέφτηκε να ζητήσει ούτε ο ίδιος ο Ζελένσκι! Κρίμα για ένα νέο κόμμα να εμφανίζεται με τόσο πρόχειρα επεξεργασμένες ιδέες (5).
Η θεωρία των αντιμαχόμενων ιμπεριαλισμών
Το ΚΚΕ και διάφορες άλλες μικρότερες οργανώσεις της «ριζοσπαστικής», «άκρας» ή «επαναστατικής» αριστεράς (ό,τι μπορούν να σημαίνουν αυτοί οι όροι στην εποχή της Μεγάλης Παρακμής που ζούμε, ναι μεν επικρίνουν τον δυτικό ιμπεριαλισμό και το ΝΑΤΟ, λένε (συνήθως, αλλά όχι πάντα) όχι στις κυρώσεις και τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, ταυτόχρονα όμως επιτίθενται και στον «ρωσικό ιμπεριαλισμό». Πρακτικώς αυτή η πολιτική εξουδετερώνει οποιαδήποτε εμβέλεια στην κριτική τους προς το ΝΑΤΟ, δημιουργεί μεγάλη σύγχυση στην κοινή γνώμη και ιδίως στους οπαδούς τους, που δυσκολεύονται πολύ να καταλάβουν και να συμμεριστούν τις θέσεις τους. Εμφανίζουν την όλη σύγκρουση ως ένα «καυγά ιμπεριαλιστών», όχι σαν ένα καβγά, όπως όντως είναι, μεταξύ του Ιμπεριαλισμού και μιας δύναμης που, με τον τρόπο της, όχι αναγκαστικά και πάντα σωστό ή υπεράνω κριτικής, αλλά πάντως επιχειρεί να αμυνθεί απέναντι σε μια διαρκή στρατιωτική περικύκλωση που δέχεται εδώ και τριάντα χρόνια.
Από τη μια μεριά π.χ. το ΚΚΕ χαρακτηρίζει ως προγεφύρωμα του ΝΑΤΟ το Κίεβο, από την άλλη όμως μιλάει και για «δίκαιο αγώνα» του ουκρανικού λαού. Δεν συμβιβάζονται όλα αυτά μαζί.
Η χρήση όρων όπως «ρωσικός» (όπως και «κινεζικός») ιμπεριαλισμός συσκοτίζει και τις αιτίες και τη σημασία της σύγκρουσης στην Ουκρανία (και στην Ταϊβάν αντίστοιχα), δηλαδή της σύγκρουσης μεταξύ ενός μονοπολικού, αυτοκρατορικού και κατά συνέπεια ολοκληρωτικού σχεδίου και ενός πολυπολικού, που επιτρέπει τέλος πάντων στην ανθρωπότητα να αναπνεύσει. Δεν ήταν ασφαλώς «πουτινιστής» ο «τελευταίος των γκωλικών» Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ όταν ζητούσε κι αυτός «πολυπολισμό».
Ούτε μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία αγνοώντας το ότι εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον διαρκούς και ιδιαίτερα απειλητικής δυτικής, όχι ρωσικής επέκτασης και μη τήρησης των συμφωνιών του Μινσκ και μετά από ένα πραξικόπημα της CIA στο Κίεβο. Ούτε είναι δυνατό να αγνοήσουμε το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση, μια από τις μεγάλες κατακτήσεις της Ρωσικής Επανάστασης, αλλά και μια θεμελιώδη αρχή του διεθνούς δικαίου και της χάρτας του ΟΗΕ, αναφορικά με το δικαίωμα των κατοίκων του Ντονμπάς και της Κριμαίας (Ρώσων στη συντριπτική τους πλειοψηφία) να το διεκδικήσουν.
Όσο άλλωστε κι αν ψάξει κανείς δύσκολα θα βρει ρωσικά, κινέζικα και ιρανικά στρατεύματα, τανκς, πολεμικά πλοία και αεροπλάνα, να πολιορκούν τις δυτικές μητροπόλεις. Οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ βρίσκονται τώρα βαθιά στο έδαφος της πρώην ΕΣΣΔ, περιπολούν στα στενά της Ταϊβάν και απειλούν από καιρού εις καιρόν με πυρηνική εξαφάνιση την Περσία και τη Βόρειο Κορέα. Δεν πήγε το ρώσικο και το κινέζικο ναυτικό στον κόλπο του Μεξικού, ούτε στηρίζει διεκδικήσεις απόσχισης ισπανόφωνων στο Τέξας.
Υιοθετώντας πολλά κόμματα και οργανώσεις της αριστεράς παρόμοιες θέσεις πρακτικά αφήνουν το πεδίο ελεύθερο στο ΝΑΤΟ να οδηγήσει την Ευρώπη στον Φασισμό και τον κόσμο στον Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο γαλλικός λαός θα πληρώσει πολύ ακριβά τον οπορτουνισμό των ηγετών της ενωμένης αριστεράς, που, μη θέλοντας να συγκρουσθεί με το ΝΑΤΟ, αδυνατεί να διαμορφώσει εναλλακτικό εθνικό όραμα με τη Γαλλία και επιτρέπει επομένως στη Λεπέν να καρπωθεί την εκρηκτική κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια των Γάλλων.
Ούτε βέβαια η ύπαρξη δισεκατομμυριούχων στη Ρωσία (ή και στην Κίνα) την καθιστά ιμπεριαλιστική δύναμη. Ο Πούτιν κάνει τον πόλεμο παρά τις διαθέσεις της καπιταλιστικής ολιγαρχίας της που δεν ήθελε καμιά σύγκρουση με τη Δύση. Στην εποχή του Υπεριμπεριαλισμού, η αντίσταση του (βοναπαρτιστικού) καθεστώτος ης Ρωσίας στο γεωπολιτικό μονοπώλιο της Αμερικής και της Κίνας (που κατά τη γνώμη μας δεν πρέπει να οριστεί ως καπιταλιστική γιατί δεν κυβερνάται από την αστική της τάξη, αλλά από τη γραφειοκρατία του ΚΚ) στη «χρηματοπιστωτική παγκοσμιοποίηση» συνιστούν τους βασικότερους παράγοντες ανάσχεσης του σχεδίου παγκόσμιας δικτατορίας του Χρηματιστικού Κεφαλαίου, δηλαδή του παγκόσμιου Ολοκληρωτισμού. Η Ρωσία δεν εκστράτευσε στην Ουκρανία γιατί οι αγορές της είναι απαραίτητες στον καπιταλισμό της, αλλά γιατί εκτίμησε ότι αν δεν αντιδράσει στο ΝΑΤΟ θα διαλυθεί ως κράτος. Μπορεί να έκανε καλά ή όχι, θέμα εκτίμησης είναι αυτό, αλλά αυτό έκανε. Μια ήττα της, που δεν θεωρώ πιθανή ή δυνατή, θα σήμαινε μια παγκόσμια δικτατορία ή έναν πυρηνικό πόλεμο και είναι για αυτό τον λόγο που έχει τη συμπάθεια της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.
Επειδή όμως η θεωρία των αντιμαχόμενων ιμπεριαλισμών είναι ένα σπουδαίο θέμα, αξίζει μια αναλυτική συζήτηση σε μια επόμενη ευκαιρία.
Σημειώσεις
(1) Η παρατήρηση αυτή, όπως και οτιδήποτε άλλο σε αυτό το άρθρο αφορά και την Κύπρο, τμήμα μαζί με την Ελλάδα ενός ενιαίου εθνικού χώρου, αλλά και άρρηκτα συνδεδεμένη γεωπολιτικά με την μητροπολιτική Ελλάδα.
(2) Το ζήτημα αυτό θίγει σε ένα πολύ σημαντικό και πολύ συγκινητικό άρθρο του ο Χαρίλαος Δαμιανάκος. Κρίμα βέβαια που, προς το τέλος, το αδικεί ο ίδιος ο συγγραφέας κατάφωρα με τις διάφορες πολύ συζητήσιμες «αποκαλυπτικές» προφητείες του για πυρηνικές συγκρούσεις μεταξύ του ελληνικού χώρου και του Ισλάμ, που καλό θα ήταν τέλος πάντων, αφού το θέλει, να τις αναπτύξει ξεχωριστά, ώστε να μην περιορίσουν άνευ λόγου την εμβέλεια του κειμένου του.
(3) Από τον χώρο της ΝΔ ενδιαφέρον έχει και η διαφοροποίηση του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στο θέμα της παροχής ελληνικών όπλων στην Ουκρανία. Να προσθέσουμε ότι και ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έχει διαφωνήσει, έστω και σε χαμηλούς τόνους, με την αποστολή όπλων στην Ουκρανία. Ο κ. Σαμαράς επέκρινε επίσης την ομιλία του μαχητή της νεοναζιστικής πολιτοφυλακής του Αζόφ στην ελληνική Βουλή.
(4) Προ τεσσάρων ετών είχα την «επιθυμία-ελπίδα» να περιλαμβάνω τον κ. Βαρουφάκη και το ΜέΡΑ25, παρά τις όποιες επιφυλάξεις και διαφορές μου στις «αντιμνημονιακές δυνάμεις», και γι’ αυτό έγραψα ένα άρθρο αυστηρής μεν αλλά φιλικής κριτικής στον αντιρωσισμό του. Βέβαια με τον καιρό διαπιστώνω ότι το στοιχείο του «αντιρωσισμού» είναι εντελώς «δομικό» στην προσέγγισή του και κατά τη γνώμη μου και μόνο αυτό ακυρώνει οποιαδήποτε φιλοδοξία «ρήξης» με το κυρίαρχο σύστημα.
(5) Οι απόψεις αυτές του κ. Βαρουφάκη πρέπει να ειδωθούν ευρύτερα, γιατί αποτελούν τμήμα της φιλοατλαντικής κατεύθυνσης που προσέλαβε ολόκληρο το υπό τον ΣΥΡΙΖΑ (και τους ΑΝΕΛ) «αντιμνημονιακό ρεύμα» και η οποία το οδήγησε στο τραγικό για την Ελλάδα, την Ευρώπη και την παγκόσμια αριστερά Βατερλώ του 2015. Αυτό αφορά και τον Αλέξη Τσίπρα, ολόκληρο τον ντε φάκτο ηγετικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ, τον Γιάννη Δραγασάκη (που ευχαρίστησε μάλιστα τους Αμερικανούς, γιατί τον βοήθησαν να συνθηκολογήσει το καλοκαίρι του ’15), τον Νίκο Κοτζιά κλπ. Για παράδειγμα, ο ίδιος ο Βαρουφάκης αναφέρει ότι απευθύνθηκε σε διάφορους Αμερικανούς, μεταξύ αυτών σε δύο κεντρικά πρόσωπα του αμερικανικού καπιταλισμού, τον Λάρι Σάμερς και τον Τζέφρι Σακς, όπως και στην επενδυτική τράπεζα Lazard (υπεύθυνη για το 1ο και 2ο Μνημόνιο που μας επιβλήθηκε!) για «βοήθεια» προς την Ελλάδα. Να σημειώσουμε ότι ο Σάμερς και ο Σακς, ως οικονομικοί σύμβουλοι του Γέλτσιν, είναι υπεύθυνοι για τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική καταστροφή που σημειώθηκε στην ιστορία του βιομηχανικού κόσμου σε ειρηνική περίοδο, στην πρώην ΕΣΣΔ, με παράλληλη λεηλασία της κολοσσιαίας περιουσίας της, ενώ το όνομα του Σάμερς ανεμείχθη και σε σκάνδαλα. Βάρβαρος εγκληματίας ή όχι, ο Πούτιν εμφανίστηκε στο προσκήνιο της Ρωσίας ως αντίδραση των ρωσικών υπηρεσιών και ενόπλων δυνάμεων στην πρωτοφανή διάλυση της χώρας που παρολίγον να απειλήσει την ίδια την ύπαρξη ενιαίου ρωσικού κράτους και γι’ αυτό υποστηρίχτηκε και υποστηρίζεται από τη μεγάλη πλειοψηφία του ρωσικού πληθυσμού.
Όχι μόνο ο Βαρουφάκης πήγε στην Αμερική και τη Lazard για να τον βοηθήσουν να σώσει την Ελλάδα από τα μνημόνια, αλλά και μόλις έγινε υπουργός φρόντισε να καθησυχάσει τη Γερμανία (εμμέσως και τις ΗΠΑ) λέγοντας: «Αυτό (ρωσική οικονομική βοήθεια) δεν είναι υπό συζήτηση. Δεν θα ζητήσουμε ποτέ οικονομική βοήθεια από την Μόσχα». Δεκαπέντε μέρες αργότερα υπέγραφε εκ μέρους της κυβέρνησης μια συμφωνία με την οποία αναγνώριζε τη νομιμότητα και του ελληνικού χρέους και των μνημονίων και δανειακών.
Τα Μνημόνια και οι Δανειακές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε ένα «λάθος», ούτε ένα «τυχαίο γεγονός». Δεν ήταν καν προγράμματα νεοφιλελεύθερης διόρθωσης. Ήταν (και συνεχίζουν να είναι) πειραματικά προγράμματα καταστροφής έθνους-κράτους (η πτώση του ΑΕΠ που προκάλεσαν π.χ. ήταν μεγαλύτερη από την σχετική πτώση του γαλλικού και του γερμανικού ΑΕΠ που προκάλεσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος ή του αμερικανικού κατά το κραχ του 1929). Αποφασίσθηκαν από το «βαθύ κράτος» του παγκόσμιου Χρήματος και εφαρμόστηκαν δια μέσου της Γερμανίας, της Ε.Ε., αλλά και του ΔΝΤ στο οποίο έχουν βέτο οι ΗΠΑ, που υποστήριξαν άλλωστε πολιτικά τα Μνημόνια και τις Δανειακές.
Το να στηριχθείς λοιπόν στην Αμερική για να αντιμετωπίσεις τη Γερμανία και τα Μνημόνια, όπως έκαναν ο Τσίπρας, ο Βαρουφάκης και όλοι οι υπόλοιποι, σημαίνει να μπλέξεις τους φίλους και τους εχθρούς, δηλαδή να κάνεις το πιο σοβαρό στρατηγικό λάθος που μπορεί να κάνει κάποιος.
Αντίστοιχο λάθος, ειρήσθω εν παρόδω, έκανε και ο Γκορμπατσόφ, νομίζοντας, χάρη και στον εκφυλισμό και τη διαφθορά του σοβιετικού πολιτικού προσωπικού, χάρη και στην επί δεκαετίες εργασία των δυτικών υπηρεσιών, ότι η Δύση είναι σύμμαχός του για τη μεταρρύθμιση του σοβιετικού «σοσιαλισμού».