Η μετααποικιακή αντιμετώπιση αυτών των κρατών από τη Δύση που τα έχει «φυλακίσει» με υπέρογκα μη εξυπηρετήσιμα χρέη έχει διαμορφώσει ένα σπιράλ οικονομικής υπανάπτυξης με μόνο στόχο της διαρκή εκμετάλλευσή τους με κάθε τρόπο – πάντοτε υπό το… έμβλημα των κανόνων του διεθνούς δικαίου και της προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών τους.
Σε αυτό το πλαίσιο ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας δήλωσε στο BBC την Κυριακή 2 Απριλίου ότι ανησυχεί όσον αφορά ορισμένα από τα δάνεια που έχει δώσει η Κίνα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Αφρικής.
Ο David Malpass σημειώνει ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις πρέπει να είναι «πιο διαφανείς».
Την ίδια ώρα στα διεθνή οικονομική media επισημαίνεται – υπό τον φόβο χειραφέτησής τους από τη δυτική ομηρία – ότι κράτη όπως η Γκάνα και η Ζάμπια αγωνίζονται να αποπληρώσουν τα χρέη τους προς το Πεκίνο.
Η Κίνα απαντά με κατηγορηματικό τρόπο ότι οποιοσδήποτε τέτοιος δανεισμός λαμβάνει χώρα σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες.
Οι συνέπειες από τις αυξήσεις των επιτοκίων
Oι αναπτυσσόμενες χώρες συχνά δανείζονται χρήματα από άλλα κράτη ή πολυμερείς φορείς για να χρηματοδοτήσουν τομείς που θα αναπτύξουν τις οικονομίες τους, όπως οι υποδομές, η εκπαίδευση και η γεωργία.
Ωστόσο, οι απότομες αυξήσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ και σε άλλες μεγάλες οικονομίες τον τελευταίο χρόνο καθιστούν ακριβότερες τις αποπληρωμές δανείων και εντονότερο το βρόχο του δολαρίου, επειδή μεγάλο μέρος αυτού του δανεισμού είναι εκφρασμένο σε ξένα νομίσματα, όπως δολάρια ή ευρώ.
Συνεπώς τα κίνητρα των εν λόγω κρατών να απεξαρτηθούν απο το δολάριο είναι εμπράγματα και σημαντικά – και η Κίνα δεν θα μπορούσε ως η δεύτερη οικονομική υπερδύναμη παρά να τα εκμεταλλευθεί.
Είναι ένα ιδιαίτερα οξύ πρόβλημα για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες που δυσκολεύονται να βρουν τα επιπλέον χρήματα που απαιτούνται καθώς πέφτει η σχετική αξία του δικού τους νομίσματος.
Είναι «διπλό πλήγμα» και σημαίνει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα είναι πιο αργή, λέει ο κ. Malpass.
Η αντιπαλότητα ΗΠΑ και Κίνας και ο αγώνας για τους φυσικούς πόρους
Η αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης και των συνεπειών της ήταν ένας από τους κύριους λόγους για την επίσκεψη αυτής της εβδομάδας της Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Kamala Harris σε τρεις αφρικανικές χώρες. Είναι μια επίσκεψη που συνοδεύεται από μεγάλες δεσμεύσεις οικονομικής στήριξης στην Τανζανία και την Γκάνα.
Υπάρχει ένας αυξανόμενος ανταγωνισμός με την Κίνα για επιρροή στην ήπειρο, της οποίας η αφθονία των φυσικών πόρων, κρίσιμων για τη δυτική μεταποίηση, περιλαμβάνει τα μέταλλα, όπως το νικέλιο, ζωτικής σημασίας για τις μπαταρίες που απαιτούνται για την τεχνολογία, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Μιλώντας στην πρωτεύουσα της Γκάνας, την Άκρα, είπε ότι «η Αμερική δεν θα καθοδηγείται από το τι μπορούμε να κάνουμε για τους Αφρικανούς εταίρους μας, αλλά από το τι μπορούμε να κάνουμε με τους Αφρικανούς εταίρους μας».
Ενώ υπογράμμισε μια νέα μονάδα επεξεργασίας νικελίου στην Τανζανία, η Harris είπε ότι το έργο θα προμηθεύει τις ΗΠΑ και άλλες αγορές μέχρι το 2026 και ότι «θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, στη δημιουργία ανθεκτικών παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού και στη δημιουργία νέων βιομηχανιών και θέσεων εργασίας».
Αυτή η συνεργατική προσέγγιση επαίνεσε ο κ. Malpass, ο οποίος είπε ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου ήταν «ίσως υγιής για τις αναπτυσσόμενες χώρες», καθώς παρέχει διαφορετικές επιλογές.
«Αυτό που ενθαρρύνω έντονα είναι να είναι διαφανείς στα συμβόλαιά τους.
Αυτό ήταν ένα από τα προβλήματα• αν γράψετε ένα συμβόλαιο και πείτε «αλλά μην το δείξετε σε κανέναν άλλο”, αυτό είναι ένα μείον.
Οπότε φύγετε από αυτό».
Και αργότερα ήρθε ο εκβιασμός…. ότι «για τις κυβερνήσεις στην Αφρική, δεν θα έπρεπε να προσφέρουν εξασφαλίσεις ως κίνητρο για να δώσουν ένα δάνειο, επειδή το ‘’κλειδώνει΄΄ για γενιές.
Αυτό συμβαίνει με την Κίνα».
Οι επισημάνσεις αυτές δείχνουν την αγωνία της Δύσης να προλάβει την χειραφέτηση των φτωχών υπανάπτυκτων κρατών μέσα από τη συμμετοχή τους στον ανταγωνιστικό οικονομικό χώρο που διαμορφώνεται υπό την ηγεσία της Ρωσίας και της Κίνας και της ομάδας των BRICS.
H στρατηγική του Πεκίνου
Το Πεκίνο έχει γίνει μια από τις μεγαλύτερες πηγές δανείων προς τις αναπτυσσόμενες οικονομίες τα τελευταία χρόνια.
Μια νέα μελέτη με από το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία δείχνει ότι παγκοσμίως η Κίνα δάνεισε 185 δισεκατομμύρια δολάρια (150 δισεκατομμύρια λίρες) σε προγράμματα διάσωσης σε 22 χώρες μεταξύ 2016 και 2021.
Σε συνέντευξη Τύπου αυτή την εβδομάδα, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών Mao Ning δήλωσε ότι η Κίνα «σέβεται τη βούληση των σχετικών χωρών, δεν ανάγκασε ποτέ κανένα μέρος να δανειστεί χρήματα, δεν ανάγκασε ποτέ καμία χώρα να πληρώσει, δεν θα επιβάλει πολιτικούς όρους στις δανειακές συμφωνίες και να μην επιδιώκει κανένα πολιτικό συμφέρον».
Ο υπουργός Οικονομικών της Γκάνας Ken Ofori-Atta ταξίδεψε στο Πεκίνο αυτόν τον μήνα για συνομιλίες σχετικά με την αναδιάρθρωση των αποπληρωμών του χρέους του.
Η χώρα πήρε επίσης μόλις….3 δισ. δολάρια από το ΔΝΤ τον Δεκέμβριο.
Προς όφελος των δανειστών… Η κυνική ομολογία του Malpass
Ο Malpass σε μια εκδήλωση κυνικής ειλικρίνειας επισήμανε ότι τα προβλήματα δεν αφορούν αποκλειστικά την κινεζική χρηματοδότηση, αλλά τα πράγματα βελτιώνονται.
«Αν σκεφτείτε την ιστορία του δυτικού δανεισμού, μερικές φορές δεν είναι προς όφελος των ανθρώπων στις χώρες [που δανείζονται].
Ακόμη και τα δάνεια της Παγκόσμιας Τράπεζας δεν ήταν πάντα το καλύτερο που θα μπορούσαν να είχαν γίνει σε μια χώρα».
«Έτσι, αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε, και νομίζω ότι όλοι πρέπει να προσπαθήσουν να κάνουν, είναι να βελτιώσουμε την ποιότητα του δανεισμού.
«Μία από τις τεχνικές είναι να αποδεσμεύεται το δάνειο, που σημαίνει ότι εάν υπάρχει ένα επενδυτικό σχέδιο, ας πούμε ότι κατασκευάζεται ενες σιδηρόδρομος, περιγράφεται το έργο και ποιο θα είναι το κόστος.
Και στη συνέχεια, χωριστά, ρυθμίζεται τη χρηματοδότηση».
Ανησυχίες για τη εκδήλωση διατροφικής και ενργειακής κρίσης
Ο απερχόμενος πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας ανησυχεί επίσης ότι οι υψηλότερες τιμές των τροφίμων, των λιπασμάτων και της ενέργειας, ως αποτέλεσμα του πολέμους την Ουκρανία, εξαντλούν τους κρατικούς προϋπολογισμούς σε φτωχότερες χώρες.
Αν και αυτό θα μπορούσε να βαθύνει τις οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, είναι ανακούφιση που οι αυξήσεις των τιμών αρχίζουν τώρα να χαλαρώνουν.
«Η άμεση κρίση έχει τελειώσει, αλλά ένα πράγμα που έχει απομείνει είναι ότι οι χώρες δεν χρησιμοποίησαν αρκετό λίπασμα, με αποτέλεσμα το έδαφος τους να εξαντλείται. Επομένως, οι αποδόσεις αναμένεται να είναι χαμηλότερες το επόμενο έτος από το κανονικό»
«Λοιπόν, ένας αγρότης που μόλις τα έβγαζε πέρα, δεν πήρε λίπασμα και τώρα η γη της δεν είναι τόσο παραγωγική.
Και λοιπόν από πού θα προέλθει η τροφή για την οικογένεια και την κοινότητα; Αυτό είναι το μεγάλο άμεσο πρόβλημα.
Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να βοηθήσουμε τις χώρες απευθείας με λιπάσματα [και] με τρόφιμα».
Πολλές από τις φτωχότερες οικονομίες του κόσμου έχουν πληγεί σκληρά από τις υψηλότερες τιμές των τροφίμων ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία.
Αύξηση της ακραίας φτώχειας
Η Παγκόσμια Τράπεζα ανησυχεί ότι αυτές οι προκλήσεις θα επιδεινώσουν την πρώτη αύξηση του παγκόσμιου ποσοστού ακραίας φτώχειας – οι άνθρωποι τα βγάζουν πέρα με λιγότερο από 1,90 δολάρια την ημέρα. Ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού αυξήθηκε από 8,4% σε 9,3%
Ο κορυφαίος αναπτυξιακός οργανισμός του πλανήτη ελπίζει ότι οι επικείμενες κοινές εαρινές συναντήσεις με το ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον θα τον βοηθήσουν να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα για να αντιμετωπίσει τη βασική του αποστολή.
«Η φιλοδοξία υπάρχει», λέει ο κ. Malpass, «αλλά οι ανάγκες είναι πολύ μεγαλύτερες από το ποσό των ροών» των χρημάτων που εισέρχονται.