Παραμονές της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και στην Άγκυρα οι κυβερνώντες αναζητούσαν τρόπους προκειμένου να αλλάξει η εικόνα της χώρας προς τη διεθνή κοινότητα. Τα ανοίγματα προς διάφορες κατευθύνσεις είχαν ένα θετικό αντίκτυπο αλλά δεν έδειχναν να φέρνουν εκείνη την αλλαγή δεδομένων που η τουρκική ηγεσία θα επιθυμούσε. Μάλλον ήταν κινήσεις που ικανοποιούσαν μερίδα του εσωτερικού ακροατηρίου παρά τον έξω κόσμο.
Τα γεγονότα στην Ουκρανία και η αδυναμία της διεθνούς κοινότητας να σταματήσει την ρωσική επίθεση ήρθε να λειτουργήσει ως από μηχανής θεός στην τουρκική προσπάθεια να κερδίσει πόντους στο διεθνές επίπεδο. Κάτι που σε κατοπινό στάδιο η Άγκυρα ελπίζει να μετατρέψει σε αλλαγή της οικονομικής κατάστασης στη χώρα και στην διαφοροποίηση της παρούσας κατάστασης πραγμάτων στο διάλογο με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλες αυτές οι κινήσεις της Τουρκίας, που πολλοί σε Λευκωσία και Αθήνα θεωρούν πως είναι απλώς δημόσιες σχέσεις, δεν είναι ή μπορεί να είναι άσχετες με εξελίξεις που αφορούν και την κατάσταση πραγμάτων στο Κυπριακό και τα ενεργειακά.
Ο ρόλο της εγγυήτριας
Πέμπτη 17 Μαρτίου και ο τίτλος σε είδηση του πρακτορείου Reuters έγραφε πως “Η Ουκρανία ζητά εγγυήσεις ασφάλειας από την Τουρκία στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής συμφωνίας με τη Ρωσία”. Σύμφωνα με την ανταπόκριση του πρακτορείου από την πόλη Λβιβ “η Ουκρανία θέλει να βρίσκεται και η Τουρκία ανάμεσα στις χώρες που θα προσφέρουν εγγυήσεις ασφάλειας στη χώρα στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με τη Ρωσία για τερματισμό του πολέμου”. Η δήλωση αυτή να προέρχεται από τον υπουργό Εξωτερικών της Ουκρανίας Ντμίτρο Κουλέμπα μετά από συνάντηση με τον Τούρκο ΥΠΕΞ.
Ψάχνοντας μέσα από μια μηχανή αναζήτησης άλλη παρόμοια περίπτωση, δηλαδή κάποιος να ζητά εγγυήσεις από την Τουρκία για την ασφάλεια του, θα βρει μόνο την περίπτωση της Κύπρου. Βεβαίως όσοι εμπλέκονται στις υποθέσεις της Κύπρου γνωρίζουν πολύ καλά πως το ρόλο εγγυητή είναι η Τουρκία που τον επιβάλλει για άλλους λόγους και δεν προκύπτει επειδή το ζητούν οι Τουρκοκύπριοι.
Εάν τελικά η Τουρκία καταφέρει να κερδίσει ρόλο εγγυήτριας στο ουκρανικό ζήτημα τότε οι εξελίξεις θα πρέπει να αναμένεται ότι θα έχουν τον αντίκτυπό τους και στην ατζέντα του Κυπριακού. Πρώτα και κύρια η θέση περί “αναχρονιστικού συστήματος εγγυήσεων” που κέρδισε έδαφος προ και μετά το Κραν Μοντάνα, πλέον εξανεμίζεται.
Λύση στο ουκρανικό με παροχή εξωτερικών εγγυήσεων με την εμπλοκή χωρών και όχι διεθνών οργανισμών αυτομάτως διαγράφει από την ατζέντα τη φράση “αναχρονιστικό σύστημα”, μιας και θα υπάρχει ένα πολύ σύγχρονο και απτό παράδειγμα που ο καθένας θα μπορεί να επικαλείται ως απάντηση στη διαχρονική θέση της κυπριακής κυβέρνηση. Η Λευκωσία θα μπορεί να έχει το κεφάλι της ήσυχο, σ’ ότι αφορά το κεφάλαιο εγγυήσεις, εάν τελικά η όποια συμφωνία ειρήνευσης στην Ουκρανία μπει κάτω από την ομπρέλα ενός διεθνούς οργανισμού. Αν και φαίνεται δύσκολο αυτό καθώς οι οργανισμοί που θα μπορούσα να προσφέρουν αυτή την ομπρέλα είτε δεν τυγχάνουν ρωσικής αποδοχής (ΕΕ, ΝΑΤΟ κλπ) είτε η ίδια η Ρωσία μπορεί να μπλοκάρει αποφάσεις (Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ).
Η κοινή λογική λέει πως η ομπρέλα προστασίας της Ουκρανίας στην μεταπολεμική περίοδο θα αναζητηθεί είτε από ομάδα κρατών χωριστά είτε από ένα οργανισμό που θα δημιουργηθεί με συγκεκριμένη αποστολή. Και στις δύο περιπτώσεις η Τουρκία θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ενεργειακός κόμβος
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε μια σειρά συναντήσεων το τελευταίο διάστημα, και ιδιαίτερα από την αρχή του μήνα, που στόχευαν πρωτίστως στην αλλαγή της εξωτερικής του εικόνας και κατ’ επέκταση να επιφέρουν πολιτικά και οικονομικά οφέλη στην Τουρκία. Η συνάντηση των Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Ισαάκ Χέρτζογκ στην Άγκυρα θα μπορούσε να θεωρηθεί η σημαντικότερη επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε τον τελευταίο μήνα στην Τουρκία. Ήταν η πρώτη επίσκεψη Ισραηλινού Προέδρου μετά από χρόνια, είναι η προσπάθεια αναθέρμανσης των σχέσεων των δύο χωρών. Η επίσκεψη Χέρτζογκ στην Τουρκία έσπασε τον πάγο αλλά δεν άλλαξε ή ενδέχεται να αλλάξει άρδην τις σχέσεις των δύο χωρών βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα.
Πιο σημαντική ως προς την αναζήτηση άμεσων αποτελεσμάτων θα μπορούσε να θεωρηθεί η επίσκεψη του Γερμανού Καγκελάριου, Όλαφ Σολτζ. Μια επίσκεψη η οποία μπορεί να αποδώσει καρπούς τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Που είναι αυτό που θέλει σήμερα ο Ερντογάν. Στις δηλώσεις τους οι δύο ηγέτες αφού αναφέρθηκαν σε ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος άγγιξαν και ένα ζήτημα που αφορά αμφότερες Τουρκία και Γερμανία. Ο Ερντογάν θέλει τη χώρα του να μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο και ο Σουλτς θέλει με κάθε τρόπο να διατηρήσει ανοικτή τη στρόφιγγα παροχής φυσικού αερίου στα γερμανικά νοικοκυριά.
Και έχον ιδιαίτερη βαρύτητα οι τοποθετήσεις Σολτς σ’ ότι αφορά το κεφάλαιο ενέργεια και ειδικότερα όταν ο Γερμανός καγκελάριος αναφέρεται στη σημασία της συνεργασίας Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας στον ενεργειακό τομέα: “Η συνεργασία στον τομέα της ενέργειας, είναι πολύ σημαντική όχι μόνο για την Γερμανία και την Τουρκία, αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία”.
Είναι μια δήλωση η οποία δίνει από γερμανικής πλευράς ένα ρόλο που η Τουρκία έψαχνε αλλά δεν φαινόταν να κερδίζει. Να έχει ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Η Τουρκία βλέπει ξαφνικά να κερδίζει από την προσπάθεια της Ευρώπης να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο. Κέρδος που δεν έχει να κάνει μόνο με αυτόν καθ’ αυτόν τον ενεργειακό τομέα. Όταν ο Όλαφ Σολτς αναφέρεται στη σημασία της συνεργασίας ΕΕ-Τουρκίας αυτό δεν περιορίζει τη θεματολογία μόνο στα ενεργειακά. Αγγίζει όλη την ατζέντα των ευρωτουρκικών.
Το χαρτί ουκρανική κρίση σε συνδυασμό με τις ενεργειακές ανάγκες της ΕΕ θα αποδειχθεί και πάλι ισχυρό για την Τουρκία ειδικότερα στο αμέσως επόμενο διάστημα κατά τη συζήτηση των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών. Και η Λευκωσία δεν θα έχει εύκολη δουλειά αυτή τη φορά όταν θα στραφεί προς τους εταίρος της για να αναζητήσει στήριξη σ’ ότι αφορά τουρκικές προκλήσεις σε βάρος ενός κράτους μέλους της ΕΕ εντός, κατά τα άλλα, ευρωπαϊκού χώρου. Αντίθετα θα έχει και πάλι να αντιμετωπίσει ένα κλίμα από τα παλιά με πρωταγωνιστή την Γερμανία, η οποία ούτως ή άλλως εμπόδιζε τις όποιες τιμωρητικές αποφάσεις εναντίον της Τουρκίας.
Οικονομική στήριξη από την Ουάσιγκτον
Την περασμένη Τρίτη η τουρκική εφημερίδα Γενί Σαφάκ (πηγή ΓΤΠ) φιλοξενούσε συνέντευξη του Αμερικανού πρέσβη Τζέφρι Φλέικ από την οποία κανείς μπορεί να εξάξει χρήσιμα συμπεράσματα κυρίως σ’ ότι αφορά το κεφάλαιο τουρκική οικονομία. Σημειώνοντας πως “ο πόλεμος αλλάζει τα εμπορικά ισοζύγια” ο Αμερικανός πρέσβης προχώρησε στο να δώσει ένα στίγμα που σίγουρα θα κάνει τους Τούρκους ηγέτες να τρίβουν τα χέρια τους με ικανοποίηση, βλέποντας και σ’ αυτό τον τομέα κέρδος από τον ουκρανικό πόλεμο.
Σύμφωνα με τον Φλέικ διεθνείς εταιρίες που φεύγουν από τη Ρωσία λόγω των κυρώσεων αναζητούν νέες διευθύνσεις. Ανέφερε ότι κάπου 5 χιλιάδες αμερικανικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία βρίσκονται σε αναζήτηση νέων διευθύνσεων. Και σύμφωνα με τον Αμερικανό διπλωμάτη προς όλες αυτές τις εταιρείες που φεύγουν από τη Ρωσία τους υποδεικνύεται ως νέα διεύθυνση η Τουρκία. Η όλη προσπάθεια ενισχύεται και από την επίσκεψη του αμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου.
Η μαζική κάθοδος αμερικανικών εταιρειών σημαίνει πολλά για την τουρκική οικονομία και ότι καλύτερο για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καθώς ετοιμάζει την μεγάλη το αντεπίθεση για τις εκλογές του 2023.
Συνέπειες για το Κυπριακό
Η αναβάθμιση της κατοχικής Τουρκίας, που αξιοποίησε τον πόλεμο στην Ουκρανία, δημιουργεί νέα δεδομένα και έχει ανοίξει την… όρεξη του Ερντογάν, ο οποίος θέτει ήδη αξιώσεις και ζητά ανταλλάγματα. Η Άγκυρα, που προσπάθησε και κατάφερε να λειτουργήσει ως ενδιάμεση δύναμη μεταξύ Ρωσίας και δυτικών, επιχειρεί να διαδραματίσει ρόλο αυτόνομης περιφερειακής δύναμης επενδύοντας στην επόμενη ημέρα του πολέμου, για ολοκλήρωση των διαχρονικών σχεδιασμών της στην ευρύτερη περιοχή. Ο ρόλος του “μεσολαβητή”, το γεγονός ότι φιλοξένησε τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας και Ουκρανίας —χωρίς αποτέλεσμα—, την κατέστησε μέρος της μεγάλης εικόνας. Είναι μέρος της κρίσης, από την πλευρά, ωστόσο, εκείνων που δεν θα έχουν κόστος αλλά κέρδος.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως όσο περνά ο καιρός και η κρίση συνεχίζεται και χωρίς να αναμένει το τέλος του πολέμου, η κατοχική Τουρκία σπεύδει να θέσει κατάλογο απαιτήσεων.
Τα ανταλλάγματα της Άγκυρας φαίνεται να εστιάζονται, μεταξύ άλλων, στα εξής σε σχέση με την Κύπρο και τα ευρωτουρκικά:
Πρώτο, αναφορικά με το Κυπριακό, να ικανοποιηθεί η αξίωσή της για κυριαρχία (κυριαρχική ισότητα και ίσο διεθνές καθεστώς). Πρόκειται για μία αξίωση, που έχει διατυπωθεί από τουρκικής πλευράς και τίθεται ως προϋπόθεση για να επαναρχίσει η διαπραγμάτευση. Οι θέσεις αυτές, που βρίσκονται στο τραπέζι, βρίσκουν έδαφος στους διάφορους τρίτους ενώ υπάρχουν και οι “καλοθελητές”, που, όπως και στο παρελθόν, σπεύδουν να τοποθετήσουν στο “καλάθι με τα δώρα” και αξιώσεις που αφορούν το Κυπριακό. Στα πλαίσια αυτά δεν αποκλείεται και η παρουσίαση και κάποιων συμβιβαστικών φόρμουλων από εν δυνάμει μεσολαβητές —όπως συνηθίζουν άλλωστε να κάνουν— τις οποίες θα παρουσιάσουν μόλις το Κυπριακό βγει από τον “πάγο”. Είναι δε σαφές από παρασκηνιακές συζητήσεις ότι “είναι δυνατό να προκύψει μια διατύπωση, που θα ικανοποιεί την τουρκική πλευρά”.
Δεύτερο, στα ενεργειακά η κατοχική Τουρκία θέλει διακαώς ρόλο και λόγο στον τομέα αυτό, ενώ στην ατζέντα επανέρχεται η “όδευση” με αγωγό μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου. Επί τούτου η Άγκυρα επενδύει στην επαναπροσέγγιση με το Ισραήλ, ενώ επιχειρεί να εμπλέξει και αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Είναι και μια περίοδος κατά την οποία οι σχέσεις με την Ουάσινγκτον αναθερμαίνονται και φαίνεται πως τούτο το αξιοποιεί πλήρως το καθεστώς Ερντογάν. Σημειώνεται συναφώς ότι η Άγκυρα είχε πολεμήσει μανιωδώς την εξουδετέρωση του σχεδίου για την κατασκευή του αγωγού EastMed και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι συντάχθηκε το γνωστό non paper από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, με το οποίο ενημέρωνε τις εμπλεκόμενες χώρες ότι το έργο δεν πρέπει να γίνει! Αυτή η κίνηση προφανώς και ήθελε να ικανοποιήσει την Άγκυρα, που πανηγύρισε μετά τη δημοσιοποίησή του.
Τρίτο, με την “ωραιοποίηση” από την Ε.Ε. της τουρκικής στάσης στο Ουκρανικό και την ανοχή, που επιδεικνύεται στην… επιτήδεια ουδετερότητά της, την άρνησή της να υλοποιήσει τις κυρώσεις, η Άγκυρα διαμηνύει πως επιθυμεί την επανεκκίνηση της ενταξιακής της πορείας. Αλλά και την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, που είχε τεθεί και πριν τον πόλεμο, όταν η Λευκωσία απέσυρε τις κυρώσεις και επανέφερε τα ΜΟΕ. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, με τους οποίους συζητούσε η κυπριακή πλευρά, ήθελαν περισσότερη “ευελιξία” ζητώντας να συναινέσει η Λευκωσία στην αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης με την Τουρκία. Θεωρήθηκε δε πως μια τέτοια κίνηση από πλευράς της Λευκωσίας θα ήταν δέλεαρ για την κατοχική δύναμη. Την ίδια ώρα, η Άγκυρα έχει αιτηθεί για συμμετοχή ενός προγράμματος στρατιωτικής κινητικότητας, της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (PESCO). Βεβαίως αυτή η συμμετοχή εξαρτάται και από τη συναίνεση ή όχι της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σε ό,τι αφορά τους Αμερικανούς, κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας Μπάιντεν- Ερντογάν, που έγινε για να “συγχαρεί” ο Αμερικανός Πρόεδρος τη στάση της Άγκυρας στο Ουκρανικό και τη μεσολάβησή της, ο Τούρκος ομόλογός του βρήκε χρόνο να θέσει επί τάπητος λίστα απαιτήσεων (π.χ. τα F-35).
Είναι προφανές πως η Λευκωσία θα βρεθεί μπροστά σε νέα δεδομένα με την αναβάθμιση της κατοχικής δύναμης, αλλά και με το γεγονός ότι από αυτό τον πόλεμο, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος, κερδίζει έδαφος ο αναθεωρητισμός. Και τούτο λειτουργεί μόνο υπέρ των ισχυρών κρατών, που έχουν ηγεμονικές, επεκτατικές βλέψεις, όπως είναι η Τουρκία.
Πηγή: philenews