Δυναμική διπλωματική ανάκαμψη του Ερντογάν

772
καλπάζει στις δημοσκοπήσεις

Οι γεωπολιτικές αναταράξεις που έχουν δρομολογηθεί και συμπυκνώθηκαν πρόσφατα στην επιστροφή των Ταλιμπάν στην Καμπούλ, αλλά και οι εσωτερικές πιέσεις που φέρουν την κυβερνητική συμμαχία σε ραγδαία δημοσκοπική υποχώρηση, οδηγούν για άλλη μία φορά τον Ταγίπ Ερντογάν σε μια πορεία την οποία γνωρίζει καλά: την φυγή προς τα εμπρός. Κίνηση η οποία στο διπλωματικό πεδίο συνεπάγεται φρενήρη κινητικότητα σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα, με την προσπάθεια προσεταιρισμού παραδοσιακών εχθρών και δυσαρεστημένων συμμάχων.

Ποιος “δικτάτορας”;

Η αρχή έγινε με τον Μάριο Ντράγκι, με τον οποίο ο ισχυρός άντρας της Άγκυρας είχε την Τετάρτη, κατόπιν πρωτοβουλίας του δεύτερου, την πρώτη του τηλεφωνική επικοινωνία αφότου ο πρωθυπουργός της Ιταλίας αποκάλεσε τον Τούρκο πρόεδρο “δικτάτορα”, προκαλώντας τον Απρίλιο ψυχρότητα στις διμερείς σχέσεις. Αφορμή για τη συνδιάλεξη αυτή στάθηκε η αφγανική κρίση, όμως η συζήτηση των δύο ηγετών στράφηκε και στα θέματα της Λιβύης, της ενίσχυσης της οικονομικής συνεργασίας, της “στάσης αρχών” που, κατά την τουρκική προεδρία, κρατά η Ιταλία στο ζήτημα της ευρωπαϊκής διεύρυνσης, για να ολοκληρωθεί με πρόσκληση του Ντράγκι στον Ερντογάν να παραστεί στη Σύνοδο της G20 που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο στη Ρώμη υπό ιταλική προεδρία.

Επόμενος σταθμός: ΗΠΑ

Μέχρι τότε ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας αναμένεται να έχει πραγματοποιήσει ένα ακόμα πιο σημαντικό ταξίδι. Από τις 19 έως τις 22 Σεπτεμβρίου ο Τούρκος πρόεδρος θα βρίσκεται στις ΗΠΑ, με την ευκαιρία της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο και για μια ενδεχόμενη συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, η οποία πάντως δεν έχει έως τώρα επιβεβαιωθεί.

Αν το ραντεβού αυτό υλοποιηθεί, θα αποτελεί το follοw up στη συνάντηση των δύο ηγετών τον Ιούνιο, στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, όπου περίσσεψαν οι θερμές δηλώσεις, αλλά απουσίασαν χαρακτηριστικά οι συγκεκριμένες καταλήξεις για τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος, που παραμένουν εκκρεμή, όπως αυτό των ρωσικών συστημάτων S-400 που έχει προμηθευτεί η Τουρκία παρά τις αντιδράσεις των συμμάχων της.

Επίθεση φιλίας στον Καύκασο

Την ίδια στιγμή, οι ρωσοτουρκικές σχέσεις προχωρούν εν πολλοίς αδιατάρακτα, παρά, λ.χ., τις τριβές που δημιουργεί η εμπλοκή της Άγκυρας στην ουκρανική κρίση, σε ρόλο στρατιωτικού προμηθευτή του Κιέβου και πάτρωνα της ταταρικής μειονότητας της Κριμαίας, γεγονός που οδήγησε σε σκληρές δηλώσεις τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου. Παρ’ όλα αυτά, η ρωσική πλευρά προανήγγειλε ήδη από τον Αύγουστο ότι οι δύο χώρες διαπραγματεύονται την αγοραπωλησία και νέας παρτίδας αντιαεροπορικών S-400, ενώ θεαματικά είναι και τα όσα εκτυλίσσονται στον Καύκασο, παραδοσιακά χώρο της ρωσικής επιρροής.

Η πρόσφατη διεξαγωγή κοινών στρατιωτικών ασκήσεων ανάμεσα στην Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν εικονογραφεί χαρακτηριστικά τον βαθμό εξάρτησης που έχει αναπτύξει το Μπακού απέναντι στην Άγκυρα, σε εφαρμογή και του δόγματος “ένα έθνος, δύο κράτη”. Όμως, παρά την τουρκική εμπλοκή στον περσινό αζερο-αρμενικό πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, η διπλωματία της Άγκυρας επιχειρεί, και μάλιστα με τις ευλογίες της Μόσχας, διατυπωμένες από τον Σεργκέι Λαβρόφ, να εξισορροπήσει τη στάση της, επιδιώκοντας αποκατάσταση των σχέσεων με τη Δημοκρατία της Αρμενίας.

Ήδη η Αρμενία άνοιξε τον εναέριο χώρο της στις τουρκικές αερογραμμές για τις απευθείας πτήσεις της προς Μπακού, ενώ η κυβέρνηση του Νικόλ Πασινιάν δηλώνει έτοιμη για ομαλοποίηση των σχέσεων με την Άγκυρα “δίχως προϋποθέσεις” και από την πλευρά του ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται έτοιμος να ανταποκριθεί, αν η προσφορά είναι ειλικρινής.

Υπενθυμίζεται ότι οι δύο χώρες κρατούν κλειστά τα σύνορά τους και δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις, ενώ το Πρωτόκολλο της Ζυρίχης, που υπογράφηκε το 2009 για τη συμφιλίωσή τους, δεν υλοποιήθηκε ποτέ και εννέα χρόνια μετά ακυρώθηκε από το Ερεβάν. Τυχόν ευόδωση των προσπαθειών αυτήν τη φορά θα βοηθήσει οικονομικά τις μεθοριακές περιοχές της Αρμενίας και πολιτικά τον Πασινιάν, ώστε να μην εξαρτάται αποκλειστικά από τη Μόσχα, ενώ για την Τουρκία θα σημαίνει το ανεμπόδιστο ξεδίπλωμα της επιρροής της σε όλο τον Νότιο Καύκασο.

Το δύσκολο ερώτημα των σχέσεων με τον αραβικό κόσμο

Όμως οι πιο περίπλοκες και πιο κρίσιμες διαπραγματεύσεις είναι αυτές που αφορούν τις σχέσεις της Τουρκίας με τον αραβικό κόσμο.

Ήδη στις 31 Αυγούστου ο Ταγίπ Ερντογάν είχε “εγκάρδια” τηλεφωνική συνομιλία με τον πρίγκιπα διάδοχο και ισχυρό άνδρα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Μοχάμεντ μπιν Ζάγιεντ, ο οποίος μέχρι πρότινος μπορούσε να θεωρηθεί ως ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός της Άγκυρας, των συμμάχων της στο Κατάρ και της υπό την προστασία τους Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Προφανώς ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Ζάγιεντ εκτιμά, στο φόντο της αμερικανικής αποχώρησης από το Αφγανιστάν και της ανάληψης της εξουσίας από τους συντηρητικούς στην Τεχεράνη, ότι αποτελεί πολυτέλεια η διατήρηση ρηγμάτων στο εσωτερικό του σουνιτικού κόσμου και η διαιώνιση της βεντέτας με τη δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, ο επιτυχημένος τρόπος με τον οποίο Κατάρ και Τουρκία παρεμβλήθηκαν στην αφγανική κρίση (με το εμιράτο να φιλοξενεί τις προηγηθείσες συνομιλίες ΗΠΑ-Ταλιμπάν και τη γείτονα να διαπραγματεύεται τη διαχείριση του αεροδρομίου της Καμπούλ) καθιστά το “δίδυμο” ιδεώδη μεσολαβητή της σχέσης των αραβικών μοναρχιών (και όχι μόνο) με τη νέα κατάσταση στην Κεντρική Ασία.

Με Αίγυπτο και Συρία

Η εκτόνωση της κρίσης μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων είναι λογικό να συμπαρασύρει και την Αίγυπτο, στενό σύμμαχο του Άμπου Ντάμπι. Έτσι, την Τρίτη και Τετάρτη πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα η δεύτερη κατά σειρά μετά τον Μάιο συνάντηση αντιπροσωπιών Τουρκίας και Αιγύπτου, με στόχο την αποκατάσταση των σχέσεων που έχουν διαταραχθεί μετά το πραξικόπημα Σίσι, τις τριβές ως προς τις θαλάσσιες δικαιοδοσίες στην Ανατολική Μεσόγειο και κυρίως την τουρκική εμπλοκή στην κρίση της Λιβύης. Οι διαπραγματεύσεις προχωρούν αργά, αλλά οι δύο πλευρές κατέγραψαν την κοινή επιθυμία να υπάρξει πρόοδος.

Την εικόνα συμπληρώνουν οι πληροφορίες περί επικείμενης συνάντησης στη Βαγδάτη (για πρώτη φορά έπειτα από εκείνη των αρχών του 2020 στη Μόσχα) ανάμεσα στον επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών Χακάν Φιντάν και τον Σύρο ομόλογό του Αλί Μαμλούκ, με στόχο όχι μόνο τη συνεννόηση περί θεμάτων μετανάστευσης (όπου η Τουρκία εμφανίζεται πλέον περισσότερο δυσανεκτική) και τρομοκρατίας, αλλά τη συνολική αναβάθμιση των πολιτικών σχέσεων με τη χώρα του Άσαντ. Πρόκειται ασφαλώς για κίνηση την οποία ενθαρρύνει το κλίμα βελτίωσης των σχέσεων με τα λοιπά αραβικά κράτη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας