Σαν σήμερα 22 του Μάη του 2005 έφυγε από τη ζωή ο Χαρίλαος Φλωράκης σε ηλικία 91 χρονών.
Θέλω κάποτε να βρω το χρόνο να γράψω για τον Χαρίλαο Φλωράκη, τον δικό μας αλησμόνητο Χαρίλαο.
Έζησα και αγωνίστηκα χρόνια δίπλα του και είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους από τους οποίους διδάχθηκα πάρα πολλά.
Στην πραγματικότητα είχα δύο μεγάλους δασκάλους, ο ένας από αυτούς ήταν ο Χαρίλαος και ο άλλος ο Νίκος Βουλγαρίδης, άγνωστος στους πολλούς, γνωστός, κυρίως, μόνο στην παλιά ιστορική παρέα της πλατεία Μαβίλη, στα χρόνια της δικτατορίας. Μεγάλη ιστορία και αυτή!
Πίσω από τον Χαρίλαο Φλωράκη, όπως από την πολιτική του παρουσία τον ξέρουν οι πολλοί, υπήρχε ένας άλλος “άγνωστος” Χαρίλαος. Ο ανθρώπινος Χαρίλαος και ο Χαρίλαος που γεννήθηκε, έζησε και πέθανε ως αντάρτης.
Είναι ο Χαρίλαος που ως αντάρτης ζήτησε με την “Μακρυγιαννική” διαθήκη του, με την απλή, λαϊκή, παραστατική γλώσσα του, τα πραγματικά Ελληνικά που κινδυνεύουν να χαθούν, ζήτησε να επιστρέψει μετά τον θάνατό του, στο χωριό του και να ταφεί στον Αηλιά για να’χει αγνάντιο.
Έγραφε στην ολίγων σειρών διαθήκη του” θέλω να επιστρέψω και να ταφώ στον τόπο που γεννήθηκα στο Παλιοζογλώπι και συγκεκριμένα στον Αηλιά για να’χω αγνάντιο. Ο τάφος να είναι απλός, μόνο να φραχτεί για να μην με ξεχώσουν τ’ αγρίμια“.
Όσοι έχουν πάει στον Αηλιά, απορούν με την τελευταία επιθυμία του Χαρίλαου, γιατί ο Αηλιάς δεν έχει αγνάντιο. Αυτό που βλέπεις από τον Αηλιά, είναι ένα δασωμένο ύψωμα που σου φράζει την θέα και δεν έχεις μακρινή ορατότητα.
Οι παλιοί εξηγούν την επιθυμία του Χαρίλαου, λέγοντας ότι το αγνάντιο για το οποίο μίλαγε, ήταν το παλιό αντάρτικο λημέρι, ψηλά στο δασωμένο ύψωμα, από το οποίο γινόταν η διακίνηση οπλισμού και τροφίμων για τις αντάρτικες ομάδες στα Άγραφα και σχεδόν σε όλα τα βουνά της Στερεάς.
Ο Χαρίλαος ήθελε και στην τελευταία ζωή του να αισθάνεται αντάρτης.
Το απόσπασμα που παραθέτουμε από την διήγηση του Χαρίλαου Φλωράκη με το οποίο επικρίνει τη Συμφωνία παράδοσης της Βάρκιζας, έχει μεγάλη ιστορική σημασία.
Ο Χαρίλαος έφυγε στις 22 του Μάη.
Την προηγουμένη, στις 21 Μαΐου του 1942, ο πρωτοκαπετάνιος Άρης Βελουχιώτης όρκιζε τους πρώτους μαχητές του ΕΛΑΣ στη Σπερχειάδα, στην σχεδόν εγκατελειμμένη, αλλά ακόμα όρθια, Καλύβα του Στεφανή.
Ο όρκος που έδωσε η πρώτη αυτή αντάρτικη ομάδα στη Ρούμελη, ήταν γραμμένος από τον ίδιο τον Άρη Βελουχιώτη και έγινε ο όρκος των μαχητών του ΕΛΑΣ.
Ο όρκος αυτός, κατέληγε επί λέξει: “υπόσχομαι να δοξάζω και να τιμήσω το όπλο που κρατώ και να μην το παραδώσω αν δεν ξεσκλαβωθεί η πατρίδα μου και δεν γίνει ο λαός νοικοκύρης στον τόπο του“.
Και όμως, με τη Συμφωνία της Βάρκιζας οι μαχητές του ΕΛΑΣ πήραν την ντροπιαστική διαταγή να παραδώσουν τα όπλα τους, ενώ η πατρίδα ήταν ακόμα σκλαβωμένη και οι αγωνιστές σε πολλά μέρη της Ελλάδας τελούσαν υπό δίωξη και σαν αγρίμια κρύβονταν στα βουνά για να γλυτώσουν από το μαχαίρι των δοσίλογων .
Είναι πολύ σημαντικό, ότι ο Χαρίλαος Φλωράκης καταγγέλλει τη Συμφωνία της Βάρκιζας και ακόμα σημαντικότερο ότι αποκαλύπτει πως κανένας από τους Καπετάνιους που πρωτοστάτησαν στο αντάρτικο του ΕΛΑΣ, δεν ρωτήθηκε για την συνομολόγησή της.
Περιττό να πούμε ότι ο μόνος που τότε όχι μόνο κατάγγειλε αλλά και αντιστάθηκε έμπρακτα στην “προδοτική” Συμφωνία της Βάρκιζας και κυνηγημένος και απομονωμένος από εχθρούς και φίλους αυτοκτόνησε στη Μεσούντα της Άρτας, ήταν ο πρωτοκαπετάνιος Άρης Βελουχιώτης.
Τιμή και δόξα στον Άρη και στον Χαρίλαο! Γρήγορα θα’ρθει η ώρα που θα ξεσκλαβωθεί η πατρίδα μας και ο λαός θα γίνει νοικοκύρης στον τόπο του από αγωνιστές που τώρα δεν θα ξαναπαραδόσουν τα “όπλα” τους!
Παναγιώτης Λαφαζάνης
Στη συνέχεια παραθέτουμε απόσπασμα από την διήγηση του Χαρίλαου Φλωράκη σχετικά με τη Συμφωνία της Βάρκιζας:
Χαρίλαος Φλωράκης: Την είχαμε την εξουσία και τη δώκαμε
“Μετά την ανακωχή προχωρήσανε για μια γενικότερη συμφωνία, η οποία εκφράστηκε με τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Νομίζω ότι αυτό κι αν ήταν μεγάλο λάθος. Εκεί ήταν απαράδεκτες οι υποχωρήσεις εκ μέρους του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, διότι ουσιαστικά τα παραδώσανε όλα στην αστική τάξη.
Η στραβή γραμμή
Αλλά τα πράγματα δεν ήταν έτσι με τους Εγγλέζους, όπως τα αντιμετώπιζε η καθοδήγηση, και μάλιστα όταν είχαμε μαζί μας ένα τέτοιο πλατύ κίνημα λαού. Ήταν σε λαθεμένη γραμμή. Και το λέω αυτό γιατί έχουμε το παράδειγμα της Αλβανίας, τότε που ο Χότζα δήλωσε στους Εγγλέζους «Μην πλησιάσετε γιατί θα σας χτυπήσω», κι αυτοί δεν τόλμησαν να πάνε. Κι ούτε στην Αλβανία μπήκε ο Κόκκινος Στρατός, ώστε να πούμε ότι αυτός στάθηκε το στήριγμα του Χότζα για την αποφασιστικότητα που έδειξε στην καίρια στιγμή. Πολύ περισσότερο εμείς που είχαμε απελευθερώσει όλη σχεδόν την Ελλάδα. Τι κρατούσαν αυτοί; Το κέντρο της Αθήνας και την περιοχή γύρω γύρω από τη Μεγάλη Βρετανία. Για να πήγαινες στο Παγκράτι έπρεπε να έχεις την άδεια από το Φρουραρχείο του ΕΛΑΣ. Αλλά τότε υπήρχε η αντίληψη ότι, είτε μας αρέσουν οι Εγγλέζοι είτε όχι, δεν μπορούμε να κάνουμε δίχως αυτούς. Αυτό έφτανε. Άμα ξεκίναγες έτσι, από κει και πέρα θα πάλευες για να βρεις μια συμβιβαστική λύση όσο το δυνατόν καλύτερη. Αλλά όσο καλή λύση κι αν ήτανε, θα είχες τον Εγγλέζο στο κεφάλι σου! Ενώ εμείς την είχαμε την εξουσία. Την είχαμε και την παραδώκαμε…
Το 1960, όταν περνούσα από δίκη στο Στρατοδικείο, στην Αθήνα, όλοι οι μάρτυρες κατηγορίας λέγανε στη σειρά, σαν να ήταν μιλημένοι:
«Οι κομμουνιστές δεν κάνανε εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, κάνανε αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας. Αυτός ήτανε ο στόχος τους».
Το ‘πε ο πρώτος, ο δεύτερος, ο τρίτος… Θύμωσα καθώς τους άκουα να το επαναλαμβάνουν. Πετάχτηκα κι εγώ επάνω από τη θέση που καθόμουνα:
«Επιτέλους, κύριε πρόεδρε», είπα, «εμείς ποια εξουσία να καταλάβουμε; Εμείς την είχαμε την εξουσία…»
«Ας μην τη δίνατε τότε» μου απάντησε ο πρόεδρος, Φραδέλος Ανδρεόπουλος τ’ όνομά του, συνταγματάρχης της στρατιωτικής δικαιοσύνης.
«Αυτό ήτανε και το λάθος μας» του λέω.
«Κάθισε τότε κάτω, Φλωράκη, και πλήρωνε…» μου απάντησε.
Έτσι ήταν. Την είχαμε την εξουσία και τη δώκαμε. Και μετά καθίσαμε και πληρώσαμε τα λάθη μας.
Οι απαράδεκτες υποχωρήσεις
Θα μπορούσα να πω ότι μας χρειαζόταν μια ανακωχή, να τη χρησιμοποιήσουμε για ανασυγκρότηση των δυνάμεών μας και του κόσμου μας, αλλά σίγουρα αυτό δεν ήταν το κύριο. Κατά τη γνώμη μου η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν λαθεμένη. Γιατί με την ανακωχή φτάνεις σ’ ένα σημείο, όταν έχουν δημιουργηθεί μια σειρά από προβλήματα, εκεί δηλαδή που χρειάζεσαι χρόνο για να δεις τα πράγματα. Εδώ όλα εξελίσσονταν σε εμφύλιο πόλεμο. Η ανακωχή μπορεί να ήταν μια προσπάθεια μήπως και βρεθεί κάποια άλλη λύση. Μια λύση που να μη στοιχίσει πολύ και στους δύο. Στους πολέμους η ανακωχή, ιδιαίτερα στους εμφύλιους, είναι πολύτιμη. Γιατί ακόμη και αν δεν βρισκόταν λύση, συνέφερε για την ανασυγκρότηση των δυνάμεών μας. Εμείς όμως χάσαμε κι αυτό το πολύτιμο χρονικό διάστημα άσκοπα.
Μετά την ανακωχή προχωρήσανε για μια γενικότερη συμφωνία, η οποία εκφράστηκε με τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Νομίζω ότι αυτό κι αν ήταν μεγάλο λάθος. Εκεί ήταν απαράδεκτες οι υποχωρήσεις εκ μέρους του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, διότι ουσιαστικά τα παραδώσανε όλα στην αστική τάξη. Εμάς, βέβαια, τους καπεταναίους, που είχαμε δώσει και τη ζωή μας, δεν μας ρώτησε κανένας. Και να ρωτήσουν τι. Αν θέλαμε να πάμε στη Βάρκιζα; Δεν υπήρχε, ούτε μπήκε τέτοιο θέμα. Η καθοδήγηση είχε το λόγο αλλά και την ευθύνη. Το ζήτημα είναι ότι αυτοί που μας εκπροσωπούσαν αποδείχτηκε πως δεν πίστευαν στη δύναμη του λαϊκού κινήματος, στις δικές μας δυνάμεις”.
*Αποσπάσματα από το βιβλίο για τον Χαρίλαο Φλωράκη με τίτλο «Κι σέν’ πώς σ’ λεν;» (συγγραφέας Άννα Παναγιωταρέα, εκδόσεις Καστανιώτη, 2001)