Η “φωνή του προέδρου” μίλησε – ξεκόβοντας κάθε συζήτηση για προσφυγή της Τουρκίας στο ΔΝΤ. Μόνο που αυτή ακριβώς η προοπτική ήταν η μόνη που έδωσε την Πέμπτη μια ανάσα στην διαρκώς εξασθενούμενη λίρα. Και είναι η πιο ρεαλιστική λύση, ώστε μια χώρα χωρίς συναλλαγματικά αποθέματα να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις αυξημένες ανάγκες που δημιουργεί η κρίση του κορονοϊού.
Η προσφυγή στο ΔΝΤ δεν βρίσκεται στην ατζέντα μας και η χώρα δεν την έχει ανάγκη. Αυτό δήλωσε την Κυριακή στο CNN Turk ο Ιμπραχίμ Καλίν, εκπρόσωπος και σύμβουλος του Ταγίπ Ερντογάν. Η απαρέσκεια του Ταγίπ Ερντογάν προς το ΔΝΤ είναι καταγεγραμμένη και οφείλεται στην προηγούμενη εμπειρία της Τουρκίας, καθώς το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης πρωτοήρθε στα πράγματα το 2002 ακριβώς για να διαχειριστεί το πρόγραμμα του Ταμείου εξαιτίας του οποίου είχε σαρωθεί το προηγούμενο πολιτικό σκηνικό. Οποιαδήποτε “επιστροφή στην αφετηρία” θα ήταν για τον Ερντογάν μέγιστη πολιτική ταπείνωση. Όπως έχει δηλώσει ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας, “το κεφάλαιο ΔΝΤ έχει κλείσει για εμάς οριστικά και δια παντός”.
Και όμως, μέχρι τις δηλώσεις Καλίν, υπήρχαν ενδείξεις, ενισχυόμενες και από δημοσιεύματα του φιλοκυβερνητικού Τύπου, ότι ο Ερντογάν ετοιμάζεται να σπάσει το ταμπού. Και ήταν αυτές που προκάλεσαν την άνοδο της ισοτιμίας του τουρκικού νομίσματος την Πέμπτη κατά 2%, στις 6,63 λίρες ανά δολάριο, μετά και τις δηλώσεις της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα ότι το Ταμείο συνομιλεί εποικοδομητικά με όλα τα κράτη-μέλη του, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας.
Τα δεδομένα είναι αμείλικτα. Παρά το χαμηλό δημόσιο χρέος, ο ιδιωτικός τομέας της Τουρκίας είναι επικίνδυνα μοχλευμένος. Οι συνολικές δανειακές υποχρεώσεις για τους επόμενους 12 μήνες υπολογίζονται σε 172 δισ. δολάρια. Ωστόσο το ακαθάριστο αποθεματικό της γείτονος σε συνάλλαγμα και χρυσό ανέρχονταν σε μόλις 89,6 δισ. δολάρια στις αρχές του μηνός. Το καθαρό αποθεματικό, πάλι, είναι μόλις 27,5 δισ. δολάρια, αν και, συνυπολογίζοντας τις συμφωνίες swap της κεντρικής τράπεζας με τις ιδιωτικές, θα πρέπει να θεωρείται μηδενικό.
Η λίρα έχει ήδη υποτιμηθεί κατά 14% έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους και κατά την ιαπωνική MUFG Bank αναμένεται να αποδυναμωθεί περαιτέρω κατά 18% μέχρι να λήξει η χρονιά.
Και όμως, η μακαριότητα των κυβερνώντων εντυπωσιάζει. Μόλις στις 19 Μαρτίου ο υπουργός Οικονομικών και προεδρικός γαμπρός, Μπεράτ Αλμπαϊράκ δήλωνε ότι δεν ανησυχεί για την εκπλήρωση των επίσημων στόχων για το έλλειμμα, τον πληθωρισμό και τον ρυθμό ανάπτυξης (5%) για το 2020.
Υπενθυμίζεται ότι η Τουρκία ανακοίνωσε, με ύποπτη καθυστέρηση, το πρώτο κρούσμα του κορονοϊού στις 11 Μαρτίου. Έκτοτε έχει καταστεί ένα από τα μέτωπα της ταχύτερης εξάπλωσης της πανδημίας παγκοσμίως, με 56.956 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 1.198 νεκρούς.
Τα μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας των πολιτών άνω των 65 ετών και των περισσότερων κάτω των 20 ετών έθεσαν αυτομάτως εκτός εργασίας 1,4 εκατομμύρια άτομα. Επιπλέον το κλείσιμο καταστημάτων για λόγους φυσικής αποστασιοποίησης σήμανε διακοπή της λειτουργίας 270.000 επιχειρήσεων με τουλάχιστον 1,5 εκατομμύρια εργαζόμενους.
Το ήδη υψηλό ποσοστό της ανεργίας προ της πανδημίας (14%) θα μπορούσε ακόμη και να διπλασιαστεί.
Μόνο ο τουρισμός, που αναμένεται να δοκιμαστεί δεινά, αντιπροσωπεύει 34,5 δισ. δολάρια από τα συνολικά 740 δισ. δολάρια του τουρκικού ΑΕΠ.
Ούτως ή άλλως, οι τελευταίες εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Τουρκία θέλουν τον ρυθμό ανάπτυξης να διαμορφώνεται το 2020 στο 0,5% (έναντι 3% κατά τις προηγούμενες εκτιμήσεις), τον πληθωρισμό στο 11% και το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 4,5%.
Η δημοσιονομική αδυναμία εξηγεί και το γιατί τα μέτρα στήριξης απέναντι στην πανδημία που ανακοίνωσε ο Ερντογάν ανέρχονται σε μόλις 15 δισ. δολάρια. Εξ ού και η έμφαση στράφηκε στους εθνικούς εράνους, στο πλαίσιο των οποίων ο ίδιος ο πρόεδρος θα καταθέσει επτά μισθούς του.
Αν πάντως κάτι εντυπωσιάζει, αυτό είναι ο απερίφραστος τόνος που πλέον χρησιμοποιεί ο επιχειρηματικός κόσμος ζητώντας σαφή και επεξεργασμένα μέτρα τόσο για την πανδημία όσο και για την οικονομία.
Ο Ερντογάν ελπίζει να λύσει βραχυπρόθεσμα το πρόβλημα με διμερείς συμφωνίες swaps με τις ΗΠΑ ή την Κίνα, προκειμένου να μην υποχρεωθεί από το ΔΝΤ να τερματίσει την πολιτική του πάσει θυσία φουσκώματος του ρυθμού ανάπτυξης. Χωρίς αυτό, όμως, φλερτάρει επικίνδυνα με άλλα σενάρια, όπως των κεφαλαιακών ελέγχων ή του ανεξέλεγκτου τυπώματος χρήματος.
Η κρίση του κορονοϊού αποκαλύπτει τις βαθύτερες αδυναμίες και δεν επιτρέπει τις συνήθεις μεθόδους συγκάλυψής τους, εξαγοράς χρόνου και δημιουργίας συμμαχιών στις οποίες έχει εξασκηθεί ο Ερντογάν.