Κινητοποιήσεις και καταλήψεις πραγματοποιούνται από εργαζόμενους-ες από την περασμένη βδομάδα, στο κεντρικό κτίριο του ΕΦΚΑ (Αγ. Κωνσταντίνου 8) και σε διάφορες περιφερειακές διευθύνσεις του τέως ΟΑΕΕ (Ανατολικής Αττικής, Δυτικής Αττικής και Κέντρου Αθήνας).
Όπως σημειώνουν και οι εργαζόμενοι στις ανακοινώσεις και τα δελτία τύπου, που δημοσιεύουν, βασικό αίτημα του αγώνα αυτού είναι η ενίσχυση με προσωπικό των εγκαταλελειμμένων υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων.
Οι δυναμικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων του τέως ΟΑΕΕ αναδεικνύουν για ακόμα μια φορά την κενότητα του αφηγήματος περί «τέλους των μνημονίων», αλλά και περί «επιστροφής στην κανονικότητα» χωρίς αγώνες. Εργαζόμενοι και συνταξιούχοι είναι τα θύματα της υποστελέχωσης του Δημοσίου και στην προκειμένη περίπτωση, του ΕΦΚΑ.
Από την 1η Ιανουαρίου 2017 έχει τεθεί σε εφαρμογή από την κυβέρνηση η προσπάθεια δημιουργίας του ΕΦΚΑ (Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης) με τη συνένωση όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης που ήδη υπήρχαν. Και ενώ ο στόχος της δημιουργίας του ΕΦΚΑ ήταν η ενοποίηση των προηγούμενων φορέων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και η απλοποίηση και ο εκσυγχρονισμός όλων των ασφαλιστικών διαδικασιών, η πραγματικότητα τόσο για τους εργαζόμενους-ες, όσο και για τους πολίτες είναι άκρως διαφορετική.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ παρουσιάζεται ανίκανη να δημιουργήσει έναν Οργανισμό που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εργαζομένων, καθώς και των συνταξιούχων και ασφαλισμένων. Σύμφωνα με καταγγελίες και του Πανελλήνιου Συλλόγου Εργαζομένων ΟΑΕΕ, ο ΕΦΚΑ δεν είναι τίποτα άλλο από μία “βιτρίνα’”, καθώς οι συνθήκες εργασίας που επικρατούν μέσα στον Οργανισμό είναι άθλιες.
Ως κυριότερο πρόβλημα οι εργαζόμενοι-ες υπογραμμίζουν την έλλειψη προσωπικού, πρόβλημα που εντείνεται περαιτέρω με τις μετακινήσεις εργαζομένων σε επιτελικές θέσεις του ΕΦΚΑ, χωρίς να καλύπτονται τα κενά τους, ενώ οι απαιτήσεις παραμένουν. Στο δελτίο τύπου που μοιράζουν οι εργαζόμενοι έξω από τα κατειλημμένα κτίρια σημειώνεται πως το ζήτημα έλλειψης προσωπικού μπορεί να λυθεί μονάχα αν δρομολογηθούν προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, κάτι που έπρεπε ήδη να έχει συμβεί από το καλοκαίρι του 2016.
Οι εργαζόμενοι-ες δηλώνουν ανυποχώρητοι από το αίτημά τους, επισημαίνοντας πως θα συνεχίσουν τον αγώνα τους μέχρι τέλους.