Ο γερμανικός φασισμός αναβιώνει αποκρουστικός και απειλητικός για όλη την Ευρώπη στο πρόσωπο του μισαλλόδοξου ακροδεξιού κόμματος του AfD, το οποίο δημοσκοπικά και στον βαθμό που οι μετρήσεις αυτές είναι αξιόπιστες, σημειώνει μεγάλη άνοδο.
Ταυτόχρονο “χτύπημα” έδωσαν τα αποτελέσματα της τελευταίας μεγάλης δημοσκόπησης στη Γερμανία (Deutschland-Trend, Σεπτέμβριος 2018, ΑRD) στους Σοσιαλδημοκράτες από τη μία μεριά και στον ηγέτη του CSU (“αδελφό” κόμμα της Μέρκελ στη Βαυαρία), Χορστ Ζέεχοφερ από την άλλη.
Και αυτό διότι:
* Για πρώτη φορά το ακροδεξιό AfD αναδεικνύεται δεύτερο κόμμα με ποσοστό 18%, έναντι του SPD που λαμβάνει 17%. Το αποτέλεσμα αυτό έρχεται μετά από τη δημοσκοπική ανάδειξη του εν λόγω κόμματος σε πρώτο κόμμα στην Ανατολική Γερμανία.
Πεσμένο είναι, όμως, και το CDU-CSU με ιστορικά (από το 1997) χαμηλό ποσοστό ύψους 28%, ενώ ανεβασμένα, όμως, είναι τα ποσοστά των Πρασίνων (15%).
* Επίσης, σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση, το 59% των Γερμανών δεν θεωρεί καλή επιλογή την τοποθέτηση του ηγέτη του CSU, Ζέεχοφερ στην θέση του Ομοσπονδιακού Υπουργού Εσωτερικών. Το εντυπωσιακό, μάλιστα, είναι πως ο Ζέεχοφερ είναι περισσότερο αποδεκτός από τους υποστηρικτές του ακροδεξιού AfD, παρά από τους υποστηρικτές του CDU -CSU!
Και αυτό, ενώ στη Βαυαρία, στα μέσα Οκτώβρη, το κόμμα του Ζέεχοφερ (CSU) αναμένεται να χάσει την απόλυτη πλειοψηφία στις ερχόμενες εκλογές λόγω της ανόδου του… AfD, δηλαδή από το κόμμα, του οποίου οι υποστηριχτές τον… στηρίζουν!
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση, το 67% των υποστηρικτών του AfD θεωρούν καλή τοποθέτηση στο ΥΠΕΣ τον Ζέεχοφερ, ενώ την ίδια άποψη έχει μόλις το 31% των υποστηρικτών του CDU -CSU.
Αξίζει να σημειωθεί πως η εν λόγω δημοσκόπηση διεξήχθη στο διάστημα κατά το οποίο κρίθηκε από την γερμανική κυβέρνηση η τύχη του επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, Γκέοργκ-Χάνς Μάασεν, δηλαδή μεταξύ 17-19/9.
Τονίζεται πως με αφορμή την αμφισβήτηση του Μάασεν σχετικά με τις βιαιοπραγίες νεοναζί σε βάρος μεταναστών, ο εν λόγω κρατικός αξιωματούχος αποπέμφθηκε μεν από τη θέση, αλλά μετατάχθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών (μετά από πιέσεις του Ζέεχοφερ), στο οποίο προΐσταται ο Ζέεχοφερ, ως Υφυπουργός Κρατικής Ασφαλείας.
Έτσι, με βάση τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης, τα κόμματα του Μεγάλου Συνασπισμού βγήκαν και πάλι χαμένα από τη μεταξύ τους σύγκρουση, αν και υποτίθεται βρήκαν μία κοινά αποδεκτή “λύση”.
Δύο σημεία, σύμφωνα με αναλυτές στη Γερμανία, πρέπει να τονισθούν σε σχέση με τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης της ARD:
1) Από τη μια μεριά ανεβαίνει κι άλλο το ακροδεξιό AfD, από την άλλη -όμως- καταρρέει η δημοτικότητα του ηγέτη του “αδελφού” κόμματος της Μέρκελ στη Βαυαρία, το οποίο όμως στέκεται παραδοσιακά στα δεξιά του κόμματος της Μέρκελ (CDU). Με άλλα λόγια, η Γερμανία δεν βρίσκεται μπροστά σε μία νέα, μονόπλευρη δεξιά μετατόπιση της κοινής γνώμης
2) Προς επιβεβαίωση της παραπάνω άποψης υπάρχει και το εξής στοιχείο: Το SPD δεν χάνει τη δεύτερη θέση από το AfD επειδή κερδίζει τους υποστηριχτές του το AfD, αλλά επειδή το AfD κερδίζει υποστηριχτές από το CDU-CSU, γεγονός που φαίνεται από την ταυτόχρονη πτώση τους. Το SPD χάνει ψήφους προς τους Πράσινους και τους Αριστερούς, με τους οποίους, όμως, υποτίθεται ότι έχει κοινά σημεία πολιτικής επαφής…
Φυσικά, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η άνοδος της ακροδεξιάς δεν μπορεί να “συμψηφισθεί” πολιτικά από την άνοδο των Πρασίνων. Και αυτό γιατί πρωτίστως η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία είναι μέρος της ανόδου της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη (βλ. Σαλβίνι στην Ιταλία, Στράχε στην Αυστρία, κλπ.). Δεν συμβαίνει το ίδιο με τους Πράσινους.
Κατά τα άλλα, οι αποφάσεις από πλευράς Μέρκελ (CDU), Zέεχοφερ (CSU) και Νάλες (SPD) όσον αφορά την υπόθεση Μάασεν δεν έγιναν πλήρως αποδεκτές από τα κόμματα τους.
Κριτική στη Μέρκελ άσκησε ακόμα και η υφισταμένη της, γραμματέας του CDU, Aνέτε Κραμπ-Κάρενμπάουερ.
Ακόμα δριμύτερη ήταν η κριτική από την ισχυρή αριστερή πτέρυγα του SPD και κυρίως από τη νεολαία του (τους Νέους Σοσιαλιστές), οι οποίοι είχαν ταχθεί εξαρχής ρητά ενάντια στη συμμετοχή του SPD στο Μεγάλο Συνασπισμό, αν και τελικά μειοψήφησαν στο εσωτερικό δημοψήφισμα.
Επόμενες πραγματικές “δημοσκοπήσεις” θα είναι οι ίδιες οι κάλπες στα κρατίδια της Βαυαρίας (14 Οκτωβρίου) και του Έσσεν (28 Οκτωβρίου).
Οι τάσεις που αποτυπώνονται σε πανεθνικό επίπεδο (άνοδος του AfD, αλλά και των Πρασίνων), ισχύουν και με το… παραπάνω σε τοπικό επίπεδο. Για αυτό και, όπως όλα δείχνουν, θα είναι καθοριστικές για το μέλλον του Μεγάλου Συνασπισμού, δηλαδή για το αν θα συνεχίσει να υπάρχει ή όχι ως έχει ή θα αναζητηθούν άλλες “λύσεις”, μεταξύ αυτών και η προκήρυξη πρόωρων ομοσπονδιακών εκλογών.
Και τα δύο “λαϊκά”, όπως λέγονται στη Γερμανία, μαζικά κόμματα βρίσκονται σε μία ιστορική κρίση.
Για πρώτη φορά, μεταπολεμικά εμφανίζεται στα δεξιά του CDU-CSU ένα κόμμα με σχετικά μαζική απήχηση, αν και με λίγα μέλη (μόλις 31.000), δηλαδή το CDU.
Την ίδια ώρα, το SPD, επίσης, για πρώτη φορά, χάνει τον απόλυτα κυρίαρχο ρόλο του στο χώρο της κεντροαριστεράς από ένα κόμμα και συγκεκριμένα από τους Πράσινους (die Gruennen). Την ίδια ώρα, το κόμμα της Αριστεράς (die Linke) βρίσκεται, αν και πιο αργά σε σχέση με τους Πράσινους, σε ανοδική πορεία.
Έτσι ενώ παραμένει το εξ αριστερών πλήγμα που δέχτηκε το SPD το 2007 (σ.σ. Ένα μεγάλο κομμάτι του SPD συνδιαμόρφωσε τη Linke με παλιά μέλη του πρώην ανατολικογερμανικού SED) από την ίδρυση του Linke, έχει έλθει και εκείνο από τους Πράσινους.
Οι διαρροές, πάντως, από το SPD κατευθύνονται προς τους Πράσινους, ένα κεντρώο και νεοφιλελεύθερο -θα έλεγε κανείς- κόμμα, τονίζουν διπλωματικές πηγές στο Βερολίνο.
Οι Πράσινοι θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση, τόσο τοπικό επίπεδο (πχ ήδη συγκυβερνά με το κόμμα της Μέρκελ στην Έσση), είτε σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Υπενθυμίζεται πως μεταξύ Σεπτεμβρίου -Νοεμβρίου συζητούσαν με το CDU-CSU αλλά και τους Φιλελεύθερους για συμμετοχή τους στην κυβέρνηση “Τζαμάικα”…
Μάλιστα στελέχη τους, δεν έχουν αποκλείσει τη συμμετοχή τους στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, σε περίπτωση αποχώρησης του CSU, προκειμένου να μην προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές.
Αξίζει να σημειωθεί από αυτήν την άποψη, η δήλωση του πρόεδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU-CSU, Φόλκερ Κάουντερ, σύμφωνα με την οποία “τα κόμματα του Κέντρου δεν θα πρέπει να υποκύψουν στο σπιράλ της δήθεν «ριζοσπαστικοποίησης» του λόγου την οποία φέρνει στην Ομοσπονδιακή Βουλή το AfD”.