Η κρίση ,ο ελληνικός καπιταλισμός και η ευρωζώνη. Υπάρχει μια χρήσιμη συζήτηση,η οποία μέχρι στιγμής περιορίζεται μέσα στα όρια της αριστεράς για τον χαρακτήρα της ευρωζώνης και την ανάγκη εξόδου από αυτήν.
Η πολιτική ζωή είναι ακόμη παγιδευμένη στo στερεότυπο:ευρώ και ξερό ψωμί, παρά το γεγονός ότι όλο και μεγαλύτερος αριθμός πολιτών έχει πιο ανοιχτά τα αυτιά του στον προβληματισμό που αναπτύσσεται,ενώ όσο η αντίθεση στην ευρωζώνη διευρύνεται στις δημοσκοπήσεις,τόσο πιο τρομολαγνική γίνεται η επιχειρηματολογία των φετιχιστών του ΕΥΡΩ.
Είναι μεγάλη ανάγκη να ριχτεί άπλετο φώς και να ανοίξει επί τέλους με μαζικό και δημιουργικό τρόπο αυτή η απαγορευμένη συζήτηση, χωρίς κραυγές ,δίχως περιχαρακώσεις και απόλυτες αλήθειες,χωρίς ζήτω και κάτω.
Υπάρχουν επτά ζητήματα που κατά την γνώμη μου πρέπει να συνεξεταστούν:
Το πρώτο αφορά τις αιτίες της σημερινής κρίσης και τη διασύνδεσή της με το ΕΥΡΩ.
Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί βάσιμα ότι η μοναδική αιτία της κρίσης στη χώρα μας είναι η ένταξή μας στο ΕΥΡΩ.Η οικονομική κρίση η οποία οδήγησε στα μνημόνια ,που ήταν μια κορύφωση η οποία συνεχίζεται,οφείλεται σε αιτίες που σχετίζονται με τον τρόπο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, τις στρεβλώσεις και τις πιέσεις που ασκήθηκαν αμέσως με την ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη και στις επιπτώσεις που υπήρξαν από την διεθνή οικονομική κρίση.Όλα τα πιο πάνω συναρθρώθηκαν και εντάθηκαν με τον τρόπο που ο νεοφιλελευθερισμός χρησιμοποίησε την τεράστια μόχλευση στο τραπεζικό σύστημα και αξιοποίησε τα δημόσια χρέη ως πηγή για την αξιοποίηση πλεονάζοντος και αναξιοποίητου κεφαλαίου για τη διεύρυνση της κερδοφορίας του.Η Ελλάδα παγιδεύτηκε στη θέση του πιο αδύναμου κρίκου μαζί με άλλες χώρες της περιφέρειας της ευρώπης και συνθλίφθηκε τελικά μέσα από τις επιλογές των μνημονίων και την εσωτερική υποτίμηση για να σωθεί το ΕΥΡΩ και οι Γαλλογερμανικές τράπεζες.Η Ελλάδα,επιπρόσθετα, μπήκε στη δίνη των μεγάλων ελλειμμάτων και του μεγάλου χρέους ,διότι ο ελληνικός καπιταλισμός στηρίχτηκε στη χαμηλού κόστους χρηματοδότηση,στα φαραωνικά έργα των τύπου ολυμπιακών αγώνων,στη χαμηλή φορολόγηση του κεφαλαίου,στην σταδιακή υποβάθμιση της παραγωγής, της εργασίας και του κοινωνικού κράτους του οποίου ένα μέρος υποκαταστάθηκε από την τραπεζική χρηματοδότηση που οδήγησε τελικά στην θεαματική διόγκωση των κόκκινων δανείων.Όταν λοιπόν μπήκαμε στην διαδικασία της διεθνούς οικονομικής κρίσης το 2008 και διαπιστώθηκε η αδυναμία αναπαραγωγής του καπιταλισμού με τους συγκεκριμμένους όρους τότε μπήκαμε στο καθεστώς διεθνούς εποπτείας και εσωτερικής υποτίμησης.Προφανώς έπαιξε ρόλο,επίσης, ο πολιτικός και κοινωνικός παράγοντας δηλαδή ένα σάπιο πολιτικό σύστημα και μια αστική τάξη σε πλήρη υποταγή στην ευρωπαϊκή ελίτ που διευκόλυνε τους χειρισμούς της ΕΕ και του ΔΝΤ.Συνεπώς όλες οι αιτίες που προαναφέρθηκαν είναι υπαρκτές και ενεργές όσον αφορά στο δραματικό αποτέλεσμα που ζούμε σήμερα.Δεν γνωρίζουμε φυσικά πως θα ήταν επακριβώς η κατάσταση αν η χώρα δεν είχε μπει στο ΕΥΡΩ,ωστόσο είναι σίγουρο ότι με πρόσθετα εργαλεία όπως είναι η νομισματική πολιτική ,με μια μεγαλύτερη αυτοτέλεια στην οικονομική πολιτική και με μια πολιτική ηγεσία που θα στήριζε την παραγωγική βάση της χώρας οι δυνατότητες για καλύτερη αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης θα ήταν διαφορετικές και σαφώς σε θετικότερη κατεύθυνση.
Το δεύτερο είναι αν υπάρχουν περιθώρια να αλλάξει η ευρωζώνη και συνολικά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η οικοδόμηση της ΕΕ έγινε με στόχο να ενισχυθεί η δύναμη του κεφαλαίου στα πλαίσια του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού.Η αρχική της προσπάθεια δεν μπορούσε να μην πάρει υπόψη κεϋνσιανές πρακτικές καπιταλιστικής διαχείρισης που ήταν κυρίαρχες σε βασικά κράτη που αντιπροσώπευαν πιο ήπιες σε σχέση με το νεοφιλελευθερισμό μορφές άσκησης πολιτικής με κύριο στοιχείο την συναίνεση μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου που προσδιόριζε η Σοσιαλδημοκρατία αλλά και τμήμα της χριστιανοδημοκρατίας.Κυρίως όμως δεν μπορούσε να μην πάρει υπόψη τους αγώνες των εργαζομένων στην Ευρώπη και το αντίπαλο δέος του που αντιπροσώπευαν οι χώρες του λεγόμενου υπαρκτού σοσσιαλισμού.
Με την κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού και την κατάρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και την επακόλουθη κρίση της σύνολης αριστεράς επελέγη η ταχύτατη συντηρητικοποίηση μέσα από το χτύπημα της εργασίας και του κοινωνικού κράτους,η εμβάθυνση της ΕΕ με όρους απόλυτης κυριαρχίας του κεφαλαίου,αρχικά του Γαλλογερμανικού άξονα που έδωσε τη θέση του στην σημερινή γερμανική ευρώπη. Αυτό που υπάρχει σήμερα είναι ένα αντιδραστικό μόρφωμα μη μεταρρυθμίσιμο αλλά ταυτόχρονα και μή βιώσιμο υπό τις παρούσες συνθήκες.Υπάρχει μια αντιφατική διαδικασία από την μια μεριά εμβάθυνσης και από την άλλη διεύρυνσης,διαδικασίες οι οποίες αμφότερες είναι προβληματικές. Το κοινό νόμισμα έκανε συνθήκη την ανισοτιμία των χωρών αφού δεν συνοδεύτηκε η συγκρότησή του με ισχυρές μεταβιβάσεις πόρων στις πιο αδύναμες χώρες,ούτε εξ’ αρχής υπήρχε δανειστής έσχατης καταφυγής,ούτε η ΕΚΤ εξελίχτηκε σε μια κανονική κεντρική τράπεζα.Με λίγα λόγια ήταν μια προβληματική εξέλιξη διότι δεν συνοδεύτηκε με όλα τα πιο πάνω που αναφέρθηκαν και από την οικονομική και πολιτική ενοποίηση,ζητήματα που προφανώς δεν θα μπορούσαν να έχουν τη συμφωνία της Αριστεράς αλλά ωστόσο θα συγκροτούσαν μια πιο άρτια ενοποιητική διαδικασία.Η χώρα μας λοιπόν μπήκε σε μια ζώνη κοινού νομίσματος η οποία είχε εξαρχής δομικές αναπηρίες,έχοντας η ίδια πλήρη αδυναμία να αποκτήσει στοιχειωδώς κάποιες δυνατότητες ισοτιμίας.
Αυτό που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι θα ήταν λάθος για όσους πιστεύουμε ότι πρέπει να βγεί η χώρα από το ΕΥΡΩ να θεωρούμε ότι δεν μας ενδιαφέρει για το τι γίνεται στην Ευρώπη.Δεν ισχύει η παροιμία από πίτα που δεν τρως τι σε νοιάζει κι αν καεί ,διότι σε κάθε εξέλιξη θα υπάρχουν οικονομικές επιπτώσεις αλλά και επειδή ευρωπαϊκό θέατρο των εξελίξεων με το ιστορικό φορτίο των αγώνων και των μεγάλων επαναστάσεων μας ενδιαφέρει.Εξάλλου για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα η περπατησιά μας ανεξάρτητα από την δική μας πρόθεση θα είναι μέσα σε αυτή την ασφυκτική ΕΕ και συνεπώς πρέπει να συνδεθούμε με τα κινήματα και τις δυνάμεις που αμφισβητούν την νεοφιλελεύθερη ευρώπη.Δεν μπορεί κανείς άλλωστε να διαγράψει την γεωγραφική ενότητα στην οποία είμαστε ,ούτε τους δεσμούς αγώνων ,ούτε μπορεί επί πλέον να αγνοήσει την γεωπολιτική σημασία μιας Ευρώπης από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια βασισμένης σε όρους συνεργασίας και ειρήνης.Η προοπτική μιας άλλης ευρώπης και η προοπτική της πάλης του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα περνά μέσα από την ανατροπή αυτής της μορφής ευρωπαϊκής ενοποίησης και την οικοδόμηση μιας εντελώς διαφορετικής μορφής ευρωπαϊκής ενοποίησης με όρους ισότιμης συνεργασίας.
Ανεξάρτητα λοιπόν αν εκτιμούμε ότι η χώρα μας πρέπει να κάνει την άμεση επιλογή της εξόδου από το ΕΥΡΩ η άσκηση της ταξικής και πολιτικής πάλης μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο δεν πρέπει να αγνοηθεί ή να υποτιμηθεί.
Το τρίτο είναι ποια είναι τα μεγάλα προβλήματα που θα προκύψουν από την έξοδο από το ΕΥΡΩκαι ποια είναι η αντιμετώπισή τους.
Μια μεγάλη επιλογή όπως είναι η έξοδος από το ΕΥΡΩ δίνει μεγάλες ευχέρειες αλλά έχει και μεγάλες δυσκολίες οι οποίες δεν πρέπει να υποτιμώνται.Η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας είναι σημαντική διότι μαζί με την αναπόδραστη εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών μπορεί να προσθέσει ένα επιπρόσθετο εργαλείο στην αποκατάσταση της ρευστότητας και την δημιουργία πιο ανταγωνιστικών όρων για τη χώρα μαζί με προϋποθέσεις μεγάλων προοδευτικών τομών στην οικονομία και διοίκηση της χώρας.Αυτονόητο είναι ότι η έκδοση νέου χρήματος δεν μπορεί να γίνεται ανεξέλεγκτα αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται στοιχειωδώς στην οικονομική δυναμική της χώρας.Μέσα στο Ευρώ τέτοιες δυνατότητες δεν υπάρχουν διότι η νομισματική πολιτική ορίζεται από την Ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα, η δημοσιονομική πολιτική πέρασε στο ανεξέλεγκτο EUROGROUP και για τις χώρες που είναι υπό καθεστώς μνημονίων το σύνολο των πολιτικών αυτής της χώρας πέρασε στην ευθύνη της τρόικας. Συνεπώς έτσι αποκτούν νομιμοποίηση οι σκληρές δημοσιονομικές πολιτικές και οι εξοντωτικές πολιτικές αγοράς εργασίας.Οι δυσκολίες θα προκύψουν στην αρχική φάση της μετάβασης στο εθνικό νόμισμα σε τομείς όπως ενέργεια,φάρμακα,μηχανολογικός εξοπλισμός αλλά μπορούν να εξισσοροπηθούν από μια καλή προετοιμασία,από την ύπαρξη αποθεμάτων και από συντονισμένες προσπάθειες προμήθειας των αναγκαίων αγαθών με διακρατικές συμφωνίες.Ο βαθμός δυσκολίας του εγχειρήματος τουλάχιστον για την πρώτη περίοδο είναι μεγάλος και δεν πρέπει να δημιουργείται μια αίσθηση ευκολίας,όμως μπορεί να μετριαστεί στο βαθμό που έχει διαμορφωθεί ένας οδικός χάρτης και οι κατάλληλες προϋποθέσεις εξόδου.Τα κεντρικά ζητήματα δεν αφορούν τόσο την τεχνική διαδικασία μετάβασης η οποία μπορεί να διευκολυνθεί από την γενικευμένη εφαρμογή του ηλεκτρονικού χρήματος ακόμη και στη φάση που προηγείται μέχρι την έκδοση χαρτονομίσματος.
Το κρίσιμο ζήτημα είναι οι πολιτικοί όροι που θα έχουν διαμορφωθεί γι αυτό το αναγκαίο βήμα:η επίτευξη αποδοχής πλειψηφικά από την κοινωνία και η ενεργητική συμμετοχή του λαού,η αποφασιστικότητα μιας ριζοσπαστικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυτή τη λύση ,η επίτευξη συνεννόησης ή μη στη λύση της εξόδου.Γι αυτό το λόγο καθίσταται προτιμότερη μια σχεδιασμένη ελεγχόμενη και συμφωνημένη λύση για την έξοδο από την Ευρωζώνη.
Δηλαδή μια κυβέρνηση της πραγματικά ριζοσπαστικής αριστεράς θα έπρεπε- κατά την γνώμη του γράφοντα -να προχωρήσει σε διακοπή πληρωμών και καταγγελία των δανειακών συμβάσεων και να ξεκινήσει γύρο διαπραγματεύσεων για την ταυτόχρονη διαγραφή του χρέους και την έξοδο από την Ευρωζώνη ,θέτοντας παράλληλα το ζήτημα των γερμανικού χρέους απέναντι στη χώρα μας.Άλλωστε το χρέος δεν το διαγράφεις μόνος σου ,μόνος σου κάνεις στάση πληρωμών και προχωρείς σε λογιστικό έλεγχο για το παράνομο και επαχθές τμήμα του,λογιστικό έλεγχο που τον αξιοποιείς για την τελική έκβαση της διαπραγμάτευσης.Η θέση αυτή δεν έχει καμμία σχέση με την φερόμενη ως λύση Σόιμπλε για προσωρινή έξοδο με μνημόνια δηλαδή για συνέχιση της επιτροπείας με άλλους όρους.Πολύ περισσότερο είναι μακριά από διαδικασίες που μπορεί να προκύψουν ασύντακτα από ατύχημα ούτε φυσικά με συντηρητικές και ακροδεξιές εκδοχές που θα επιχειρούσαν αυτή τη μεγάλη μεταβολή να την αξιοποιήσουν σε όφελος πάλι της αστικής τάξης.
Όμως κάθε επιλογή εξόδου από μια περιφερειακή ολοκλήρωση με την οποία ανεξάρτητα από την θέλησή σου έχεις ενσωματωθεί επί τόσα χρόνια και έχουν δημιουργηθεί αναρίθμητες σχέσεις αλληλοσύνδεσης των οικονομιών της ευρωζώνης δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί απλά με την λογική παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω.Υπάρχουν πάρα πολλές πλευρές που έτσι ή αλλιώς απαιτούν σκληρή διαπραγμάτευση.Η εμπειρία της εξόδου της Μ.Βρετανίας δείχνει την πολυπλοκότητα ανάλογων επιλογών.Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεις την λογική της ρήξης αντιθέτως επιλέγεις εσύ τον χρόνο της ρήξης εφόσον δημιουργούνται εκείνα τα δεδομένα που είναι πιο συμφέροντα για το αδύναμο μέρος της διαπραγμάτευσης και σου εξασφαλίζει την δυνατότητα καλύτερης προετοιμασίας σου.Ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα επίσης είναι η ισοτιμία του νέου νομίσματος απέναντι στο Ευρώ και τα άλλα νομίσματα.Αναπόδραστα η αρχική αντιστοιχία της νομισματικής μας μονάδας που θα αντιστοιχηθεί με το ΕΥΡΩ που θα επιλεγεί πρέπει να είναι σταθερή για κάποιο διάστημα με την συνακόλουθη μετατροπή των καταθέσεων και των δανείων στις τράπεζες,ωστόσο αυτή η ισοτιμία δεν μπορεί να παραμείνει επί μακρόν αν θέλεις να ενισχύσεις την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας,λαμβάνοντας φυσικά υπ’όψη ότι έχει προηγηθεί μια σκληρή διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης.Τέλος κρίσιμο ζήτημα είναι η μετατροπή του χρέους στο νέο εθνικό νόμισμα (το ΕΥΡΩ είναι εθνικό μας νόμισμα μέχρι την αλλαγή του) ώστε η όποια υποτιμητική διαδικασία να μην οδηγήσει σε ονομαστική διόγκωση του χρέους.
Το τέταρτο είναι πως πρέπει να εντάσσεται η έξοδος από το ΕΥΡΩ στη στρατηγική της αριστεράς
Η εμπειρία τόσων χρόνων μνημονίων και ιδίως το διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2015 όσο και οι μετέπειτα αρνητικές εξελίξεις με την αυτοακύρωση του αριστερού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ από την ηγεσία του ,αποδεικνύει ότι υπό τις σημερινές συνθήκες αν μια κυβέρνηση επιθυμεί να εφαρμόσει όχι μόνο ένα αριστερό πρόγραμμα αλλά ένα στοιχειωδώς φιλολαϊκό πρόγραμμα αντιλιτότητας δεν μπορεί να το πραγματοποιήσει μέσα στην Ευρωζώνη.Το ζήτημα της εξόδου από την ευρωζώνη είναι κρίσιμος κρίκος στο μεταβατικό πρόγραμμα της αριστεράς.Είναι ένας κρίκος και όχι το ίδιο το πρόγραμμά της αριστεράς.Ο στόχος της εξόδου από την ευρωζώνη θα μπορούσε να προβάλλεται και από αστικές δυνάμεις όπως γίνεται σε άλλες χώρες της ευρωζώνης και όπως δειλά ανακινείται από αντίστοιχες δυνάμεις και στη χώρα μας.Από μόνος του αυτός ο στόχος δεν επαρκεί για να σηματοδοτήσει αριστερή πολιτική.Αλλά και δίχως αυτόν δεν μπορεί να προωθηθεί ένα προοδευτικό ριζοσπαστικό πρόγραμμα και εξ’ αυτού του λόγου γίνεται ένα αίτημα κρίκος. Συνεπώς η έξοδος από το ΕΥΡΩ πρέπει να ταυτιστεί με μεγάλες ριζοσπαστικές τομές στην οικονομική δομή και στο εποικοδόμημα,στις παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις που θα αποδυναμώνουν την κυριαρχία του κεφαλαίου.Τότε αποκτά προοδευτικό και αριστερό πρόσημο παρά το γεγονός ότι και αυτή καθαυτή η ρήξη με την ευρωζώνη κρύβει από μόνη της -λόγω του ειδικού χαραχτήρα της ευρωζώνης- ένα γόνιμο ανατρεπτικό στοιχείο που μπορεί να συσπειρώσει ευρύτερες δυνάμεις πέραν της αριστεράς.Κατά συνέπεια η Αριστερά δεν χρειάζεται να ταυτιστεί στη συνείδηση του κόσμου ως το κόμμα της δραχμής ,αλλά με το κόμμα των μεγάλων ριζοσπαστικών αλλαγών ,του παραγωγικού μετασχηματισμού,του νέου μοντέλου παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας,του ανοίγματος του δρόμου για τον σοσιαλισμό οι οποίες για να πραγματοποιηθούν έχουν ως απαραίτητη προϋπόθεση την ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας και γενικά την δυνατότητα αυτοδιοίκητου της χώρας.Πρέπει να είναι αποκαλυπτική της πραγματικότητας που καταδεικνύει ότι όπως είναι η κατάσταση μέσα στην Ευρωζώνη δεν μπορεί στοιχειωδώς να λειτουργήσει η δημοκρατία,η λαϊκή κυριαρχία η ισοτιμία των κρατών,η ανάπτυξη,το κοινωνικό κράτος.
Το πέμπτο είναι αν η έξοδος από το ΕΥΡΩ σπρώχνει υποχρεωτικά στην ταυτόχρονη έξοδο από την ΕΕ.
Δεν είναι υποχρεωτικό να προχωρήσεις σε διπλή αποχώρηση.Δεν το επιβάλλει θεσμικά κανένας.Ούτε συμφέρει την πραγματικά ριζοσπαστική αριστερά να ανοίξει ταυτόχρονα και τα δύο αυτά μέτωπα.Θα χρειαστεί ίσως η διεκδίκηση ενός καθεστώτος εξαίρεσης για κάποιο διάστημα όπως προτείνει ο σ.Λαπαβίτσας.Σε κάθε περίπτωση οι σχέσεις με την ΕΕ θα υπόκεινται σε μια συνεχή διαδικασία συγκρούσεων και είναι πολύ πιθανό η έξοδος από την ΕΕ να προκύψει ως αναγκαστική πολιτική επιλογή στην πορεία διότι θα αδυνατεί να εφαρμοστεί το σύνολο ενός προοδευτικού προγράμματος,ωστόσο χρειάζονται πολλά να γίνουν μέχρι την συγκρότηση μιας πραγματικά αριστερής κυβέρνησης.Ο στόχος της διπλής εξόδου θα αποδυνάμωνε το ζήτημα της εξόδου από το ΕΥΡΩ που είναι το κύριο αίτημα σήμερα και θα δυσκόλευε την συσπείρωσηπλατειών λαϊκών στρωμάτων. Η σταθερή θέση πρέπει να είναι ότι δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα υπερεθνικό θεσμό να εμποδίσει την υλοποίηση ενός προοδευτικού προγράμματος που θα επιλέξει ο λαός. Ωστόσο στη σημερινή φάση η έμφαση πρέπει να δοθεί στην ακύρωση των μνημονίων,στην διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους,στην έξοδο από το ΕΥΡΩ ,στην αναδιανομή εισοδημάτων ,πλούτου και δύναμης ,στην παραγωγική ανσυγκρότηση και μετασχηματισμό της χώρας. Αυτοί οι στόχοι πρέπει να συνδυάζονται με τα άμεσα προβλήματα που απασχολούν πιεστικά την κοινωνία και για τα οποία πρέπει να αναπτυχθεί η πάλη των εργαζομένων και του λαού ώστε να γίνεται με τον πιο πετυχημένο τρόπο η διασύνδεση του άμεσου με το πιο μακροπρόθεσμο ,του ειδικού με το γενικό .
To έκτο είναι το πως θέτεις το θέμα του ευρω στη διαμόρφωση πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών.
Το αίτημα της εξόδου από το ΕΥΡΩ θέλουμε να γίνει πλειοψηφικό αίτημα της κοινωνίας μαζί όμως με το σύνολο του προοδευτικού μας προγράμματος.Γι αυτά τα ζητήματα παλεύουμε με ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους αυτοτελώς μέσα στην κοινωνία και στους θεσμούς. Όμως η ριζοσπαστική Αριστερά ,ούτε έχει ενιαία άποψη ,ούτε ζει μόνη της ούτε υπάρχει για να καταγράφει απλά τη διαφορά της.Κύριο μέλημά της είναι να δημιουργεί όρους μαζικής συσπείρωσης και πάλης με επιδίωξη να έρθουν πιο κοντά οι στόχοι που θέτει με φροντίδα ώστε η ίδια η εργατική τάξη και ευρύτερα τα λαϊκά στρώματα να πείθονται από την πάλη τους για την ωριμότητα των ζητημάτων που θέτουμε.Συνεπώς χρειάζεται μεν ιδεολογική σταθερότητα και αυτό είναι κάτι που εκφράζεται με την αυτοτελή ζύμωση που κάνει απευθείας στην κοινωνία με διάφορους τρόπους ,αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κινείσαι με τον ίδιο τρόπο στην επιδίωξη πολιτικών συμμαχιών και στην συμβολή της για την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος αλλά και του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.Δεν συμμαχούμε στο πολιτικό επίπεδο μόνο με όποιον συμφωνεί μαζί μας σε όλα τα ζητήματα.Το γεγονός ότι υπάρχουν δυνάμεις που αγωνίζονται ενάντια στα μνημόνια,δέχονται την διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους,αντιπαλεύουν τον νεοφιλελευθερισμό,αρνούνται την υποτέλεια στην ευρωζώνη και την ΕΕ αλλά δεν συμφωνούν μέχρι στιγμής ή δεν θέτουν άμεσα το θέμα της εξόδου από το ΕΥΡΩ, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να ναυαγήσει η προοπτική του μετώπου από αυτή την διαφωνία.Μπορεί να υπάρχει ένα μίνιμουμ πλαίσιο συμφωνίας που δεν θα το αποκλείει αλλά θα είναι ένα ανοιχτό ενδεχόμενο στο βαθμό που μπλοκάρεται το προοδευτικό πρόγραμμα ζήτημα που εμείς το έχουμε λυμένο αλλά άλλες δυνάμεις δεν το έχουν και πρέπει να ωριμάζει και στη δική τους τη σκέψη.Αυτονόητο είναι ότι η αυτοτέλεια που έχει η κάθε οργάνωση της επιτρέπει να προωθεί στην κοινωνία τις δικές της θέσεις.
Η κατάσταση μέσα στο εργατικό κίνημα είναι διαφορετική διότι άλλα ζητήματα έχει να αντιμετωπίσει το συνδικαλιστικό κίνημα ενώ και η θέση του είναι ακόμη πιο δύσκολη σε σχέση με μερικά χρόνια πριν ,αφού τα συνδικάτα για μια σειρά αντικειμενικούς λόγους(συνέπειες της κρίσης) και ιδίως λόγω της συμβιβαστικής στάσης των ηγεσιών τους αντιμετωπίζουν μια διαλυτική κατάσταση με τεράστια υπαρξιακά προβλήματα και έχουν απωλέσει πλήρως την ικανότητα διαπραγμάτευσης των όρων αξιοποίησης της εργατικής δύναμης.Φυσικά πρέπει να έχουμε καθαρό ότι δεν ταυτίζεται ο ρόλος των πολιτικών δυνάμεων με τις μαζικές οργανώσεις.Είναι διαφορετικός ο ρόλος και η λειτουργία τους.Η ικανότητα συσπείρωσης ευρύτατων μαζών των εργαζομένων και της πάλης τους πάνω στα άμεσα προβλήματα που αφορούν τη ζωή τους είναι το πιο επείγον και το πιο επαναστατικό καθήκον.Προφανέστατα η ζύμωση και επί κεντρικότερων πολιτικών ζητημάτων θα γίνεται όμως δεν μπορεί να μπαίνουν προαπαιτούμενα καθαρότητας της γραμμής προκειμένου να αναπτυχθεί η πάλη απέναντι στα επαχθέστατα μνημόνια.Στις σημερινές συνθήκες ότι κινείται πρέπει να υποβοηθείται στην κινητοποίησή του και ότι αδρανεί πρέπει να ωθείται στη δράση κατά των συνεπειών των μνημονίων και κατά των ίδιων των νεοφιλελεύθερων μνημονιακών πολιτικών και αυτών που τις εκφράζουν.
Το έβδομο είναι πως συνδυάζεται σήμερα η πάλη στο εθνικό με την πάλη σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Η αριστερά γνωρίζει πολύ καλά ότι η ταξική πάλη αφετηριακά συγκροτείται σε εθνικό επίπεδο ,ωστόσο στη φάση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού δεν μπορούν να εκδιπλωθούν προοδευτικά ή ακόμη περισσότερο σοσιαλιστικά πειράματα παρά μόνο στο επίπεδο ευρύτερων περιοχών του πλανήτη και σε περιόδους φυσικά που ανεβαίνει η ταξική πάλη και ενισχύεται ο συσχετισμός δυνάμεων σε όφελος της εργατικής τάξης και του λαού.Δεν πρέπει καθόλου να υποτιμάται η δύναμη του αντίπαλου και οι ωμές παρεμβάσεις που κάνει σε χώρες που προσπαθούν να απεμπλακούν από το σύστημα του Ιμπεριαλισμού όπως επί παραδείγματι ανέκαθεν γινόταν στην Κούβα ή προσφάτως στην Βενεζουέλα και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής,όσο και οι πολεμικές επεμβάσεις του που είναι άφθονες στην περιοχή που πας περιβάλλει. Κατά συνέπεια η αριστερά παρεμβαίνει ,διαμορφώνει συμμαχίες ,αξιοποιεί κάθε ρωγμή στο στρατόπεδο του αντίπαλου,αξιοποιεί το ευρωπαϊκό και διεθνές πεδίο ως πεδία ταξικής πάλης όσο συντηρητικές και αντιδραστικές είναι οι περιφερειακές ολοκληρώσεις και το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα.Δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτός ο ισχυρισμός ότι αρκεί να αποκτήσεις την εθνική σου κυριαρχία και ότι θα βρεθείς αυτόματα σε ένα καλύτερο περιβάλλον.Πρόκειται για αυταπάτη που μπορεί να πληρωθεί ακριβά.Ακόμη και αν δεν υπήρχαν παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών χωρών κάτι που ούτε ως θεωρητικό ενδεχόμενο θα μπορούσε να εκληφθεί,η βελτίωση της οικονομικής θέσης της χώρας και της ένταξης στον διεθνή καταμερισμό εργασίας δεν θα προκύψει από έναν πολιτικό βολονταρισμό αλλά από σκληρή δουλειά για να αναδιαμορφωθεί το οικονομικό μοντέλο της χώρας,να αποκτηθούν νέες συμμαχίες και επωφελείς συνεργασίες. Οπωσδήποτε ο ευρωκεντρισμός δεν είναι λύση για μια χώρα που βρίσκεται στη Μεσόγειο και σε γεωγραφική θέση πλησίον μιας περιοχής μεγάλης γεωστρατηγικής αστάθειας.Πολύ περισσότερο δεν είναι λύση η εμπλοκή της χώρας στα σχέδια του ευρωατλαντισμού.Ούτε όμως το:επιτέλους μόνοι αποτελεί λύση ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον που οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι θα είναι ακόμη πιο σκληρό.Συνεπώς,απαιτείται πάντα να έχεις εξασφαλισμένες συμμαχίες και στο εσωτερικό χωρών και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων αξιοποιώντας και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.
Συμπερασματικά λοιπόν και για οικονομικούς και για γεωπολιτικούς λόγους η αριστερά πρέπει να μάχεται παντού,να υπολογίζει τον συσχετισμό δυνάμεων αλλά ταυτόχρονα να τον αναδιαμορφώνει δημιουργώντας τακτικές και στρατηγικές συμμαχίες.Οι νέες εξελίξεις με την εκλογή του Τράμπ,η κρίση που έχει το ευρωσύστημα,η άνοδος της ακροδεξιάς είναι σήματα ότι οι εξελίξεις θα πάρουν την μορφή πιο σκληρών πολιτικών εκμετάλευσης των εργαζομένων και των λαών.Η νέα περίοδος απαιτεί την άνοδο της ταξικής πάλης και αυτή δεν γίεται στο ευρωπαϊκό και διεθνές πεδίο χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία συντονισμού των κινημάτων,αλλά και των δυνάμεων της αριστεράς παρά την πολυμορφία και την διαφορετικότητά τους.