60 χρόνια ευρωπαϊκής «ενοποίησης»: Η άνοδος και η παρακμή μιας εκμεταλλευτικής και ιμπεριαλιστικής «ολοκλήρωσης»

1823
σύνοδος

25 Μαρτίου 1957 – 25 Μαρτίου 2017

Στα 60 χρό­νια από τις Συν­θή­κες της Ρώμης (25 Μαρ­τί­ου 1957), με τις οποί­ες ιδρύ­θη­καν η Ευ­ρω­παϊ­κή Οι­κο­νο­μι­κή Κοι­νό­τη­τα (ΕΟΚ) και η Ευ­ρω­παϊ­κή Κοι­νό­τη­τα Ατο­μι­κής Ενέρ­γειας (ΕΚΑΕ), γνω­στή και ως ΕΥ­ΡΑ­ΤΟΜ, οι επί­ση­μες επε­τεια­κές εκ­δη­λώ­σεις κυ­ριαρ­χού­νται από πέν­θι­μη διά­θε­ση και προει­δο­ποι­ή­σεις για τους κιν­δύ­νους της απο­σύν­θε­σης που -κατά κοινή πλέον πα­ρα­δο­χή- απει­λούν την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση (Ε.Ε.) αλλά και τον πιο προ­ω­θη­μέ­νο πυ­ρή­να της, την Ευ­ρω­ζώ­νη. Προ αυτού του παν­θο­μο­λο­γού­με­νου κιν­δύ­νου, οι εκ­πρό­σω­ποι των 4 ισχυ­ρό­τε­ρων κα­πι­τα­λι­στι­κών χωρών της Ευ­ρω­ζώ­νης (Γερ­μα­νία, Γαλ­λία, Ιτα­λία, Ισπα­νία) έχουν ήδη ανα­λά­βει πρω­το­βου­λία «σω­τη­ρί­ας» που χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται από πρω­το­φα­νή ωμό­τη­τα και κυ­νι­σμό: για να σωθεί η ευ­ρω­παϊ­κή «ενο­ποί­η­ση», θα πρέ­πει να… διαι­ρε­θεί σε δύο ή και πε­ρισ­σό­τε­ρες «τα­χύ­τη­τες» χωρών. Την «ιδέα» αυτή, που δεν μπο­ρεί να υλο­ποι­η­θεί παρά μόνο κατά πα­ρά­βα­ση (ή, πιο κομψά, με πα­ρά­καμ­ψη) των ευ­ρω­παϊ­κών συν­θη­κών, απο­φά­σι­σαν να τη δια­κη­ρύ­ξουν στην επε­τεια­κή σύ­νο­δο κο­ρυ­φής στη Ρώμη στις 25 Μαρ­τί­ου, στα εξη­ντά­χρο­να από τις συν­θή­κες της Ρώμης του 1957.   
Όταν γρά­φο­νταν αυτές οι γραμ­μές εί­χα­με στη διά­θε­σή μας μόνο το προ­σχέ­διο δια­κή­ρυ­ξης για τα εξη­ντά­χρο­να των Συν­θη­κών της Ρώμης, με τίτλο «Η Ευ­ρώ­πη είναι το κοινό μας μέλ­λον». Η ωμή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα της πο­ρεί­ας προς την Ε.Ε. και Ευ­ρω­ζώ­νη των πολ­λών «τα­χυ­τή­των» κρύ­βε­ται στη φράση «Θα ενερ­γού­με από κοι­νού όταν αυτό είναι δυ­να­τό, με δια­φο­ρε­τι­κούς βη­μα­τι­σμούς και έντα­ση, αν είναι απα­ραί­τη­το, όπως το έχου­με κάνει στο πα­ρελ­θόν στο πλαί­σιο των συν­θη­κών, αφή­νο­ντας την πόρτα ανοι­κτή σε εκεί­νους που θέ­λουν να συμ­με­τά­σχουν αρ­γό­τε­ρα». Για να γίνει πιο «εύ­πε­πτο» το κρί­σι­μο αυτό ση­μείο, το σχέ­διο δια­κή­ρυ­ξης απο­φεύ­γει τον όρο «multi speed» (πολ­λές τα­χύ­τη­τες) και υιο­θε­τεί τον όρο «different paces» (δια­φο­ρε­τι­κοί βη­μα­τι­σμοί). Στην αμέ­σως επό­με­νη φράση, ωστό­σο, το κεί­με­νο δια­βε­βαιώ­νει ότι «Η Ένωσή μας είναι ενιαία και αδιαί­ρε­τη»!
Ο αστι­κός μύθος και ο αρι­στε­ρός «ευ­ρω­παϊ­σμός»
Τη συ­γκρό­τη­ση της ΕΟΚ αρ­χι­κά και της Ευ­ρω­παϊ­κής Ένω­σης στη συ­νέ­χεια συ­νό­δευ­σε εξαρ­χής ο αστι­κός μύθος πως ήταν το ώριμο προ­ϊ­όν της «αυ­το­συ­νεί­δη­σης» των κυ­ρί­αρ­χων ιμπε­ρια­λι­στι­κών χωρών της Ευ­ρώ­πης ύστε­ρα από την τρο­μα­κτι­κή εμπει­ρία του Δεύ­τε­ρου Πα­γκό­σμιου Πο­λέ­μου, μιας «αυ­το­συ­νεί­δη­σης» που θα έκανε πλέον ορι­στι­κά πα­ρελ­θόν ό,τι οδή­γη­σε σε δύο κα­τα­στρο­φι­κούς Πα­γκό­σμιους Πο­λέ­μους στη διάρ­κεια μόλις τριά­ντα χρό­νων. Ο μύθος αυτός πλαι­σιώ­θη­κε ή συ­μπλη­ρώ­θη­κε στην πο­ρεία από διά­φο­ρους άλ­λους, που εξι­δα­νί­κευαν τις υπο­τι­θέ­με­νες «προ­ο­δευ­τι­κές», «δη­μο­κρα­τι­κές», «αν­θρω­πι­στι­κές», «φι­λει­ρη­νι­κές», κ.λπ. πλευ­ρές της «ένω­σης», σε μια προ­σπά­θεια από­κρυ­ψης των εκ­με­ταλ­λευ­τι­κών και ιμπε­ρια­λι­στι­κών της χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών.
Μια ιδιαί­τε­ρη εκ­δο­χή αυτού του αστι­κού μύθου, με τη μορφή του αρι­στε­ρού ευ­ρω­παϊ­σμού, έφε­ραν στις γραμ­μές της Αρι­στε­ράς η σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία και το ρεύμα του ευ­ρω­κομ­μου­νι­σμού – αυτό το δεύ­τε­ρο, μά­λι­στα, «πρω­το­πό­ρο» του­λά­χι­στον μέχρι και τη φι­λε­λεύ­θε­ρη στρο­φή της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας από τα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του ’80. Σύμ­φω­να με αυτήν, οι κυ­ρί­αρ­χες αστι­κές τά­ξεις της Ευ­ρώ­πης δεν συ­μπα­ρα­τά­χθη­καν σε μια «ένωση» από ωμό υπο­λο­γι­σμό να εξυ­πη­ρε­τή­σουν τα συμ­φέ­ρο­ντά τους, αλλά σχε­δόν πα­ρα­συρ­μέ­νες από τα φι­λει­ρη­νι­κά και δη­μο­κρα­τι­κά… συ­ναι­σθή­μα­τα των λαών. Ότι, επο­μέ­νως, αυτή η «ένωση» ήταν όχι η μη­χα­νή κα­τα­στρο­φής των ιστο­ρι­κών κα­τα­κτή­σε­ων των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων της Ευ­ρώ­πης, αλλά ένα είδος πο­λι­τι­κής και θε­σμι­κής «κι­βω­τού» για τη δια­τή­ρη­ση αυτών των κα­τα­κτή­σε­ων. Ότι γι’ αυτό το λόγο ο χα­ρα­κτή­ρας της ήταν «αντι­κει­με­νι­κά προ­ο­δευ­τι­κός», και γι’ αυτό η Αρι­στε­ρά και η ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις της Ευ­ρώ­πης έπρε­πε να υπε­ρα­σπι­στούν αυτό τον προ­ο­δευ­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα απέ­να­ντι στις δυ­νά­μεις της «αντί­δρα­σης», που ήθε­λαν να προσ­δώ­σουν στην «ένωση» αντι­δρα­στι­κό πε­ριε­χό­με­νο. Ιδε­ο­λο­γι­κή και πο­λι­τι­κή αντα­νά­κλα­ση της με­τα­πο­λε­μι­κής «χρυ­σής τρια­κο­ντα­ε­τί­ας» που έκανε να φαί­νε­ται «αιώ­νιο» το… θαύμα της πα­ράλ­λη­λης αύ­ξη­σης τόσο των μι­σθών όσο και των κερ­δών, που τάχα θα ήταν η υλική βάση της ανα­πό­φευ­κτης διαρ­κούς ανό­δου της δη­μο­κρα­τί­ας και της ει­ρή­νης, αυτός ο ευ­ρω­παϊ­σμός επε­κτά­θη­κε και στα χρό­νια της στρο­φής στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό όχι μόνο των κυ­ρί­αρ­χων τά­ξε­ων αλλά και της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας. Ωσάν η ΕΟΚ και με­τέ­πει­τα Ε.Ε. να ήταν ένα ου­δέ­τε­ρο πεδίο τα­ξι­κής πάλης και μπο­ρού­σε να αλ­λά­ζει χα­ρα­κτή­ρα ανά­λο­γα με τους πο­λι­τι­κούς και τα­ξι­κούς συ­σχε­τι­σμούς, στα χρό­νια της στρο­φής στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό τέ­θη­κε ο στό­χος της υπε­ρά­σπι­σης των «αντι­κει­με­νι­κά προ­ο­δευ­τι­κών» της χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών από το… νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό. Αυτού του τύπου ο αρι­στε­ρός ευ­ρω­παϊ­σμός πα­ρα­μέ­ρι­σε με ευ­κο­λία ανά­λο­γη με τους ρυθ­μούς και το βάθος της ήττας και της κρί­σης του ένα στοι­χειώ­δες δί­δαγ­μα της τα­ξι­κής πάλης: ότι οι διε­θνείς συμ­μα­χί­ες των αστι­κών τά­ξε­ων, είτε έχουν στοι­χειώ­δη είτε προ­ω­θη­μέ­νη μορφή, συ­γκρο­τού­νται μόνο για δύο γνω­στούς λό­γους: Πρώτο, για τον αντα­γω­νι­σμό με άλλες αστι­κές τά­ξεις ή άλλες συμ­μα­χί­ες, δεύ­τε­ρο, για την απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρη από κοι­νού επί­θε­ση στα δι­καιώ­μα­τα και τις κα­τα­κτή­σεις των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων εντός αλλά και εκτός της συμ­μα­χί­ας. Οι αστι­κές τά­ξεις έχουν υψηλό επί­πε­δο συ­νεί­δη­σης των συμ­φε­ρό­ντων τους και δεν πρό­κει­ται ποτέ να αστο­χή­σουν συ­γκρο­τώ­ντας συμ­μα­χί­ες που θα δί­νουν τη δυ­να­τό­τη­τα στις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις να αμ­φι­σβη­τή­σουν τα κέρδη τους και πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο την εξου­σία τους.
Η ΕΟΚ και στη συ­νέ­χεια η Ε.Ε. και η Ευ­ρω­ζώ­νη επι­βε­βαί­ω­σαν πλή­ρως αυτά τα δι­δάγ­μα­τα. Οι απο­δεί­ξεις βρί­σκο­νται -και μά­λι­στα σε υπε­ρε­πάρ­κεια- στην ίδια την εξη­ντά­χρο­νη πο­ρεία από τις Συν­θή­κες της Ρώμης μέχρι σή­με­ρα.
Από αυτή την άποψη, η ΕΕ των δύο ή και πολ­λών «τα­χυ­τή­των» δεν είναι μια «ατυ­χής κα­τά­λη­ξη» ενός «αντι­κει­με­νι­κά προ­ο­δευ­τι­κού» εγ­χει­ρή­μα­τος, αλλά η ωμή επι­κρά­τη­ση του γυ­μνού πυ­ρή­να των κυ­ρί­αρ­χων αστι­κών-ιμπε­ρια­λι­στι­κών συμ­φε­ρό­ντων μέσα στην κρίση, όπου οι ιδε­ο­λο­γι­κές πε­ρι­στρο­φές και ωραιο­ποι­ή­σεις είναι για τον κα­πι­τα­λι­σμό πε­ριτ­τή πο­λυ­τέ­λεια. Η πρώτη «τα­χύ­τη­τα» της Ε.Ε. και της Ευ­ρω­ζώ­νης είναι η κλη­ρο­νό­μος του εκ­με­ταλ­λευ­τι­κού και ιμπε­ρια­λι­στι­κού χα­ρα­κτή­ρα της «ένω­σης», απαλ­λαγ­μέ­νου πλέον από κάθε πε­ριτ­τό στο­λί­δι και προι­κι­σμέ­νου με τη θε­σμι­κή επι­κύ­ρω­ση της ωμής-εξω­θε­σμι­κής ιμπε­ρια­λι­στι­κής επι­βο­λής. Ο εκ­με­ταλ­λευ­τι­κός-ιμπε­ρια­λι­στι­κός χα­ρα­κτή­ρας της Ε.Ε. ήταν εγ­γε­γραμ­μέ­νος στο γε­νε­τι­κό υλικό της «ένω­σης» από το πρώτο της βήμα. Βε­βα­ρη­μέ­νη από τις γε­ρο­ντι­κές της ασθέ­νειες και τους αδή­ρι­τους κα­τα­να­γκα­σμούς της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης, η «ένωση» παίρ­νει όλο και πιο απο­κρου­στι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Ωστό­σο, αυτή η κα­τά­λη­ξη δεν είναι μια παρά φύση αλλά μια κατά φύση εξέ­λι­ξη.
Ο «γε­νε­τι­κός κώ­δι­κας»…
Στις 18 Απρι­λί­ου 1951, με­σού­ντος του Ψυ­χρού Πο­λέ­μου, έξι ευ­ρω­παϊ­κές χώρες, οι Δυ­τι­κή Γερ­μα­νία, Γαλ­λία, Ιτα­λία, η Ολ­λαν­δία, το Βέλ­γιο και το Λου­ξεμ­βούρ­γο, υπέ­γρα­ψαν τη Συν­θή­κη των Πα­ρι­σί­ων, με την οποία συ­γκρο­τή­θη­κε η Ευ­ρω­παϊ­κή Κοι­νό­τη­τα Άν­θρα­κα και Χά­λυ­βα (ΕΚΑΧ). Στις 25 Μαρ­τί­ου του 1957, οι ίδιες χώρες υπέ­γρα­ψαν τις Συν­θή­κες της Ρώμης, με τις οποί­ες ιδρύ­θη­καν η Ευ­ρω­παϊ­κή Οι­κο­νο­μι­κή Κοι­νό­τη­τα (ΕΟΚ) και η Ευ­ρω­παϊ­κή Κοι­νό­τη­τα Ατο­μι­κής Ενέρ­γειας (ΕΚΑΕ), γνω­στή και ως ΕΥ­ΡΑ­ΤΟΜ. Είναι οι δύο λη­ξιαρ­χι­κές πρά­ξεις γέν­νη­σης της ση­με­ρι­νής Ευ­ρω­παϊ­κής Ένω­σης (Ε.Ε.). Πα­ρό­λο που ο τί­τλος της πα­ρα­πέ­μπει σε μια «θε­μα­τι­κή κοι­νό­τη­τα» με επι­μέ­ρους οι­κο­νο­μι­κό πε­ριε­χό­με­νο, η ίδρυ­ση της Ευ­ρω­παϊ­κής Κοι­νό­τη­τας Άν­θρα­κα και Χά­λυ­βα (ΕΚΑΧ) το 1951 αντι­προ­σώ­πευε την πρώτη, «δειλή» και «δο­κι­μα­στι­κή» εφαρ­μο­γή ενός γε­ω­πο­λι­τι­κού σχε­δί­ου. Οι πα­ρα­δο­σια­κές δυ­τι­κές ιμπε­ρια­λι­στι­κές δυ­νά­μεις (Γαλ­λία, Γερ­μα­νία, Ιτα­λία) είχαν αλ­λη­λο­κα­τα­στρα­φεί σε έναν κα­τα­στρο­φι­κό πό­λε­μο, η κο­σμο­κρά­τει­ρα ιμπε­ρια­λι­στι­κή Αγ­γλία είχε υπο­βαθ­μι­στεί δρα­μα­τι­κά στην κα­τά­τα­ξη της πα­γκό­σμιας ισχύ­ος, όλες μαζί είχαν χάσει τε­λε­σί­δι­κα τα ηνία του δυ­τι­κού ιμπε­ρια­λι­στι­κού κό­σμου από τις ΗΠΑ, και όλες μαζί επί­σης, πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων και των ΗΠΑ, είχαν να αντι­με­τω­πί­σουν το μπλοκ των χωρών του «υπαρ­κτού σο­σια­λι­σμού» με επι­κε­φα­λής την ΕΣΣΔ. Η Ευ­ρώ­πη, αφού πρώτα απο­τέ­λε­σε το θέ­α­τρο ενός αι­μα­τη­ρού και κα­τα­στρο­φι­κού πο­λέ­μου, τώρα ήταν το κα­τε­ξο­χήν θέ­α­τρο του Ψυ­χρού Πο­λέ­μου.
Σε πλήρη αντί­θε­ση με τον αστι­κό μύθο, επρό­κει­το για ένα στυ­γνό, ωμά υπο­λο­γι­σμέ­νο σχέ­διο «ανά­σχε­σης της κομ­μου­νι­στι­κής απει­λής» και εν­δυ­νά­μω­σης των απο­δυ­να­μω­μέ­νων ευ­ρω­παϊ­κών ιμπε­ρια­λι­στι­κών δυ­νά­με­ων. Ο φι­λει­ρη­νι­κός μαν­δύ­ας και ο «ευ­ρω­παϊ­σμός» ήταν απλώς το ιδε­ο­λο­γι­κό πε­ρι­τύ­λιγ­μα. Σε μια έκ­φρα­ση «γεν­ναιο­δω­ρί­ας» που υπήρ­ξε μόνο και μόνο στο πλαί­σιο ενός τέ­τοιου σχε­δί­ου, οι ΗΠΑ και οι νι­κή­τριες ευ­ρω­παϊ­κές ιμπε­ρια­λι­στι­κές δυ­νά­μεις το 1953 στο Λον­δί­νο ρύθ­μι­σαν το γερ­μα­νι­κό χρέος με εξαι­ρε­τι­κά ευ­νοϊ­κούς όρους, δί­νο­ντας απο­φα­σι­στι­κή ώθηση στην «ανοι­κο­δό­μη­ση» του γερ­μα­νι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού, σαν «μπό­νους» για το γε­γο­νός ότι ήταν το προ­κε­χω­ρη­μέ­νο φυ­λά­κιο της ιμπε­ρια­λι­στι­κής Δύσης ενά­ντια στην ΕΣΣΔ και το Σύμ­φω­νο της Βαρ­σο­βί­ας.
Στο δεύ­τε­ρο με­γά­λο σταθ­μό, τις Συν­θή­κες της Ρώμης το 1957, ήμα­σταν ήδη στο μέσο της «χρυ­σής τρια­κο­ντα­ε­τί­ας» ρα­γδαί­ας ανά­πτυ­ξης του αμε­ρι­κα­νι­κού αλλά και ευ­ρω­παϊ­κού ιμπε­ρια­λι­σμού. Η αυ­το­πε­ποί­θη­ση των κυ­ρί­αρ­χων ευ­ρω­παϊ­κών ιμπε­ρια­λι­στι­κών τά­ξε­ων άρ­χι­σε να ανα­κτά­ται, ενώ η κα­τε­στραμ­μέ­νη Γερ­μα­νία ήταν σε τρο­χιά ρα­γδαί­ας ανά­κτη­σης της οι­κο­νο­μι­κής της ισχύ­ος. Τώρα προ­εί­χε ένας άλλος στό­χος: η δη­μιουρ­γία μιας διευ­ρυ­μέ­νης ευ­ρω­παϊ­κής αγο­ράς ώστε να κερ­δη­θεί κι άλλος χώρος για την κα­πι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη και να επι­τα­χυν­θεί η «ανάρ­ρω­ση» των κυ­ρί­αρ­χων ευ­ρω­παϊ­κών ιμπε­ρια­λι­στι­κών δυ­νά­με­ων. Επι­πλέ­ον, παρά το γε­γο­νός ότι η απει­λή από την ΕΣΣΔ και το Σύμ­φω­νο της Βαρ­σο­βί­ας εξα­κο­λου­θού­σε να υπάρ­χει, η ανά­κτη­ση της αυ­το­πε­ποί­θη­σης επέ­τρε­πε πιο «τολ­μη­ρές» σκέ­ψεις για τη συ­γκρό­τη­ση ενός ευ­ρω­παϊ­κού πόλου στον αντα­γω­νι­σμό (κατ’ αρχάς οι­κο­νο­μι­κό) και με τις ίδιες τις ΗΠΑ, αλλά και την εκ­δή­λω­ση «χει­ρα­φε­τη­τι­κών» δια­θέ­σε­ων από την αμε­ρι­κα­νι­κή κα­τα­θλι­πτι­κή ηγε­μο­νία και την ωμή εκ­δή­λω­ση της αμε­ρι­κα­νι­κής «προ­στα­σί­ας» ένα­ντι του ανα­το­λι­κού στρα­το­πέ­δου.
Από το 1968, τέ­θη­κε ο στό­χος να προ­χω­ρή­σει η «ενο­ποί­η­ση» στα επό­με­να 12 χρό­νια με στόχο τη δη­μιουρ­γία της Ενιαί­ας Αγο­ράς στη βάση των πε­ρι­βό­η­των «4 ελευ­θε­ριών»: ελευ­θε­ρία κυ­κλο­φο­ρί­ας εμπο­ρευ­μά­των (κα­τάρ­γη­ση των δα­σμών και των πο­σο­τι­κών πε­ριο­ρι­σμών στο εμπό­ριο με­τα­ξύ των χω­ρών-με­λών και κοινό δα­σμο­λό­γιο ένα­ντι τρί­των χωρών), ελευ­θε­ρία κυ­κλο­φο­ρί­ας προ­σώ­πων (ιδιαί­τε­ρα μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων και μη μι­σθω­τών επαγ­γελ­μα­τιών – ελευ­θε­ρία εγκα­τά­στα­σης), ελευ­θε­ρία κυ­κλο­φο­ρί­ας υπη­ρε­σιών, ελευ­θε­ρία κυ­κλο­φο­ρί­ας κε­φα­λαί­ων.
Όλα αυτά όμως δεν είχαν κα­νέ­να νόημα αν πε­ριο­ρί­ζο­νταν στον πυ­ρή­να των αρ­χι­κών 6 ιδρυ­τι­κών κρα­τών – χρεια­ζό­ταν μια ευ­ρω­παϊ­κής κλί­μα­κας κοινή αγορά. Έπρε­πε λοι­πόν η ΕΟΚ των «6» να διευ­ρυν­θεί με νέα μέλη. Για να προ­σελ­κυ­στούν νέα μέλη, έπρε­πε να δε­χτούν να εκτε­θούν στον  άνισο αντα­γω­νι­σμό της ενιαί­ας αγο­ράς και των «4 ελευ­θε­ριών». Για να δε­χτούν κάτι τέ­τοιο, έπρε­πε όχι μόνο να δώ­σουν, αλλά και να πά­ρουν με τη μορφή κά­ποιου εί­δους με­τα­βί­βα­σης πόρων. Το ρόλο αυτού του «ανταλ­λάγ­μα­τος» έπαι­ξαν το τα­μείο για την Κοινή Αγρο­τι­κή Πο­λι­τι­κή (FEOGA) το 1957, η ίδρυ­ση του Ευ­ρω­παϊ­κού Τα­μεί­ου Πε­ρι­φε­ρεια­κής Ανά­πτυ­ξης το 1975, η πρώτη συμ­φω­νία για τον ευ­ρω­παϊ­κό προ­ϋ­πο­λο­γι­σμό με τη σύμ­βα­ση του Λου­ξεμ­βούρ­γου το 1970 και η δεύ­τε­ρη σύμ­βα­ση το 1975.
Χρειά­στη­κε ωστό­σο να υπο­γρα­φτεί το 1985 το κεί­με­νο της Ενιαί­ας Ευ­ρω­παϊ­κής Πρά­ξης (ΕΕΠ), που έβαζε πλώρη για το Μά­α­στρι­χτ, ώστε να ακο­λου­θή­σει το πρώτο «πα­κέ­το Ντε­λόρ» με ση­μα­ντι­κή ροή πόρων, μέσω των ευ­ρω­παϊ­κών προ­γραμ­μά­των, προς τον ευ­ρω­παϊ­κό Νότο κατά κύριο λόγο.
Οι συμ­φω­νί­ες για την προ­σχώ­ρη­ση νέων χωρών ήταν το πο­λι­τι­κό αντί­στοι­χο της Ενιαί­ας Αγο­ράς και η προ­ϋ­πό­θε­σή της: Ηνω­μέ­νο Βα­σί­λειο, Δανία και Ιρ­λαν­δία από 1/1/1973, Ελ­λά­δα από 1/1/1981, Ισπα­νία από 1/1/1986, Πορ­το­γα­λία από 1/1/1986. Τις συ­νό­δευ­σε μια δια­δι­κα­σία θε­σμι­κής εμ­βά­θυν­σης. Πέρα από τι αρ­χι­κές προ­βλέ­ψεις των συν­θη­κών της Ρώμης και τα με­τέ­πει­τα δειλά, μέχρι και τα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του ’80, βή­μα­τα (Ευ­ρω­παϊ­κό Συμ­βού­λιο, Ευ­ρω­παϊ­κή Επι­τρο­πή, μια Κοι­νο­βου­λευ­τι­κή Συ­νέ­λευ­ση με 142 αρ­χι­κά μέλη που διο­ρί­ζο­νταν από τα κρά­τη-μέ­λη και ονο­μά­στη­κε Ευ­ρω­παϊ­κό Κοι­νο­βού­λιο, Ευ­ρω­παϊ­κό Δι­κα­στή­ριο), ύστε­ρα από την ΕΕΠ τα βή­μα­τα πο­λι­τι­κής και θε­σμι­κής εμ­βά­θυν­σης πυ­κνώ­νουν.
Όλα αυτά συ­νέ­βη­σαν εν πολ­λοίς την «καλή πε­ρί­ο­δο», πριν τη στρο­φή στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό, δη­λα­δή την πε­ρί­ο­δο εγ­γρα­φής των γε­νε­τι­κών χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών της «ενο­ποί­η­σης». Ποια ήταν λοι­πόν αυτά τα «γε­νε­τι­κά» χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά;
α. Η ανά­σχε­ση του «κομ­μου­νι­στι­κού κιν­δύ­νου», γαρ­νι­ρι­σμέ­νη με ανοι­χτό ή κα­λυμ­μέ­νο αντι­κομ­μου­νι­σμό – αφού η ΕΣΣΔ ταυ­τι­ζό­ταν «αυ­τα­πό­δει­κτα» με τον κομ­μου­νι­σμό.
β. Η ανά­κτη­ση του χα­μέ­νου εδά­φους στον πα­γκό­σμιο αντα­γω­νι­σμό για τις με­γά­λες ευ­ρω­παϊ­κές ιμπε­ρια­λι­στι­κές δυ­νά­μεις, μέσα από τη δη­μιουρ­γία μιας με­γά­λης ενιαί­ας αγο­ράς αλλά και μιας πο­λι­τι­κής συμ­μα­χί­ας ικα­νής να παί­ξει ρόλο στις πα­γκό­σμιες σχέ­σεις.
γ. Ο ιμπε­ρια­λι­στι­κός χα­ρα­κτή­ρας προς τα έξω συμ­βά­δι­ζε από­λυ­τα με τον εκ­με­ταλ­λευ­τι­κό – ιμπε­ρια­λι­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα προς τα μέσα. Αυτός ο χα­ρα­κτή­ρας εμπε­δώ­θη­κε με δύο βα­σι­κούς μη­χα­νι­σμούς: Πρώτο, με την επι­βο­λή δια­κρα­τι­κών και «ολι­γαρ­χι­κών» μορ­φών πο­λι­τι­κής διεύ­θυν­σης: μη εκλεγ­μέ­να και δη­μο­κρα­τι­κά νο­μι­μο­ποι­η­μέ­να όρ­γα­να (Συμ­βού­λιο, Ευ­ρω­παϊ­κή Επι­τρο­πή), διο­ρι­σμέ­να μέλη στο Ευ­ρω­παϊ­κό Κοι­νο­βού­λιο (αρ­χι­κά) και δια­κο­σμη­τι­κός ρόλος ακόμη και όταν θε­σμο­ποι­ή­θη­κε η εκλο­γή του.
Δεύ­τε­ρο, με την από­λυ­τη προ­τε­ραιό­τη­τα και έμ­φα­ση στη δη­μιουρ­γία της ενιαί­ας αγο­ράς, στο πλαί­σιο της οποί­ας κα­ταρ­γού­νταν στα­δια­κά κάθε εί­δους προ­στα­τευ­τι­σμός (δα­σμοί, αλλά και κλα­δι­κές πο­λι­τι­κές κ.λπ.). Ο κα­νό­νας της λι­τό­τη­τας εδρά­ζε­ται εδώ και είναι ιδρυ­τι­κός.
Σε ένα πλαί­σιο ελεύ­θε­ρου αντα­γω­νι­σμού με στα­δια­κή κα­τάρ­γη­ση κάθε εί­δους προ­στα­τευ­τι­σμού, η πίεση του αντα­γω­νι­σμού ανά­με­σα σε δια­φο­ρε­τι­κά επί­πε­δα πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας οδη­γεί ανα­πό­φευ­κτα στον «αντα­γω­νι­σμό για πε­ρισ­σό­τε­ρη λι­τό­τη­τα», όχι μόνο τους κα­πι­τα­λι­σμούς που έχουν το με­γα­λύ­τε­ρο έλ­λειμ­μα πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας αλλά και αυ­τούς που είναι στην κο­ρυ­φή της πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας, με στόχο να δια­τη­ρή­σουν ή και να διευ­ρύ­νουν το πλε­ο­νέ­κτη­μα απέ­να­ντι στους αντα­γω­νι­στές τους για τα πρω­τεία.
…και το ανά­πτυγ­μά του μέχρι σή­με­ρα
Όλα όσα έγινα στη συ­νέ­χεια και μέχρι σή­με­ρα, δεν είναι παρά το ανά­πτυγ­μα και η εξει­δί­κευ­ση αυτών των ιδρυ­τι­κών αρχών:

  • Η Ενιαία Ευ­ρω­παϊ­κή Πράξη (1985) άνοι­ξε το δρόμο για το Μά­α­στρι­χτ (Φε­βρουά­ριος 1992) και το κοινό νό­μι­σμα. Οι «σι­δε­ρέ­νιοι κα­νό­νες» του Μά­α­στρι­χτ για τα επι­τό­κια, τον πλη­θω­ρι­σμό, το έλ­λειμ­μα και το χρέος δεν είναι παρά η προ­ε­τοι­μα­σία για το γκρέ­μι­σμα του τε­λευ­ταί­ου προ­πύρ­γιου του προ­στα­τευ­τι­σμού: του εθνι­κού νο­μί­σμα­τος. Αυτός ήταν ο όρος για να απο­κτή­σουν οι κυ­ρί­αρ­χες ιμπε­ρια­λι­στι­κές αστι­κές τά­ξεις το όπλο του διε­θνούς νο­μί­σμα­τος. Ταυ­τό­χρο­να, το κοινό νό­μι­σμα, αυτό κα­θαυ­τό, πέρα από τη σκλη­ρή δη­μο­σιο­νο­μι­κή επι­τή­ρη­ση των κα­νό­νων του Μά­α­στρι­χτ, ήταν το ανώ­τα­το στά­διο του «αντα­γω­νι­σμού για πε­ρισ­σό­τε­ρη λι­τό­τη­τα»: όλη η πίεση του κα­πι­τα­λι­στι­κού αντα­γω­νι­σμού έπεσε πλέον πάνω στους μι­σθούς και τις ερ­γα­σια­κές σχέ­σεις. Η λι­τό­τη­τα, που ήταν στοι­χείο της προ­ε­τοι­μα­σί­ας και προ­ϋ­πό­θε­ση για το κοινό νό­μι­σμα, έγινε στη συ­νέ­χεια και η διαρ­κής συ­νέ­πεια του ενιαί­ου νο­μί­σμα­τος.
  • Οι προ­σπά­θειες «συ­νταγ­μα­το­ποί­η­σης» του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού στα χρό­νια μετά το Μά­α­στρι­χτ («ευ­ρω­σύ­νταγ­μα») είχαν στόχο να «κλει­δώ­σουν» τη λι­τό­τη­τα σαν κο­ρω­νί­δα της ενιαί­ας αγο­ράς και της κο­ρω­νί­δας αυτής, του ενιαί­ου νο­μί­σμα­τος.
  • Οι νέοι στό­χοι επέ­βαλ­λαν κλι­μά­κω­ση των αντι­δη­μο­κρα­τι­κών χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών, της ολι­γαρ­χι­κής και αυ­ταρ­χι­κής διεύ­θυν­σης της Ε.Ε. και της Ευ­ρω­ζώ­νης. Η δη­μιουρ­γία της Ευ­ρω­παϊ­κής Κε­ντρι­κής Τρά­πε­ζας (ΕΚΤ) και η θε­σμι­κή της προί­κι­ση με ανε­ξαρ­τη­σία απέ­να­ντι στις κυ­βερ­νή­σεις των χω­ρών-με­λών ήταν μια αυ­ταρ­χι­κή κλι­μά­κω­ση. Η πο­λι­τι­κή δια­χεί­ρι­ση της υπό­θε­σης του «ευ­ρω­συ­ντάγ­μα­τος» και του «Όχι» στο γαλ­λι­κό και ολ­λαν­δι­κό δη­μο­ψή­φι­σμα εγκαι­νί­α­σε το πέ­ρα­σμα από τον ευ­ρω­αυ­ταρ­χι­σμό μέσω των συν­θη­κών, στον ευ­ρω­αυ­ταρ­χι­σμό και μέσω της πα­ρά­καμ­ψης των συν­θη­κών. Για να απο­κα­λυ­φθεί η απλή αλή­θεια: ότι ήταν πάντα όχι «ένωση» αλλά συμ­μα­χία αστι­κών τά­ξε­ων, ότι πίσω από το μαν­δύα της ενο­ποί­η­σης κρυ­βό­ταν η γυμνή αλή­θεια μιας δια­κρα­τι­κής συμ­μα­χί­ας.

Η Αρι­στε­ρά και τα κι­νή­μα­τα ενά­ντια στην Ε.Ε. σε κρίση
Στα χρό­νια της κρί­σης, από το 2009 και ύστε­ρα, αυτή η αλή­θεια έλαμ­ψε εκτυ­φλω­τι­κά: η κρίση επέ­βαλ­λε ωμές και κυ­νι­κές αυ­ταρ­χι­κές δια­χει­ρί­σεις (μνη­μό­νια, ανοι­χτοί εκ­βια­σμοί ενά­ντια σε χώρες με όπλο τη ρευ­στό­τη­τα της ΕΚΤ και όχι μόνο, δια­κρα­τι­κές συμ­φω­νί­ες «προ­θύ­μων», «εξω­θε­σμι­κή» ανά­μι­ξη του ΔΝΤ στη δια­χεί­ρι­ση κρί­σε­ων στην Ευ­ρω­ζώ­νη κ.λπ.), έξω και κατά πα­ρά­βα­ση όχι μόνο των ευ­ρω­παϊ­κών συν­θη­κών αλλά και συ­νο­λι­κά των με­τα­πο­λε­μι­κών διε­θνών συν­θη­κών για τα δι­καιώ­μα­τα του αν­θρώ­που! Η Ευ­ρω­ζώ­νη και Ε.Ε. των δύο ή και πολ­λών «τα­χυ­τή­των» είναι ο ύστα­τος πο­λι­τι­κός σπα­σμός που συ­μπυ­κνώ­νει όλα τα γε­νε­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της «ένω­σης» στην πιο ωμή και απο­κρου­στι­κή τους μορφή: τον ιμπε­ρια­λι­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα προς τα έξω και προς τα μέσα (που φτά­νει ως τη θε­σμο­ποι­η­μέ­νη ιμπε­ρια­λι­στι­κή λε­η­λα­σία), τον αντα­γω­νι­σμό με κα­τάρ­γη­ση όλων των μορ­φών προ­στα­τευ­τι­σμού (που φτά­νει ως τον «αντί­στρο­φο προ­στα­τευ­τι­σμό» των ισχυ­ρών), το δια­κρα­τι­κό αυ­ταρ­χι­σμό των ισχυ­ρών και την ξε­κά­θα­ρη ορ­γά­νω­ση της ολι­γαρ­χι­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης στη μορφή της πρώ­της «τα­χύ­τη­τας».
Αντι­μέ­τω­ποι με αυτή την Ε.Ε. και Ευ­ρω­ζώ­νη-Φραν­κεν­στάιν, η Αρι­στε­ρά και οι ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις πρέ­πει να ξε­κα­θα­ρί­σουν ορι­στι­κά και αμε­τά­κλη­τα τους λο­γα­ρια­σμούς τους με τις αυ­τα­πά­τες του «ευ­ρω­παϊ­σμού» τόσο στην αστι­κή όσο και στην αρι­στε­ρή εκ­δο­χή του. Ο κοι­νός στό­χος της Αρι­στε­ράς και των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων στην Ευ­ρώ­πη δεν μπο­ρεί παρά να είναι η διά­λυ­ση αυτής της ευ­ρω­παϊ­κής φυ­λα­κής των λαών. Στο πλαί­σιο αυτού του κοι­νού στό­χου, το σπά­σι­μο αδύ­να­μων κρί­κων στην ευ­ρω­παϊ­κή ιμπε­ρια­λι­στι­κή αλυ­σί­δα ση­μαί­νει και ρήξη με την Ε.Ε. και την Ευ­ρω­ζώ­νη, έξοδο και επι­στρο­φή στο εθνι­κό νό­μι­σμα. Οι δύο αυτές κα­τευ­θύν­σεις δεν είναι αντα­γω­νι­στι­κές αλλά συ­μπλη­ρω­μα­τι­κές.
Ωστό­σο, αυτές οι κα­τευ­θύν­σεις θα εκ­φυ­λι­στούν ανα­πό­φευ­κτα σε νέες μορ­φές αυ­τα­πα­τών χωρίς αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κό και διε­θνι­στι­κό πε­ριε­χό­με­νο και προ­σα­να­το­λι­σμό. Η Ε.Ε. και η Ευ­ρω­ζώ­νη είναι προ­ω­θη­μέ­νες μορ­φές κα­πι­τα­λι­στι­κής – ιμπε­ρια­λι­στι­κής συμ­μα­χί­ας και δεν συ­νι­στούν κά­ποιου εί­δους… υπέρ­βα­ση του κα­πι­τα­λι­σμού και του ιμπε­ρια­λι­σμού. Ο εκ­με­ταλ­λευ­τι­κός και ιμπε­ρια­λι­στι­κός τους χα­ρα­κτή­ρας απορ­ρέ­ει από το γε­γο­νός ότι είναι κα­πι­τα­λι­στι­κές – ιμπε­ρια­λι­στι­κές ενώ­σεις στο έδα­φος του αντα­γω­νι­σμού χωρίς προ­στα­τευ­τι­σμό, που με­τα­τρέ­πε­ται ανα­πό­φευ­κτα σε «αντα­γω­νι­σμό για πε­ρισ­σό­τε­ρη λι­τό­τη­τα». Η πάλη ενά­ντιά της δεν είναι παρά μια ει­δι­κή εκ­δο­χή της πάλης ενά­ντια στον κα­πι­τα­λι­σμό σε κρίση, όπου η επι­στρο­φή στις «εθνι­κές προ­τε­ραιό­τη­τες» και τον προ­στα­τευ­τι­σμό και η όξυν­ση των ιμπε­ρια­λι­στι­κών αντα­γω­νι­σμών ανα­δει­κνύ­ο­νται σε κυ­ρί­αρ­χες τά­σεις, με ταυ­τό­χρο­νη όμως δια­τή­ρη­ση των «κε­κτη­μέ­νων» της χρη­μα­τι­στι­κής πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης.
Αυτό το κράμα προ­στα­τευ­τι­σμού των ισχυ­ρών, αστι­κού και ιμπε­ρια­λι­στι­κού προ­στα­τευ­τι­σμού, με ταυ­τό­χρο­νη δια­τή­ρη­ση των «κε­κτη­μέ­νων» από τη διά­λυ­ση κάθε προ­στα­τευ­τι­σμού των αδύ­να­μων -που δεν είναι ο προ­στα­τευ­τι­σμός των αδύ­να­μων χωρών, αλλά ο «προ­στα­τευ­τι­σμός», δη­λα­δή οι ιστο­ρι­κές κα­τα­κτή­σεις και τα μέσα άμυ­νας, των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων- δεν το βρί­σκου­με μόνο εκτός Ευ­ρω­ζώ­νης και Ε.Ε. αλλά και εντός αυτής. Η Ευ­ρω­ζώ­νη και Ε.Ε. των δύο ή και πολ­λών «τα­χυ­τή­των» δεν είναι παρά ακρι­βώς αυτό: ο ιμπε­ρια­λι­στι­κός προ­στα­τευ­τι­σμός των ισχυ­ρών με στόχο τη διά­λυ­ση κάθε «προ­στα­τευ­τι­σμού» για τις ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις και την ιμπε­ρια­λι­στι­κή λε­η­λα­σία.
Στη θέση της πα­λιάς αυ­τα­πά­της ότι η «ευ­ρω­παϊ­κή ενο­ποί­η­ση» είναι μη­χα­νι­σμός προ­στα­τευ­τι­σμού για τα δι­καιώ­μα­τα και τις κα­τα­κτή­σεις των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων, δεν πρέ­πει να βά­λου­με μια νέα αυ­τα­πά­τη ότι «όλο το κακό με την ευ­ρω­παϊ­κή ενο­ποί­η­ση» συ­νί­στα­ται σε μια άνιση πάλη των εθνών με ερ­γα­λείο τα πλε­ο­νά­σμα­τα στο εξω­τε­ρι­κό ισο­ζύ­γιο των ισχυ­ρών – αντί­θε­τα, και αυτά τα πλε­ο­νά­σμα­τα οφεί­λο­νται σε με­γά­λο βαθμό στον «αντα­γω­νι­σμό για πε­ρισ­σό­τε­ρη λι­τό­τη­τα».
Στη θέση της αυ­τα­πά­της ότι στο πλαί­σιο της Ε.Ε. και της Ευ­ρω­ζώ­νης μπο­ρεί να υπάρ­ξει το win-win, δη­λα­δή να είναι κερ­δι­σμέ­νες και οι αστι­κές τά­ξεις και οι ερ­γα­ζό­με­νες τά­ξεις, δεν πρέ­πει να βά­λου­με μια νέα αυ­τα­πά­τη ότι ένα τέ­τοιο win-win μπο­ρεί να υπάρ­ξει έξω από την Ευ­ρω­ζώ­νη και την Ε.Ε.
Στη θέση των πα­λιών αυ­τα­πα­τών για τη σύ­γκλι­ση και την ευ­η­με­ρία με ερ­γα­λείο την ενιαία αγορά και το κοινό νό­μι­σμα δεν πρέ­πει να βά­λου­με μια νέα αυ­τα­πά­τη ότι η ανά­κτη­ση των δι­καιω­μά­των και κα­τα­κτή­σε­ων των ερ­γα­ζό­με­νων τά­ξε­ων μπο­ρεί να επι­τευ­χθεί με βα­σι­κό όπλο το εθνι­κό νό­μι­σμα. Στο πλαί­σιο του κα­πι­τα­λι­σμού σε κρίση, η λι­τό­τη­τα και η ιμπε­ρια­λι­στι­κή επι­βο­λή είναι πα­ντού, μέσα κι έξω από την Ε.Ε. και την Ευ­ρω­ζώ­νη: αν δεν είναι το κουαρ­τέ­το των δα­νει­στών, θα είναι η Λέσχη των Πα­ρι­σί­ων, αν δεν είναι το ΔΝΤ μαζί με τον ESM, την ΕΚΤ και την Κο­μι­σιόν, θα είναι μόνο το ΔΝΤ, αν δεν είναι το κα­νο­νι­στι­κό πλαί­σιο του Μά­α­στρι­χτ, θα είναι η πει­θαρ­χία των αγο­ρών, των υψη­λών επι­το­κί­ων και του πλη­θω­ρι­σμού κ.λπ. κλπ.
Η πάλη ενά­ντια στην Ε.Ε. και την Ευ­ρω­ζώ­νη πρέ­πει να απο­τε­λέ­σει τμήμα της πάλης ενά­ντια στον κα­πι­τα­λι­σμό σε κρίση. Και οι «ει­δι­κοί» στό­χοι για τη διά­λυ­ση της Ε.Ε. και της Ευ­ρω­ζώ­νης και τη ρήξη – έξοδο, πρέ­πει να εντα­χθούν σε ένα συ­νο­λι­κό με­τα­βα­τι­κό πρό­γραμ­μα για το σο­σια­λι­σμό.
*Πηγή: rproject.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας