3+2 σχολές σκέψης για τα ελληνοτουρκικά

706
ελληνοτουρκικά

Η συζήτηση στην Ελλάδα για τα ελληνοτουρκικά περιστρέφεται γύρω από τέσσερις σχολές σκέψης (η ταξινόμηση είναι σχετική δεδομένων των επικαλύψεων), αλλά βοηθά στη κατανόηση του θέματος. Οι δύο πρώτες αφορούν σε ένα παράδοξο, διότι παρόλο που έχουν διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες (μαρξισμό και νεοφιλελευθερισμό), στην ουσία ταυτίζονται.

Υποστηρίζουν ότι τουρκικός και ελληνικός καπιταλισμός είναι ισοδύναμοι, με τις αστικές τους τάξεις εκατέρωθεν του Αιγαίου να σπέρνουν μίσος και εθνικισμό για εσωτερική κατανάλωση προκειμένου να διατηρηθούν στην εξουσία συγκεκριμένες πολιτικές ελίτ. Έτσι, υπονομεύεται η ειρήνη και πριμοδοτείται μία κούρσα εξοπλισμών που ωφελούν μόνο τα κέρδη των εμπόρων του πολέμου (όχι ότι δεν έχει βάση αυτό το τελευταίο αλλά δεν είναι εκεί το θέμα όπως θα δούμε στη συνέχεια).

Η τρίτη σχολή σκέψης είναι η “τεχνοκρατική”, που έχει παράξει πραγματικά εξαιρετικό κεκτημένο τεχνικής γνώσης για την UNCLOS (διεθνές δίκαιο θάλασσας), η οποία σχετίζεται με θέματα όπως ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα, αιγιαλίτιδα ζώνη, κλπ. Η σχολή αυτή έχει, κυρίως, δύο υποδιαιρέσεις. Η μία υποστηρίζει ότι “η Τουρκία έχει κάποιο δίκιο” (Στρογγύλη Καστελλόριζο) ή/και ότι “έχει πολύ δίκιο”, προτείνοντας την αρχή της “ευθυδικίας” σε κάθε απόπειρα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Η άλλη, πιο ανένδοτη, υποστηρίζει την πιστή εφαρμογή του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, προτείνοντας, για παράδειγμα, άμεση επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια και χάραξη ΑΟΖ με τη Κυπριακή Δημοκρατία.

Η τέταρτη σχολή, η οποία έχει λίγους εκπροσώπους, αναγνωρίζει σιωπηλά, την ανωτερότητα της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας ως πόλου συγκέντρωσης γεωπολιτικού και γεω-οικονομικού δυναμικού. Θεωρεί, και σωστά, ότι το δίκαιο είναι συνάρτηση της ισχύος και όχι το ανάποδο, και εργάζεται με ζήλο για την επανισορρόπηση αυτής της ανισότητας, διότι μόνο έτσι, υποστηρίζεται, θα επιτευχθεί η πολυπόθητη ειρήνη.

Περιφερειακός ιμπεριαλισμός 

Αν και είμαι πολύ κοντά σ’ αυτή τη τελευταία προσέγγιση, έχω σημαντικές διαφωνίες σ’ ό,τι αφορά την επίτευξη “διαρκούς ειρήνης” με τη Τουρκία μέσω μιας (επιθυμητής) επίτευξης ισοδυναμίας γεωπολιτικών και γεω-οικονομικών δυναμικών των δύο χωρών. Εξηγώ το γιατί, ξεκινώντας με σύγκριση των δύο καπιταλισμών, δηλ. τη βασική έδρα μέτρησης της ισχύος.

Θα υποστηρίξω ότι “διαρκής ειρήνη” με τη Τουρκία, η οποία έχει εισέλθει σε μορφές “πολέμου με υποκατάστατα” (surrogate warfare) και δημιουργία μισθοφορικού στρατού τζιχαντιστών, είναι αδύνατη λόγω των ασυμφιλίωτων αντιφάσεων της κεφαλαιακής της συσσώρευσης. “Διαρκής ειρήνη” με τη Τουρκία είναι πιθανόν να επέλθει μόνο όταν συντρέξει μία θεμελιακή προϋπόθεση. Θα δούμε ποια είναι αυτή.

Η Τουρκία έχει τετραπλάσιο ΑΕΠ απ’ την Ελλάδα και οκταπλάσιο πληθυσμό και επενδύει με (ονομαστικούς) ρυθμούς άνω των 30%, ενώ η Ελλάδα έχει επενδυτικούς ρυθμούς κάτω από 12%. Η Ελλάδα έχει πολύ χαμηλότερους επενδυτικούς ρυθμούς ακόμα κι απ’ την Αλβανία και τη Βουλγαρία. Αν και τα μεγέθη είναι ονομαστικά – για παράδειγμα δεν συμπεριλαμβάνουν πληθωρισμό – υποδηλώνουν σαφείς ιστορικές τάσεις. Το ΑΕΠ μόνο της Κωνσταντινούπολης είναι μεγαλύτερο της Ελλάδας. Ακόμα, το χρέος της Τουρκίας ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι γύρω στο 30%, ενώ της Ελλάδας έχει εκτοξευτεί σε πάνω από 210%.

Mελέτες προβλέπουν ότι ο πληθυσμός της Τουρκίας το 2050 θα είναι στα 100 εκατομμύρια, ενώ της Ελλάδας γύρω στα 8 εκατομμύρια. Σημειώνω ότι 500.000 νέοι εξειδικευμένοι επιστήμονες εγκατέλειψαν την Ελλάδα μετά το 2009. Η Τουρκία έχει δύο τεράστιες κεντροποιήσεις αστικών ταξικών μερίδων, κυρίως γύρω απ’ τα εργοδοτικά συνδικάτα της TUSIAD και της MUSIAD. Τα μέλη της πρώτης περιλαμβάνουν κολοσσούς όπως οι Koc και Sabanci και συγκροτούν τηn παγκοσμιοποιημένη (transnational) τάξη του τουρκικού κεφαλαίου με ανταγωνιστικότητα στις διεθνείς αγορές.

Ισλαμική επιχειρηματική τάξη

Η δεύτερη συγκεντρώνει τη νέα ισλαμική επιχειρηματική τάξη, η οποία άρχισε να αναδύεται αρχές της δεκαετίας του 1980 με τις νεο-φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις της χούντας του Εβρέν και μετά του Οζάλ και που έγινε αργότερα ο μεγάλος πριμοδότης του Ερντογάν. Παρεπιπτόντως, η πίεση που δέχεται σήμερα η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας γύρω απ’ το διακανονισμό των επιτοκίων και της ρύθμισης του πληθωρισμού αφορά το λυσσαλέο αγώνα μεταξύ αυτών των δύο κεφαλαιακών μερίδων. Η μεν TUSIAD υποστηρίζει ένα καθεστώς ακραιφνούς νεο-φιλελεύθερης λιτότητας με υψηλά επιτόκια για τη πάταξη του πληθωρισμού, η δε MUSIAD, περισσότερο προσανατολισμένη στην εσωτερική αγορά –δανείζεται σε τουρκικές λίρες– ευνοεί ένα καθεστώς φτηνού δανεισμού.

Τα θέλει όλα δικά της “ειρηνικά” η Άγκυρα

Με στρατιωτικές βάσεις στη Σομαλία, τη Λιβύη, το Κατάρ, τη Συρία και με στρατό κατοχής στη Κυπριακή Δημοκρατία, η Τουρκία εξάγει ισχύ. Η Τουρκία έφτασε να εξάγει εδώ και δεκαετίες ισχύ και κεφάλαιο, ενώ η Ελλάδα εισάγει και τα δύο: υπερεξάρτηση από ΗΠΑ στον αμυντικό τομέα, υπερεξάρτηση από Γερμανία/ΕΕ στον οικονομικό-θεσμικό τομέα. Συνεπώς, η Τουρκία είναι μία ιμπεριαλιστική περιφερειακή δύναμη, κάτι που στον αγγλο-σαξωνικό χώρο αναφέρεται ως sub-imperialism και ως μέλος των G-20 έχει παγκόσμιες αξιώσεις.

Ενώ η Ελλάδα, τηρουμένων όλων των ιστορικών και κοινωνικών αναλογιών, είναι αυτό που ήταν και το 1830, μία πολλαπλά εξαρτημένη αποικία χρέους. Χαρακτηριστικό του καθεστώτος υποτέλειας με τη σφραγίδα της “πολιτισμένης” Ευρώπης και του ΣΥΡΙΖΑ είναι το “Πολυνομοσχέδιο-Τέρας” του Μαΐου 2016 (πάνω από 7.500 σελίδες), το οποίο, μεταξύ άλλων, επέβαλε αφελληνισμό όλου του τραπεζικού τομέα της χώρας, υποθηκεύοντας τη δημόσια περιουσία στο “Υπερταμείο”, δηλαδή στο βωμό αποπληρωμής του χρέους μέχρι το 2060. Το νομοσχέδιο αυτό έχει ισχύ πρωτογενούς δικαίου και κατισχύει του Συντάγματος της χώρας.

Ελληνικός μεταπρατισμός

Τα παραπάνω σημαίνουν ότι ουδεμία ισοδυναμία υπάρχει μεταξύ ελληνικού και τουρκικού καπιταλισμού και, άρα, ουδεμία ισοδυναμία υπάρχει μεταξύ γεωπολιτικών και γεω-οικονομικών δυναμικών. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα θα διατηρεί ένα κράτος με αρμοδιότητες διοικητικής επαρχίας της Γερμανίας/ΕΕ με τάσεις δορυφοροποίησης γύρω απ’ τα συμφέροντα της ΝΑΤΟϊκής Τουρκίας – δορυφόρος των ΗΠΑ είναι ήδη.

Προκειμένου να κρατηθεί η Τουρκία μέσα στο ΝΑΤΟ ως καίρια αντι-ρωσική συνιστώσα της αμερικανικής στρατηγικής στην Ευρασία, και προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα διαπλεκόμενα παγκοσμιοποιημένα συμφέροντα της Γερμανίας με τη Τουρκία μέσω των οικονομικών δραστηριοτήτων των κολοσσών της TUSIAD, ΕΕ και ΝΑΤΟ θα κατευνάζουν τις τουρκικές επεκτατικές αξιώσεις στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο με ελληνικά έξοδα.

Ο κυρίαρχος ελληνικός μεταπρατισμός, άπατρις και ξενοτραφής όπως υπαγορεύουν τα ταξικά του συμφέροντα, δεν έχει κανένα πρόβλημα μ’ αυτή τη προοπτική: αυτό είναι που κάνει σήμερα με εκλεπτυσμένη διπλωματία και τακτ, αν και η λαϊκή πίεση στη χώρα και στη Κυπριακή Δημοκρατία ισορροπεί κάπως τη κατάσταση. Ο κυρίαρχος ελληνικός μεταπρατισμός δεν έχει πρόβλημα με την ενθυλάκωση των νησιών του Αιγαίου και το μοίρασμα των θαλάσσιων πόρων στο πέλαγος διότι δεν ζει απ’ την αλιεία.

Επίσης, δεν έχει πρόβλημα με τον έλεγχο του ελληνικού τουρισμού απ’ την εταιρεία TUI γιατί ζει απ’ το θέμα. Ακόμα, γιατί ν’ αγωνιά το μεγάλο ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο; Ελάχιστη σχέση έχει με το παραγωγικό ιστό της χώρας και το μνημονιακό καθεστώς δεν το αφορά. Ναύλωση, ασφάλιση και το μεγαλύτερο μέρος της ναυπήγησης γίνονται εκτός Ελλάδος, για να μη μιλήσουμε για φορολόγηση και σημαίες ευκαιρίας.

Οικονομική ανάκαμψη και αποτροπή

Αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, τότε ποια είναι η λύση; Η λύση των “τεχνοκρατών” δεν θα φέρει τη “διαρκή ειρήνη” των Καντιανών, των νεοφιλελεύθερων και του κοσμοπολίτικου μαρξισμού, γιατί αν κάτι μας λέει ο μαρξισμός είναι ότι ο πόλεμος είναι απόρροια ασυμφιλίωτων ταξικών αντιφάσεων της κεφαλαιακής συσσώρευσης που οδηγούν τα κράτη στον επεκτατισμό και στο πόλεμο –αν δεν επιτύχουν τους στόχους τους με ειρηνικά-διπλωματικά μέσα– προκειμένου να λύσουν (προσωρινά) αυτό το ασυμφιλίωτο των αντιφάσεων.

Βρώμικο παιχνίδι των Γερμανών στη Λιβύη – Το πάθημα δεν μας έγινε μάθημα

Άρα, όσο νομικές διευθετήσεις να γίνουν με βάση την UNCLOS –με τη μεσολάβηση ή όχι διεθνών δικαστηρίων– και όσες παραχωρήσεις να γίνουν από ελληνικής πλευράς, η Τουρκία έχει μία ανεξάρτητη πολιτική και οικονομική ταυτότητα η οποία είναι επεκτατική λόγω της υπερ-εκχύλισης των εσωτερικών της ταξικών αντιφάσεων. Γι’ αυτό κι όσο περισσότερα παραχωρούνται προς κατευνασμό της, τόσο περισσότερα θα ζητάει στη Θράκη, στο Αιγαίο και στη Κυπριακή Δημοκρατία.

Η λύση που προτείνω έχει δύο άξονες: Πρώτον, αειφόρο οικονομική ανάπτυξη της χώρας με μοχλό το κράτος, τις δημόσιες επενδύσεις, τη βιομηχανική ανάπτυξη και την τεχνολογική καινοτομία. Δεύτερον, ανασκευή της θεώρησης του Παναγιώτη Κονδύλη περί “πρώτου αποφασιστικού μαζικού πλήγματος” ως βασικού πυλώνα αποτροπής της μόνιμης τουρκικής απειλής.

Αυτή η ανασκευή πρέπει να γίνει στα πλαίσια της “4ης βιομηχανικής επανάστασης” (ψηφιοποίηση, ρομποτική, “υβριδισμός” κλπ) και των νέων ευκαιριών που προσφέρει η πολυ-πολικότητα του παγκόσμιου συστήματος διανομής ισχύος. Επίσης, ο Κονδύλης αποσιωπά τον ταξικό χαρακτήρα του ελληνικού κράτους που θα φέρει σε πέρας αυτή την αποτροπή.

Οι δύο αυτές πολιτικές είναι πολιτικές των ορίων κι όχι μαξιμαλιστικοί στόχοι που είναι αδύνατο να επιτευχθούν από θέσεις εξουσίας. Δεν αναφέρομαι για έξοδο από ΕΕ/Ευρωζώνη ή/και από ΝΑΤΟ. Αυτά τα πράγματα δεν γίνονται απ’ τη μία μέρα στην άλλη όπως έχει δείξει η ιστορική εμπειρία του ΠΑΣΟΚ το 1981 και του ΣΥΡΙΖΑ του 2015. Πολιτική των ορίων σημαίνει γνώση των αδυναμιών των περιορισμών που σου θέτει το σύστημα των πολλαπλών θεσμικών εξαρτήσεων και εφαρμογή πολιτικών που να το υπονομεύουν χωρίς να του δίνουν τη δυνατότητα να σφίξει παραπάνω το κλοιό.

Νέα πολιτική δύναμη

Τονίζω, ότι επειδή αυτό το αξονικό δίπτυχο ούτε θέλει ούτε και μπορεί να το φέρει σε πέρας το πολλαπλά εξαρτημένο κυρίαρχο αστικό συγκρότημα εξουσίας της Ελλάδας, επείγει η ανάδυση μίας νέας σοσιαλιστικής πολιτικής δύναμης η οποία θα βασίζεται στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και στην οργάνωση του κράτους, δηλαδή πάνω απ’ όλα στις εργατικές και λαϊκές τάξεις, οι οποίες θα κατέχουν και θα ελέγχουν τόσο τη κρατική εξουσία όσο, ως ένα βαθμό, και τη κρατική μηχανή. Ένα προσωρινός συμβιβασμός με τους εμπειρογνώμονες και το προσωπικό της Τρόϊκα που εργάζεται σε ελληνικές τράπεζες, υπουργεία και ανώτατες υπηρεσίες είναι απαραίτητος για μία ορισμένη μεταβατική περίοδο.

Αν και δεν υπάρχει εδώ χώρος για λεπτομερή επεξεργασία ενός προγράμματος επίτευξης σοσιαλιστικής δημοκρατίας στην Ελλάδα –όχι “δημοκρατικού σοσιαλισμού”– με βάση τους παραπάνω άξονες, θεωρώ απαραίτητο να τονίσω το εξής: Ακόμα και πριν βρεθούν στην εξουσία, οι λαϊκές και εργατικές τάξεις της χώρας δεν πρέπει να ξεχνούν ότι ο τουρκικός και κουρδικός λαός υποφέρουν από ένα μόνιμο καθεστώς εκτάκτου ανάγκης και λιτότητας που έχει εγκαθιδρύσει στη χώρα τους το μεγάλο κεφάλαιο και οι συγκρούσεις του. Ένα καθεστώς βαθύτατα αυταρχικό προς τα μέσα και βαθύτατα ιμπεριαλιστκό προς τα έξω, που σήμερα διαχειρίζεται ο Ερντογάν και το οποίο θα επιβιώσει και μετά το τέλος της δικτατορίας του.

Χρειάζεται έμπρακτη αλληλεγγύη προς τον αγωνιζόμενο τουρκικό και κουρδικό λαό και άμεση ζύμωση του προγράμματος της σοσιαλιστικής δημοκρατίας της Ελλάδας μέσα στις τάξεις του, διότι ήττα του τουρκικού αυταρχισμού απ’ την ελληνική σοσιαλιστική αποτροπή θα σημαίνει, πάνω απ’ όλα, άνοιγμα του δρόμου για την απελευθέρωση του ίδιου του κουρδικού και τουρκικού λαού και προοπτικές εγκαθίδρυσης μιας σοσιαλιστικής δημοκρατίας στη Τουρκία. Μόνο τότε θα τεθούν τα θεμέλια μιας μόνιμης ειρήνης στη περιοχή. Όσο μεγαλύτερη αποδοχή βρίσκει μέσα στο τουρκικό και κουρδικό λαό το σοσιαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα και η σοσιαλιστική ελληνική θεωρία της αποτροπής, τόσο πιο ισχυρή θα γίνεται και η υπόθεση της ειρήνης στα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή.

ΠΗΓΗ: slpress.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας