26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΙΩΠΗΣ: Η νύχτα που οι βόμβες «έπνιξαν» τη δημοσιογραφία – Και κανείς δεν απολογήθηκε

63

Έχουν περάσει 26 χρόνια από τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στη Σερβία, ωστόσο η συμμαχία ουδέποτε προχώρησε σε επίσημη συγγνώμη για τα θύματα στα σερβικά μέσα ενημέρωσης –ανάμεσά τους και εργαζόμενοι της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης RTS που σκοτώθηκαν κατά την επίθεση στο Βελιγράδι.

Παρόμοια τύχη είχαν και αρκετοί ξένοι δημοσιογράφοι που βρέθηκαν στη χώρα εν μέσω πολεμικών επιχειρήσεων.

Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στην εφιαλτική νύχτα της 23ης Απριλίου 1999, όταν, στις 02:06 τα ξημερώματα, νατοϊκά αεροσκάφη χτύπησαν το κτίριο του τμήματος μεταδόσεων της RTS, της σερβικής κρατικής τηλεόρασης.

Το κτίριο κατέρρευσε, παρασύροντας στον θάνατο 16 εργαζόμενους, οι οποίοι διασφάλιζαν την ομαλή ροή του προγράμματος (RTS.rs).

Οι νεκροί: Jelica Munitlak (27), Ksenija Banković (27), Darko Stoimenovski (25), Nebojša Stojanović (26), Dragorad Dragojević (27), Dragan Tasić (29), Aleksandar Deletić (30), Slaviša Stevanović (32), Siniša Medić (32), Ivan Stukalo (33), Dejan Marković (39), Milan Joksimović (47), Branislav Jovanović (50), Milovan Janković (59), Tomislav Mitrović (61) και Slobodan Jontić (54).

Όσοι έζησαν τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, θυμούνται με οδύνη όχι μόνο τον βομβαρδισμό της RTS αλλά και τις επιθέσεις σε βασικές υποδομές σε όλη τη Σερβία – από δημοσιογραφικά κέντρα και γέφυρες, μέχρι βιομηχανίες, ξενοδοχεία, σχολεία και νοσοκομεία.

Πολλοί αναλυτές χαρακτηρίζουν το χτύπημα της RTS ως μια συνειδητή εκτέλεση εργαζομένων, ενταγμένη σε μια ευρύτερη στρατηγική φίμωσης της πληροφόρησης που δεν ταίριαζε στο δυτικό αφήγημα του πολέμου (Human Rights Watch). Το πλήγμα αυτό άνοιξε ουσιαστικά την πόρτα σε νέες επιθέσεις κατά των μέσων ενημέρωσης στις εμπόλεμες ζώνες της επόμενης δεκαετίας, καθιστώντας το δημοσιογραφικό επάγγελμα πιο επικίνδυνο από ποτέ.

Το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, και συγκεκριμένα το Πρώτο Συμπληρωματικό Πρωτόκολλο των Συμβάσεων της Γενεύης (άρθρα 48-58, Τμήμα IV), προβλέπει την προστασία των αμάχων και επιτάσσει την αποφυγή επιθέσεων σε στόχους χωρίς σαφές στρατιωτικό πλεονέκτημα – κάτι που αμφισβητείται στην περίπτωση της RTS. Όπως έχει επισημάνει και το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, τέτοιες ενέργειες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διερεύνησης για παραβιάσεις του ανθρωπιστικού δικαίου στην πρώην Γιουγκοσλαβία (ICC-CPI.int).

Παρά τα χρόνια που πέρασαν, η ανάγκη για αναγνώριση ευθύνης και δημόσια συγγνώμη παραμένει ισχυρή – όχι μόνο για τα θύματα, αλλά και για την αποκατάσταση της διεθνούς αξιοπιστίας σε ζητήματα ελευθεροτυπίας και προστασίας αμάχων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας