Ἔκλεισαν στὶς 27 Ἰουλίου πενήντα χρόνια ἀπὸ τότε ποὺ ἡ «Χριστιανικὴ»
κυκλοφόρησε ξανά, μετὰ τὸ κλείσιμό της ἀπὸ τὴ δικτατορία τοῦ Ἰωαννίδη τὸν
Δεκέμβριο τοῦ 1973.
Στὰ πρῶτα χρόνια τῆς δικτατορίας, παρόλο ποὺ ποτὲ ὁ λαὸς δὲν ἀποδέχθηκε τὸ
στρατιωτικὸ καθεστώς, ὑπῆρξε μιὰ παθητικότητα. Ἡ ἀντίσταση ἦταν μεμονωμένη. Ἡ
χριστοκάπηλη ρητορεία τῆς «Ἑλλάδος Ἑλλήνων Χριστιανῶν» ἐπηρέασε τὸν κόσμο
τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἀσυμβίβαστη ἀντιδικτατορικὴ στάση τῆς ἐφημερίδας, τοῦ ἀείμνηστου ἱδρυτῆ καὶ
τῶν μελῶν τῆς ΧΔ δὲν ἦταν αὐτονόητη, οὔτε δεδομένη, ἀλλὰ μιὰ γενναία πράξη
ἀντίστασης καὶ ἀμφισβήτησης τῆς τυραννίας. Ἀλλὰ καὶ ἔκφραση διορατικότητας
πενυματικῆς καὶ πολιτικῆς. Ἀφοῦ ἡ τυραννία καταγγέλθηκε, ἀκόμα καὶ μὲ χριστιανικὸ
προσωπεῖο.
Ἡ ἐφημερίδα ἀνέστειλε τὴν ἔκδοσή της ἀρνούμενη νὰ ὑποβληθεῖ σὲ προληπτικὴ
λογοκρισία, μὲ ἀποτέλεσμα στελέχη ποὺ εἶχαν ἀφήσει τὶς δουλειές τους γιὰ νὰ
ἀφιερωθοῦν στὸν χριστιανικὸ κοινωνικὸ ἀγώνα νὰ διακινδυνεύσουν τὴν ἴδια τους τὴν
ἐπιβίωση.
Ὁ ἀείμνηστος Μανώλης Μηλιαράκης, μαζὶ μὲ τὸν π. Χρήστο Χριστοδούλου, μετεῖχαν
στὸ πρῶτο ἀντιδικτατορικὸ συλλάλητήριο τοῦ Ἡρακλείου Κρήτης, ἀνήμερα τῆς
ἀνακήρυξης τῆς δικτατορίας στὶς 21 Ἀπριλίου τοῦ 1967.
Ἀμφισβητήθηκε τὸ πρῶτο χουντικὸ «Σύνταγμα» τοῦ 1968.
Ἡ ἐφημερίδα ἐπανεκδόθηκε τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1970, μετὰ τὴν ἄρση τῆς προληπτικῆς
λογοκρισίας καὶ κλιμάκωσε τὴν ἀντιδικταοτρικὴ ἀρθρογραφία της, ἀλληλέγγυα στὸ
σταδιακὰ ὀγκούμενο ἀντιδικτατορικὸ φοιτητικὸ κίνημα καὶ στὴν ἐξέγερση τοῦ
Πολυτεχνείου. Μέχρι καὶ τὸ κλείσιμό της τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1973 ἀπὸ τὴ Χούντα τοῦ
Ἰωάννίδη καὶ τὴν ἐξορία τοῦ Νίκου Ψαρουδάκη.
Στὸ πρῶτο μεταδικατορικὸ φύλλο εἶναι διάχυτη ἡ αἰσοδοξία γιὰ τὸ μέλλον, ἀφοῦ τὸ
ἀντιδικτατορικὸ κίνημα δὲν ἀπέβλεπε ἁπλῶς στὴν πτώση τῆς Χούντας, ἀλλὰ στὴν
ἐμπέδοση τῆς ὁλοκληρωμένης πολιτικῆς καὶ κοινωνικῆς Δημοκρατίας.
Ἡ Χούντα ἦταν προϊὸν καὶ κορύφωση τοῦ μετεμφυλιακοῦ καθεστῶτος, μὲ τοὺς
περιορισμοὺς στὴν πολιτικὴ ἔκφραση καὶ τὴν περιθωριοποίηση καὶ στιγματισμὸ τῶν
ἡττημένων.
Δυστυχῶς, ἡ πρώτη ἀπογοήτευση ἦταν ἡ διεύρυνση τοῦ τουρκικοῦ θήλακα τῆς
Κυρήνειας καὶ ἡ κατάληψη τῆς βόρειας Κύπρου τὸν Αὔγουστο τοῦ 1974, μὲ εὐθύνη
Καραμανλῆ-Ἀβέρωφ.
Ἀντὶ νὰ ἀναδειχθεῖ τὸ Κυπριακὸ ὡς θέμα εἰσβολῆς καὶ κατοχῆς καὶ ἔγκλημα κατὰ τῆς
ἀνθρωπότητας, ὑποβιβάστηκε σὲ διμερὴ καὶ δικοινοτικὴ διαφορά, μὲ τὴν Τουρκία
ἀνενόχλητη ἀπὸ ὀφειλόμενες κυρώσεις νὰ συνεχίζει καὶ νὰ ἑδραιώνει μὲ παράνομους
ἐποικισμοὺς τὴν κατοχή.
Ἡ Μεταπολίτευση σὲ ἐπίπεδο θεσμικὸ πέτυχε νὰ ὁλοκληρώσει τὴ λειτουργία τῆς
ἀστικῆς κοινοβουλευτικῆς δημοκρατίας ποὺ ἦταν μεταπολεμικὰ ἀνάπηρη. Τὴν
περίοδο τῆς ἀποκαλύμενης «σοσιαλμανίας» Καραμανλῆ-Παπαληγούρα, ἀλλὰ καὶ
στὰ πρῶτα χρόνια διακυβέρνησης τοῦ ΠΑΣΟΚ, ἔγιναν κάποιες ἐπιβαλλόμενες
κρατικοποιήσεις καὶ βελτιώθηκε τὸ κοινωνικὸ κράτος. Οἱ ἡττημένοι τοῦ ἐμφυλίου
βγῆκαν ἀπὸ τὸ περιθώριο.
Ὅμως, ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1980 ξεκίνησε ἡ νεοφιλελεύθερη άντεπίθεση μὲ στόχο
τὴν ἀποδόμηση τοῦ κοινωνικοῦ κράτους. Σὲ ἐκτελεστικὸ ὄργανο τῆς πολιτικῆς αὐτῆς
ἀναδείχθηκε ἡ ΕΟΚ/Ε.Ε., μὲ ἀποκορύφωμα τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ Εύρὼ καὶ τὸν
περιορισμὸ τῶν ἐπιλογῶν τῶν ἐκλεγμένων κυβερνήσεων μὲ τὴ συνθήκη τοῦ
Μάαστριχτ. Οἱ παθογένειες τοῦ πολιτικοῦ συστήματος συνέτειναν στὴν κατάσταση
αὐτή.
Ὁ ἀκρωτηριασμὸς τῶν πολιτικῶν ἐλευθεριῶν διατυπώθηκε ὠμὰ ἀπὸ τὸν Πρόεδρο
τῆς «Κομισιὸν» Γιοῦνκερ τὸν Φερνουάριο τοῦ 2015, ὅταν ἀμφισβήτησε τὸ δικαίωμα
τῶν λαῶν, ἐκδηλώνοντας τὴ βούλησή τους μὲ τὶς ἐκλογές, νὰ ἀμφισβητοῦν τὸ
περιεχόμενο τῶν λεγόμενων «εὐρωπαϊκῶν συνθηκῶν».
Καὶ βιώθηκε ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ λαὸ μὲ τοὺς ἰταμοὺς ἐκβιασμοὺς καὶ τὴν ἐπιβολὴ τῶν
Μνημονίων, τὴν ὁποία ἡ ΧΔ καὶ ἡ «Χ» ἐξαρχῆς ἀμφισβήτησαν. Παραμένοντας καὶ
λειτουργώντας ὡς δυνάμεις ἀντίστασης ἐνάντια σὲ κάθε μορφῆς τυραννία.
Ἄλλωστε, πάγια θέση τοῦ Κινήματος ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του εἶναι ὅτι οἱ πολιτικὲς
ἐλευθερίες ὑπονομεύονται ὅταν δὲν ὑπάρχει κοινωνικὴ δικαιοσύνη.
Σήμερα, καλούμαστε νὰ ἀντισταθοῦμε στὴν τυραννία τοῦ νεοφιλελεύθερου
μονόδρομου. Ποὺ βασίζεται στὴν πολιτικὴ ἐπικυριαρχία τῆς διεθνοῦς οἰκονομικῆς
Ὀλιγαρχίας, μὲ τὴ συγκέντρωση πλούτου σὲ ἐλάχιστους, εἰς βάρος ὅλο καὶ πιὸ
πολλῶν.
Ἀλλὰ καὶ στὴν ἀποσύνθεση τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ μὲ τὴν ἀτομοκρατία, τὸν
καταναλωτισμό, τὴν ἀδιαφορία γιὰ τὸν «ἐλάχιστο» πλησίον. Ὅσο κι ἂν αὐξάνονται οἱ
πληττόμενοι, τὸ σύστημα συντηρεῖται μὲ τὴν ἀνοχὴ ὅσων συγκυριακὰ εὐνοοῦνται, ἢ
ἱκανοποιοῦνται ἐπειδὴ καταφέρνουν νὰ ἐπιβιώσουν. Ἀντίστοιχα μὲ ὅσους ἔλεγαν ὅτι
«βρῆκαν τὴν ἡσυχία τους» μὲ τὴν ἐπιβολὴ τῆς Χούντας τοῦ 1967. Κι ἂς ἔχει πέσει ἡ
ἀγορατικὴ δύναμη τῶν Ἑλλήνων στὰ χαμηλότερα ἐπίπεδα μέσα στὴν Ε.Ε.
Μέχρι ἡ ψευδαίσθηση τῆς «ἀσφάλειας» νὰ διαψευστεῖ καὶ νὰ ἔρθει ξαφνικὰ ἡ σειρά
τους γιὰ τὸ «σφαγεῖο». Ὅπως καὶ οἱ ἐλεύθεροι ἐπαγγελματίες, ποὺ μαζικὰ ψήφισαν
τὴν κυβέρνηση Μητσοτάκη καὶ «εἰσπράττουν» τὸ χαράτσι ἀπὸ τὸ τεκμήριο. Μὲ
δεδομένες τὶς μνημονιακὲς δεσμεύσεις, καὶ ἄλλοι θὰ ἀκολουθήσουν.
Χριστιανική Δημοκρατία