Η αύξηση του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του χρόνου σε σχέση με το β’ τρίμηνο του 2023 ήταν 2,5% .
Η αύξηση αυτή στηρίζεται εν πολλοίς στον τουρισμό , τις εξαγορές ακινήτων , τις ιδιωτικοποιήσεις κλπ και πολύ λιγότερο σε παραγωγικές επενδύσεις
Στο 2,3% ετησίως διαμορφώθηκε ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο β’ τρίμηνο του 2024 από 2,1% στο πρώτο, με οδηγούς την αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών και λιγότερο την κατανάλωση.
Σε τριμηνιαία βάση το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,1% που αποτελεί και τη δεύτερη καλύτερη επίδοση μέσα στην ΕΕ μετά από αυτή της Πολωνίας.
Η αύξηση του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του χρόνου σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2023 διαμορφώθηκε από τις επιμέρους μεταβολές:
– Της συνολικής τελικής καταναλωτικής δαπάνης η οποία κατέγραψε αύξηση κατά 0,9% σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του 2023.
– Των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου οι οποίες αυξήθηκαν κατά 3,9% σε σχέση με το 2o τρίμηνο του 2023 και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών που παρουσίασαν αύξηση κατά 2,1%. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 2%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,8%.
– Μειωτικά στο ΑΕΠ λειτούργησαν οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών οι οποίες παρουσίασαν αύξηση κατά 9,6% σε σχέση με το 2o τρίμηνο του 2023. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 10,5% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 6,9%.
Με την ανακοίνωση των στοιχείων του β’ τριμήνου για την ανάπτυξη σε ετήσια βάση ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης για το πρώτο εξάμηνο του χρόνου διαμορφώθηκε στο 2,2%. Αυτό σημαίνει ότι για να επιτευχθεί το ετήσιος στόχος του ΥΠΕΘΟ για ανάπτυξη 2,4% το 2024 θα πρέπει ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης για το δεύτερο εξάμηνο να φτάσει στο 2,8%, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία τόσο στην Ευρωζώνη όσο και για της ΗΠΑ.
Το πιο πιθανό είναι ο στόχος του 2024 να αναθεωρηθεί προς τα κάτω στο προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2024, αλλά και στο τετραετές δημοσιονομικό πλάνο για την περίοδο 2025-2028 που θα συμφωνηθεί το επόμενο διάστημα με τις Βρυξέλλες.
Η τριμηνιαία σύγκριση
Σε τριμηνιαία βάση το ΑΕΠ για το β’ τρίμηνο 2024 σε σχέση με το πρώτο αυξήθηκε κατά 1,1% που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη τριμηνιαία αύξηση εντός της ΕΕ μετά την Πολωνία, εξασφαλίζοντας τη σύγκλιση της οικονομίας με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο έστω και με ρυθμό βραδύτερο του αναμενόμενου.
Η αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,1% σε τριμηνιαία βάση διαμορφώθηκε από τις επιμέρους αυξήσεις:
– Της συνολικής τελικής καταναλωτικής δαπάνης η οποία αυξήθηκε κατά 0,3% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2024.
– Των ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 0,8% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2024.
– Των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 2,5% σε σχέση με το 1o τρίμηνο του 2024. Ειδικότερα οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 5,2%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 1%.
Αντίθετα, οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 6,1% σε σχέση με το 1ο τρίμηνο του 2024. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 7,8%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,2% ΠΟΙ αυξημένες εισαγωγές λειτούργησαν μειωτικά για το ΑΕΠ αφού αφαιρούν εισόδημα από την εσωτερική οικονομία.