Ψυχροπολεμικές εντάσεις πάνω από το Φανάρι

1705
σάντσεθ

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε ένας από τους κόμβους του Ψυχρού Πολέμου κατά τα μεταπολεμικά χρόνια. Αρκεί και μόνο να θυμηθεί κανείς το πώς ο ρωσόφιλος πατριάρχης Μάξιμος Ε’ εξαναγκάστηκε, καίτοι νεότατος, σε παραίτηση το 1948, ως μανιοκαταθλιπτικός, προκειμένου να τον διαδεχθεί (παρά τις αντιρρήσεις αρκετών συνοδικών) ο από Αμερικής Αθηναγόρας, ο οποίος, χαρακτηριστικά, κατέφθασε στην Πόλη με το αεροσκάφος του προέδρου Τρούμαν.
Εγκαινιάσθηκε έτσι μία εποχή σημαντικών οικουμενικών πρωτοβουλιών, (βλ. λ.χ. την καθοριστική συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών ή την άρση των αναθεμάτων με τη Ρώμη), που είχαν και το νόημα της συσπείρωσης του χριστιανικού κόσμου απέναντι στην “ερυθρά απειλή”, υπό την εξουσία της οποίας άλλωστε βρισκόταν η πλειοψηφία των Ορθοδόξων.
Φαίνεται ότι και ο νέος ψυχρός πόλεμος που προέκυψε στις δικές μας μέρες προορίζεται και πάλι να εμπλέξει θέλοντας και μη το Φανάρι, γεννώντας μεγάλες δυσκολίες.
Ειδικά, στους αμερικανικούς κύκλους χάραξης πολιτικής είναι εμφανές το άγχος να υψωθούν τείχη ανάμεσα στην ισχυρότατη Εκκλησία της Ρωσίας και τους Ορθοδόξους των λοιπών χωρών, ιδίως των ευρωατλαντικών. Πρόσφατα μόλις το γνωστό Ινστιτούτο Pew αισθάνθηκε για πρώτη φορά την ανάγκη να διεξαγάγει δημοσκοπική έρευνα σχετικά με τις αντιλήψεις των Ορθοδόξων, όπου μεταξύ διαφόρων ερωτημάτων που φανέρωναν ελλιπή γνώση του αντικειμένου, ζητούνταν από τους ερωτώμενους να αναφέρουν αν θεωρούν ως ανώτατη εκκλησιαστική τους αρχή τον Κωνσταντινουπόλεως, τον Μόσχας ή άλλον ιεράρχη.
Οι μάχες γοήτρου και πρωτοκαθεδρίας δεν έλειψαν βέβαια στην Ορθοδοξία, με δεδομένη και την επίδραση των εθνικών ανταγωνισμών τους τελευταίους δύο αιώνες στο σύστημα των αυτοκέφαλων εκκλησιών. Και πράγματι, οι σχέσεις ανάμεσα στον φαναριωτικό και τον μοσχοβίτικο “πόλο” παρουσιάζονται εσχάτως τεταμένες – και μόνο το παράδειγμα της αιφνιδιαστικής απόφασης της ρωσικής εκκλησίας να απόσχει από την Πανορθόδοξη Σύνοδο της Κρήτης το 2016 το εικονογραφεί αυτό καθαρά.
Όμως τα πράγματα γίνονται πολύ λεπτά, όταν πλησιάζει κανείς τον γενέθλιο τόπο του νέου ψυχρού πολέμου, δηλ. την Ουκρανία της εκκλησιαστικής πολυδιάσπασης και των πολιτικο-θρησκευτικών συγκρούσεων.
Από τα περίπου 42 εκατομμύρια των κατοίκων της Ουκρανίας, τα δύο τρίτα ακολουθούν το ορθόδοξο δόγμα, ενώ υπάρχουν επιπλέον και αρκετοί πιστοί της ελληνόρρυθμης, δηλ. “ουνιτικής”, και, σε μικρότερο βαθμό της λατινόρρυθμης Καθολικής Εκκλησίας. Στον χώρο της Ορθοδοξίας διακρίνονται, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, τρεις διαφορετικές δικαιοδοσίες:
η υπαγόμενη στην Μόσχα αυτόνομη εκκλησία υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο, το αυτοανακηρυχθέν Πατριαρχείο Κιέβου που προέκυψε με σχίσμα το 1992 και έχει επικεφαλής τον Πατριάρχη Φιλάρετο (υποψήφιο το 1990 για τη θέση του πατριάρχη πασών των Ρωσιών), καθώς και η μικρότερη Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ σημαντικό τμήμα της ουκρανικής διασποράς σε Ευρώπη και Αμερική έχει εδώ και λίγες δεκαετίες υπαχθεί υπό τη δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης. Σημαντικό τμήμα των Ουκρανών, πάντως, αυτοπροσδιορίζονται στις δημοσκοπήσεις απλώς ως Ορθόδοξοι, καθώς τους είναι αδιάφορος ο κατά βάση πολιτικός χαρακτήρας της διάκρισης των δικαιοδοσιών.
Οι τριβές είναι συχνές και το ενδεχόμενο περαιτέρω επιδείνωσής τους πάντοτε υπαρκτό. Λ.χ. τον περασμένο Ιανουάριο η χώρα συγκλονίσθηκε από την περίπτωση ενός ιερέα της δικαιοδοσίας της Μόσχας, ο οποίος αρνήθηκε να τελέσει την κηδεία ενός παιδιού βαπτισμένου στην δικαιοδοσία του Κιέβου. Λίγο μετά, πυρπολήθηκε στην πόλη του Λβιφ στη δυτική Ουκρανία μία εκκλησία της δικαιοδοσίας της Μόσχας έξω από την οποία είχε πραγματοποιηθεί πικετοφορία εθνικιστών. Επιπλέον, δύο διαδηλωτές πυρπόλησαν παρεκκλήσιο της δικαιοδοσίας της Μόσχας στο Κίεβο, διαμαρτυρόμενοι για την “κλοπή της ουκρανικής ιστορίας από τη Ρωσία”.
Είναι σε αυτό το πλαίσιο που το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανακοίνωσε μετά την διήμερη συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου την Πέμπτη και Παρασκευή ότι αποδέχθηκε να εξετάσει, σε συντονισμό με τις λοιπές ορθόδοξες εκκλησίες, αίτημα των πολιτικών και θρησκευτικών αρχών της Ουκρανίας για αναγνώριση αυτοκέφαλης ουκρανικής εκκλησίας.
Το αίτημα επανέρχεται παλαιόθεν – και με μεγαλύτερη επιμονή μετά την ανατροπή του 2014 που έφερε στην εξουσία φανατικά εθνικιστικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα να πυροδοτηθεί ο εμφύλιος πόλεμος στο Ντονμπάς και η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία.
Όμως το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μολονότι υπενθύμιζε ότι είναι η μητέρα Εκκλησία των Ουκρανών και άφηνε πάντοτε ανοικτή την δίοδο επικοινωνίας με το Κίεβο, τηρούσε μέχρι τώρα επιφυλακτική στάση και αναγνώριζε ως μόνη κανονική εκκλησιαστική αρχή τον Μητροπολίτη Ονούφριο. Ουκρανική αυτοκεφαλία δίχως άρση της εκκλησιαστικής πολυδιάσπασης δεν είχε νόημα, και αυτή με τη σειρά της δεν είναι δυνατή χωρίς τη συγκατάθεση της Μόσχας.
Τα πράγματα δείχνουν να αλλάζουν μετά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στο Φανάρι στις 9 Απριλίου ο πρόεδρος της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο. Στόχος του Ποροσένκο είναι το να επιτύχει την έκδοση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο του Τόμου Αυτοκεφαλίας της ουκρανικής εκκλησίας μέχρι τις 27-28 Ιουλίου, οπότε και οι εορτασμοί στο Κίεβο για τη συμπλήρωση 1030 ετών από το βάπτισμα των Ρως στον Δνείπερο ποταμό.
Οι περισσότερο κυνικοί, βέβαια, θεωρούν ότι η ημερομηνία που κατεξοχήν αφορά τον Ποροσένκο και τους συμμάχους του είναι αυτή των επικείμενων προεδρικών εκλογών. “Η προεκλογική εκστρατεία άρχισε σήμερα” δήλωσε σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, ο επικεφαλής του Μπλοκ της Αντιπολίτευσης στο ουκρανικό κοινοβούλιο Γιούρι Μπόικο την Πέμπτη, οπότε και εγκρίθηκε ψήφισμα υποστήριξης του αιτήματος Ποροσένκο προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη. “Είναι λυπηρό” πρόσθεσε ο Μπόικο (άλλοτε υπουργός του ανατραπέντος το 2014 προέδρου Γιανουκόβιτς) “ότι η προεδρική καμπάνια αρχίζει από το πιο ευαίσθητο θέμα, αυτό της θρησκείας. Το κράτος δεν έχει λόγο να επεμβαίνει στα εκκλησιαστικά ζητήματα”.
Οι προσεκτικές διατυπώσεις που χρησιμοποιεί το Φανάρι στο ανακοινωθέν του, δεν προεξοφλούν αναγκαστικά την τελική απόφαση, ενώ η παραπομπή του θέματος σε διορθόδοξη διαβούλευση αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά. Από την άλλη πλευρά, είναι βέβαιο ότι έγινε ένα ριψοκίνδυνο πρώτο βήμα που δεν είχε αποτολμηθεί προηγουμένως.
Η ρωσική εκκλησία αντιδρά με ένα μείγμα σιγουριάς και φραστικής επιθετικότητας. Γνωρίζουμε τα “πλούσια δώρα” που έφερε ο Ποροσένκο στο Φανάρι, γνωρίζουμε “και άλλα πολλά, που δεν θα ήθελα να αναφέρω τώρα”, φέρεται να δήλωσε προς το πρακτορείο Interfax ο μητροπολίτης Βολοκαλάμσκ Ιλαρίων, υπεύθυνος εξωτερικών σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας. Ο ίδιος πρόσθεσε πως μόνο εχθροί της Εκκλησίας έχουν να κερδίσουν από την ιδέα πως τα εκκλησιαστικά σύνορα πρέπει αυτομάτως να ακολουθούν τα πολιτικά, η οποία ωθούμενη στις ακραίες συνέπειές της θα σήμαινε λ.χ. ότι το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας που καλύπτει όλη την Αφρική θα έπρεπε να γίνει 50 κομμάτια.
Οι ρωσικοί εκκλησιαστικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι έγκριση της ουκρανικής αυτοκεφαλίας είναι εφικτή μόνο με την έγκριση των άλλων 14 Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ωστόσο, το θέμα του τρόπου χορήγησης του αυτοκεφάλου έμεινε τελικά έξω από την ατζέντα της Πανορθόδοξης Συνόδου της Κρήτης και δεν μπορεί να θεωρείται αποσαφηνισμένο.
Σε κάθε περίπτωση, οι ουκρανικές του επαρχίες αντιπροσωπεύουν για το Πατριαρχείο Μόσχας σχεδόν το ήμισυ του κλήρου και των ναών του και άρα δεν πρόκειται να τις εγκαταλείψει, δίχως να υπάρξουν μεγάλοι κλυδωνισμοί σε πανορθόδοξο επίπεδο.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, πάλι, έχει την πραγματική βάση της ισχύος του πέραν του Ατλαντικού – αν και κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Άγκυρα ο Βλαντίμιρ Πούτιν φρόντισε να έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον Οικουμενικό Πατριάρχη τον οποίο ευχαρίστησε για τα όσα κάνει για την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών αναγκών της ρωσικής κοινότητας στη Ρωσία. Στην όλο και πιο δύσκολη για τις μειονότητες “νέα Τουρκία” του Ερντογάν, το μήνυμα είχε τη σημασία του.
Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι ο Πάπας Φραγκίσκος και ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος δείχνουν να διαμορφώνουν ερήμην του Φαναρίου μιαν οιονεί συμμαχία, όπως έδειξε και η τηλεφωνική τους επικοινωνία στις 14 Απριλίου, ημέρα των βομβαρδισμών στη Συρία από ΗΠΑ, Γαλλία και Συρία, ενδεχομένως κινητοποιεί τη διάθεση να υπομνησθεί, με τρόπους περισσότερο ηχηρούς απ’ ό,τι παλαιότερα, ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
*Πηγή: Capital.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας