Στην πορεία της ανθρώπινης ιστορίας, οι «τεχνολογικές εξελίξεις» έχουν παίξει αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη των «παραγωγικών δυνάμεων» (εργασίας και μέσων παραγωγής), επηρεάζοντας άμεσα και τις αλλαγές στις «σχέσεις παραγωγής» και κίνησης των κοινωνιών σε ανώτερα επίπεδα κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης. Ειδικότερα στην εποχή του καπιταλισμού, οι λεγόμενες «τεχνολογικές επαναστάσεις» έχουν οδηγήσει εκτός από τη μεγάλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας και στην αύξηση πλούτου, αλλά ταυτόχρονα και από αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή του σε όφελος κυρίως των πολιτικών και οικονομικών ελίτ.
1.Οι εμπειρίες από τις “τεχνολογικές επαναστάσεις”
Ο καπιταλισμός έχει ως τώρα καταγράψει τέσσερεις διακριτές βαθμίδες τεχνολογικών αλλαγών. Η πρώτη η επονομαζόμενη και «βιομηχανική επανάσταση», έχοντας ως βασική κινητήρια δύναμη τον ατμό, οδήγησε στη μεγάλη μηχανοποιημένη παραγωγή σε εργοστασιακές μονάδες με απασχόληση χιλιάδων μισθωτών και κύριο σκοπό της παραγωγής τη μεγιστοποίηση κερδών με την εκμετάλλευση των εργατών και μοχλό τον «ελεύθερο ανταγωνισμό» μεταξύ καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
H δεύτερη «βιομηχανική επανάσταση», έχοντας ως βασική κινητήρια δύναμη την ηλεκτρική ενέργεια και ως μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής και εργασίας το σύστημα «φορντ-τέϋλορ», καθώς την εντατική συγκέντρωση και συγκεντροποίηση παραγωγής και κεφαλαίου, τη δημιουργία μονοπωλιακών ενώσεων και την εφαρμογή συστήματος κρατικο-μονοπωλιακής ρύθμισης της οικονομίας, έδωσε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της παραγωγής, αλλά και στην ανισοκατανομή εισοδήματος και πλούτου.
Η τρίτη «βιομηχανική επανάσταση» (τεχνολογίες επικοινωνιών, πληροφορικής και ηλεκτρονικής αυτοματοποίησης), συνοδευόμενη από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της «απορρύθμισης» και της «κοινωνικής ρεβάνς» (συρρίκνωση μισθών και κοινωνικών παροχών, ευελιξία εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποίηση δημόσιων αγαθών κά) οδήγησε σε αύξηση της κερδοφορίας και την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και περαιτέρω ένταση της άνισης κατανομής των εισοδημάτων και του πλούτου.
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις τρεις «βιομηχανικές επαναστάσεις» είναι συνοπτικά τα εξής:
Πρώτον, οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι σχετικές αλλαγές στην οργάνωση των «παραγωγικών δυνάμεων» δεν μεταμόρφωσαν την «ψυχή» του καπιταλισμού, δηλ. τις κυρίαρχες σχέσεις παραγωγής. Η διαδικασία αναπαραγωγής τους ήταν ταυτόχρονα και διαδικασία αναπαραγωγής των κύριων τάξεων της αστικής κοινωνίας (καπιταλιστές και εργάτες) και των συνακόλουθων αντιθέσεων τους.
Δεύτερον, μέσω της εκμετάλλευσης των μισθωτών εργατών από τους καπιταλιστές και την άνιση κατανομή της νεο-παραγόμενης αξίας, συντελείται μια υπερ-συγκέντρωση εισοδήματος και πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια. Χαρακτηριστικό το 2017, το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού (με περιουσία πάνω από $ 1 εκατομμύριο), κατείχε το 50,1% του παγκόσμιου πλούτου, σε σύγκριση με το 45,5% που κατέχει στις αρχές του 2000. !!
Συνολικά, οι προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις και ειδικά η τρίτη, έδειξαν ότι από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ωφελημένοι ήταν κυρίως οι μεγαλομέτοχοι εταιριών και η χρηματιστική ολιγαρχία, ενώ η αυξανόμενη ανεργία και η συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών, ήταν η «ανταμοιβή» για τους εργαζόμενους.
2.Ψηφιακές τεχνολογίες και νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση
Η τρέχουσα «4η βιομηχανική επανάσταση» βασίζεται στην ανάπτυξη της «ρομποτικής», της «τεχνητής νοημοσύνης», της «γονιδιωματικής», του «κυβερνοχώρου», του «Διαδικτύου πραγμάτων», «ανάλυσης των μεγάλων δεδομένων», των «δικτύων επικοινωνίας 5G», της «έξυπνης γεωργίας», κά. Κάθε μία από αυτές τις «βιομηχανίες του μέλλοντος», δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά ταυτόχρονα συνεπάγεται κινδύνους, ιδίως στον τομέα της απασχόλησης, των μισθών, της διεύρυνσης των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, της ασφάλειας, της προστασίας των δημοκρατικών δικαιωμάτων, κά
Ειδικότερα, η πρόοδος της «ρομποτικής» και της «τεχνητής νοημοσύνης», προβλέπεται να επηρεάσει πολλές θέσεις εργασίας και επαγγέλματα (χειρωνακτικά εργαζόμενους στη βιομηχανία, την κατασκευή, την εξόρυξη, τη γεωργία, τους υπαλλήλους διοίκησης, το προσωπικό στα καταστήματα λιανικής πώλησης, τους λογιστές, τους οδηγούς σε διάφορα μέσα μεταφοράς, τις τηλεφωνικές πωλήσεις, φορολογικά γραφεία, αναλυτές δεδομένων κ.λπ.). Από την άλλη πλευρά, θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας που απαιτούν υψηλή ειδίκευση, δημιουργικότητα, ομαδική εργασία, πρωτοβουλία, κοινωνικές επαφές κ.λπ..
Εκτιμάται ότι σε 15 ανεπτυγμένες χώρες, ο «αυτοματισμός» σε διάφορους τομείς εργασίας θα οδηγήσει σε απώλεια 7,1 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας έως το 2020, ενώ θα δημιουργηθούν 2,1 εκατομμύρια νέες θέσεις υψηλής ειδίκευσης. Όσον αφορά τη συμμετοχή των ρομπότ στην παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή, θα αυξηθεί από 10% το 2015 σε 45% το 2025.
Το κρίσιμο πρόβλημα με τις ψηφιακές τεχνολογίες έγκειται στο γεγονός ότι η ανάπτυξή τους, πραγματοποιείται στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς και της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και ότι τα πλεονεκτήματά τους ωφελούν κυρίως τους κατόχους μεγάλων εταιριών (ψηφιακά μονοπώλια, πολυεθνικές επιχειρήσεις) και πολύ λιγότερο οι εργαζόμενοι.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η απελευθέρωση των αγορών και η ταχεία συγκέντρωση εργασιών και κεφαλαίου, οδήγησαν στη δημιουργία μεγάλων πολεθνικών μονοπωλίων ψηφιακών τεχνολογιών (Apple, Microsoft, Facebook, Google, Amazon, Huawei, κά), τα οποία αποκομίζουν υψηλά κέρδη (οι 5 πρώτες αύξησαν τα κέρδη τους, από 193 δισ. δολ. το 2010, σε 648 δισ. δολάρια το 2017).
Η δεσπόζουσα θέση μερικών μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική, πολιτική ζωή και στις διεθνείς σχέσεις. Η έλλειψη ελέγχου δίνει τη δυνατότητα χειραγώγησης της «κοινής γνώμης», παραβίασης των «προσωπικών δεδομένων», ένταξης των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων (εμπορικοί πόλεμοι, οικονομικές κυρώσεις), επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, στρατιωτικοποίηση ψηφιακών τεχνολογιών κά.
Εκτός αυτού, στις συνθήκες του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, οι ψηφιακές τεχνολογίες οδηγούν σε ακραίες μορφές ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, αύξηση μερικής απασχόλησης και εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ειδικά το μοντέλο της «μερικής απασχόλησης» (mini-jobs), τείνει βήμα-βήμα να γίνει «κανονικότητα» στις ανεπτυγμένες χώρες. Οι νέες μορφές απασχόλησης φέρνουν στο προσκήνιο μια γενιά εργαζομένων που κερδίζουν 100 € το μήνα που απασχολούνται συνολικά 4-8 ημέρες, ενώ ένα αυξανόμενο ποσοστό κερδίζει 400 € το μήνα, χωρίς ουσιαστικά να έχει συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Μια τέτοια εξέλιξη δεν δίνει καμιά προοπτική, ούτε στους εργαζόμενους ούτε τελικά και τον ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Η αύξηση του συνολικού κοινωνικού προϊόντος και η αυξανόμενη δυσκολία ρευστοποίησης του, λόγω συρρίκνωσης της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων ως καταναλωτών, θέτει ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του συστήματος. Φυσικά, αυτή η αντίφαση δεν θα οδηγήσει σε αυτόματη κατάρρευση του. Ωστόσο θα εντείνει τη βασική του αντίφαση, μεταξύ του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής και της ιδιωτικο-καπιταλιστικής μορφής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Αυτό καθιστά αντικειμενικά πιο επείγουσα την ανάγκη να ξεπεραστούν οι κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές σχέσεις, προς μια νέα προοδευτική – από ιστορική άποψη – οικονομική και κοινωνική μετακαπιταλιστική συγκρότηση.
3.Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση και Ψηφιακές Τεχνολογίες
Μετά την οξεία κρίση του 2009, η ΕΕ άρχισε να μιλά για την ανάγκη εφαρμογής μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής και ενίσχυση της θέσης της στην παγκόσμια οικονομία. Το 2012, η Επιτροπή δημοσίευσε την έκθεση: «Μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή βιομηχανία για την ανάπτυξη και την οικονομική ανάκαμψη», με στόχο την ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης της ΕΕ και αύξηση του μεριδίου βιομηχανικής παραγωγής από 16% σε 20% έως το 2020.Το 2016 η ΕΕ ανακοίνωσε το πρόγραμμα «Βιομηχανία 4.0», με βάση το αντίστοιχο πρόγραμμα της Γερμανίας «Βιομηχανία 4.0», που ξεκίνησε το 2014, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας.
Ωστόσο το συγκεκριμένο σχέδιο της ΕΕ, δεν ανταποκρίνεται στο όραμα μιας «Συνομοσπονδίας των Λαών της Ευρώπης», αλλά σε μια νεοφιλελεύθερη ΕΕ με «διαφορετικές ταχύτητες», η οποία δεν θα στηρίζεται στην ισότιμη συνεργασία και το αμοιβαίο όφελος, αλλά στη δύναμη, τον ανταγωνισμό και την επιβολή της θέλησης των ισχυρότερων χωρών. Για το λόγο αυτό, αντί της σύγκλισης οικονομιών, υπάρχει τάση απόκλισης και αύξησης των ανισοτήτων στους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, ακολουθούμενες από την αύξηση των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Από την άλλη οι προοπτικές των εργαζομένων, όσον αφορά τις ευκαιρίες απασχόλησης, τις δεξιότητες, τους μισθούς, τα εργασιακά δικαιώματα, το χρόνο εργασίας και τις συνθήκες διαβίωσης, διαγράφονται πολύ ζοφερά. Όπως αναφέρεται στο κείμενο της ΕΕ για τη στρατηγική «Βιομηχανία 4.0», «θα υπάρξουν νέες επιχειρησιακές και οργανωτικές δομές, που θα απαιτούν τη λήψη νέων αποφάσεων, συντονισμό, έλεγχο και υπηρεσίες υποστήριξης – ένα πολύ πιο περίπλοκο περιβάλλον». Με άλλα λόγια, η οικονομία θα μπορούσε να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από νέες και πιο ευέλικτες μορφές συνθηκών εργασίας, όπως «εργαζόμενοι σε μικρο-δουλίτσες» (click workers) και «εργαζόμενοι σε ψηφιακές πλατφόρμες» (cloud workers). Τέτοιες θέσεις εργασίας δεν πληρώνονται καλά, ενώ κατά κανόνα δεν παρέχουν ούτε κοινωνική ασφάλιση.
Η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών στην ΕΕ είναι συνολικά πιο πίσω από εκείνη των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ιαπωνίας και άλλων. Στην προσπάθεια να καλύψει το κενό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις 6 Ιουνίου 2018, ενέκρινε τον Κανονισμό για το «Ευρωπαϊκό Ψηφιακό Πρόγραμμα» για την περίοδο 2021-2027, ως μέρος του «πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου» (MFF) και του Χάρτη για την «Ενιαία Αγορά, Καινοτομία και Ψηφιακή Τεχνολογία». Το πρόγραμμα είναι δομημένο γύρω από πέντε συγκεκριμένους στόχους:
α) Τεχνητή Νοημοσύνη
β) Κυβερνοασφάλεια και Εμπιστοσύνη (Cyber-security και Trust),
γ) Προηγμένες Ψηφιακές Δεξιότητες.
δ) Ανάπτυξη, βέλτιστη χρήση ψηφιακών δυνατοτήτων και διαλειτουργικότητα.
ε) Κεντρικό ρόλο στην εφαρμογή του Προγράμματος θα έχει ο Ευρωπαϊκός Κόμβος Ψηφιακής Καινοτομίας, ο οποίος θα πρέπει να κάνει χρήση ευρεία προωθημένων ψηφιακών τεχνολογιών στη βιομηχανία.
Η χρηματοδοτική στήριξη του προγράμματος από την ΕΕ προβλέπεται σε 9,2 δισ. Ευρώ.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας βρίσκεται πολύ πίσω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Παρά τα θετικά βήματα των τελευταίων ετών, οι ακραίες πολιτικές λιτότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα (υπό την αυστηρή εποπτεία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ), στο όνομα εξυπηρέτησης του χρέους, στερούν πολύτιμους πόρους από την καινοτομία και ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, η υψηλή ανεργία, ειδικά στη νεολαία, αναγκάζει νέους επιστήμονες να φύγουν στο εξωτερικό (brain-drain). Ωστόσο, με μια άλλη οικονομική πολιτική (αλλαγή των οικονομικών προτεραιοτήτων) μπορεί να υπάρξουν μεγαλύτερα περιθώρια αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων των ψηφιακών τεχνολογιών.
4.Τεχνοκρατικές απόψεις και μη ρεαλιστικές προσεγγίσεις
Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, με τις αντιφατικές επιπτώσεις που έχει στο κυρίαρχο σύστημα παραγωγής, ανταλλαγής, διανομής εισοδήματος, είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει ως καταλύτης στις μακροχρόνιες τάσεις εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος και να διευκολύνει αντικειμενικά την υπέρβαση του, ανοίγοντας προοπτικές προς μια νέα κοινωνία σε όφελος των εργαζομένων και των λαών. Ωστόσο, προβάλλονται διάφορες τεχνοκρατικές απόψεις, για μέτρα και ρυθμίσεις, που θα μπορούσαν να μετριάσουν τα προβλήματα και να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος.
Ειδικότερα, εν όψει της επικείμενης έκρηξης της ανεργίας λόγω της μαζικής εφαρμογής των ψηφιακών τεχνολογιών και συνακόλουθα την εξαθλίωση μεγάλου αριθμού εργαζομένων με τις συνεπαγόμενες κοινωνικές επιπτώσεις, ο Bill Gates, ιδιοκτήτης της «Microsoft», πρότεινε την επιβολή φόρου στα ρομπότ, που θα χρησιμοποιηθεί για να εξασφαλίσει ένα «καθολικό βασικό εισόδημα» (UBI) στους εργαζόμενους που εξαναγκάζονται σε ανεργία και δυστυχία.
Ανεξάρτητα από τα ζητήματα που προκύπτουν σε σχέση με το ύψος του φόρου, το «βασικό εισόδημα», ο τρόπος διανομής του κά, ο κύριος λόγος αυτής της πρότασης, δεν προκύπτει από την κοινωνική ευαισθητοποίηση, αλλά από τη σοβαρή ανησυχία της δραματικής πτώσης της καταναλωτικής ζήτησης και μείωση της αγοραστικής δύναμης εκατομμυρίων εργαζομένων λόγω αύξησης της ανεργίας και της χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών. Ωστόσο η συγκεκριμένη η απάντηση, δεν αποτελεί πραγματική λύση στο πρόβλημα. Το σύστημα θα συνεχίσει να αναπαράγει τις οικονομικές του ανισότητες σε διευρυμένη κλίμακα (κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους), μαζί με τις κοινωνικές και πολιτικές του αντιθέσεις.!
5.«Εναλλακτικά Μέλλοντα»
Στην ουσία, η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών και γενικά η ανάπτυξη των «παραγωγικών δυνάμεων», αναδεικνύουν στο γεγονός ότι τα ιστορικά όρια των κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής, ανταλλαγής και διανομής εισοδήματος και πλούτου, έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί και ότι ένα νέο σύστημα οικονομικής οργάνωσης αποτελεί ζωτική ανάγκη. Ένα σύστημα όπου η παραγωγή και η διανομή υλικών αγαθών θα είναι σε όφελος όλων των μελών της κοινωνίας και η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής θα βρίσκεται στον έλεγχο των πραγματικών δημιουργών του υλικού και του πολιτιστικού πλούτου. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι σημερινές κοινωνίες έχουν σχηματικά δύο εναλλακτικές λύσεις.
Η πρώτη είναι η διατήρηση της συγκέντρωσης του εισοδήματος και του πλούτου στα χέρια των κυρίαρχων ελίτ, που ζουν μια προνομιακή ζωή σε κλειστές κοινότητες, ενώ η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας μια ζωή κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ ταυτόχρονα μια άλλη μικρή ομάδα μεταξύ των δύο πόλων, θα απολαμβάνει μια άνετη ζωή.
Η δεύτερη εναλλακτική είναι η εφαρμογή ενός νέου μοντέλου μετα-καπιταλιστικής οργάνωσης , το αντίθετο του σημερινού κόσμου, το οποίο θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες που προσφέρει ο αυτοματισμός και οι νέες τεχνολογίες, έχοντας στο επίκεντρο την αντιμετώπιση των αυξανόμενων και μεταβαλλόμενων κοινωνικών αναγκών, υλικών και πνευματικών.
Η υπέρβαση της «δυστοπίας» και η μετάβαση στην «ουτοπία», είναι ζήτημα πολιτικού αγώνα των κοινωνικών δυνάμεων που έχουν ζωτικό ενδιαφέρον για μια τέτοια διαδικασία. Το «όχημα» για αυτό το «εναλλακτικό μέλλον», είναι η εφαρμογή ενός «μεταβατικού προγράμματος» και η υλοποίηση ριζοσπαστικών κοινωνικών μετασχηματισμών. Ταυτόχρονα το συγκεκριμένο πρόγραμμα, θα διευκολύνει τη δημιουργία ενός «Μετώπου πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων» (δηλ. των δυνάμεων της εργασίας και φιλικών κοινωνικών στρωμάτων) που θα το πραγματοποιήσει. Η διεθνής αλληλεγγύη μεταξύ των δυνάμεων της εργασίας, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχία του.
6.Πώς θα μετατραπούν τα ρομπότ από “καταπιεστές” σε “υπηρέτες”;
Το ζοφερό σενάριο των ψηφιακών τεχνολογιών, που οδηγεί σε περαιτέρω μαζική ανεργία και κοινωνικό αποκλεισμό, δεν είναι ούτε μοιραίο ούτε αναπόφευκτο. Στις προηγούμενες “βιομηχανικές επαναστάσεις” είχαν ήδη εμφανισθεί παρόμοια διλήμματα – με μικρότερη ασφαλώς ένταση – και υπήρξαν απαντήσεις. Ακόμα και ο J.M.Keynes, στη δεκαετία του ’30, στην κορυφή της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης, είχε μιλήσει για 15ωρη εβδομάδα εργασίας.! Ωστόσο, ο πρώτος που έδωσε μια φιλοσοφική απάντηση στην ερώτηση, ήταν ο Κ. Marx, με τη γνωστή φράση του, ότι «ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας είναι ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου».!!
Στη βάση αυτή, μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι το δίλημμα μεταξύ των «ρομπότ» και των «θέσεων εργασίας» είναι ουσιαστικά ψευδές. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο άγγλος αστροφυσικός Στέφαν Χώγκινς, «τον καπιταλισμό να φοβάσαι …όχι τα ρομπότ». ! Άρα με μικρότερο χρόνο εργασίας και δικαιότερη κατανομή εισοδήματος και του πλούτου, δεν υπάρχει ουσιαστικά πρόβλημα. Κατά συνέπεια η απάντηση του εργατικού κινήματος θα μπορούσε να συνοψιστεί στα εξής:
Α) Κεντρικό αίτημα πάλης η δραστική μείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας. Αντί του μοντέλου «9-9-6» που προβάλλει ο επικεφαλής της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «Alibaba» (εργασία από τις 9 το πρωί ως 9 το βράδυ, για 6 μέρες την εβδομάδα), να εφαρμοστεί άμεσα το μοντέλο 7-5-35 (7 ώρες την ημέρα, για 5 μέρες και συνολικά 35 ώρες τη βδομάδα) χωρίς καμιά απώλεια εισοδήματος. Αυτό το μοντέλο θα αυξήσει τις θέσεις πλήρους απασχόλησης, το παραγόμενο εισόδημα και αντίστοιχα την αύξηση μισθών με βάση την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.
Β) Το δεύτερο ζήτημα είναι η ανάπτυξη και η διάδοση των ψηφιακών τεχνολογιών, στο πλαίσιο ενός προγράμματος οικονομικής ανάπτυξης, αντί να διαχέονται άναρχα μέσω της ελεύθερης αγοράς. Παράλληλα προσαρμογή του συστήματος «εκπαίδευσης και κατάρτισης» και αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού αντί της φυγής εγκεφάλων στο εξωτερικό, ένα φαινόμενο που η Ελλάδα βιώνει πολύ έντονα στα τελευταία δέκα χρόνια της κρίσης .
Γ) Το τρίτο ζήτημα είναι η ανάπτυξη και χρήση ψηφιακών τεχνολογιών, θέτοντας ως προτεραιότητα την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών (δημόσια αγαθά, κοινωνικές υπηρεσίες, δημόσιες υποδομές κά, που αφορούν τις ζωτικές ανάγκες των πολλών) και όχι την πολυτελή κατανάλωση των ολίγων.!
Δ) Ένα τέταρτο είναι ο αυστηρός έλεγχος της «δεσπόζουσας θέσης» των μεγάλων εταιρειών ψηφιακής τεχνολογίας και η δημοκρατική ρύθμιση των αγορών, έναντι των «μονοπωλιακών πρακτικών» και της ασυδοσίας των εταιρειών.
Ε) Ένα πέμπτο αφορά τη φορολόγηση των κερδών των εταιρειών ψηφιακής τεχνολογίας. Έσοδα από διαφημίσεις και παρεχόμενες υπηρεσίες, θα πρέπει να φορολογούνται στη χώρα που γίνονται, με έλεγχο των ταμειακών ροών και χρήση κοινωνικών, περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών κριτηρίων.
Στ) Επιπλέον είναι απολύτως απαραίτητη, η παροχή ειδικών κινήτρων για την ανάπτυξη νεοφυών επιχειρήσεων και νέων θέσεων εργασίας και ειδικά σχέδια προώθησης της χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών από μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις.
Ζ) Πρέπει άμεσα να εφαρμοστεί κανονιστική νομοθεσία για προστασία των προσωπικών δεδομένων, την πρόληψη των πρακτικών χειραγώγησης της κοινής γνώμης και επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας, της υγιεινής στους χώρους εργασίας, την προστασία του περιβάλλοντος κά, μαζί με την άσκηση κοινωνικού ελέγχου σε σχέση με την εφαρμογή των ρυθμίσεων.
Η) Ιδιαίτερα κρίσιμης σημασίας είναι, αντί της χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών, ως μοχλού διεξαγωγής «εμπορικών πολέμων», «οικονομικών κυρώσεων», «κυβερνο-επιθέσεων», «στρατιωτικοποίησης», «υβριδικών πολέμων» κά, η ανάπτυξη της ισότιμης και αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας μεταξύ χωρών, για την ανάπτυξη και διάδοση των νέων τεχνολογιών επιτευγμάτων, με ταυτόχρονο σεβασμό του διεθνούς δικαίου, της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, την προστασία της ειρήνης και του περιβάλλοντος.
Θ) Τέλος καίριας σημασίας είναι η ανάπτυξη ενός ενωτικού κινήματος αντίστασης, για την πρόληψη των αρνητικών επιπτώσεων της ανάπτυξης των ψηφιακών τεχνολογιών, στους εργαζόμενους και την κοινωνία, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της διεθνούς αλληλεγγύης των συνδικάτων, επιστημονικών ενώσεων και λαϊκών κινημάτων, για προώθηση κοινωνικών μετασχηματισμών και άνοιγμα του δρόμου σε «ελπιδοφόρα μέλλοντα» σε όφελος των λαών και ιδιαίτερα της νέας γενιάς.
(*) Βασικά σημεία εισήγησης στην 25η ετήσια διάσκεψη, του δικτύου Ευρωπαίων Οικονομολόγων «Euro–Memo» για μια «Εναλλακτική Οικονομική Πολιτική στην Ευρώπη». (Παρίσι, 26-28 Σεπτεμβρίου 2019)
*Γιάννης Τόλιος, διδάκτωρ Οικονομικών, Συντονιστής του «MAΧΩΜΕ»