Ακόμη και χωρίς τον Καναδά, ξεκινούν οι ΗΠΑ τη διαδικασία επικύρωσης της εμπορικής συμφωνίας με το Μεξικό, με τον Ντόναλντ Τραμπ να αποστέλλει επίσημο αίτημα στο Κογκρέσο των ΗΠΑ.
“Ενημερώνω το Κογκρέσο για την πρόθεσή μου να θέσω σε εφαρμογή την εμπορική συμφωνία με το Μεξικό -και με τον Καναδά, αν αυτός επιθυμεί εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου, το οποίο θα συνάδει με τις προϋποθέσεις του ελεύθερου, δίκαιου και αμοιβαίου εμπορίου”, αναφέρει μεταξύ άλλων, ο αμερικανός πρόεδρος.
Νωρίτερα, διπλωματικές πηγές της Ουάσιγκτον και της Οτάβας επιβεβαίωσαν την ολοκλήρωση των διμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες κατέληξαν χωρίς συμφωνία.
Ωστόσο, οι δύο πλευρές διαβεβαίωσαν ότι θα επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την επόμενη εβδομάδα, με στόχο την ολοκλήρωση της συμφωνίας για την αναβίωση του Συμφώνου Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής, γνωστού και ως NAFTA.
Τη Δευτέρα, άλλωστε, είχε προηγηθεί η συμφωνία ΗΠΑ – Μεξικού, η οποία είχε προλειάνει το έδαφος για την εκ νέου ενεργοποίηση της NAFTA. Η τελευταία είχε ανασταλεί μονομερώς από τον αμερικανό πρόεδρο, το 2016.
Ωστόσο, η πορεία των διαβουλεύσεων με τον Καναδά έλαβε αιφνιδίως αρνητική τροπή, με τον Ντόναλντ Τραμπ να διαμηνύει ότι το σύμφωνο θα πρέπει να δομηθεί στη βάση των αμερικανικών όρων.
“Αγαπώ τον Καναδά, αλλά για χρόνια εκμεταλλευόταν τη χώρα μου. Η συμφωνία θα πρέπει να βασίζεται στους αμερικανικούς όρους”, ισχυρίστηκε χαρακτηριστικά, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Βόρεια Καρολίνα.
Από την πλευρά της, η Οτάβα επεσήμανε για ακόμη μία φορά, ότι δεν πρόκειται να υπογράψει μία “οποιαδήποτε συμφωνία”, ξεκαθαρίζοντας ότι το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να είναι προς το συμφέρον των καναδών πολιτών.
Στον απόηχο της αρνητικής τροπής των εξελίξεων, οι μετοχές στο καναδικό χρηματιστήριο έλαβαν την κατιούσα, υποχωρώντας σε χαμηλό δύο εβδομάδων. Παρεμφερή πορεία διέγραψε και το καναδικό δολάριο.
Το δυσμενές κλίμα είχε διαφανεί από νωρίς το απόγευμα (ώρα Ελλάδας), όταν η καναδή υπουργός Εξωτερικών, Κρίστια Φρίλαντ, η οποία βρίσκεται στην Ουάσιγκτον, ισχυρίστηκε ότι “δεν έχουμε επιλύσει ακόμη τις μεγάλες διαφορές μας”.