Τις τελευταίες μέρες εντείνεται η προσπάθεια των δυο πόλων του δικομματισμού να πολλαπλασιάσουν τις ψήφους τους χρησιμοποιώντας την λογική της χαμένης ψήφου. Η μεν ΝΔ απειλώντας με νέες εκλογές τον δεκαπενταύγουστο αν δεν συγκεντρώσει αυτοδυναμία, ο δε ΣΥΡΙΖΑ με το επιχείρημα της αντιδεξιάς ψήφου, είτε λέγοντας ότι το ματς γυρίζει, είτε ιδίως επικαλούμενος ότι η μείωση της διαφοράς θα ψαλιδίσει τις ελπίδες αυτοδυναμίας της ΝΔ.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι πολύ διαφορετική και τα μαθηματικά αμείλικτα: η ΝΔ έχει ήδη κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές και έχει σοβαρές πιθανότητες για αυτοδυναμία. Με τον ισχύοντα καλπονοθευτικό εκλογικό νόμο η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος δεν εξαρτάται ούτε κατ’ελάχιστον από τη διαφορά των δυο πρώτων κομμάτων. Εξαρτάται κυρίως από το ποσοστό του πρώτου κόμματος και δευτερευόντως από τον αριθμό των κομμάτων που θα εισέλθουν στην Βουλή και το ποσοστό των εκτος Βουλής κομμάτων. Το πρώτο κόμμα εκλέγει 151 έδρες αν συγκεντρώσει το 40,4% των εγκύρων ψηφοδελτίων, ανεξάρτητα από το ποσοστό που θα συγκεντρώσουν τα κόμματα που θα μείνουν εκτός βουλής και ανεξάρτητα από τον αριθμό των κομμάτων που θα μπουν στη Βουλή. Με δεδομένο ότι ακόμα και σε περιόδους μεγάλης πολιτικής σταθερότητας και κατίσχυσης του δικομματισμού ένα ποσοστό περίπου 5% πηγαίνει στα κόμματα εκτός Βουλής, ο πήχης της αυτοδυναμίας διαμορφώνεται στο 38,4%
Η Ν.Δ. έχει σοβαρές πιθανότητες αυτοδυναμίας, καθώς με βάση το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών συγκέντρωσε 33,2% και έχει σημαντική δεξαμενή αλίευσης ψήφων που στο όριο της ξεπερνά το 18,24% (Χρυσή Αυγή, Ελληνική Λύση, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων, ΛΑΟΣ, Πολίτες του Ψηνάκη, ΑΝΕΛ, Ελεύθερη Πατρίδα, Δημιουργία Ξανά, Νεα Δεξιά, Κόμμα Νέων, Εθνικό Μέτωπο, Ελληνες Ριζοσπάστες, τμήμα του Κόμματος Ισότητας Ειρήνης και Φιλίας κ..λ.π). Για αυτό βλέπουμε να κατακτά και δημοσκοπικά την αυτοδυναμία ακόμα και με επτακομματική βουλή. Μόνο μία χαμηλή επίδοση της Ν.Δ. ή Βουλή με περισσότερα από οκτώ κόμματα μπορεί να διακινδυνεύσει την αυτοδυναμία της Ν.Δ.
Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ποσοστό 23,75% και συντριπτικά μικρότερη δεξαμενή αλίευσης ψήφων (ΚΚΕ, ΜΕΡΑ 25, Πλεύση Ελευθερίας, ΛΑΕ, Οικολογοι, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΝΥΠΕΚΚ κ.λ.π.). Σε σχέση δε με την εξ αριστερών προσπάθεια αλίευσης ψήφων ας το πούμε καθαρά: όλο το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ΛΑΕ (ακόμα και το ΜΕΡΑ 25 που δεν αυτοτοποθετείται στην αριστερά) να ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ η διαφορά δεν καλύπτεται.
Τι λοιπόν προσδοκά ο ΣΥΡΙΖΑ; Το πιο εύκολο είναι να πούμε ότι η ηγετική του ομάδα βρίσκεται σε άρνηση και δεν βλέπει το προφανές. Αυτό όμως ίσχυε για τις ευρωεκλογές, όταν πράγματι η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε συναίσθηση της διαφοράς που είχε διαμορφωθεί στο κοινωνικό σώμα. Σήμερα όπου είναι προφανές σε όλους ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει τις εκλογές και η ΝΔ οδεύει προς την κυβέρνηση, αφού πήρε ήδη τις Περιφέρειες (πλην της Κρήτης) και τους μεγάλους Δήμους, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να αλιεύσει ψήφους εξ αριστερών για να επιχειρήσει να αποτελέσει τον δεύτερο ισχυρό πόλο ενός ενδομνημονιακού δικομματισμού. Το θέλει αυτό για να κάνει κινηματική αντιπολίτευση και να αντιπαλέψει τα πιο σκληρά νεοφιλελεύθερα μέτρα που θα πάρει η ΝΔ; Όχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ και λόγω του ότι εφάρμοσε νεοφιλελεύθερα μέτρα και λόγω του ότι δεν έχει ισχυρές βάσεις στα σωματεία, τους φοιτητικούς συλλόγους, την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και γιατί προσανατολίζεται σε μια νεοπασοκική εκδοχή σοσιαλφιλελευθερισμού, που αποδέχεται τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, την αποπληρωμή του χρέους, τον ευρωμονόδρομο, θα περιορισθεί σε μια ήπια αντιπολίτευση καταγγελίας των σκληρών νεοφιλελεύθερων μέτρων. Θα διαψευσθούν όσοι/ες από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι μπορούν να αντιπαλέψουν αυτόν τον προσανατολισμό, που ήδη αποτυπώνεται στην άλωση του κομματικού μηχανισμού από τέτοιου είδους στελέχη. Αντίθετα, όσο πιο ισχυρός βγει ο ΣΥΡΙΖΑ από την κάλπη, τόσο πιο έντονα θα παγιωθεί η νεοπασοκική («εκσυγχρονιστική») κατεύθυνση της «προοδευτικής συμμαχίας», την οποία προωθεί σύσσωμη η περί τον πρωθυπουργό ηγετική ομάδα.
Όπως ο Τσιτσικωφ στις Νεκρές Ψυχές του Γκόγκολ μάζευε νεκρές ψυχές (αγόραζε δουλοπάροικους που έχουν πεθάνει, αλλά εμφανίζονταν ακόμα στις λίστες απογραφής) για να εμφανίζεται ως πλούσιος γαιοκτήμονας στην καλή κοινωνία και να καταφέρει να πάρει δάνειο από τις τράπεζες, έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να μαζέψει χαμένες ψήφους της αριστεράς, δήθεν σε αντιδεξιά κατεύθυνση, ενώ στην πραγματικότητα θα τις επενδύσει στο ενδομνημονιακό διπολικό χρηματιστήριο.
Το πραγματικό πρόβλημα είναι το πώς κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ με την νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολούθησε να απενοχοποιήσει τα νεοφιλελεύθερα μέτρα, να ενισχύσει την ΝΔ ως αυθεντικό εκφραστή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και να πλήξει την έννοια της αριστεράς, με παράπλευρο βέβαια αποτέλεσμα να μειώσει και την εξ αριστερών του δεξαμενή ψήφων. Σήμερα υπάρχουν μερίδες των λαϊκών στρωμάτων που ψηφίζουν την ΝΔ, χωρίς αυτό να αντιστοιχεί στο αντικειμενικό τους συμφέρον, είτε γιατί θέλουν να τιμωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ που τους ξεγέλασε, είτε ακόμα χειρότερα γιατί ελπίζουν ότι τα πράγματα θα καλυτερέψουν με την παράδοση του δημόσιου τομέα στον ιδιωτικό. Αυτή είναι η πιο επικίνδυνη ιδεολογική μετατόπιση και σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ με τη μείωση των κοινωνικών δαπανών για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων απαξίωσε το δημόσιο τομέα: έτσι π.χ. η μείωση των παροχών επικουρικής ασφάλισης προετοίμασε το έδαφος για την εφαρμογή του ασφαλιστικού Πινοσέτ με την απόδοση του τομέα αυτού στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες που θα εισπράττουν υποχρεωτικώς τις σχετικές εισφορές και θα αποδίδουν στον ασφαλισμένο ό,τι προϊόν προκύψει από την εκμετάλλευσή τους σε χρηματοπιστωτικά προϊόντα και ιδίως αμοιβαία κεφάλαια. Αυτού του είδους η τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαια και αυτοτιμωρία του ψηφοφόρου (αφού η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι έτσι το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα καταρρέει και μάλιστα με μεγάλα κόστη μετάπτωσης από το δημόσιο σύστημα στο ιδιωτικό), αλλά για να φτάσει κάποιος σε αυτή την αυτοτιμωρία πρέπει να έχει πρώτα απενεχοποιηθεί το μέσο της αυτοτιμωρίας: πράγματι ο πρώτος νόμος που εισήγαγε το κεφαλαιοποιητικό μοντέλο στην κοινωνική ασφάλιση ήταν ο νόμος Κατρούγκαλου. Το παράδειγμα αυτό είναι ενδεικτικό για μια σειρά άλλους τομείς από την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, τις φοροαπαλλαγές για το κεφάλαιο (μην τυχόν και φιλοτιμηθεί να επενδύσει-στην πραγματικότητα βέβαια η αποεπένδυση συνεχίζεται), την παράδοση του περιβάλλοντος στη βορά του κέρδους κλπ.κλπ. Ας επαναλάβουμε δε για άλλη μια φορά ότι όσα λέμε δεν τα λέμε για να επιτεθούμε στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ ή σε αυτούς που ετοιμάζονται -έστω και απογοητευμένοι- να ξαναψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, τα λέμε ακριβώς γιατί η πολιτική και οι πρακτικές του ΣΥΡΙΖΑ ενισχύουν την ΝΔ και τη δεξιά.
Η μόνη σίγουρη λύση για να αποφευχθεί η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι να μην ψηφισθεί η ίδια η ΝΔ από τα λαϊκά στρώματα. Για να επιτευχθεί αυτό θα έπρεπε να αναδειχθεί μια άλλη αριστερή λύση που να ακουμπάει στις ελπίδες και τις προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων και να κατακτήσει την ηγεμονία στο κίνημα και την κοινωνία, ενισχύοντας τις διεκδικήσεις για κατάργηση της λιτότητας και σταθερές εργασιακές σχέσεις και συνδέοντας τις με αναγκαία πολιτικά αιτήματα για σύγκρουση με την επιτροπεία, την χρεοκρατία, τον ευρωμονόδρομο, έτσι ώστε να σπάσει πράγματι η λιτότητα και να προστατευθεί η δημόσια περιουσία. Δεν είναι κάτι που είναι εύκολο, ούτε θα γίνει από τη μια μέρα στην άλλη. Προϋποθέτει πολύ δουλειά στα κοινωνικά μέτωπα και ενωτική γραμμή και κατεύθυνση μέσα στην αριστερά και το κίνημα. Σίγουρα η επιτάχυνση των νεοφιλελεύθερων μέτρων θα παράξει αντιστάσεις και θα ροκανίσει την ιδεολογική ηγεμονία της ΝΔ. Πλην όμως αν δεν ενισχυθεί η Αριστερά και δεν δουλέψει ενιαιομετωπικά, τότε υπάρχει ο κίνδυνος οι αντιστάσεις αυτές να ηττηθούν. Γι’αυτό έχει σημασία να ενισχυθούν και εκλογικά οι δυνάμεις της Αριστεράς, όπως η ΛΑΕ, που κατανοεί και βάζει αυτή τη στοχοθεσία για την επόμενη μέρα.
Αν κάτι πάντως έδειξε ολοκάθαρα η περίπτωση ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι δεν μπορούν να δημιουργήσουν φραγμούς στο νεοφιλελευθερισμό κόμματα που βασίζονται στη λογική της ανάθεσης και αναπαράγουν αρχηγικά μοντέλα αναμένοντας ότι ο αρχηγός (ο πρωθυπουργός, ο ηγέτης) θα μας σώσει, πολλώ δε μάλλον αρχηγικά κόμματα που δεν οργανώνουν κοινωνικούς αγωνιστές στη βάση. Όπως επίσης έδειξε και η περίπτωση της Ενωσης Κεντρώων, των ΑΝΕΛ ή του Ποταμιού, τα αρχηγικά κόμματα (που πολλαπλασιάζονται σήμερα) κινδυνεύουν να απωλέσουν την κοινοβουλευτική τους ομάδα και οι βουλευτές τους να απορροφηθούν από τους πόλους του δικομματισμού. Σε κάθε περίπτωση, έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα (έτσι όπως τα κανε ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή) σε αυτές τις εκλογές μπορούμε να ψηφίσουμε βάσει αυτών που πιστεύουμε και πρεσβεύουμε και όχι βάσει της λογικής της χαμένης ψήφου.