«Ο κατήφορος έχει τη λογική του πάτου», λέει ένα λαϊκό γνωμικό. Το ίδιο ακριβώς ισχύει με τον μνημονιακό κατήφορο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δίνοντας μια νέα διάσταση στην αντιστροφή των εννοιών και στις πλέον ανερυθρίαστες μορφές «κωλοτούμπας», όχι μόνο παραιτήθηκε από όλες τις υποτιθέμενες «κόκκινες» γραμμές, αλλά κατάφερε να υπογράψει στο Eurogroup ένα «προσύμφωνο» με τους δανειστές, που τη δεσμεύει απόλυτα στη λήψη όλων των μέτρων που αυτοί απαιτούν και μάλιστα χωρίς ίχνος «ανταλλάγματος». Ουσιαστικά, πρόκειται για προσύμφωνο για το επερχόμενο 4ο Μνημόνιο.
«Ναι σε όλα» στο ΔΝΤ, χωρίς συμφωνία και χωρίς… ΔΝΤ
Η επίσημη ανακοίνωση του Eurogroup δεν αφήνει καμία αμφιβολία, καθώς μιλάει για επίτευξη «κοινής αντίληψης» και όχι συμφωνίας:
«Το Eurogroup καλωσόρισε την επίτευξη κοινής αντίληψης ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και τους Θεσμούς, που επιτρέπει να επιστρέψει η αποστολή της αξιολόγησης στην Αθήνα και να συνεχιστεί η δουλειά προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για τις μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος».
Ποια είναι η βάση της κοινής αντίληψης»; Όπως δήλωσε ο κ. Ντάισελμπλουμ, είναι η αποδοχή όλων των βασικών απαιτήσεων του ΔΝΤ:
«Βρέθηκε κοινό έδαφος μετά την εντατικοποίηση των συνομιλιών την προηγούμενη εβδομάδα και τα κλιμάκια θα επιστρέψουν πολύ σύντομα στην Ελλάδα για να δουλέψουν σε ένα νέο πακέτο μεταρρυθμίσεων στο συνταξιοδοτικό σύστημα, το φορολογικό σύστημα και την αγορά εργασίας».
Μεταφράζοντας από τη μνημονιακή αργκό, αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να μειώσει το αφορολόγητο (ρεπορτάζ της επόμενης μέρας μιλούσαν για μείωση ακόμη και κάτω από τα 5.000 ευρώ), να περικόψει τις συντάξεις (κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» του νόμου Κατρούγκαλου) και να δεχτεί ομαδικές απολύσεις (κάτι πολύ πιο χειροπιαστό από την υποτιθέμενη απλώς «ιδεολογική» διάσταση του ζητήματος…).
Παρ’ όλα αυτά, η ανακοίνωση του ΔΝΤ για το «προσύμφωνο» εκφράζει μεν συγκρατημένη ικανοποίηση, αλλά δεν δεσμεύεται για χρηματοδοτική συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα.
Ωστόσο, για να φτάσουμε από τη «συναντίληψη» στη συμφωνία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα πρέπει να ξαναπεί το «ναι σε όλα», αυτή τη φορά σε «πακέτο» συγκεκριμένων μέτρων. Αν δεν επιδείξει τέτοιο πνεύμα «συνεργασίας», θα υπάρξουν και άλλες… ανατριχιαστικές αναλογίες με την άνοιξη του 2015. Ο πρόεδρος του Eurogroup κ. Ντάισελμπλουμ το υπενθύμισε εμμέσως πλην σαφώς, δηλώνοντας:
«Δεν υπάρχει θέμα ρευστότητας για την Ελλάδα, αν και όλοι νιώθουμε ότι η επίτευξη συμφωνίας θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη και την ανάπτυξη –άρα αυτό είναι ένα ισχυρό κίνητρο (…) Δεν υπάρχει ανάγκη εκταμίευσης τους επόμενους μήνες, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι. Αν η αποστολή των θεσμών είναι επιτυχής, θα μπορούμε να το συζητήσουμε στο Eurogroup του Μαρτίου, αν όχι τότε αργότερα»…
Η απάτη περί «τέλους της λιτότητας»
Ο κυβερνητικός ισχυρισμός περί «τέλους της λιτότητας» και περί «μηδενικού δημοσιονομικού αποτελέσματος» από τα νέα μέτρα αποτελεί κορυφαίο επίτευγμα της τέχνης της αντιστροφής των εννοιών. Όταν όλη η «φασαρία» γίνεται ακριβώς για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να είναι τέτοιο, ώστε να επιτυγχάνονται πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μετά το 2019, τέτοιοι ισχυρισμοί αποτελούν προσβολή της στοιχειώδους νοημοσύνης. Την αλήθεια μάς την είπε ο κ. Ντάισελμπλουμ, δηλώνοντας:
«Πρέπει να δούμε αλλαγή της έμφασης από την πλευρά της λιτότητας στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Εάν αυτές οι μεταρρυθμίσεις έχουν δημοσιονομικό αποτέλεσμα, μπορεί να υπάρξει χώρος για μέτρα που θα ενισχύουν την ανάπτυξη. Αν όλα πάνε καλά και το πακέτο των μεταρρυθμίσεων είναι σημαντικό και οι δημοσιονομικοί στόχοι εκπληρώνονται, τότε μπορεί να υπάρξει δημοσιονομικός χώρος (…) Τότε η κυβέρνηση μπορεί να παρουσιάσει τις προτάσεις της για το πώς θα χρησιμοποιήσει τον χώρο αυτό».
Να θυμίσουμε ότι ο κ. Ντάισελμπλουμ ονόμασε τη μείωση του αφορολόγητου και τις περικοπές στις συντάξεις «μεταρρυθμίσεις», άρα η «αλλαγή έμφασης από τη λιτότητα στις μεταρρυθμίσεις» καμία απομάκρυνση από τη λιτότητα δεν σηματοδοτεί. Πέραν αυτού όμως, είναι φανερό ότι ο «δημοσιονομικός χώρος», για τον οποίο γίνεται λόγος, είναι η επίτευξη πλεονασμάτων μεγαλύτερων του 3,5%. Τότε θα υπάρξουν μέτρα που «θα ενισχύσουν την ανάπτυξη». Μεταξύ αυτών, η μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις, ίσως και η μείωση συντελεστών ΦΠΑ…
Μετά τις γαλλικές εκλογές…
Η άνεση του Ντάισελμπλουμ όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα για την καθαυτό συμφωνία δεν είναι τυχαία. Παραπέμπει σε ουσιαστικές διαδικασίες με ορίζοντα τον Μάιο-Ιούνιο. Ο Ιούνιος δεν είναι μόνο το ορόσημο πριν τις μεγάλες δόσεις χρεολυσίων του Ιουλίου, αλλά και ο μήνας μετά τις γαλλικές προεδρικές εκλογές. Στις 10 Μαΐου διεξάγεται ο δεύτερος γύρος και θα γνωρίζουμε τον νέο Γάλλο πρόεδρο. Και όλοι καταλαβαίνουν πως οι ευρωπαϊκοί συσχετισμοί και γενικά οι ευρωπαϊκές προοπτικές θα είναι πολύ διαφορετικές, αν εκλεγεί η κ. Λεπέν ή ο κ. Φιγιόν ή ο κ. Μακρόν. Στην πρώτη περίπτωση, ενεργοποιείται μια διαδικασία αποσύνθεσης της ΕΕ και της Ευρωζώνης, στη δεύτερη περίπτωση ενισχύονται ο συσχετισμός και τα σχέδια του κ. Σόιμπλε, στην τρίτη ενισχύονται οι Βρυξέλλες και η Κομισιόν…
Περίπου ένα μήνα νωρίτερα από τον δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, τον Απρίλιο, η Eurostat θα επικυρώσει τα στοιχεία για το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα του 2016. Στη συνέχεια, το ΔΝΤ θα επικαιροποιήσει-αναθεωρήσει τις προβλέψεις του για την ελληνική οικονομία, στο πλαίσιο του World Economic Outlook που εκδίδεται κάθε άνοιξη. Αν η Eurostat επιβεβαιώσει ότι το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα το 2016 κινήθηκε στην περιοχή του 1,5% του ΑΕΠ ή και πάνω απ’ αυτό, έναντι πρόβλεψης του προγράμματος για 0,4%, τότε η αναθεώρηση των προβλέψεων του ΔΝΤ για τις ελληνικές δημοσιονομικές επιδόσεις μπορεί να είναι θετική, ευνοώντας ένα συμβιβασμό στους κόλπους των δανειστών. Χωρίς την έκθεση της Eurostat και την αναθεώρηση των προβλέψεων του ΔΝΤ, απλούστατα δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία με τη χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ –άρα ενδεχομένως δεν μπορεί να υπάρξει καμία συμφωνία.
Αν όλα αυτά ολοκληρωθούν, τότε το «μπαλάκι» θα πάει στην ΕΚΤ, η οποία θα κληθεί να αποφασίσει αν με τα νέα δεδομένα το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, ώστε να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE. Και ως γνωστόν, έχει θέσει ως προϋπόθεση όχι μόνο το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά και τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος –που όμως ο κ. Ντάισελμπλουμ μετέθεσε για μετά το τέλος του προγράμματος.
…και την Ευρώπη των δύο «ταχυτήτων»
Πριν από όλα αυτά, ωστόσο, και σε αναμονή αυτών, θα δρομολογηθούν με κάθε επισημότητα οι διαδικασίες για τη συμφωνία μεταξύ των δανειστών, αλλά και για την Ευρώπη των δύο «ταχυτήτων»:
Την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου, στο Βερολίνο, η Γερμανίδα καγκελάριος κ. Μέρκελ θα συναντηθεί με τη διευθύντρια του ΔΝΤ κ. Λαγκάρντ και τον πρόεδρου της Κομισιόν κ. Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ.
Στις 6 Μαρτίου στις Βερσαλλίες θα διεξαχθεί η σύνοδος των «4» ισχυρότερων χωρών της Ευρωζώνης-ΕΕ (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία), με τη συμφωνία των χωρών της Benelux (σκληρός πυρήνας της πρώτης ευρωπαϊκής «ταχύτητας»), για να συζητήσουν πάνω στο σχέδιο της Ευρώπης των δύο «ταχυτήτων». Με βάση το αποτέλεσμα της συνάντησης, θεωρείται πιθανό ότι θα γίνει κάποιου είδους ημιεπίσημη ανακοίνωση στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής στις 25 Μάρτη στη Ρώμη, στην 60ή επέτειο της πρώτης ευρωπαϊκής συνθήκης το 1957.
Οι δανειστές χρειάζονται ένα time out, μέχρι να ολοκληρωθούν αυτές οι διαδικασίες. Χρειάζονται όμως και ένα «προσύμφωνο», που θα δεσμεύει την ελληνική κυβέρνηση, θα της μεταφέρει την ευθύνη για τυχόν μη επίτευξη τελικής συμφωνίας και επιπλέον θα στέλνει ένα καθησυχαστικό μήνυμα στις αγορές. Τα πήραν όλα, χωρίς να δώσουν τίποτα…
*προδημοσίευση από την “Εργατική Αριστερά” που κυκλοφορεί αύριο 22/2