Το μέγα σκάνδαλο του χρέους που επιζητεί την αποκάθαρσή του

2585
αυτοκίνητα

Από τον κώδικα του Χαμουραμπί μέχρι και το αγγλικό δίκαιο το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι παράνομο και καταχρηστικό και οφείλουμε να το διαγράψουμε άμεσα.
Πολλοί -και μόνο στο άκουσμα της φράσης περί μονομερούς διαγραφής του χρέους- εξανίστανται, αφού θεωρούν ότι με την άρνηση αναγνώρισης και παύσης της αποπληρωμής του χρέους από την πλευρά της Ελλάδας, θα προχωρήσουμε σε μια παράνομη και επί της ουσίας «ανήθικη» πράξη απέναντι σε αυτούς που μας δάνειζαν. «Μα θα γίνουμε μπαταχτσήδες;» είναι το σύνηθες -πλην αφελές- ερώτημα. Η άρνηση αναγνώρισης του χρέους θεωρείται ακόμη παράνομη κι ανήθικη πράξη άρνησης ανταπόκρισης στις υποχρεώσεις μας, που θα μας οδηγήσει στη διεθνή κατακραυγή, στην απομόνωση και τελικά σε μεγαλύτερα δεινά. Ακόμη κι όσοι αποδέχονται το «παιγνίδι» που παίχτηκε είναι σκεπτικιστές και διακρίνονται για τη λογική «αφού τα καταφέραμε έτσι, ας τα λουστούμε τώρα
Άλλοι, πάλι, θεωρούν μια τέτοια εξέλιξη, αναγκαία μεν, αλλά αδύνατη κάτω από τις διαμορφωμένες συνθήκες και των αντίστοιχων συσχετισμών. Θεωρούν -και δεν φείδονται να το προπαγανδίζουν- ότι όλα τελείωσαν το 2012 με το PSI του Βενιζέλου και τη «μεταφορά» του χρέους στο αγγλικό δίκαιο μαζί με την «απαγόρευση» τυχόν μετατροπής του σε εθνικό νόμισμα, αν οψέποτε η Ελλάδα αποφάσιζε να εγκαταλείψει την ευρωζώνη.
Όσοι βέβαια ισχυρίζονται κάτι τέτοιο, πέραν από τους κυβερνητικούς (και αυτούς της αντιπολίτευσης), που έχουν τους ιδιοτελείς λόγους τους, είτε δεν γνωρίζουν τα πράγματα και αντιδρούν αυθόρμητα, είτε παρασυρόμενοι από τον συρμό και την ασύστολη προπαγάνδα, αδυνατούν να κατανοήσουν τι πραγματικά συμβαίνει με το ελληνικό χρέος, αλλά και τις δυνατότητες που οι ίδιες οι μεθοδεύσεις των δανειστών έχουν δημιουργήσει για την ολοσχερή άρνηση και καταγγελία του.
Η συσκότιση των πάντων γύρω από τη δημιουργία του χρέους και του τρόπου που αυτό εξελίχθηκε έχει ακριβώς αυτό το σκοπό. Τη δημιουργία σύγχυσης και την απονεύρωση οποιασδήποτε αντίδρασης στις ακολουθούμενες πολιτικές. Πολύ περισσότερο που στο «παιγνίδι» του ελληνικού χρέους εμπλέκονται είτε άμεσα, είτε έμμεσα Έλληνες μεγαλοεπιχειρηματίες, τραπεζίτες και πολιτικοί.
Στη πράξη, όπως ανέφερε παλιότερα σε αντίστοιχο άρθρο του ο γνωστός νομικός Κώστας Κούστας «Οι Ελληνικές κυβερνήσεις διέπραξαν εσχάτη προδοσία με βάση το ευρωπαϊκό και το διεθνές Δίκαιο ενώ τα όργανα της ΕΕ (Εurogroup – EΚΤ – συμβούλια ηγετών ΕΕ) παρανομούν με την συγκρότηση της τρόικας και την επιβολή των μνημονίων παραβιάζοντας την ιδρυτική συνθήκη της ΕΕ και την Χάρτα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ!
Τα μνημόνια των «ελληνικών κυβερνήσεων» με την Τρόικα, είναι όχι απλά παράνομα, αλλά επί της ουσίας αυτοδίκαια άκυρα! Αυτό πρέπει να έχει η (όποια) κυβέρνηση ως θέση συνεπικουρούμενη από το δικαίωμα αποζημίωσης για τη βλάβη που μας προκάλεσε η ΕΕ, η Τρόικα και οι υπάλληλοί τους».
Το χρέος, λοιπόν, είναι παράνομο και καταχρηστικό διότι:
Πρώτον: Η σε μία νύκτα μετατροπή του παλιού δραχμικού χρέους σε νόμισμα που η χώρα πλέον θα ήταν υποχρεωμένη να το δανείζεται για να το αποπληρώνει, απετέλεσε συνειδητή πολιτική επιλογή και την απαρχή του πρωτοφανούς σκανδάλου. Μια συνειδητή πολιτική επιλογή τόσο από το εγχώριο πολιτικό προσωπικό, όσο και από τα ηγετικά κλιμάκια της Ε.Ε. και χωρών αυτής, όπως η Γερμανία, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, ή ακόμα χειρότερα, επιδιώκοντας τις συγκεκριμένες συνέπειες. Δηλαδή, την υπερχρέωση της χώρας με τελική κατάληξη τη χρεοκοπία και την υπαγωγή της σε καθεστώς επιτροπείας και μειωμένης κυριαρχίας. Μέχρι τότε -την μετάβαση σε καθεστώς ευρώ- η χώρα είχε τη δυνατότητα να ανακυκλώνει τα δάνειά της, οσοδήποτε μεγάλα κι αν ήταν αυτά, με την έκδοση ομολόγων στο νόμισμά της -τη δραχμή- ή και ακόμα με την απ’ ευθείας «κοπή» νέου χρήματος. Δυνατότητα που στερήθηκε οριστικά με το ευρώ, το οποίο αναγκαστικά ήταν υποχρεωμένη να δανείζεται από τις «αγορές» για να αποπληρώνει τα παλιά χρέη που ήταν επιπρόσθετα επιβαρυμένα με υψηλά επιτόκια. Με συνέπεια σε αυτά τα επιτόκια να προστίθενται εκείνα του νέου δανεισμού σε ευρώ κι έτσι από ένα σημείο και πέρα η αύξηση του χρέους να προσλάβει εκθετική μορφή.

Όπως αποδεικνύεται από τον επισυναπτόμενο πίνακα το ελληνικό δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάστηκε μόλις σε επτά (7) χρόνια από το 2002 στο 2009, μολονότι τα ελλείματα δεν υπερείχαν πολύ του στόχου της συνθήκης του Μάαστριχτ, παρά τα αντιθέτως ισχυριζόμενα από την καθεστωτική προπαγάνδα, για την ενοχοποίηση του σπάταλου βίου μας πριν τη χρεοκοπία. Για να φτάσουμε στο τέλος του 2016 παρά το γεγονός ότι είχαν πληρωθεί 464,12 δις ευρώ σε τόκους και χρεολύσια και παρά το βενιζέλειο PSI, να οφείλουμε άλλα 315 δις ευρώ, ενώ σήμερα το χρέος σύμφωνα με το τελευταίο τεύχος του ΟΔΔΗΧ έχει φτάσει τα 328 δις!
Δεύτερον: Το ελληνικό χρέος είναι -σε ένα μεγάλο μέρος του- προϊόν διαφθοράς. Παράνομο χρέος είναι αυτό το οποίο αυξήθηκε στην υπηρεσία ιδιωτικών συμφερόντων και όχι για την ευημερία των ανθρώπων. Ένας απλός έλεγχος όλων των συμβάσεων, όπως της Ζήμενς, της Novartis, των Ολυμπιακών αγώνων, των εξοπλιστικών προγραμμάτων, των δανείων από τράπεζες όπως της Γκόλντμαν Σακς, των καταγεγραμμένων υποδείξεων τραπεζών και χρηματιστικών εταιρειών για δάνεια, για διευθετήσεις δανείων (swaps), τον έλεγχο για υπερτιμολογήσεις, τοκογλυφίες, μίζες κι όλα όσα γνωρίζουμε πολύ καλά ότι συνέβησαν, θα αποδείξει ότι ο δανεισμός -στο σκέλος του ύψους του που προκλήθηκε από διαφθορά- υπήρξε όχι μόνον απεχθής αλλά επαχθής και ειδεχθής για τον ελληνικό λαό, παράνομος, δόλιος και απόρροια προδοτικής συμπεριφοράς των ιθυνόντων, και αυτό πολύ πριν εφαρμοστούν τα μνημόνια, αλλά και μετά την εφαρμογή τους.
Τρίτον: Η Δανειακή Σύμβαση του Μαΐου του 2010, η οποία ούτε καν κυρώθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, υπήρξε προϊόν εξαπάτησης και εκβιασμού. Μιας μεθόδευσης που ήδη είχε ξεκινήσει παρασκηνιακά από τα τέλη του 2008 για να καταλήξει μέσα και από την κυβερνητική αλλαγή (με τη σύμπραξη των δύο τότε μεγάλων κομμάτων εξουσίας -ΝΔ & ΠΑΣΟΚ) στη δημοσιοποίηση της χρεοκοπίας, με τον τρόπο που έγινε και προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στις γαλλογερμανικές τράπεζες και εν γένει στο ευρωσύστημα.
Ένα ευρωσύστημα που κλήθηκε -υποτίθεται- να μας «σώσει». Οποιεσδήποτε άλλες δεσμεύσεις και αποτελέσματα υπήρξαν σε βάρος της χώρας μας και των Ελλήνων πολιτών, ως απόρροια της αρχικής αυτής σύμβασης, είναι το ίδιο προϊόντα καταναγκασμού και εκβίασης και δεν μπορούν να ισχύουν βάσει των άρθρων 48-52 της Σύμβασης της Βιέννης του ΟΗΕ, αναφορικά με το Δίκαιο των Συνθηκών. Τα άρθρα αυτά προβλέπουν την ακύρωση μιας συνθήκης, εφ’ όσον χρησιμοποιήθηκε δόλος, υπήρξε σφάλμα, απειλή κατά εκπροσώπου του κράτους κλπ. Επίσης, με βάση το άρθρο 46 της ίδιας σύμβασης περί έκδηλης παραβιάσεως διατάξεων του εσωτερικού δικαίου της χώρας. Και το δίκαιο αυτό παραβιάστηκε ασύστολα, συστηματικά και διαχρονικά από το 2010 και εντεύθεν, φτάνοντας μάλιστα στην κατάλυση βασικών άρθρων του ιδίου του Συνταγματικού Χάρτη της χώρας μας.
Το ελληνικό δημόσιο χρέος στο μεγαλύτερο μέρος του είναι αποτέλεσμα δανειακών συμβάσεων, οι οποίες είναι διεθνείς συμβάσεις. Ο Ολιβιέ Μπλανσάρ, αξιωματούχος του ΔΝΤ, το 2013 ομολόγησε δημόσια ότι οι δανειακές συμβάσεις καταρτίστηκαν στη βάση λάθος πολλαπλασιαστών, με αποτέλεσμα να προκληθεί σοβαρή βλάβη στην ελληνική οικονομία. Συνεπώς στις δανειακές συμβάσεις καταγράφεται σφάλμα!.
Πέραν της πληθώρας των πραγματικών στοιχείων, ο Γερούν Ντάϊσελμπλουμ και άλλοι αξιωματούχοι της ΕΕ, έχουν κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι προτίμησαν να σώσουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες και το ευρώ, σε βάρος της ελληνικής οικονομίας. Ως εκ τούτου προκύπτει δόλος και μάλιστα ομολογημένος από τα πλέον επίσημα χείλη.
Τον Ιούλιο του 2016 το ΔΝΤ με έκθεσή του ομολογεί ωμά ότι τα μνημόνια επιβλήθηκαν προκειμένου να σωθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες, καθώς και το ευρώ.
Την εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα, ο Μάρτιν Σουλτς, τότε πρόεδρος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, απείλησε τους Έλληνες ότι αν ψηφίσουν «ΟΧΙ», θα βρεθούν σε πολύ δύσκολη θέση. Επίσης, μια σειρά αξιωματούχων και διακεκριμένων ευρωπαίων πολιτικών, πρωθυπουργών, υπουργών κτλ, ευθέως απειλούσαν ότι το ενδεχόμενο «ΟΧΙ» θα σήμαινε την άμεση απομάκρυνση της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Το ίδιο διάστημα, ο Μάριο Ντράγκι, πρόεδρος της ΕΚΤ, μείωσε σημαντικά τη ροή χρηματοδότησης σε ευρώ προς τις ελληνικές τράπεζες, απειλώντας με ασφυξία την ελληνική οικονομία και επιβλήθηκαν τα γνωστά capital controls. Εάν οι συμπεριφορές αυτές -τις οποίες γνωρίζει ολόκληρος ο πλανήτης- δεν συνιστούσαν εκβιασμό και απειλή και μάλιστα απροκάλυπτη, τότε περί τίνος ακριβώς επρόκειτο;
Εν κατακλείδι, στην περίπτωση του ελληνικού χρέους έχουμε και Σφάλμα, και Δόλο, και Εκβιασμό και Απειλή κατά την σύνταξη και υλοποίηση των δανειακών συμβάσεων, που εμπίπτουν απολύτως στις διατάξεις των άρθρων 48-52 της Σύμβασης της Βιέννης.
Επικουρικά -στην περίπτωση μονομερούς διαγραφής του χρέους- δύναται να γίνει επίκληση των άρθρων 61 & 62 της Σύμβασης της Βιέννης «λόγω επιγενόμενης αδυναμίας εκτέλεσης των συμφωνηθέντων, όσο και την εξ ανάγκης θεμελιώδη μεταβολή των περιστάσεων», σε συνδυασμό με την τήρηση του δόγματος «CALVO» -περί εθνικής κυριαρχίας στο διεθνές δίκαιο, όπως θα αναλυθεί παρακάτω.
Η επιγενόμενη αδυναμία εκτέλεσης των συμφωνηθέντων, καθώς και η εξ ανάγκης θεμελιώδης μεταβολή των περιστάσεων αποδεικνύεται -πέραν όλων αυτών που γνωρίζουμε- από το ακόλουθο διάγραμμα του γνωστού «εργαλειοθηκάριου» ΟΟΣΑ:

Σε αυτό το διάγραμμα βλέπουμε παραστατικά την καθίζηση των εισοδημάτων των νοικοκυριών και την αδυναμία τους να ανταπεξέλθουν στις βασικές ανάγκες επιβίωσης. Το έλλειμμα μάλιστα αυτό σήμερα προσεγγίζει, εάν δεν έχει ξεπεράσει το 22%. Συνεπώς από που θα προκύψουν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για να αποπληρώνεται το χρέος;
Τέταρτον: Διότι, όπως έγκριτοι νομικοί επισημαίνουν, το χρέος δημιουργήθηκε κατά παράβαση του ίδιου του Δικαίου επάνω στο οποίο στηρίζεται η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι αναντίρρητο, ότι για την περίπτωση του ελληνικού χρέους, αφενός μεν δεν λειτούργησαν οι θεσμοί για την αποτροπή του παράνομου χρέους ενώ τα αρμόδια όργανα της Κοινότητας, δεν πολιτεύθηκαν στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας. Συνεπώς είναι άμεση η ευθύνη των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την «ύπαρξη» και «αναπαραγωγή» του υπερβολικού χρέους του ελληνικού κράτους.
Το ελληνικό χρέος είναι παράνομο ακόμη και με βάση το «κριτήριο της υπέρβασης». Το πρωτογενές Ενωσιακό Ευρωπαϊκό Δίκαιο θέτει όριο νομιμότητας με βάση τις διατάξεις: α) της παρ. 2β του άρθρου 126 ΣΛΕΕ και β) του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου 12, όπου το 60% είναι ο λόγος μεταξύ του δημοσίου χρέους και του ΑΕΠ σε τιμές αγοράς. Αυτό είναι το νόμιμο και αποδεκτό δημόσιο χρέος. Εφόσον η Επιτροπή και το Συμβούλιο επέτρεψαν την υπέρβαση του ελληνικού χρέους άνω του 60%, έχουν συμπράξει απολύτως στη δημιουργία παράνομου χρέους, με τα κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχ, αλλά και της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Σημειωτέον, ότι η χώρα εντάχθηκε στην ΟΝΕ για πολιτικούς λόγους, μη εκπληρούσα την προϋπόθεση ως προς το χρέος της συνθήκης του Μάαστριχτ (λόγος χρέους προς ΑΕΠ το 2001 στο 100% εν πλήρη γνώση των οργάνων της Ε.Ε. και των κυβερνήσεων των χωρών της ευρωζώνης).
Το κριτήριο του υπερβολικού ελλείμματος αφορά στην «υπέρβαση». Η υπέρβαση όμως ρυθμίζεται με κανόνες δικαίου, οι οποίοι όταν παραβιάζονται συνιστούν παρανομία. Από την άλλη, όπως ήδη αποδείχθηκε δεν υπήρξε πραγματικό θέμα υπερβολικού ελλείματος, την περίοδο πριν το 2008, αλλά «αμεριμνησία» έγκαιρης ρύθμισης του χρέους, το οποίο κατά την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ υπερέβαινε κατά πολύ τα προβλεπόμενα από τη συνθήκη του Μάαστριχτ, όπως προελέγχθη.
Παρ’ όλα αυτά ακόμα και στην επίκληση του υπερβολικού ελλείμματος δεν εξαλείφεται το κριτήριο της «υπέρβασης», αντίθετα ενισχύεται. Συνέπεια λοιπόν, του υπερβολικού ελλείμματος, άρα και του παράνομου χρέους, ήταν η επιβολή εξοντωτικών μέτρων λιτότητας σε βάρος του ελληνικού λαού με σύμπραξη και πάλι των ενωσιακών οργάνων, καθόσον στην τρόικα, πέραν του ΔΝΤ, εκπροσωπούνται τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, παραβιάζοντας κατάφορα τόσο το Διεθνές Δίκαιο, όσο και τις ισχύουσες ευρωπαϊκές συνθήκες.
Οι παραβιάσεις αφορούν στη Συνθήκη της Λισσαβώνας και συγκεκριμένα τα άρθρα 2 και 3 που αναφέρουν ότι η Ένωση βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Ένωση έχει σαν σκοπό να προάγει την ειρήνη, τις αξίες της και την ευημερία των λαών της. Επίσης, στα άρθρα 145-150 αναφορικά με την απασχόληση, 151-166 σχετικά με την κοινωνική πολιτική και τα άρθρα 165 και 166 για την ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης. Παραβιάστηκε επίσης ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. που είναι ενσωματωμένος στην Συνθήκη της Λισσαβώνας. Εκεί έχουν παραβιασθεί το άρθρο 1 για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τα άρθρα 11 για την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, και το άρθρο 12 για το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι. Παραβιάσεις έχουμε ακόμα στα άρθρα 14 για το δικαίωμα στην εκπαίδευση, 15 για το δικαίωμα στην εργασία, 17 το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, 20 στην ισότητα μπροστά στο νόμο, 25 αναφορικά με τα δικαιώματα των ηλικιωμένων, 26 την ένταξη των αναπήρων, 28 το δικαίωμα διαπραγμάτευσης και συλλογικών δράσεων και πολλά άλλα.
Πέμπτον: Πράγματι, στις 14/3/2014 το ευρωκοινοβούλιο (συνεπικουρούμενο από την Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων και την Επιτροπή Νομισματικών και Οικονομικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), με ψήφισμά του κήρυξε, επί της ουσίας, ολόκληρο τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης των μνημονιακών πολιτικών ως παράνομο, γιατί παραβιάζει κατάφωρα το πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή τις συνθήκες ίδρυσής της. Δηλαδή, ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα (και στις υπόλοιπες χώρες με πρόγραμμα «διάσωσης»), με την τρόικα -και τις αντίστοιχες συμβάσεις που έχουν υπογραφεί- έχει χαρακτηριστεί παράνομο, ακόμη και με βάση το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ. Τότε γιατί θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα τα δάνεια που αποτελούν προϊόν αυτού του παράνομου και καταχρηστικού με βάση το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, μηχανισμού; Παρ’ όλα αυτά τίποτε δεν συνέβη έκτοτε, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά τον διακοσμητικό χαρακτήρα του ευρωκοινοβουλίου.
Σημειωτέον ότι το άρθρο 41.παρ.3 του Χάρτου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. αναφέρει: «Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αποκατάσταση εκ μέρους της Ένωσης, της ζημίας που του προξένησαν τα θεσμικά όργανα ή οι υπάλληλοι της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των Κρατών-Μελών».
Επίσης, η Έκθεση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, που δημοσιεύτηκε στις 07/03/2014 στην ιστοσελίδα του, επικρίνει με τον πιο περιγραφικό τρόπο την Ελληνική κυβέρνηση για την μεθοδική καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ατομικών, πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ανάπτυξη και την πρόοδο.
Ο διεθνής εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ Cephas Lumina εξέφρασε τη λύπη του για την έλλειψη δέσμευσης από την Ελλάδα στην εντολή του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αντιμετωπίσει τις προφανείς προκλήσεις στην προοδευτική υλοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών.
Ο ΟΗΕ επικρίνει τις ελληνικές κυβερνήσεις για την βάναυση καταπάτηση των συνταγματικών και διεθνών δεσμεύσεων όσον αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τέλος δεν θα πρέπει σε αυτή την ανάλυση να παραληφθεί η τελευταία έκθεση (18 Δεκεμβρίου 2014) της
FIDH δηλαδή της Διεθνούς Ομοσπονδίας για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στην οποία καταγγέλλεται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο η συρρίκνωση των θεμελιωδών ελευθεριών του ανθρώπου στην Ελλάδα.
Επίσης, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ επανήλθε στις 21 Απριλίου του 2016 με νέα έκθεση του ειδικού ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα του ΟΗΕ Pablo Juan Bohoslavsky, ο οποίος επισκέφθηκε την Ελλάδα μεταξύ 30 Νοεμβρίου και 8 Δεκεμβρίου 2015 και περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια την υπάρχουσα άθλια κατάσταση στη χώρα σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι δανειστές.
Έκτο: Η παραβίαση του δόγματος «ΚΑΛΒΟ» περί Εθνικής Κυριαρχίας.
Το δόγμα αυτό αφορά -σύμφωνα με τον έγκριτο νομικό κ. Πέτρο Μηλιαράκη- στο κυριαρχικό δικαίωμα για μονομερή διαγραφή του εξωτερικού χρέους, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. Το κάθε κράτος νομίμως δικαιούται να επιβάλει την εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία του και να προβεί σε προστασία της Εθνικής του Κυριαρχίας με το να διαγράψει μονομερώς το όποιο επαχθές χρέος.
Σύμφωνα με τον κ. Μηλιαράκη, αλλά και πλείστους άλλους νομικούς το «δικαίωμα αυτό προστασίας της Εθνικής Κυριαρχίας και του Εθνικού Συμφέροντος αναφορικώς με το επαχθές χρέος αφορά υπεράσπιση και προστασία υπέρτατων εννόμων αγαθών τα οποία έχουν ενσωματωθεί στο Διεθνές Δίκαιο τυπικά από το 1962 και αποτελούν μια κύρια εκδοχή του «δόγματος Calvo» -Βλ. Works in the UN Comission on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-1962
Το «δόγμα Calvo», ήταν η πρώτη αντίδραση του δικαίου κατά της ασύμμετρης, ασύνορης και απάνθρωπης εκμετάλλευσης στις αποικιοκρατούμενες χώρες από τους ευρωπαίους δυνάστες αποικιοκράτες του 19ου αιώνα και συνδυάζεται ευθέως με τις πρόνοιες του σύγχρονου Διεθνούς Δικαίου. Και τούτο γιατί σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 62 της Σύμβασης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών ένα κυρίαρχο κράτος μπορεί λόγω απόκρημνης οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης να επικαλεσθεί τόσο την επιγενόμενη αδυναμία εκτέλεσης των συμφωνηθέντων όσο και την εξ ανάγκης θεμελιώδη μεταβολή των περιστάσεων.
Τούτες όμως οι πρόνοιες καταργούν με υπερκείμενους κανόνες δικαίου το δόγμα του Ρωμαϊκού Δικαίου ότι: pacta sunt servanda, ήτοι: τα συμπεφωνημένα δέον όπως τηρούνται. Άλλωστε, το δημόσιο χρέος εξ ορισμού (per definitionem) δεν μπορεί να αποδίδεται από τον δανειολήπτη -οφειλέτη στο δανειστή με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο (per fas et nefas) καθόσον άλλωστε ο όποιος δανεισμός δεν συνομολογείται per Deos -εν ονόματι των Θεών, όπως μπορούν να υποστηρίξουν κάποιοι Προτεστάντες…».
Πράγματι και σύμφωνα με την ανάλυση του Κώστα Κούστα -που προαναφέρθηκε- τόσο οι ελληνικές μνημονιακές κυβερνήσεις όσο και οι λεγόμενοι «θεσμοί» της ΕΕ και του ΔΝΤ «Έπραξαν εις γνώση τους και Ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο με βάση το από το 1962 ενσωματωμένο Δόγμα Κάλβο, που ορίζει το δικαίωμα προστασίας της Εθνικής Κυριαρχίας και του Εθνικού Συμφέροντος:
«Το κάθε κράτος μπορεί νόμιμα -ως ελεύθερη και χωρίς προϋποθέσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, έκφραση, πραγμάτωση και αυτοπροστασία της Εθνικής του Κυριαρχίας- να κατάσχει (σε περίπτωση παράνομων πράξεων), να απαλλοτριώσει, ή να εθνικοποιήσει, ημεδαπές και αλλοδαπές, κρατικές και ιδιωτικές, ιδιοκτησίες και επενδύσεις στην εδαφική του επικράτεια, με αναγκαστικά κύριο και πρωταρχικό σκοπό την διασφάλιση και προστασία της Εθνικής του Κυριαρχίας και γενικότερα του Δημοσίου του Συμφέροντος (νοουμένου εδώ και με την δευτερεύουσα οικονομική, αλλά κυρίως με την πρωταρχική έννοια του, ήτοι αυτή της Εθνικής του Κυριαρχίας), με ή χωρίς αποζημίωση των πρώην ιδιοκτητών (Συντ. 1,17,106)
Ως «επενδύσεις» εδώ νοούνται αδιακρίτως και ισότιμα, οι βιομηχανικές επενδύσεις, οι επενδύσεις εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου (concession agreements), αλλά και επενδύσεις (δανειακών) κεφαλαίων, ήτοι χρηματικά δάνεια με την μορφή ομολόγων, εντόκων γραμματίων κλπ. Τα δικαιώματα αυτά προστασίας της Εθνικής Κυριαρχίας και Εθνικού Συμφέροντος, έχουν ενσωματωθεί στο διεθνές δίκαιο τυπικά από το 1962 (βλ. βιβλ. Works in the UN Comission on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-1962) κι αποτελούν μια τροποποίηση του «δόγματος Calvo» (Calvo’s doctrine), το οποίο εισηγήθηκε ο Αργεντίνος δικαστής Calvo το 1868 (στον κολοφώνα της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης του τρίτου κόσμου από της ευρωπαϊκές κυρίως αποικιοκρατικές χώρες).
Σύμφωνα με το δόγμα αυτό, όταν μια ξένη επένδυση (βιομηχανική ή δανειακή-κεφαλαιακή με την μορφή δανείων και ομολόγων), διακρατική (με την μορφή διεθνών συνθηκών), η μεταξύ κράτους και ιδιωτών επενδυτών (με την μορφή συμβολαίων), δημιουργήσει, στην χώρα λειτουργίας της, συνθήκες άνισης και αήθους οικονομικής εκμετάλλευσης του ντόπιου πληθυσμού υπέρ της, ή του κράτους καταγωγής της -οδηγώντας αναγκαστικά και στην συνακόλουθη απώλεια της Εθνικής Κυριαρχίας της χώρας λειτουργίας της υπέρ του κράτους καταγωγής της, ή υπέρ της επένδυσης της ίδιας!- τότε το κράτος λειτουργίας της έχει το νόμιμο δικαίωμα να άρει την ανισότητα αυτή με οποιοδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικοποιήσεώς της «επένδυσης» για λόγους «Εθνικού Συμφέροντος» (public utility), με την καταβολή (nationalization), ή όχι (expropriation) αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη της επένδυσης.
Το «Εθνικό Συμφέρον» εδώ εννοιολογικά ταυτίζεται -σύμφωνα με όσα προείπαμε- κυρίως με την διασφάλιση, αλλά και την έκφραση της Εθνικής Κυριαρχίας του κράτους λειτουργίας της «επένδυσης».
Σε κάθε περίπτωση, το καταβλητέο και το ύψος της αποζημίωσης θα κριθεί και θα καθοριστεί αποκλειστικά από τα δικαστήρια του κράτους λειτουργίας της «επένδυσης» και με βάση τις οικονομικές συνθήκες και ανάγκες του ντόπιου πληθυσμού.
Η εφαρμογή (υλοποίηση) του δόγματος Calvo, συνιστά ταυτόχρονα, την έκφραση (άσκηση) και την αυτοπροστασία της Εθνικής Κυριαρχίας του κράτους λειτουργίας της επένδυσης.
Μάλιστα -σύμφωνα με το ίδιο αυτό «δόγμα» και όπως είπαμε ήδη- η δικαστική αρμοδιότητα για τα προκύπτοντα νομικά ζητήματα στην διαδικασία εθνικοποίησης της «επένδυσης», ανήκουν αποκλειστικά στον κράτος υποδοχής και λειτουργίας της επένδυσης, το κυρίαρχο νομικό πλαίσιο και τα δικαστήρια του οποίου θα καθορίσουν, κυρίαρχα, το περιεχόμενο, την αναγκαιότητα της εθνικοποίησης, την αντικειμενική αλήθεια του κινδύνου του Εθνικού Συμφέροντος του λαού από την λειτουργία της επένδυσης στην επικράτειά του και τελικά την νομιμότητα της εθνικοποίησης, καθώς και την καταβολή, ή όχι, αποζημίωσης στον πρώην ιδιοκτήτη της.
Η εκδίκαση της υπόθεσης της εθνικοποίησης στο δικαστήρια του αλλοδαπού κράτους-επενδυτή και σύμφωνα με το δικό του δίκαιο, αποκλείεται. Το «δόγμα Calvo» έτσι, στερεί τις ξένες (κρατικές και ιδιωτικές) επενδύσεις από την «διπλωματική ασυλία» και την «νόμιμη» στρατιωτική των προστασία από το ισχυρότερο κράτος-επενδυτή. Το «δόγμα Calvo» συνιστά συνεπώς μια μορφή «δικαστικού εθνικισμού». Ίσως και γι’ αυτό απορρίπτεται μετά βδελυγμίας η χρήση του, στην περίπτωσή μας, από τους δεξιούς και αριστερούς εθνομηδενιστές κυβερνώντες -απολογητές της Ε.Ε. και της παγκόσμιας διακυβέρνησης.
Με τον τρόπο αυτό όμως, εξασφαλίζεται και διασφαλίζεται διεθνώς, η δίκαιη κατανομή του πλούτου με όρους αμοιβαίου σεβασμού, ισότητας και δικαιοσύνης μεταξύ των κρατών και των λαών των και αποκλείεται η συνέχιση και επαναφορά της δουλείας -με άλλη μορφή- και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Έκτοτε το δόγμα αυτό, συμπεριελήφθη σε όλα τα συντάγματα των κρατών της Ν. Αμερικής και κατέστη μέρος και του Διεθνούς Δικαίου από το 1962 με τις προαναφερόμενες συνθήκες: Works in the UN Comission on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by the UN General Assembly on 14-12-1962.
Οι αρχές του «δόγματος Calvo» ενσωματώθηκαν στο άρθρο 106, σε συνδυασμό με το άρθρο 28 παρ.1 του Ελληνικού Συντάγματος. Η αναγκαστική ισχύ των παραπάνω αρχών του «δόγματος Calvo» στα πλαίσια του Διεθνούς και Εθνικού Δικαίου για την ακύρωση των Διεθνών Συνθηκών και η δέσμευση των αντισυμβαλλομένων μερών της Δανειακής Σύμβασης της «ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικας», για τον σεβασμό και την εφαρμογή των σχετικών δικαστικών αποφάσεων, συνομολογείται στο άρθρο 6 παρ.6α,β, της Σύμβασης (του κεφ: Αποπληρωμή, Πρόωρη Αποπληρωμή, Υποχρεωτική Αποπληρωμή και Ακύρωση).
Στο «δόγμα Calvo» και στην συναφή παραπάνω συνθήκη του Διεθνούς Δικαίου στηρίχθηκαν οι 10άδες των νόμιμων εθνικοποιήσεων κατά διάφορων, ευρωπαϊκών κυρίως, αποικιοκρατικών εταιρειών και επιχειρήσεων που λειτουργούσαν σε αποικιοκρατούμενες χώρες του τρίτου κόσμου και οι οποίες λυμαίνονταν τον ντόπιο πλούτο σε συνθήκες ανθρώπινης δουλείας και εξευτελισμού του ντόπιου λαού.
Στο νομικό αυτό πλαίσιο στηρίχθηκε επίσης και η άρνηση αποπληρωμής των εξωτερικών δανείων από την κυβέρνηση του Ι. Μεταξά το 1939, η οποία δικαιώθηκε με την ιστορική απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου αρ. 77/15-06-1939 (γνωστή κι ως υπόθεση Γιούπη[1]), καθώς και η άρνηση της Αργεντινής το 2003 της αποπληρωμής των εξωτερικών της χρεών, η οποία με το διάταγμα 256/2002 ανέστειλε την πληρωμή του εξωτερικού χρέους, και ο πρόεδρος της, Νέστωρ Κίχνερ, κατάφερε να διαγράψει μονομερώς το μεγαλύτερο μέρος του.
Στην ίδια λογική διαγραφής «επονείδιστων» ως χαρακτηρίζονται δημοσίων χρεών έχουν υπάρξει πολλές άλλες αποφάσεις. Ενδεικτικά αναφέρονται:
α. Το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών το οποίο έχει κρίνει πως: «το πρώτο καθήκον του κράτους είναι απέναντι στον εαυτό του. Η επιβίωση του αποτελεί πρωταρχικό στόχο. Τα έσοδα του ορθά αφιερώνονται στον σκοπό αυτό».
β. Το Διεθνές Κέντρο για την Διευθέτηση Επενδυτικών Διαφορών (International Centre for Settlement of Investment Disputes –ICSID-) το οποίο αποτελεί διαιτητικό/δικαιοδοτικό όργανο της Παγκόσμιας Τράπεζας, με πρόσφατες αποφάσεις του το 2010, με τις οποίες δέχθηκε, ότι η Αργεντινή μπορούσε να επικαλεστεί κατάσταση ανάγκης για την περίοδο 2001 έως 2003 ως λόγο καταγγελίας σχετικής διμερούς συνθήκης με δανειστές της.
γ. Το ιταλικό ακυρωτικό δικαστήριο, που επίσης έκρινε, ότι η εν λόγω πράξη (της Αργεντινής) αποτελούσε άσκηση κυριαρχικής αρμοδιότητας και ότι τα συμφέροντα της οργανωμένης από το κράτος κοινότητας έχουν απόλυτο προβάδισμα έναντι αντίθετων συμφερόντων, πράγμα που αποκλείει τον νομικό τους έλεγχο από αλλοδαπά δικαστήρια, ως acta iure imperii.
δ. Και το γερμανικό ομοσπονδιακό συνταγματικό δικαστήριο το οποίο θεώρησε ότι δεν υφίσταται υποχρέωση του γερμανικού κράτους για προστασία δικαιωμάτων πολιτών του (Schutzpflicht) που πλήττονταν από την εν λόγω πράξη (μονομερής διαγραφή του χρέους της Αργεντινής).
Και τέλος (ε), στο νομικό αυτό καθεστώς στηρίχθηκε και η νομιμότητα της δημοψηφισματικής απόφασης του Ισλανδικού λαού να αρνηθεί την αποπληρωμή των εξωτερικών του χρεών το καλοκαίρι του 2009, χωρίς ουδεμία συνέπεια.
Έβδομον: Το «επονείδιστο χρέος»
Η έννοια αυτή του επονείδιστου χρέους εμφανίζεται για πρώτη φορά στο διεθνές δίκαιο -όπως αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής ευρωπαϊκών θεσμών στις Βρυξέλλες και ευρωβουλευτής, κ. Ν. Μαριάς- με αφορμή την άρνηση των ΗΠΑ να εξοφλήσουν το χρέος της Κούβας προς την Ισπανία το 1898. Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν τότε ότι το χρέος της Κούβας προς την Ισπανία είχε δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα συμπαιγνίας της κουβανικής «ηγεσίας» με τους Ισπανούς πιστωτές προκειμένου να κερδοσκοπήσουν εις βάρος του κουβανικού λαού κατά τη διάρκεια της ισπανικής αποικιοκρατίας. Για το λόγο αυτό, οι ΗΠΑ, που εν τω μεταξύ είχαν καταλάβει την Κούβα μετά τον αμερικανο-ισπανικό πόλεμο, αρνήθηκαν την εξόφληση του κουβανικού χρέους στην Ισπανία.
Μερική εφαρμογή της ρήτρας του «επονείδιστου χρέους» έγινε και το 1919 από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, με αφορμή τα πολωνικά χρέη προς τις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Πρωσίας.
Στην πορεία, η Σοβιετική Ένωση, το 1921, αρνήθηκε να πληρώσει το τσαρικό χρέος, με την αιτιολογία ότι κανένας λαός δεν ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει χρέη προς τους δανειστές του, που τον είχαν αλυσοδέσει επί αιώνες.
Ακολούθησε, το 1923, η γνωστή υπόθεση «Μεγάλη Βρετανία κατά Κόστα Ρίκα», στην οποία έγινε για πρώτη φορά δεκτή η εφαρμογή της θεωρίας του «επονείδιστου χρέους» και πρόσφατα στην περίπτωση του Ισημερινού[2].
Η θεωρητική επεξεργασία του δόγματος του «επονείδιστου χρέους» οφείλεται στο Ρώσο καθηγητή Alexander Nahum Sack, το 1927, που διατύπωσε στο Παρίσι με μεγαλύτερη σαφήνεια τους όρους και τις προϋποθέσεις εφαρμογής της θεωρίας του «επονείδιστου χρέους».
Με βάση το δόγμα αυτό τρεις είναι οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία «επονείδιστου χρέους»:

  1. Ο δανεισμός να έγινε με ανήθικο και παράνομο τρόπο, χωρίς τη συγκατάθεση των πολιτών, στη βάση μιας λεόντειας σύμβασης.
  2. Τα δάνεια να μην χρησιμοποιήθηκαν προς το συμφέρον του λαού και της χώρας, αλλά, αντίθετα, να σπαταλήθηκαν σε δραστηριότητες που δεν ωφέλησαν το έθνος.
  3. Ο πιστωτής να ήταν ενήμερος γι’ αυτή την κατάσταση και, παρά ταύτα, να προχώρησε στο δανεισμό.

Όπως είναι προφανές, και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις που καθιστούν το ελληνικό χρέος επονείδιστο ισχύουν απόλυτα.
Όγδοον: O Κώδικας του Χαμουραμπί!
Μια από τις πιο διάσημες αποκηρύξεις χρέους που πραγματοποιήθηκε ποτέ, έλαβε χώρα στην αρχαία Βαβυλώνα (βλ. Ιράκ). Το 1792 πΧ (!) ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Χαμουραμπί, διέγραψε τα χρέη όλων των πολιτών έναντι της κυβέρνησής του και των υψηλόβαθμων αξιωματούχων-δανειστών.
Ο Κώδικας του Χαμουραμπί, που αφορά κείμενο άκρως ενδιαφέρον για τους νομικούς, βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου και αναφέρει: «Αν οποιοσδήποτε οφείλει ένα δάνειο, και μια καταιγίδα κατέστρεψε το σιτάρι ή τη συγκομιδή του, ή το σιτάρι του δεν αυξήθηκε εξαιτίας της έλλειψης νερού κατά το έτος αυτό, τότε δεν χρειάζεται να καταβάλει ούτε έναν κόκκο σιταριού στον πιστωτή του. Το χρέος του απαλείφεται και δεν απαιτείται να καταβάλει ενοίκιο για το τρέχον έτος».
Ιδού λοιπόν ο «προάγγελος» των διατάξεων της Σύμβασης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών: α) ως προς την επιγενόμενη αδυναμία του δανειζόμενου (οφειλέτη) να εξοφλήσει το δανειστή του και β) ως προς τη θέσπιση της θεμελιώδους μεταβολής των περιστάσεων με αναφορά σε 4.000 έτη παρελθόντος πολιτισμού!
Ένατον: Σύμφωνα και με τα προηγούμενα, από πότε ένας οφειλέτης και μάλιστα κράτος, δηλαδή ο ίδιος ο λαός, είναι υπόχρεος για δάνεια τα οποία κρίνονται παράνομα και καταχρηστικά;
Σύμφωνα με το πιο πρόσφατο Δελτίο του Δημόσιου Χρέους (Νο 88/Δεκέμβριος 2017) οι οφειλές προς τον μηχανισμό στήριξης ανέρχονται σε 232.959,26 εκ ευρώ, από σύνολο χρέους 328.703,84 εκ. ευρώ τον Δεκέμβριο επίσης του 2017. Δηλαδή αποτελούν πάνω από το 70% του συνολικού δημόσιου χρέους, το οποίο είναι προϊόν ενός παράνομου και καταχρηστικού μηχανισμού, όπως ήδη αποδείχθηκε.
Όποιον ορισμό κι αν πάρει κανείς για το απεχθές (odious) χρέος, που υφίσταται στη διεθνή νομολογία, οι οφειλές από τις αποικιοκρατικές δανειακές συμβάσεις που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα καταργώντας ασυλίες, εθνική κυριαρχία και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα είναι παράνομες και καταχρηστικές.
Το υπόλοιπο δημόσιο χρέος, που δεν αφορά σε δάνεια από τον μηχανισμό στήριξης, ανέρχονταν την ίδια περίοδο σε 95.744,58 εκ ευρώ. Από αυτά γύρω στα 25 δις ευρώ είναι στο χαρτοφυλάκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Τα ομόλογα αυτά τα έχει αποκτήσει η ΕΚΤ αποκλειστικά από τη δευτερογενή αγορά και της αποφέρουν ετήσια κέρδη γύρω στο μισό δις ευρώ μόνο σε πληρωμές τόκων. Επίσης τα ομόλογα αυτά είναι αποκλειστικά σε εθνικό δίκαιο της Ελλάδας. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι πως επιτρέπεται στην ΕΚΤ να κερδοσκοπεί ασύστολα με τα ελληνικά ομόλογα, τη στιγμή που συμμετέχει στην τρόικα ως ένας από τους «θεσμούς», επιβάλλοντας στον ελληνικό λαό εξοντωτικά μέτρα λιτότητας;
Ένα άλλο μέρος του δημόσιου χρέους γύρω στα 26 δις ευρώ το κατέχουν οι εγχώριες -αφελληνισμένες πλέον- συστημικές τράπεζες. Με βάση το γεγονός ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αυτών έγινε σε βάρος του ελληνικού λαού με δανεικά χρήματα -περίπου 45,5 δις ευρώ- αυτά τα ομόλογα οφείλουν να διαγραφούν άμεσα, προκειμένου οι τράπεζες να ξεχρεώσουν ένα μέρος του κόστους της κεφαλαιοποίησής τους, η οποία έγινε με δημόσιο χρήμα. Το ερώτημα είναι καταλυτικό: Γιατί το κράτος, αντί να παίρνει μετοχές δίχως αντίκρισμα για το χρήμα των φορολογουμένων που δίνει στις τράπεζες, να μην απαιτήσει το ισοφάρισμα με διαγραφή των ομολόγων που κατέχουν από πριν;
Το υπόλοιπο μέρος του δημόσιου χρέους περί τα 45 δις ευρώ αφορά είτε σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό (περίπου 14 δις ευρώ) είτε κατέχεται και διακινείται από ιδιώτες. Τα 45 αυτά δις είναι το μόνο τμήμα του συνολικού χρέους, για το οποίο απαιτείται ολοκληρωμένος λογιστικός έλεγχος πριν την οριστική του διαγραφή, και προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν αδικίες σε βάρος μικροομολογιούχων και ασφαλιστικών ταμείων, που ήδη έχουν καταληστευθεί με το PSI του 2012.
Δέκατον: Το «αγγλικό δίκαιο». Αλλά ακόμη και με το «περίφημο» αγγλικό δίκαιο να πάνε κάποιοι, δεν πρόκειται να στοιχειοθετήσουν νομιμότητα στο ελληνικό χρέος όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά το 2010. Το αγγλικό εμπορικό δίκαιο του 1974, όπως ισχύει ακόμη και σήμερα στην Βρετανία, ορίζει τι σημαίνει ληστρικό χρέοςΌταν ένας δανειστής οδηγεί τον οφειλέτη του στη χρεοκοπία απαιτώντας να πληρωθούν με δυσβάσταχτο τρόπο, με όρους, συνθήκες και δεσμεύσεις υπέρ του, τότε αυτό το χρέος είναι ληστρικό και καταγγέλλεται.
Δηλαδή, ληστρικό χρέος, είναι εκείνο που απαιτεί από τον οφειλέτη να καταβάλει κατάφωρα υπερβολικές πληρωμές, ή η εξυπηρέτησή του χρέους αυτού, καταπατά καταφανώς τα χρηστά ήθη και τις συνήθεις πρακτικές των έντιμων εμπορικών συναλλαγών (Consummer Credit Act 1974, 2006). Μάλιστα προβλέπεται πώς ο οφειλέτης μπορεί να καταγγείλει μονομερώς το χρέος του ως ληστρικό και τότε εναπόκειται στο δανειστή να αποδείξει σε περίπτωση προσφυγής ενώπιον του δικαστηρίου ότι δεν είναι.
Μπορεί κάποιος να υποστηρίξει σοβαρά, ότι η εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας, η επιβολή των μνημονίων, η συστηματική εξαθλίωση ευρύτατων τμημάτων του ελληνικού λαού, η δημογραφική κατάρρευση εξ αιτίας αυτών των πολιτικών και η καταπάτηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως οι αντίστοιχες εκθέσεις του ΟΗΕ για την Ελλάδα καταγγέλλουν -αλλά και του ίδιου του ευρωκοινοβουλίου-, συνάδουν με τα χρηστά ήθη και τις συνήθεις πρακτικές των έντιμων εμπορικών συναλλαγών;
Ενδέκατον: Πολλά κράτη ήδη έχουν καταγγείλει ανάλογα χρέη ως ληστρικά. Από τα τελευταία κράτη που το έχουν κάνει είναι η Ισλανδία και μάλιστα για δάνεια μέσω τραπεζών. Το χρέος της Ισλανδίας δεν ήταν καν δημόσιο χρέος. Εκεί τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα, διότι επρόκειτο για ιδιώτες οι οποίοι χρωστούσαν σε ιδιώτες. Πως είναι δυνατό να παρεμβαίνει το κράτος για να διαγράψει χρέη ιδιωτών; Εκεί στηρίζονταν κυρίως και το επιχείρημα εκ μέρους της Βρετανίας και της Ολλανδίας που ισχυρίζονταν ότι δεν ζητούν από το κράτος, αλλά από τις τράπεζες. Εφόσον όμως το κράτος εγγυάται τις τράπεζες, το ίδιο είχε υποχρέωση να λύσει το πρόβλημα. Προσέφυγαν, λοιπόν, στο Διεθνές δικαστήριο των επτά της Διεθνούς Ζώνης Εμπορίου όπου ανήκει και η Ισλανδία -αλλά και η Βρετανία και η Ολλανδία- και το διεθνές δικαστήριο τον Ιανουάριο του 2013 έβγαλε αμέσως απόφαση. Ακόμα και αν ήταν δεσμευμένη η Ισλανδία με σύμβαση να αποζημιώσει τους Βρετανούς και τους Ολλανδούς, έπραξε καλώς και δεν τους αποζημίωσε, διότι προέχει η ευνομία, η τάξη και τα δικαιώματα μιας χώρας που έχει βρεθεί εκτεθειμένη σε διαδικασία παγκόσμιας κρίσης. Λόγω της απειλής της παγκόσμιας κρίσης η κυβέρνηση έπρεπε πρώτα να φροντίσει το λαό της και την οικονομία της. Αυτό είπε το δικαστήριο και αυτό είναι βασική αρχή στο Διεθνές δίκαιο. Η δέσμευση που έχει μια κυβέρνηση απέναντι στον λαό της υπερτερεί έναντι οποιασδήποτε άλλης δέσμευσης, δανειστών ή οποιουδήποτε άλλου κράτους.
Τόσο απλά είναι τα θέματα αυτά για όλον τον κόσμο, εκτός βεβαίως της σύγχρονης και «ευρωπαϊκής» Ελλάδας με το ημιμαθές, ιδεοληπτικό, εθελόδουλο και διεφθαρμένο -ψυχή τε και σώματι- πολιτικό προσωπικό! Δεν είναι όμως μόνο η διαφθορά και η ιδεοληψία σε συνδυασμό με τη μορφωτική ανεπάρκεια των εναλλασσόμενων κυβερνητικών ιθυνόντων. Είναι πρώτα και κύρια η διαφθορά που διαχέεται οριζόντια και κάθετα στα ανώτερα στρώματα που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και στηρίζουν αυτό το πολιτικό σύστημα -σε επίπεδο επιχειρηματικότητας, πολιτισμού, ενημέρωσης, αλλά και επιστημονικής γνώσης- και τα οποία στηρίζουν την επικυριαρχία τους στο σύνολο της κοινωνίας στα εξ εσπερίας δεκανίκια μέσω των κοινοτικών επιδοτήσεων και της διαπλοκής.
Δωδέκατον: Το χρέος δεν είναι εξυπηρετήσιμο και προκειμένου να θεωρείται «βιώσιμο» θα στραγγαλίζεται στο διηνεκές η ελληνική οικονομία και ο λαός. Το τελευταίο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (2014), αποδέχεται, ότι η αναδιάρθρωση και η διαγραφή του χρέους είναι κυριαρχικό δικαίωμα του κράτους και δεν μπορεί να εμποδίζεται από κανέναν ιδιώτη δανειστή, ή άλλο κράτος. Αποδέχεται, επίσης, ότι η «βιωσιμότητα» του χρέους εξαρτάται από το αν μπορεί να εξυπηρετηθεί, χωρίς να θίγεται ο πυρήνας των ανθρώπινων, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων ενός λαού.
Το ψήφισμα, έστω έμμεσα, θεωρεί κυριαρχικό δικαίωμα κάθε κράτους τις μονομερείς ενέργειες, για την αναδιάρθρωση του χρέους του.
Δέκατο τρίτον: Οι παραδοχές -αν όχι εν ψυχρώ ομολογίες- σε ανώτατο επίπεδο στελεχών της Ε.Ε. και του ίδιου του Γιουνκέρ, αλλά και άλλων ευρωπαίων παραγόντων, ότι γνώριζαν από παλιά τη δυναμική του χρέους της Ελλάδας, αλλά δεν έκαναν κάτι, επειδή θα έπαυαν να κερδίζουν από το ελληνικό χρέος οι Γερμανοί και οι Γάλλοι. Καθώς επίσης, ότι οι μεθοδεύσεις των μνημονίων υπήρξαν για να σωθεί το ευρώ και οι τράπεζες σε βάρος των φορολογουμένων (βάστα γερά Γερούν!!!). Αλλά ήλθε και η περσυνή έκθεση του ίδιου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που εντελώς κυνικά παραδέχεται, ότι τα μνημόνια επιβλήθηκαν για να διασωθεί το ευρώ κι όχι η Ελλάδα.
Οι παραδοχές αυτές αποτελούν αδιάψευστες μαρτυρίες από επισημότατα χείλη και οργανισμούς για το παράνομο και καταχρηστικό χαρακτήρα του χρέους. Εναπόκειται στη δική μας πλευρά το εάν και το πως θα τις χρησιμοποιήσουμε στην κατεύθυνση της αποκάθαρσης του τεράστιου αυτού και πρωτοφανούς σκανδάλου, που οδηγεί λαό και χώρα στην απόλυτη καταστροφή.
Επιπρόσθετα, τα διεθνώς ισχύοντα εκτός από τα προαναφερόμενα ορίζουν, ότι η δέσμευση που έχει μια κυβέρνηση απέναντι στον λαό της υπερτερεί έναντι οποιασδήποτε άλλης δέσμευσης, δανειστών ή οποιουδήποτε άλλου κράτους. Με βάση αυτά τα ισχύοντα, για τα δημόσια χρέη ισχύει η εξής βασική αρχή: «Όταν ένα κράτος αποκηρύσσει, ή φιλοδοξεί να ακυρώσει το δημόσιο χρέος του, δεν μπορεί να υπάρξει ζήτημα διεθνούς ευθύνης, εκτός εάν το μέτρο αυτό δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από λόγους δημοσίου συμφέροντος ή αν κάνει διακρίσεις μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών εις βάρος των τελευταίων».[3]
Η βασική αυτή αρχή ισχύει στο διεθνές δίκαιο, πάγια έως τις μέρες μας. Τίποτε δεν την έχει αναιρέσει. Κι επειδή το ξέρουν πολύ καλά οι δανειστές, γι’ αυτό και αποφεύγουν με κάθε νόμιμο και παράνομο τρόπο να αντιμετωπίζεται το δημόσιο χρέος ενός κράτους με τους όρους του διεθνούς δικαίου. Ωστόσο, ποιος μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά και με όλα τα προηγηθέντα πλέον γνωστά, ότι δεν υφίσταται κραυγαλέα περίπτωση απολύτως αιτιολογημένου δημοσίου συμφέροντος στην περίπτωσή μας; Ή μήπως τίθεται θέμα από κάπου θέμα διακρίσεων μεταξύ ημεδαπών και αλλοδαπών πιστωτών;
Τέλος, το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2014, αποδέχεται, ότι η αναδιάρθρωση και η διαγραφή του χρέους είναι κυριαρχικό δικαίωμα του κράτους και δεν μπορεί να εμποδίζεται από κανέναν ιδιώτη δανειστή, ή άλλο κράτος. Αποδέχεται, επίσης, ότι η «βιωσιμότητα» του χρέους εξαρτάται από το αν μπορεί να εξυπηρετηθεί, χωρίς να θίγεται ο πυρήνας των ανθρώπινων, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων ενός λαού. Δηλαδή όλα αυτά που κατάφωρα καταπατούνται εδώ και οκτώ χρόνια από το χρεοκρατικό καθεστώς και τις δυνάμεις τις ξένης κατοχής.
Συνεπώς και μετά από όλα όσο εκτέθηκαν, στο δικό μας χέρι είναι να αποφασίσουμε γνωρίζοντας όλη την αλήθεια και να προχωρήσουμε στη σε βάθος κάθαρση.
Το δίλημμα είναι καθαρό.
Φυσικά το να επικαλεσθεί κανείς τους παραπάνω λόγους και αυτό να γίνει αποδεκτό από τους δανειστές και κύριους υπεύθυνους αυτού του χρεοκρατικού καθεστώτος, ξεπερνάει κάθε φαντασία. Ειδικά στο βαθμό που η ετεροβαρής σχέση δανειστή κι οφειλέτη επιβαρύνεται με τον τρόπο που έχει δεθεί η χώρα στην ευρωζώνη, αλλά και συνολικά στο καθεστώς επικυριαρχίας της Ε.Ε., όπου ο εκβιασμός για άμεση παύση της χρηματοδότησης θα λειτουργήσει καταλυτικά για όποιον επιζητήσει την οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με βάση τις αρχές του διεθνούς δικαίου. Αν δεν σπάσει η ετεροβαρής αυτή σχέση κι αν δεν εξαλειφθεί το εργαλείο του εκβιασμού που είναι η χρηματοδότηση μέσω της ΕΚΤ, δηλαδή το ευρώ, καμία πιθανότητα δεν υπάρχει να βρούμε το δίκιο μας.
Έτσι, για κάθε σώφρονα και έντιμο Έλληνα πολίτη το δίλημμα είναι καθαρό: Είτε συμβιβάζεται κάποιος με την υπάρχουσα κατάσταση και απλά διεκδικεί τρόπους να τη διαχειριστεί καλύτερα, περιμένοντας τα χειρότερα να έλθουν, είτε την ανατρέπει. Μέσος δρόμος δεν υπάρχει. Όσο περιμένουμε τον από μηχανής Θεό να μας γλυτώσει με κάποιο θαύμα, τόσο τα πράγματα θα χειροτερεύουν και η αντιστροφή θα γίνεται ολοένα και δυσκολότερη.
Τι πρέπει να γίνει;
Πρώτο: Να σταματήσουμε να εξαρτιόμαστε από τις δόσεις των δανείων της ευρωζώνης που δίνονται με ρήτρα την καταστροφή και το ξεπούλημα της χώρας. Η άρνηση πληρωμής θα πρέπει να συνοδευτεί με αποκήρυξη του χρέους ως παράνομου και καταχρηστικού με βάση τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, όπως ακριβώς περιγράφηκε προηγουμένως και αποτελεί αναφαίρετο και μη παραιτήσιμο υπέρ του ελληνικού λαού Δικαίωμα!. Αλλά επίσης, η αποκάλυψη και η τιμωρία όλων αυτών που δημιούργησαν το χρέος και το διατήρησαν, προκειμένου να υπηρετήσουν τους άνομους σκοπούς και τις ιδεοληψίες τους αδήριτη ανάγκη.
Αν δεν ξεμπερδέψουμε ολοκληρωτικά από το χρέος δεν μπορούμε να μιλάμε για οτιδήποτε άλλο. Δεν μπορούμε να μιλάμε για άλλη πολιτική, εκτός αν θέλουμε να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας.
Ή διαπραγματευόμαστε για να περικόψουμε κάποιο μέρος, να το επιμηκύνουμε και ό,τι άλλο ακούγεται για αποπροσανατολισμό, διότι αυτό σημαίνει -στην πράξη-, ότι αναγνωρίζουμε τις δεσμεύσεις που έχουν επιβληθεί στην χώρα προκειμένου να πάρει τα δάνεια αυτά και συνεχίζουμε την καταστροφική πορεία. Ή, μονομερώς καταγγέλλουμε ως απεχθείς και ληστρικές τις συμβάσεις και τις δεσμεύσεις που έχουν επιβληθεί στην χώρα και επομένως διαγράφουμε μονομερώς το προϊόν αυτών των συμβάσεων. Μέσος δρόμος δεν υπάρχει.
Η μη αναγνώριση και η καταγγελία του χρέους ως παράνομου και καταχρηστικού, η άμεση παύση περαιτέρω αποπληρωμής του και η διεκδίκηση αποζημιώσεων για τα δεινά που υπέστη τα τελευταία χρόνια ο ελληνικός λαός, η έξοδος από το ευρωσύστημα, η υπαγωγή των εγχώριων τραπεζών υπό δημόσιο έλεγχο και η εκκαθάριση τους σε καθεστώς λειτουργίας, με ταυτόχρονη προστασία των αποταμιεύσεων των πολιτών, αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική διέξοδο και την αναγκαία κάθαρση του πρωτοφανούς αυτού σκανδάλου της χρεοκοπίας της χώρας μας.
*Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι Αρχιτέκτονας-Μηχανικός και συγγραφέας
[1] Ο εξέχων νομικός Ιωάννης Γιούπης κερδίζει τη δίκη απέναντι στους Βέλγους δανειστές που είχαν προσφύγει στο διαρκές δικαστήριο της Κοινωνίας των Εθνών για χρέος της Ελλάδας προς αυτούς, που η χώρα αρνείτο να αποπληρώσει. Ο Γιούπης έκανε την ακόλουθη δήλωση προς το δικαστήριο: «Ενίοτε, μπορεί να υπάρξει μια έκτακτη κατάσταση, η οποία κάνει αδύνατο για τις Κυβερνήσεις να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τους δανειστές και προς τον Λαό τους. Οι πόροι της χώρας είναι ανεπαρκείς για να εκπληρώσουν και τις δύο υποχρεώσεις ταυτόχρονα. Είναι αδύνατον να πληρώσει μια Κυβέρνηση το χρέος και την ίδια στιγμή να παρασχεθεί στον λαό η κατάλληλη διοίκηση και οι εγγυημένες συνθήκες για την ηθική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στα δύο. Και φυσικά, το καθήκον του Κράτους να εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των βασικών δημοσίων υπηρεσιών, υπερτερεί έναντι της πληρωμής των χρεών της. Από κανένα κράτος δεν απαιτείται να εκπληρώσει, μερικά ή ολικά, τις χρηματικές του υποχρεώσεις, αν αυτό θέτει σε κίνδυνο την λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών του κι’ έχει σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση της διοίκησης της χώρας .Στην περίπτωση που η αποπληρωμή των χρεών θέτει σε κίνδυνο την οικονομική ζωή και τη διοίκηση, η Κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να διακόψει ή και να μειώσει την εξυπηρέτηση του χρέους»!
Το δικαστήριο με την ιστορική απόφαση του της 15ης Ιουνίου 1939 έκανε δεκτό το σκεπτικό του Γιούπη και έκρινε τον εαυτό του σε αδυναμία να εκτιμήσει κατά πόσο η Ελλάδα θα μπορούσε να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις προς τους δανειστές χωρίς να βλάψει την ελληνική κοινωνία και οικονομία -(http://www.worldcourts.com/pcij/eng/decisions/1939.06.15_societe_commerciale.htm) και αποτελεί έκτοτε μέρος της διεθνούς νομολογίας για τα δημόσια χρέη.
[2] Η έννοια του «επονείδιστου χρέους» χρησιμοποιήθηκε στην επαναδιαπραγμάτευση του χρέους του Ισημερινού και αποτελεί το βασικό παράδειγμα εφαρμογής της θεωρίας αυτής στην πράξη. Ο Πρόεδρος Κορέα συγκρότησε το 2007 μια Διεθνή Επιτροπή Εξέτασης του Δημόσιου Χρέους, «με σκοπό την διερεύνηση της νομιμότητας, νομιμοποίησης, διαφάνειας, ποιότητας και αποτελεσματικότητας του», η οποία στην από 20/11/2008 Έκθεση της διαπίστωσε μια σειρά παρανομιών και παραβάσεων. Βάσει των πορισμάτων της Έκθεσης, ο Κορέα σταμάτησε την πληρωμή των κρατικών ομολόγων του έτους 2012 τον Δεκέμβριο του 2008 και των κρατικών ομολόγων του 2030 τον Φεβρουάριο του 2009. Ήταν η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία όπου ένα κράτος διέγραψε μονομερώς δημόσιο χρέος χωρίς να επικαλεστεί κατάσταση ανάγκης που να επιβάλει την επαναδιαπραγμάτευση του. Ήδη, σήμερα κατόπιν συμφωνίας με τους δανειστές του, ο Ισημερινός έχει εξαγοράσει ένα μεγάλο τμήμα του χρέους στο 30% μόλις της αρχικής του τιμής.
[3] International responsibility. Second report by F. V. Garcia Amador, Special Rapporteur DOCUMENT A/CN.4/106, p. 119
*Πηγή: hereticalideas.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας