Edouard Husson. /Réseau International/ 7-4-21
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Το «γαλλογερμανικό ζευγάρι» δεν υπάρχει εδώ και πολύ καιρό. Οι Γερμανοί το γνωρίζουν αυτό και έχουν την πολιτική νοημοσύνη να μην το λένε. Επειδή οι Γάλλοι ηγέτες εξακολουθούν να πιστεύουν σε αυτό ακλόνητα. Και με αυτόν τον τρόπο, στερούνται μιας πολιτικής που συνάδει περισσότερο με τα γαλλικά συμφέροντα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Την Πέμπτη 1 Απριλίου, κατά τη διάρκεια ακρόασης ενώπιον της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γερουσίας, Ο Κλεμάν Μπών εξήγησε για την εξέλιξη του Ευρωπαϊκού Συμφώνου Σταθερότητας: «Θα πρέπει πρώτα να διεξαγάγουμε μια γαλλογερμανική συζήτηση, πιθανώς στα τέλη του 2021, στις αρχές του 2022 με τη νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση» που θα προκύψει από τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Ας αφήσουμε κατά μέρος την αδεξιότητα να καταστήσουμε αυτό το θέμα αντικείμενο συζήτησης στη εφετινή γερμανική προεκλογική εκστρατεία, ενώ ένα σημαντικό μέρος της γερμανικής γνώμης παραμένει εχθρικό προς τη χαλάρωση των κανόνων δημοσιονομικής ισορροπίας που απορρέουν από τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Ο ίδιος ο Γάλλος υπουργός οικονομικών Μπρούνο Λεμαίρ παραπονέθηκε πρόσφατα για την αντίθεση που εξέφρασαν συντηρητικές προσωπικότητες και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης στην έγκριση του σχεδίου ανάκαμψης. Ας αφήσουμε επίσης κατά μέρος το θεμελιώδες ερώτημα: είναι καλό για τη Γαλλία το ότι η Γαλλία συνεχίζει να αφήνει τα δημόσια οικονομικά της να ολισθαίνουν, ενώ καθιερώνεται από την ΕΕ μια διάκριση μεταξύ λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών;
Το πρόβλημα που τίθεται με τη δήλωση του κ. Beaune είναι ο αναχρονιστικός χαρακτήρας της γαλλικής πολιτικής. Οι Γάλλοι ηγέτες προσκολλώνται στην προτεραιότητα του γαλλογερμανικού ζευγαριού εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, όταν δεν έχουν κερδίσει τίποτα από αυτό τα τελευταία χρόνια, όπως κατέδειξα σε πρόσφατο βιβλίο…
Ο μύθος του γαλλογερμανικού ζευγαριού
Υπάρχει ένας επίσημος απολογισμός στη Γαλλία που οδηγεί από τη συμφιλίωση στη γαλλογερμανική φιλία και από αυτή τη φιλία στη συνεχή εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ωστόσο, αυτή η πολιτική «φιλία» στην οποία οι Γάλλοι σχολιαστές δίνουν το όνομα «ζευγάρι» – μια φράση που δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στη Γερμανία1 – έχει βιώσει σοβαρές διακοπές και2 έχει αποτελέσει αντικείμενο συνεχών υπολογισμών εξουσίας μεταξύ των δύο εταίρων.
*
6 στρατηγικές συμβουλές προς τους Γάλλους ηγέτες απέναντι στην Γερμανία
Η Γερμανία αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα. Ειδικότερα, στις δημοσκοπήσεις, παρατηρείται επίσπευση της πτώσης του CDU,του κόμματος της κ. Mέρκελ. Αναμένεται να δυσκολευτεί πολύ στις επόμενες γενικές εκλογές για να υπερβεί το 25% (από 41% το 2013) και είναι πιθανό να είναι μόνο λίγες μονάδες μπροστά από τους Πράσινους και λιγότερο από δέκα μπροστά από το SPD. Ο επόμενος καγκελάριος, πιθανώς επικεφαλής ενός συνασπισμού τριών κομμάτων, θα είναι επομένωςπολύ πιο αδύναμος από τους προκατόχους του. Από την άλλη, η Γερμανία έχει χάσει σταδιακά τις αποφάσεις διαιτησίας εντός της ΕΕ κατά την τελευταία δεκαετία όσον αφορά τις δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές χαλάρωσης: Πραγματοποιήθηκαν σε πείσμα της αντίθεσής της.. Τέλος, η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ αποτελεί πλήγμα για τη Γερμανία, καθώς η Γερμανία θα μπορούσε τις περισσότερες φορές να υπολογίζει στη βρετανική στήριξη στις ψηφοφορίες, στην υπηρεσία της εμβάθυνσης της “μεγάλης αγοράς”.
Όλες αυτές οι ανατροπές δεδομένων στην ευρωπαϊκή κατάσταση θα έπρεπε να οδηγήσουν τους Γάλλους ηγέτες να αλλάξουν ριζικά τη στρατηγική τους απέναντι στην Γερμανία.
- Η διαβούλευση με το Παρίσι του Βερολίνο,του οποίου η θέση έχει αποδυναμωθεί στην ΕΕ κατά τη δεκαετία του 2010, θα πρέπει να ολοκληρώσει μια ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση και όχι να αποτελέσει προϋπόθεση γι’ αυτήν, όπως εξακολουθεί να πιστεύει ο κ.Μπών.
- Οι αποφάσεις στη Γερμανία θα λαμβάνονται όλο και λιγότερο στο Βερολίνο και όλο και περισσότερο στις περιφερειακές οικονομικές πρωτεύουσες – Ντίσελντορφ, Φρανκφούρτη, Στουτγάρδη, Μόναχο, Δρέσδη. Εκεί πρέπει να αναπτύξουμε τα δίκτυά μας, να σφυρηλατήσουμε προσωπικούς δεσμούς τώρα. Η γαλλογερμανική πολιτική δεν διεξάγεται πλέον μόνο μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων αλλά και μεταξύ των περιφερειών, μεταξύ των πόλεων.
- Οι Γερμανοί που εργάζονται στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έχουν επίσης καταστεί πολύ σημαντικοί ως στόχος για την εκπροσώπηση ομάδων συμφερόντων. Είτε εργάζονται στην Επιτροπή, υπό την εποπτεία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είτε στο Κοινοβούλιο, η γνώμη τους έχει μεγάλη βαρύτητα. Αντιθέτως, εάν τους ξεχάσουμε, μπορούν να εγείρουν φραγμό σε μια γαλλική πολιτική.
- Πρέπει να φτάσουμε στο Βερολίνο και στα ευρωπαϊκά συμβούλια έχοντας ήδη σχηματίσει πλειοψηφίες, οι
οποίες, εάν χρειαστεί, επιβάλλονται στη Γερμανία. Αυτό σημαίνει ότι, από την άποψη της Γαλλίας, δεν υπάρχουν πλέον “μικρές χώρες”. Όλες οι ψήφοι μετράνε.
- Η παρουσία στην κεφαλή της ιταλικής κυβέρνησης του πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Mάριo Ντράγκι, του ανθρώπου που ανάγκασε τους Γερμανούς σε μια πιο ευέλικτη νομισματική πολιτική το 2012-13, αποτελεί πλεονέκτημα για τη Γαλλία. Αυτή θα πρέπει να είναι μια ευκαιρία να δημιουργηθεί μια πραγματική κοινότητα συμφερόντων της Γαλλίας με την Ιταλία και την Ισπανία, για να βαρύνουμε περισσότερο στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
- Τέλος, όποιοι και αν είναι οι εταίροι μας στις διαπραγματεύσεις, η Γαλλία για να είναι αξιόπιστη, πρέπει να βάλει σε τάξη τα δημόσια οικονομικά της. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, φυσικά, έναντι της Γερμανίας, η οποία δεν μας παίρνει σοβαρά υπόψη εδώ και χρόνια, λόγω των ελλειμμάτων μας (που πραγματοποιήθηκαν από τα χαμηλά επιτόκια που εγγυάται για τη ζώνη του ευρώ).
Σπάνια αναφέρεται ότι ο στρατηγός de Gaulle έθεσε σε μεγάλο βαθμό σε ύπνο τη γαλλογερμανική συνεργασία, αρχής γενομένης από το 1963, διότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν επιθυμούσε, σε αντίθεση με τη Γαλλία, οποιαδήποτε αποστασιοποίηση από το ΝΑΤΟ. Ούτε θέλουμε να θυμηθούμε πόσο πικρές ήταν οι συζητήσεις μεταξύ του François Mitterrand και του Helmut Kohl το 1989-90 κατά τη στιγμή της επανένωσης. Ή πόσο η κ. Μέρκελ μισούσε τον Νικολά Σαρκοζί,πίσω από τα φαινόμενα, και δεν μπορούσε να αντέξει την πίεση που της ασκούσε ο Γάλλος πρόεδρος, με την υποστήριξη του Μπαράκ Ομπάμα, για να έχει μια ενεργή οικονομική πολιτική για την καταπολέμηση της κρίσης. Η ίδια καγκελάριος έσερνε τα πόδια της για να συνταχτεί στο όραμα Μακρόν για «ευρωπαϊκή κυριαρχία» και προϋπολογισμό, παρά τη συνεχή έκκληση του Εμμανουήλ Μακρόν.
- Η Γαλλία και η Γερμανία επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους μέσω της ευρωπαϊκής εταιρικής σχέσης: Το Παρίσι επιδιώκει μια ν« Ερώπη της εξουσίας»· Το Βερολίνο φροντίζει οι γείτονές του να ακολουθούν τους κανόνες οργάνωσης της οικονομικής ζωής, κανόνες που εφαρμόζονται στην Γερμανία βασικά τον “πειθαρχικό φιλελευθερισμό” – προκειμένου να περιοριστεί ο ανταγωνισμός για την οικονομία της στην ευρωπαϊκή ήπειρο και να είναι σε θέση να αναπτύξει μια στρατηγική εξαγωγών σε παγκόσμια κλίμακα.