Τα δύο βασικά κόμματα της της Ευρώπης το SPD του Μαρτιν Σουλτς και το CDU της Α. Μερκελ κατέληξαν τελικά σε μια προκαταρκτική συμφωνία για έναν μεγάλο συνασπισμό.
Τα εμπλεκόμενα μέρη Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες 25 χρόνια μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ συμφώνησαν στα κρίσιμα θέματα για το μέλλον της ΕΕ. Στην ατζέντα υπάρχει πλέον ένα Γερμανικό -εθνικό θα λέγαμε- σχέδιο για την ΕΕ.
Η συμφωνία πηγαίνει πολύ πέρα από μια γενική προθυμία συνεργασίας με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν για τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης. Περιλαμβάνει ετοιμότητα επέκτασης του προϋπολογισμού της ΕΕ, με μεγαλύτερη γερμανική καθαρή συνεισφορά και ανάλογα μεγαλύτερη εξουσία που αυτή συνεπάγεται.
Μάλιστα όλα δειχνουν ότι προχωράμε σε έναν προϋπολογισμό της ευρωζώνης που θα αφαιρέσει ακομη περισσότερες εξουσίες από τις εκλεγμένες κυβερνήσεις των λαών. Το κοινό πορτοφόλι θα επιβάλει παντού μεταρρυθμίσεις, νεοφιλελευρισμό ιδιωτικοποιήσεις και αλλαγές αλλά και θα εγγυάται την μακροοικονομική σταθερότητα μεταξύ φτωχών και πλουσίων λαών της Ηπείρου.
Όχι τυχαία στο σχέδιο ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας ESM, ο κατεξοχήν μηχανισμός επιβολής «διασώσεων» και μέτρων, θα ενταχθεί στον διευρυμένο προϋπολογισμό της ΕΕ υπό την ηγεσία του διορισμένου ΥΠΟΙΚ.
Έλληνες και ξένοι φιλοευρωπαίοι αναλυτές θεωρούν αυτή την εξέλιξη ως σημαντική απομάκρυνση από τον παρεμβατισμό της κ. Μέρκελ σε ξένες κυβερνήσεις και άρα «μια πιο ενωτική θέση».
Στο γερμανικό σχέδιο δεν φαινεται να γινεται αποδεκτή η ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προκειμένου να καταστεί η διακυβέρνηση πιο δημοκρατική. Ουτε οι προτάσεις του κ. Μακρόν, ο οποίος θέλει ένα ξεχωριστό κοινοβούλιο των χωρών της ευρωζώνης. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε μεταφορά εξουσίας από το Βερολίνο και την Μουντεσταγκ προς την ΕΕ και δεν γινεται εύκολα αποδεκτό από τα γερμανικά κομματα.
Εκεί που η Γερμανία υποστηρίζει τη Γαλλία είναι να ζητά ρητά την ενίσχυση των πολιτικών «μη ανταγωνισμού» και την επιβολή ενός ελάχιστου κοινού φορολογικού συντελεστή σε ολόκληρη την ΕΕ. Οι μεγάλες χώρες δεν θελουν ανταγωνισμό από κράτη με χαμηλό φόρο όπως η Ιρλανδία.
Ένα τμήμα της συμφωνίας που που πρέπει να τονιστεί είναι ότι αυτές οι αλλαγές ειναι μεγάλες και δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι μια κοινή γαλλογερμανική πρόταση για την ευρωζώνη. θα γίνει αποδεκτή από όλα τα μέλη της ΕΕ. Μια αλλαγή θα απαιτούσε επίσημη αλλαγή της Συνθήκης, η οποία πρέπει να συμφωνηθεί από όλα τα κράτη μέλη.
Για αυτό δύσκολα θα υπάρξει κοινή πρόταση αλλά θα ακολουθηθεί άλλος δρόμος.
Για να ξεπεραστεί ο σκόπελος οι «μεγάλοι» Γαλλία και η Γερμανία μπορούν να ξεκινήσουν με ένα συνασπισμό των πρόθυμων σε ένα μιμινουμ που συμφωνούν. Οι υπόλοιπες χώρες αργά ή γρήγορα θα κινηθούν από τον «φόβο» της κατάταξης τους την δεύτερη ταχύτητα της Ευρώπης, μια Ευρώπης των «μικρών» ή από την ανάγκη «συμμέτοχης στο σκληρό πυρήνα».
Η ίδια τεχνική έλαβε χώρα πολλές φόρες όπως και με την εισαγωγή του ευρώ και τη συνθήκη Σεγκεν.
Τελικά η συνθήκη Σεγκεν πρακτικά «ξηλώθηκε» από τους ισχυρούς ενώ οι χώρες που έμειναν εκτός ευρώ δεν χτυπήθηκαν από την κρίση. Κατάφεραν ακόμη και να συντηρήσουν σημαντικότατους βαθμούς οικονομικής ελευθερίας και κυριαρχίας εναντι των χώρων της Ευρωζώνη όπου όλη η εξουσία συγκεντρώθηκε στον κ. Σοιμπλε και την Γερμανία.
Το μέλλον της Ευρώπης δεν θα κριθεί από του Λαούς της. Το αν η συμφωνία οριστικοποιηθεί -και το μέλλον μας- θα κριθεί από το συνέδριο του SPD στις 21 Ιανουαρίου και το αν θα υποστηρίξει τις επίσημες συνομιλίες για τον μεγάλο συνασπισμό και την συνέχεια της θητείας Μερκελ.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι από την συμφωνία της Παρασκευής καθαρογράφεται το Γερμανικού σχέδιο για την ΕΕ που μας εισάγει σε μια νέα εποχή.
Πλην των Γερμανών των Γάλλων που έχουν σχέδιο (και της νέας κυβέρνησης των Ολλανδών που δεν θελουν να υπάρξει περαιτέρω ενίσχυση τα μέλη της ευρωζώνης) οι άλλοι λαοί φοβούνται να αναπτύξουν το εσωτερικό διάλογο ή αυτός ειναι παρωχημένος.
Η εμπειρία στην ευρώπη έχει δείξει ότι με αυτό το σχήμα καταλήγουν χωρίς να έχουν σχέδιο να συζητούν και να εγκλωβίζονται στα σχέδια των μεγάλων και τελικά να συμφωνούν είτε με τον ένα είτε με το άλλον σε μεταρρυθμίσεις που βαίνουν σε βάρος τους.
*Πηγή: papaioannou-j.gr