Στα χρόνια των μνημονίων, εκτός όλων των άλλων, έγινε μια ραγδαία και βίαιη σε καιρό ειρήνης, ανακατανομή εισοδήματος σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας. Εργατικά δικαιώματα κατακρημνίστηκαν, μισθοί και συντάξεις περικόπηκαν. Σήμερα, μετά τη θεωρητική έξοδο από τα μνημόνια, ανομία, μαύρη αγορά, υποαπασχόληση, χαρακτηρίζουν την αγορά εργασίας. Το κοινωνικό κράτος αποψιλώνεται και οι δημόσιες επιχειρήσεις ξεπουλιούνται. Θετικοί, αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξης, καθώς και ένα «νοικοκύρεμα» στα οικονομικά του πολύ περιορισμένου δημοσίου τομέα, έδωσαν άλλοθι στους υποστηρικτές των μνημονίων.
Όμως αρκούσε ένα τυχαίο γεγονός, μια πανδημία, για να καταδείξει την πραγματικότητα. Η Ελλάδα, παραμένει ο αδύνατος κρίκος της Ευρωζώνης, με μεγάλες διαρθρωτικές αδυναμίες. Δεν έγιναν οι απαιτούμενες και πολυδιαφημισμένες τομές και μεταρρυθμίσεις προς όφελος της χώρας αλλά προς όφελος των δανειστών. Οι προβλέψεις μιλούν για διψήφια ύφεση φέτος, τη μεγαλύτερη στην Ευρωζώνη.
Η ανεργία, η υποαπασχόληση, η μαύρη εργασία, προβλέπεται να εκτιναχτούν εκ νέου. Το κράτος επιβάλει ουσιαστικά δραστικές μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα, με πρόσχημα τη διατήρηση των θέσεων εργασίας ενώ είναι θέμα χρόνου η επέκταση τους στο δημόσιο τομέα. Η νέα φτώχεια είναι «προ των πυλών», μεγαλύτερη και πιο μόνιμη από τις εποχές των μνημονίων. Είναι φανερό ότι σε λίγο θα έχουμε τους πολύ πλούσιους «επενδυτές», τους φτωχούς εργαζομένους και τους «νεόπτωχους» ανέργους και υποαπασχολουμένους.
Το νέο «success story» μας λέει ότι η επάνοδος στη κανονικότητα των μνημονιακών χρόνων θα έρθει την επόμενη χρονιά. Επανέρχεται και πάλι στο προσκήνιο η θεωρία του «ελατήριου». Όμως η πραγματικότητα είναι ότι θα ακολουθήσει μια ακόμα πιο βίαιη ανακατανομή του ΑΕΠ στη χώρα υπέρ του κεφαλαίου, μια ραγδαία αύξηση της ανεργίας, της μαύρης εργασίας, της μερικής απασχόλησης, με μείωση μισθών, συντάξεων και δικαιωμάτων κάθε είδους.
Ταυτόχρονα, το τουριστικό λόμπι απαιτεί ουσιαστικά την απουσία κανόνων και περιορισμών, το λόμπι των ΑΠΕ επιβάλλει την έλλειψη περιβαλλοντικών κανόνων ενώ, Fraport και εργολάβοι απαιτούν ξεδιάντροπα κρατική ενίσχυση, λόγω απώλειας εσόδων.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή νεοφιλελεύθερης παράκρουσης και δεξιάς ιδεολογικής παντοδυναμίας, με κυρίαρχο σύνθημα την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ασυδοσίας του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα βιώνουμε όλα τα χαρακτηριστικά της δεξιάς ιδεολογίας: αυταρχισμός, έλλειψη διαλόγου, απόλυτος έλεγχος των ΜΜΕ, θεοποίηση του αστυνομικού κράτους ως το μακρύ χέρι του κράτους. Πρώτη φορά παρατηρούμε τόσο συχνά διάφορους εκπροσώπους των αστυνομικών, να συμμετέχουν ως προσκεκλημένοι σε «πάνελ» των ΜΜΕ.
Η παράκρουση φαντάζει εντονότερη όταν ακούμε ότι η σημερινή κυβέρνηση προστατεύει τους εργαζομένους και ότι επί κρίσης, με «μαγικό τρόπο» και χωρίς χρήματα τα πανεπιστήμια αναβαθμίστηκαν. Η πανδημία έδειξε επίσημα την υποβάθμιση του δημοσίου συστήματος υγείας τα τελευταία χρόνια, πάρα τις κόρωνες.
Παράλληλα, και οι δυο «παίκτες» του δικομματισμού, συνεχίζουν την πολιτική υποτέλειας απέναντι σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, Γερμανούς και Αμερικάνους. Παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας χωρίς ανταλλάγματα, σχέσεις υποτέλειας και τυφλής υποταγής στους ισχυρούς. Καμιά προσπάθεια για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Συνεργασία με το Ισραήλ, που μόνο δεινά θα φέρει στη χώρα, αδυναμία χάραξης εθνικής πολιτικής απέναντι στη Τουρκία και τις απαιτήσεις της, λόγω της εξάρτησης μας από τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα των Αμερικάνων και Γερμανών. Αδυναμίας επίλυσης του μεταναστευτικού, και χάραξη εθνικής γραμμής.
Είναι ξεκάθαρο πια, ότι όλοι μαζί πρέπει να δώσουμε ξανά μια μάχη αξιοπρέπειας για τη ζωή μας, και τη ζωή των παιδιών μας. Πρέπει να αντισταθούμε στο εργατικό μεσαίωνα που έφτασε, να αντιδράσουμε στον περιορισμό των δικαιωμάτων μας.
Να αγωνιστούμε για μισθούς, συντάξεις, εργατικά δικαιώματα, ανθρώπινα δικαιώματα, αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους. Να προστατεύσουμε το περιβάλλον από τους επενδυτές και τους φίλους τους. Να αντισταθούμε στα νέα μνημόνια και τη φτώχεια που έρχονται. Να καταγγείλουμε τα διεφθαρμένα ΜΜΕ και να κλείσουμε τα αυτιά μας στη δεξιά ως φασίζουσα ρητορική τους.
Σε αυτό τον αγώνα πρέπει να ηγηθούν οι δυνάμεις της αριστεράς, αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες, για άλλη μια φορά. Με αξιοπρέπεια, αλληλεγγύη, αλλά πάνω από όλα ενωμένα και δυναμικά, ενάντια στους ντόπιους και ξένους δυνάστες μας. Οι πολιτικές που μας επιβάλλουν είναι αδιέξοδες και βαθιά αντιλαϊκές.
Επιβάλλεται μια ριζική αλλαγή πολιτικής, απέναντι σε αυτή που επιβάλλουν οι δυνάμεις του δικομματισμού, που μόνο η σημερινή αριστερά μπορεί να υλοποιήσει.