Το έλλειμμα εμβολίων για τον κορονοϊό που αντιμετωπίζει η ΕΕ προκαλεί προβλήματα στη συνοχή της και εγείρει το ερώτημα εάν τα κράτη-μέλη της, θα είναι καλύτερα να προχωρήσουν σε διμερείς συμφωνίες με τις φαρμακευτικές εταιρίες για να καλύψουν τα κενά. Η Γερμανία το υιοθετεί αλλά και εξετάζει συμφωνία με τη Ρωσία.
Η αγορά εμβολίων μέσω του ευρωπαϊκού οργανισμού δεν έχει αποδώσει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Κυβερνήσεις κρατών-μελών, όπως Γαλλία και Γερμανία, δέχονται έντονες επικρίσεις για τη βραδύτητα του προγράμματος των εμβολιασμών τους. Η είδηση ότι Γερμανία και Ρωσία ενδέχεται να συνεργαστούν για την παραγωγή εμβολίων αποτελεί πλήγμα για την πολιτική της ΕΕ, καθώς το ρωσικό εμβόλιο Sputnik V είχε αρχικά γίνει δεκτό με επιφύλαξη από τη διεθνή κοινότητα για την αποτελεσματικότητά του.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν μετά το τέλος της τηλεφωνικής συνομιλίας με την Άνγκελα Μέρκελ, σύμφωνα με ανακοίνωση του Κρεμλίνου, αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο «από κοινού παραγωγής εμβολίων» σε μια στιγμή που η Μόσχα επιδιώκει την ενίσχυση των παραγωγικών της δυνατοτήτων στον συγκεκριμένο τομέα. Το πρόγραμμα εμβολιασμών της γερμανικής κυβέρνησης έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις πολιτικών και επιστημόνων.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) καλεί την Άνγκελα Μάρκελ να εμπλακεί προσωπικά στο θέμα και να δώσει λύση. Η Γερμανία όπως έχει αναφέρει η Bild, συμφώνησε με Pfizer/BioNTech για επιπλέον 30 εκατ. εμβόλια. Μαζί με τις 55,8 εκατ. δόσεις εμβολίων που θα λάβει αναλογικά από ΕΕ καθώς και τα 50,5 εκατ. της Moderna η Γερμανία εξασφαλίζει συνολικά 136,3 εκατ. δόσεις για 68,15 εκατ. πολίτες.
Υπενθυμίζεται ότι την άνοιξη, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ολλανδία ξεκίνησαν μια κοινή προσπάθεια για να εξασφαλίσουν εμβόλια κορονοϊού και συμφώνησαν κατ’ αρχήν με την Oxford/AstraZeneca για αγορά 400 εκατομμυρίων δόσεων. Η κίνηση τους ερμηνεύτηκε ως άσκηση πίεσης προς τις Βρυξέλλες, ώστε να δραστηριοποιηθούν άμεσα για την αγορά επαρκή αριθμού εμβολίων. Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε αυτό δεν έγινε, με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειμμα εμβολίων.
Καθυστερημένη αντίδραση
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μάρκ Ρούτε δήλωσε ότι έχει αποτύχει η κυβερνητική στρατηγική εμβολιασμών και τόνισε ότι είχε υποθέσει ότι το εμβόλιο Oxford / AstraZeneca, το οποίο δεν απαιτεί αποθήκευση σε εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες, θα ήταν το πρώτο που θα λάμβανε την έγκριση της ΕΕ. Η εκτίμησή του ήταν ότι το πρόγραμμα εμβολιασμού της χώρας του, θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει μέσω οικογενειακών γιατρών.
Ωστόσο, το πρώτο εμβόλιο που εγκρίθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (EMA), ήταν της BioNTech / Pfizer που είναι πιο δύσκολο να χρησιμοποιηθεί σε κέντρα εμβολιασμού μικρής κλίμακας επειδή πρέπει να φυλάσσεται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Το γερμανικό περιοδικό Spiegel σε πρόσφατο δημοσίευμά του εγκαλεί τις Βρυξέλλες, παραθέτοντας στοιχεία και αριθμούς, για τραγικά καθυστερημένη αντίδραση στην παραγγελία λίγων δόσεων από εταιρείες που εγκαίρως είχαν αποδείξει την αποτελεσματικότητα των εμβολίων τους.
Όμως, όταν η Κομισιόν, άρχισε να προμηθεύεται εμβόλια τον Ιούνιο, αναφέρει το Politico, κανείς δεν ήξερε με βεβαιότητα ποιο θα ήταν αποτελεσματικό, πόσο μάλλον, ποιο θα ήταν πρώτο σε διαθεσιμότητα. Οι BioNTech / Pfizer, Moderna, η AstraZeneca οι Johnson & Johnson, ήταν μεταξύ των εταιρειών που είχαν ξεκινήσει δοκιμές μεγάλης κλίμακας. Αλλά καθένα από αυτά τα εμβόλια, είχε να υπερπηδήσει διαφορετικά εμπόδια. Το αποτέλεσμα ήταν, η Κομισιόν να διαφοροποιήσει την πολιτική της για τα εμβόλια, εξασφαλίζοντας περισσότερες από 2 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων από έξι φαρμακευτικές εταιρείες.
Πολιτικές πιέσεις
Η διαχείριση του κορονοϊού από τις Βρυξέλλες όχι μόνο επέφερε πλήγμα στη διαδικασία της λήψη αποφάσεων, που αποδεικνύουν και το ρόλο της γραφειοκρατίας, αλλά και ανοίγει το δρόμο και για άλλες διμερείς συμφωνίες κρατών-μελών με φαρμακευτικές εταιρίες. Οι εμβολιασμοί προκαλούν και πονοκέφαλο στον Εμμανουέλ Μακρόν καθώς ενδέχεται να πλήξουν το προφίλ του, ενόψει των προεδρικών εκλογών του Απριλίου 2021.
Η γαλλική κυβέρνηση χαρακτηρίζεται από μεγάλη βραδύτητα στο πρόγραμμα των εμβολιασμών, σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ανησυχίες ότι η Γαλλία μπορεί να μείνει πίσω στην καταπολέμηση της πανδημίας εν μέσω φόβων για το ξέσπασμα ενός τρίτου κύματος κορονοϊού, με αποτέλεσμα η οικονομική ανάκαμψη της χώρας να καθυστερήσει. Η κυβέρνηση Μακρόν έχει δεχτεί εντονες επικρίσεις από τους περιφερειάρχες που χαρακτηρίζουν σκάνδαλο την καθυστέρηση των εμβολισμών.
Η άστοχη διαχειριση της Κομισιόν στην αγορά εμβολίων αναδεικνύει για μια ακόμα φορά τα πρόβλημα της ΕΕ απέναντι στην αντιμετώπιση σοβαρότατων προβλημάτων, πόσο μάλλον στην πανδημία, που έχει κοστίσει και συνεχίζει να κοστίζει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές ευρωπαίων πολιτών. Το ερώτημα που εγείρεται εκ νέου, είναι αν ο ευρωπαϊκός οργανισμός έχει τη δυνατότητα να διαχειρίζεται συλλογικά και αποτελεσματικά διάφορες κρίσεις.