Η ακροβασία (πολιτική, οικονομική και κυρίως γεωπολιτική) δεν μπορεί να διαιωνίζεται επί μακρόν. Ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας, Ταγίπ Ερντογάν φημίζεται για την επιδεξιότητά του στους τακτικούς ελιγμούς, το σκληρό παζάρι, την αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού, τις αλλεπάλληλες μετατοπίσεις της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ φίλων και εχθρών. Με αυτά τα εφόδια εξασφάλισε την κυριαρχία του επί δύο δεκαετίες στην πολιτική ζωή της Τουρκίας και αυτά επιστρατεύει ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια στη διεθνή σκηνή, προβάλλοντας της φιλοδοξίες της χώρας του πολύ πέραν των συνόρων της.
Όμως το παιχνίδι αυτό δεν μπορούσε παρά να συναντήσει τα όριά του. Ιδίως όταν συναντιέται με τα συμφέροντα κατεστημένων μεγάλων παικτών και μάλιστα σε ένα περιβάλλον νεοψυχροπολεμικό που σταδιακά δυσκολεύει τις επαμφοτερίζουσες τοποθετήσεις. Η νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν στη Ουάσιγκτον το κατέστησε ήδη σαφές ότι σκοπεύει να ανεβάσει το θερμόμετρο της έντασης, τουλάχιστον πολιτικά, απέναντι στη Ρωσία και την Κίνα και δια του τρόπου αυτού να οριοθετήσει αυστηρότερα τα “στρατόπεδα”, στερώντας από ιδιοτελείς συμμάχους, όπως η Τουρκία και η Γερμανία, τους βαθμούς ελευθερίας που είχαν εξασφαλίσει το προηγούμενο διάστημα με τα ευρασιατικά τους ανοίγματα.
Κατηγορηματικός ο Μπλίνκεν
Ειδικά προς την Άγκυρα, το μαστίγιο (αλλά και το καρότο) επισείεται με εμφανέστερο τρόπο. Ο Τζο Μπάιντεν έχει επιδεικτικά εξαιρέσει τον Ταγίπ Ερντογάν από τους διεθνείς ηγέτες με τους οποίους έχει ως τώρα επικοινωνήσει ως πρόεδρος (στους οποίους μόλις προστέθηκε με την αφορμή της 25ης Μαρτίου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης), ενώ η πρώτη επαφή των δύο πλευρών σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, δεν έλυσε τις απορίες. Στο περιθώριο της υπουργικής Συνόδου του ΝΑΤΟ ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Άντονι Μπλίνκεν είχε την Τετάρτη την πρώτη του συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου στις Βρυξέλλες, όπου επανέλαβε την προειδοποίηση ότι η Άγκυρα δεν μπορεί να συνεχίσει την χρήση ρωσικών αντιβαλλιστικών-
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε την θέση ότι η παραλαβή των S-400 είναι “κλεισμένη υπόθεση”, αλλά πρότεινε την συγκρότηση κοινής επιτροπής με τις ΗΠΑ, η οποία θα ξεκαθαρίσει τις “τεχνικές” απορίες, ενώ υπογείως συζητούνται πιθανές “συμβιβαστικές” λύσεις.
Ολόιδιο ήταν και το μήνυμα που μετέφερε ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν προς τον εκπρόσωπο και εξα απορρήτων σύμβουλο του Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραχίμ Καλίν κατά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν αυτή την εβδομάδα: Υπάρχει στη Ουάσιγκτον ισχυρή διακομματική συναίνεση ότι η συνεχιζόμενη κατοχή των S-400 από την Τουρκία αντιβαίνει στις δεσμεύσεις της ως μέλους του ΝΑΤΟ.
Όμως η προειδοποίηση Μπλίνκεν ότι ο Λευκός Οίκος δεν ελέγχει το Κογκρέσο, δεν αφορά μόνο το ζήτημα τυχόν νέων κυρώσεων, αλλά και την κινητικότητα που έχει προκύψει, με πρωτοβουλία του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, για επίσημη αμερικανική αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας.
Στο άλλο άκρο της γκάμας των πιθανοτήτων, η αμερικανική πρόταση να φιλοξενηθεί από την Τουρκία η διάσκεψη για το Αφγανιστάν, δείχνει με ποια ανταλλάγματα ως προς τις κεντρασιατικές, παντουρκικές φιλοδοξίες της Άγκυρας θα μπορούσε να επιβραβευθεί μια επιστροφή του καθεστώτος Ερντογάν στην ατλαντική “νομιμοφροσύνη”.
Στα ίδια, δυνάμει θετικά μηνύματα θα πρέπει να ενταχθεί και το ότι ο Τζο Μπάιντεν συμπεριέλαβε τον Ταγίπ Ερντογάν στους περίπου 40 διεθνείς ηγέτες τους οποίους προσκάλεσε σε διαδικτυακή Διάσκεψη Κορυφής για το Κλίμα στις 23-24 Απριλίου.
Σολομώντεια διατύπωση
Άλλα και οι “27” της Ε.Ε., φρόντισαν στην (διαδικτυακή) Σύνοδο Κορυφής που πραγματοποίησαν την Πέμπτη και Παρασκευή, με καλεσμένο μάλιστα τον Τζο Μπάιντεν, να στείλουν διπλό μήνυμα προς την γείτονα. Από τη μια διακήρυξαν, για πρώτη φορά με τόσο ισχυρό τρόπο, την ετοιμότητά τους να υπερασπιστούν με όλα τα μέσα τα συμφέροντα των κρατών-μελών και την περιφερειακή σταθερότητα, ενώ από την άλλη προσφέρθηκαν να συνεργαστούν με την Τουρκία με έναν “σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο τρόπο”, αναλόγως της διατήρησης της τρέχουσας “νηνεμίας” στην ανατολική Μεσόγειο, για την ενίσχυση της συνεργασίας σε διάφορους τομείς, με εξέχουσα την επικαιροποίηση της ευρωτουρκικής Τελωνειακής Ένωσης.
Η Άγκυρα δεν είχε κανένα πρόβλημα να χαιρετίσει τις αποφάσεις της Συνόδου, εφόσον, ακριβώς προς δική τους κατανάλωση ,έχει υιοθετήσει το τελευταίο διάστημα την τακτική της προβολής “εποικοδομητικότητας”, με την αναστολή των παράνομων υποθαλάσσιων ερευνών, την επανέναρξη των ελληνοτουρκικών διερευνητικών επαφών και την προετοιμασία συμμετοχής σε νέα πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό.
Βέβαια η τοποθέτηση των “27” είναι ταιριαστή με την ευρωπαϊκή τακτική του “κλωτσίματος της κονσέρβας” σε όλα τα ακανθώδη προβλήματα και προέκυψε ως σολομώντεια λύση ανάμεσα σε μία Γερμανία αφοσιωμένη στην “θετική ατζέντα” έναντι της Τουρκίας και μία Γαλλία, η οποία δια του Εμανουέλ Μακρόν σήμανε ότι η επιχειρούμενη επανασυμφιλίωση με τον Ερντογάν είναι πρόωρη και έφθασε μάλιστα μέχρι του σημείου να καταγγείλει ότι ο Τούρκος ηγέτης επιδιώκει να χειραγωγήσει την γαλλική κοινή γνώμη, παρεμβαίνοντας έτσι στις προεδρικές εκλογές της άνοιξης του 2022.
Ρωσική καχυποψία
Τόσο η γερμανική όσο και η γαλλική στάση τροδοφοτούνται από τις νέες απειλές που, όχι πολύ συγκεκαλυμμένα, απευθύνει ο Τούρκος πρόεδρος για νέα προσφυγικά κύματα προς την Ευρώπη, αν η τελευταία δεν συνδράμει οικονομικά, και μάλιστα σε μία συγκυρία όπου τα όπλα ηχούν και πάλι στην βόρεια Συρία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλαπλασιάζονται τόσο οι αψιμαχίες του τουρκικού στρατού με τους Κούρδους μαχητές του YPG, οι οποίοι τελευταία ενισχύθηκαν με αλλεπάλληλες αποστολές αμερικανικού υλικού, όσο όμως και με τις δυνάμεις της Δαμασκού και των Ρώσων συμμάχων της στην περιοχή της Ίντλιμπ. Μάλιστα η τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν την Πέμπτη οι υπουργοί Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ και της Ρωσίας Σεργκέι Σοϊγκού, με την προσδοκία ανοίγματος νέου περάσματος ανάμεσα στην ανταρτοκρατούμενη Ίντλιμπ και το Χαλέπι, για ανθρωπιστικούς λόγους, απέβησαν άκαρπη.
Συνολικά, η ρωσοτουρκική σχέση δοκιμάζεται από πολλές αμφισημίες, με την συνεργασία να συνεχίζεται σε άλλα μέτωπα και την καχυποψία να διογκώνεται σε άλλα, ιδίως μετά την ανάφλεξη του Ναγκόρνο Καραμπάχ και τα αλλεπάλληλα ανοίγματα της Άγκυρας προς ένα Κίεβο έτοιμο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, να δοκιμάσει πολεμικά την τύχη του και πάλι στη ανατολική Ουκρανία.
Σαουδαραβικό μποϊκοτάζ
Προς Νότον, οι σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία πολύ απέχουν από το να έχουν αποκατασταθεί, παρά τον ευνοϊκότερο κλίμα που επικρατεί ανάμεσα στο σύμμαχο της Άγκυρας Εμιράτο του Κατάρ και τους γείτονές του.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε το πρακτορείο Reuters την Πέμπτη, το άτυπο μποϊκοτάζ των τουρκικών προϊόντων στην Σαουδική Αραβία είχε ως αποτέλεσμα ο όγκος των εισαγωγών να περιορισθεί από τα 50,6 εκατ. ριάλ (ήτοι περίπου 13,49 εκατ. Δολάρια) τον Δεκέμβριο σε μόλις 14,1 εκατ. ριάλ (3,76 εκατ. δολάρια), στο χαμηλότερο επίπεδο από0 το 2916, με αποτέλεσμα η Τουρκία να καταλαμβάνει την 76 θέση των εμπορικών εταίρων του βασιλείου, από την 13η θέση προ έτους.
Το “μέτωπο” που εξερράγη πρώτο…
Και στο βάθος, η επαπειλούμενη οικονομική κατάρρευση. Η ισοτιμία της λίρας έναντι του δολαρίου υποχώρησε κατά 10% σε μία εβδομάδα, αφότου ο Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε σε άλλη μία αλλαγή διοικητή κεντρικής τράπεζας, την τρίτη σε μία διετία, δίνοντας το σήμα ότι η φθινοπωρινή “επιστροφή στην νομισματική ορθοδοξία” δεν ήταν παρά ένα αναγκαστικό διάλειμμα. Οι αλλεπάλληλοι ελιγμοί του Τούρκου προέδρου σε αυτό το μέτωπο ίσως να οδηγήθηκαν, πριν από οποιοδήποτε άλλο, στο “σημείο χωρίς επιστροφή”, καθώς η αξιοπιστία της χώρας του έχει εξανεμιστεί στις αγορές, οι οποίες εξαπολύουν πλέον τη δική τους ολομέτωπη επίθεση.
(Μια πρώτη μορφή του κειμένου δημοσιεύθηκε στο φύλλο του “Κεφαλαίου” της 26ης Μαρτίου).