Με αφορμή το θέμα των αναδρομικών από τις παράνομες περικοπές των μνημονίων, η κυβέρνηση επιβεβαιώνεται, για πολλοστή φορά, ότι εμπαίζει με τον χειρότερο τρόπο τους 2,8 εκατ. συνταξιούχους. Στόχο της αποτελεί να μετακυλίσει όσο το δυνατόν περισσότερο γίνεται χρονικά, τη λήψη μιας πιθανής πολιτικής λύσης και αυτή, φυσικά, εάν ποτέ δοθεί, θα είναι -στην καλύτερη περίπτωση- «κουτσουρεμένη», όπως έγινε με τα μειωμένα ποσά που επιστράφηκαν για τα ειδικά μισθολόγια και χωρίς κανείς να γνωρίζει πώς υπολογίστηκαν).
Εδώ και αρκετό καιρό, το Μέγαρο Μαξίμου και οι συναρμόδιοι υπουργοί επιχειρούν τα πραγματικά προβλήματα που ταλαιπωρούν την κοινωνία (εξαιτίας των πολιτικών της ασφυκτικής λιτότητας που από το καλοκαίρι το 2015 αποφάσισαν να υπηρετήσουν για χάρη της παραμονής τους στην εξουσία και μόνο) να τα «αφήνουν κάτω από το χαλί». Με τον τρόπο αυτό επιχείρησαν εδώ και καιρό να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των αναδρομικών που έχει προκύψει μετά τις αποφάσεις των Ανώτατων Δικαστηρίων, του ΣτΕ το 2015, που έκριναν αντισυνταγματικούς τους μνημονιακούς νόμους του 2012, βάσει των οποίων «κουρεύτηκαν» δραματικά οι συντάξεις και καταργήθηκαν για όλους τους συνταξιούχους, καθώς και για τους εν ενεργεία δημόσιους υπαλλήλους τα «δώρα».
Αν και οι αποφάσεις του ΣτΕ υφίστανται εδώ και 3 χρόνια, η κυβέρνηση -μέχρι το ζήτημα να λάβει διαστάσεις σε επίπεδο κοινής γνώμης- έκανε ότι δεν ήξερε. Έτσι, μέχρι σήμερα δεν τις εφάρμοσε και παρακρατώντας τα «κλεμμένα» από τις παράνομες περικοπές «πέτυχε» τα δήθεν υπερπλεονάσματα.
Πλέον, καθοριστική για τις εξελίξεις θα είναι η Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019, οπότε το ΣτΕ θα κληθεί για να αποφανθεί επί των προσφυγών που έχουν καταθέσει επιστημονικοί φορείς και συνταξιουχικές οργανώσεις, κατά της άρνησης που επιδεικνύει η κυβέρνηση να εφαρμόσει την απόφαση του 2015 (να επαναφέρει τις συντάξεις και τα «δώρα» στα -προ των περικοπών που προέβλεπαν οι νόμοι του 2012- επίπεδα και να επιστρέψει τα οφειλόμενα αναδρομικά). Νομικοί υποστηρίζουν ότι η απόφαση του ΣτΕ θα είναι σε βάρος της κυβέρνησης, κάτι το οποίο προφανώς γνωρίζει εκ των προτέρων το Μέγαρο Μαξίμου και οι πολιτικές ηγεσίες των συναρμόδιων υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας.
Άρα, όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται για μια νέα χρονική μετάθεση πιθανής λύσης, με στόχο το θέμα αυτό να απασχολήσει την… επόμενη κυβέρνηση. Τα κυβερνητικά στελέχη, προφανώς, προσβλέπουν ότι μετά το νέο επικείμενο «ράπισμα» του ΣτΕ, θα εντάξουν το ζήτημα της επιστροφής των αναδρομικών στην ατζέντα της προεκλογικής περιόδου, μοιράζοντας φρούδες ελπίδες και μετακυλίοντας ευθύνες και στο «στρατόπεδο» της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δεδομένου ότι τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ, σαφώς έχουν ευθύνες για τους νόμους που διαμόρφωσαν και εφάρμοσαν το 2012.
Για τον λόγο αυτό, κρατά στο «σκοτάδι» τους συνταξιούχους χωρίς να αποδίδει, ως οφείλει το Κράτος απέναντι τους, τα απαραίτητα εκκαθαριστικά και τα σημειώματα από τα οποία να προκύπτει, επίσημα, πώς επανυπολογίστηκαν οι συντάξεις τους, πώς έγιναν οι περικοπές στις επικουρικές το 2016 και πώς υπολογίστηκαν τα -δραματικά μειωμένα σε σχέση με αυτά που θα έπρεπε να δοθούν- αναδρομικά στους δικαιούχους των ειδικών μισθολογίων.
Το χειρότερο από όλα είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ υπερασπίζεται τον «πυρήνα» της ουσίας των μνημονίων, δηλαδή το γεγονός ότι προώθησαν μέτρα πραγματικής καταλήστευσης του λαού, για χάρη της εξυπηρέτησης των δανειστών. Τα λεγόμενα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής ήταν σχέδια υφαρπαγής των λαϊκών περιουσιών και εισοδημάτων, με ρυθμίσεις εξόφθαλμα παράνομες και αντισυνταγματικές.
Φυσικά, στις επερχόμενες εθνικές εκλογές και στις ευρωεκλογές, οι πολίτες έχουν την ευκαιρία -και πρέπει- να στείλουν ένα πολύ ηχηρό μήνυμα σε όλους όσοι, με τις ημέρες, τα έργα τους και τη δουλοπρέπεια απέναντι στα θέλω των δανειστών, «κούρεψαν» σε δραματικό βαθμό το βιοτικό επίπεδο και τα όνειρα μίας ολόκληρης κοινωνίας.
*H Δέσποινα Σπανού είναι υπεύθυνη του γραφείου Τύπου της Λαϊκής Ενότητας (ΛΑ.Ε)