Ως «επιτυχία» κατέγραψε η κυβέρνηση ότι η ΕΛΣΤΑΤ εμφάνισε «περιορισμένη» στο 8,2% την ύφεση του 2020 σε σχέση με το 10,5% που η κυβέρνηση προέβλεπε για το 2020 στον προϋπολογισμό του 2021.
Όμως, παρά τις κούφιες κυβερνητικές «θριαμβολογίες», η ύφεση αυτή που ανακοινώθηκε αποτελεί ένα νέο συνεχόμενο βαρύτατο πλήγμα για την οικονομία και την κοινωνία και φέρνει το ΑΕΠ της χώρας στο ναδίρ.
Την ίδια ώρα αξίζει να σημειώσουμε ότι η γειτονική Τουρκία ήταν η μόνη χώρα του G-20 η οποία, μαζί με την Κίνα, εμφάνισε ανάπτυξη μέσα στο 2020 και ειδικότερα ανάπτυξη 1,2%.
Η Τουρκία, σε αντίθεση με την Ελλάδα που έχει νόμισμα το ευρώ, αξιοποίησε στο έπακρο την ύπαρξη εθνικού νομίσματος, της τουρκικής λίρας, για να κόψει άφθονο χρήμα και να χρηματοδοτήσει αθρόα την τουρκική οικονομία, ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους φτωχούς πολίτες, τονώνοντας έτσι τους αναπτυξιακούς ρυθμούς της.
Η Τουρκία έχει φτάσει τώρα να έχει πενταπλάσιο ΑΕΠ σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ και οι δυο χώρες είχαν το ίδιο ΑΕΠ όταν η Ελλάδα μπήκε το 1981 στην τότε Ε.Ο.Κ.
Η ένταξη της χώρας στην ΕΕ και ιδιαίτερα στην ευρωζώνη, μαζί με την κάκιστη κλεπτοκρατική διαχείριση των ελληνικών υποτελών κυβερνήσεων, βούλιαξαν στην κυριολεξία την ελληνική οικονομία και την ελληνική παραγωγική βάση, με αποτέλεσμα η Ελλάδα αυτήν την ώρα να βλέπει με τα κιάλια την τουρκική οικονομία.
Είναι προφανές ότι όσο ποτέ η χώρα μας έχει ανάγκη από μια μεγάλη ανατροπή και την αποδέσμευση της από τον ευρωατλαντισμό για να εξασφαλίσει παραγωγική ανάπτυξη και την εθνική της ασφάλεια με την προάσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.
Κ.Τ