Στην εποχή του χρέους

βιβλίο

Είμαστε πιο κοντά από ποτέ στη λύση του χρέους, σε μια δίκαιη ρύθμιση που δικαιούμαστε” τόνισε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη του στο πλαίσιο της ΔΕΘ.

Αυτό είπε ο πρωθυπουργός. Ας προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε, εν συντομία, τι και πόσο είναι το χρέος και ποια η θέση του στον καπιταλισμό της εποχής μας.

Ζούμε σε μια εποχή που η ύπαρξη τεραστίων χρεών, τόσο από το δημόσιο όσο και από τους ιδιώτες, να θεωρείτε κάτι το απολύτως φυσιολογικό. Κάτι που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η αναγκαιότητά του από κανένα. Κάτι σαν φυσική νομοτέλεια. Προς αυτή την κατεύθυνση ωθούν τις σκέψεις και τις συνειδήσεις, με τρόπο μεθοδικό, οι κυρίαρχες τάξεις και οι πολιτικοί και ιδεολογικοί εκπρόσωποί τους με τη χρησιμοποίηση των μεγάλων προπαγανδιστικών δυνατοτήτων που κατέχουν. Είναι όμως έτσι; Είναι γεγονός πως ο δανεισμός ήταν μια πρακτική γνωστή και σε χρήση σε όλα τα εκμεταλλευτικά κοινωνικοοικονομικά συστήματα.

Μέχρι τη δεκαετία του 1970 πολλές και σημαντικές μεταβολές είχαν συντελεστεί στον καπιταλισμό σαν κοινωνικοοικονομικό σύστημα.

Εντελώς επιγραμματικά μπορούμε να συνοψίσουμε αυτές στα παρακάτω:

  1. Αδυναμία δημιουργίας νέων δυναμικών παραγωγικών κλάδων.

  2. Αδυναμία ένταξης νέων εργατικών δυνάμεων, με επέκταση σε νέες χώρες, στη διαδικασία της καπιταλιστικής συσσώρευσης.

  3. Επικράτηση σε όλες τις μεγάλες πολυεθνικές των τεχνοκρατικών διοικήσεων.

Μερικές ανάσες και για μικρό χρόνο έδωσαν κατά τη δεκαετία του ΄90 έδωσαν η ανάπτυξη του κλάδου των τηλεπικοινωνιών και της πληροφορικής καθώς και η επέκταση στη νοτιοανατολική Ασία και την Κίνα. Η συσσώρευση ήταν τέτοια που αυτά δεν πρόσφεραν παρά ένα μικρό διάλειμμα στην χρόνια κρίση και ουσιαστικά κυρίως στις ΗΠΑ. Οι μεταβολές αυτές οδήγησαν νομοτελειακά στην αναζήτηση νέων τρόπων κερδοφορίας του κεφαλαίου μια και οι μέχρι τότε κυρίαρχοι τρόποι ήταν αδύνατον πλέον να λειτουργήσουν και να προσφέρουν κερδοφόρα διέξοδο και αναπαραγωγή στο όλο και αυξανόμενο συσσωρευμένο κεφάλαιο. Το πρώτο μέτρο που πάρθηκε ήταν η αποδέσμευση από τη συνθήκη του Bretton Woods και η δημιουργία νομισμάτων που δεν υπόκεινται σε κανένα περιορισμό.

Ο βασικός μηχανισμός αύξησης της κερδοφορίας είναι η μεταφορά όλο και μεγαλύτερου ποσοστού του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου από την εργασία στο κεφάλαιο. Μέσα στις συνθήκες που υπήρχαν κατά τη δεκαετία του 1970 δεν είναι καθόλου βέβαιο πως ο μηχανισμός δημιουργίας χρεών ήταν μια μεθοδευμένη διαδικασία για τη μεταφορά αυτή. Προέκυψε μάλλον εξ ανάγκης και ήταν μια διαδικασία δευτερογενής. Αρχικά εφαρμόστηκε η δοκιμασμένη μέθοδος της συμπίεσης και μείωσης των πραγματικών μισθών των εργαζόμενων. Με την αρχή να γίνεται στις ΗΠΑ και τη Βρετανία επεκτάθηκε, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες με σημαντικές αποκλίσεις από χώρα σε χώρα.

Μέσα σε μια τριακονταετία ο δανεισμός των νοικοκυριών εκτινάχτηκε σε ύψη απίθανα. Κατά τη δεκαετία του 1980 ο δανεισμός των νοικοκυριών αντιστοιχούσε στο 52% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ, στο 37% στη Βρετανία στο 37%, στην Ιταλία στο 6%, στην Ολλανδία στο 43%, στην Πορτογαλία στο 15% και στην Ελλάδα στο 8% τα αντίστοιχα ποσοστά το 2010 ήσαν: 95% στις ΗΠΑ, 106% στη Βρετανία, 53% στην Ιταλία, στο 130% στην Ολλανδία, στο 106% στην Πορτογαλία και στο 65% στην Ελλάδα. Ο δανεισμός των νοικοκυριών είχε σαν αποτέλεσμα ένα όλο και αυξανόμενο ποσοστό του εισοδήματος των εργαζόμενων κατευθυνόταν στο κεφάλαιο μέσω των τόκων. Στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1980 το ποσοστό του εισοδήματος που πήγαινε στις τράπεζες ήταν το 10,5% για να φτάσει τη δεκαετία του 2000 στο 14,5%.

Πέρα από τη μείωση των πραγματικών μισθών ο άλλος τρόπος αύξησης της κερδοφορίας είναι η μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου και του μεγάλου πλούτου. Και πράγματι από τη δεκαετία του 1970 αρχίζει μια σταδιακή και μεγάλη μείωση των συντελεστών φορολόγησης του κεφαλαίου. στις ΗΠΑ ο συντελεστής φορολόγησης των εταιρικών κερδών από 46% το 1981 έπεσε στο 35% από το 1990 και παρέμεινε εκεί. Στη Βρετανία από 52% το 1981 έπεσε στο 28% το 2008. Στη Γερμανία από 60% μέχρι το 1987 έπεσε στο 30,18% από το 2008. Στις ΗΠΑ πάλι ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής από 75% μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ΄70 έπεσε στο 35% κι αυτός.

Οι μεταβολές στον τρόπο φορολόγησης του κεφαλαίου είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία δημοσιονομικών ελλειμμάτων τα οποία άρχισαν να καλύπτονται με μεγάλη αύξηση του δανεισμού. Αυτό δεν ήταν κάτι καινούριο βέβαια. Για το δανεισμό του δημοσίου μάλιστα κατά τα μέσα του 19ου αιώνα ο Μαρξ γράφει: «Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστικούς μοχλούς της πρωταρχικής συσσώρευσης. Σαν με μαγικό ραβδί προικίζει το μη παραγωγικό χρήμα με παραγωγική δύναμη και το μετατρέπει έτσι σε κεφάλαιο, χωρίς να ‘ναι υποχρεωμένο να εκτεθεί στους κόπους και στους κινδύνους που είναι αχώριστοι από τη βιομηχανική μα ακόμα κι από την τοκογλυφική τοποθέτηση.» (Marx, Κεφάλαιο, Τόμος Ι, σ. 779).

Οι μεταβολές στον τρόπο φορολόγησης του κεφαλαίου είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία δημοσιονομικών ελλειμμάτων τα οποία άρχισαν να καλύπτονται με μεγάλη αύξηση του δανεισμού του δημοσίου. Αυτό δεν ήταν κάτι καινούριο βέβαια. Για το δανεισμό του δημοσίου μάλιστα κατά τα μέσα του 19ου αιώνα ο Μαρξ γράφει: «Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστικούς μοχλούς της πρωταρχικής συσσώρευσης. Σαν με μαγικό ραβδί προικίζει το μη παραγωγικό χρήμα με παραγωγική δύναμη και το μετατρέπει έτσι σε κεφάλαιο, χωρίς να ναι υποχρεωμένο να εκτεθεί στους κόπους και στους κινδύνους που είναι αχώριστοι από τη βιομηχανική μα ακόμα κι από την τοκογλυφική τοποθέτηση.» (Marx, Κεφάλαιο, Τόμος Ι, σ. 779).

Εκείνο που ήταν καινούριο ήταν πως παλιότερα τα κράτη δανείζονταν κατά τις πολεμικές περιόδους κυρίως ενώ ο δανεισμός του από τη δεκαετία του 1970 και μετά γίνεται σε περίοδο ειρήνης και ταυτόχρονα η έκταση του είναι πρωτόγνωρη. Κατά τη δεκαετία του 1970 το δημόσιο χρέος των αναπτυγμένων χωρών ανερχόταν στο 40% περίπου του συνολικού ΑΕΠ τους για να φτάσει το 2010 στο 90%. Το κεφάλαιο επομένως είχε διπλό κέρδος. Από τη μια αύξησε τα κέρδη του με τη μείωση της φορολόγησής του και από την άλλη δάνειζε τα κράτη εισπράττοντας τόκους.

Το χρέος έγινε βασικός πυλώνας αύξησης της κερδοφορίας και τα χρηματοοικονομικά ο πλέον ευνοημένος κλάδος του κεφαλαίου. το 2008 τα συνολικά χρέη των αναπτυγμένων χωρών ήσαν σε ύψη τεράστια. Το συνολικό χρέος (κυβέρνησης, νοικοκυριών, μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων και χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων) στη Βρετανία έφτασε στο 469% του ΑΕΠ της. Στην Ιαπωνία το 459%. Στην Ισπανία το 342%. Στη Γαλλία το 306%.

Ο παραπάνω μηχανισμός μεταφοράς του πλούτου και αναδιανομής του μέσω του δανεισμού γινόταν φυσικά με την απόλυτη συνδρομή των κρατών κυρίως μέσω της δημιουργίας του νομικού πλαισίου που κατοχύρωνε τον τοκογλυφικό ρόλο των τραπεζών. Οι μηχανισμοί αυτοί όχι μόνο μεταφέρουν ένα σημαντικό μέρος του εισοδήματος από τους εργαζόμενους στους μεγαλομετόχους μέσω των τόκων, αλλά και μεταφέρουν ένα σημαντικό τμήμα του ήδη σχηματισθέντος πλούτου στις τράπεζες, και κατ΄ επέκταση στο κεφάλαιο, μέσω των υποθηκών

Καθώς λοιπόν οι ρυθμοί αύξησης της παραγωγικότητας μειώνονταν η μείωση του ποσοστού του παραγόμενου πλούτου που κατευθυνόταν προς τους εργαζόμενους ήταν ο τρόπος με τον οποίο η καπιταλιστική τάξη, με τη βοήθεια του κράτους, αντλούσε όλο και μεγαλύτερο ποσοστό αυτού. Χρησιμοποιώντας ως κύριο μοχλό τις τράπεζες, και με τη δημιουργία τραπεζικών μηχανισμών στήριξης της διαδικασίας μεταφοράς του πλούτου, εντείνουν την ανισοκατανομή κάνοντας τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους.

Το πρόβλημα που προκύπτει είναι πως θα διαχειριστεί ο καπιταλισμός το τεράστιο αυτό συσσωρευμένο χρέος; Η μείωση των εισοδημάτων των εργαζόμενων θα έχει σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα την όλο και μεγαλύτερη αδυναμία τους αποπληρωμής των χρεών τους, πέρα φυσικά από τη ένταση της υποκατανάλωσης και την όλο και μεγαλύτερη πίεση στην παραγωγή. Η αύξηση του δανεισμού τους απλά θα εντείνει το πρόβλημα και θα οδηγεί τους εργαζόμενους σε ακόμη μεγαλύτερη αδυναμία. Ο καπιταλισμός έχει πλέον εισέλθει σε μια φάση που κατατρώει τις ίδιες του τις σάρκες. Όχι μόνο αδυνατεί να αναπτύξει τις παραγωγικές δυνάμεις αλλά στρέφεται πλέον ανοιχτά κατά των κοινωνιών.

Αρνούμενος να πληρώσει την εργασία μειώνει συνεχώς το εισόδημά της και αρκείται να της δανείζει τον πλούτο που της έχει αφαιρέσει επί μακρά σειρά ετών. Ταυτόχρονα, με τον δανεισμό, εξασφαλίζει την σε κάποιο, όλο και μικρότερο βαθμό, τόνωση της κατανάλωσης αλλά και υποθήκευσης των περιουσιακών στοιχείων που οι εργαζόμενοι είχαν στην κατοχή τους. Η διαδικασία αυτή είναι όμως απολύτως αδιέξοδη και οδηγεί σε αδυναμία την συνέχιση της καπιταλιστικής συσσώρευσης από τη μια κι από την άλλη τις κοινωνίες στο χάος και την απελπισία.

Όσα αναφέραμε προηγουμένως τεκμηριώνουν τη θέση για τον κεντρικό ρόλο του δανεισμού, δημοσίου και νοικοκυριών, στον καπιταλισμό του τέλους του 20ου και στον 21ο αιώνα. Η Ελλάδα από το 2010 βρίσκεται στη δίνη μιας κρίσης χρέους. Η μοναδική λύση που μπορεί να λειτουργήσει επ ωφελεία των λαϊκών συμφερόντων και να ανακόψει την καταστροφή των κυριαρχούμενων τάξεων και στρωμάτων είναι η αμφισβήτηση του ίδιου του χρέους. Δημόσιου και ιδιωτικού. Του δημόσιου με την παύση πληρωμών του και του ιδιωτικού με την κρατικοποίηση των τραπεζών και τη ρύθμιση των χρεών που θα περιλαμβάνει και διαγραφή των χρεών όσων αδυνατούν να πληρώσουν. Τα παραπάνω έχουν φυσικά ως βασική προϋπόθεση και την ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας. Η αμφισβήτηση του χρέους αποτελεί αμφισβήτηση μιας θεμελιώδους, δομικής, συνιστώσας και αρχής του ίδιου του καπιταλισμού.

*Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο 2ο τεύχος του περιοδικού «Τετράδια Μαρξισμού».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας