Η άρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών στο αίτημα του προέδρου της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο να απομακρύνουν τους διπλωμάτες τους σε διάστημα 72 ωρών, δίνει στην Ουάσινγκτον τη δυνατότητα να κλιμακώσει τις απειλές στρατιωτικής εισβολής.
Ήδη ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ θα «λάβουν τις απαραίτητες δράσεις εναντίον όσων θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του προσωπικού της πρεσβείας».
Παρόμοιες απειλές εξαπέλυσε και ο γερουσιαστής της Φλόριντα, Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος θεωρείται αρχιτέκτονας της πολιτικής του προέδρου Τραμπ απέναντι στη Βενεζουέλα.
Το γεγονός ότι η αμερικανική κυβέρνηση αρνείται το αίτημα της νόμιμης ηγεσίας της Βενεζουέλας να απομακρύνει τους διπλωμάτες της, σημαίνει πρακτικά ότι η αμερικανική πρεσβεία στο Καράκας θα αποτελεί ένα είδος κατεχόμενου εδάφους στο εσωτερικό ενός κυρίαρχου κράτους. Οποιαδήποτε προσπάθεια των αρχών της Βενεζουέλας να επιβάλουν την απόφαση της εκτελεστικής εξουσίας για την απομάκρυνση των διπλωματών μπορεί θεωρητικά να δώσει στην Ουάσινγκτον την αφορμή που ζητά για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης.
Παρόλα αυτά, η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται πως έχει, προς το παρόν τουλάχιστον, άλλες προτεραιότητες. Όπως εξηγούσε ο Βενεζουελάνος οικονομολόγος Φρανσίσκο Ροντρίγεζ, η αναγνώριση του προέδρου Χουάν Γκουαϊντό, σημαίνει ότι οι ΗΠΑ μπορούν να του προσφέρουν τον έλεγχο όλων των περιουσιακών στοιχείων της Βενεζουέλας σε αμερικανικό έδαφος, αλλά και τη δυνατότητα να πραγματοποιεί αυτός την πώληση πετρελαίου στη χώρα.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια ιδιοποίηση περιουσιακών στοιχείων του λαού της Βενεζουέλας, τα οποία παραδίδονται σε έναν άγνωστο μέχρι πρότινος πολιτικό, ο οποίος έχει ως βασικούς συμμάχους τον πρόεδρο Τραμπ και τον φασίστα πρόεδρο της Βραζιλίας Μπολσονάρο.
Η διαχείριση των πετρελαϊκών αποθεμάτων της Βενεζουέλας αποτελεί το σημαντικότερο παράγοντα στην χάραξη της αμερικανικής στρατηγικής. Στόχος των ΗΠΑ όμως δεν είναι ο ολοκληρωτικός έλεγχος των κοιτασμάτων (αν και είναι βέβαιο ότι σε περίπτωση επικράτησης της δεξιάς αντιπολίτευσης αρκετές αμερικανικές εταιρείες που λυμαίνονταν τον ενεργειακό πλούτο της χώρας πριν από τον Τσάβες θα επιστρέψουν στη Βενεζουέλα).
Πολύ μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν στις ΗΠΑ οι προσπάθειες της Βενεζουέλας να αποδεσμευτεί από τη χρήση του δολαρίου στις διεθνείς τις συναλλαγές, αλλά και η στενή συνεργασία της με χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία, που παίζουν σημαίνοντα ρόλο στην παγκόσμια αγορά ενέργειας ως παραγωγοί και καταναλωτές.
Στο παρελθόν οι ΗΠΑ δεν δίστασαν να ισοπεδώσουν χώρες όπως το Ιράκ και η Λιβύη που θέλησαν να ανεξαρτητοποιηθούν από το δολάριο. Και αυτό είναι ένα πολύ κακό προηγούμενο για το τι θα μπορούσε να ακολουθήσει και στη Βενεζουέλα.
*Πηγή: info-war.gr