Την ίδια ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας προετοιμάζεται για το ταξίδι του στην Τουρκία και τη συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν, η Άγκυρα τον «υποδέχεται με προκλητικό τρόπο. Τις τελευταίες ημέρες, και με αφορμή την τραγική επέτειο της 30ης Ιανουαρίου 1996 στα Ίμια, οι Τούρκοι κάνουν ότι μπορούν για να βάλουν φωτιά στην περιοχή. Χθες τουρκικά μέσα μετέδιδαν (Hurriyet, το CNN Turk, η Milliyet και η Sabah), ότι στα Ίμια εστάλησαν τρία θωρηκτά πολεμικά πλοία και μια τουρκική ακταιωρός προκειμένου να περιπολούν τη μικρή νήσο και να αποτρέψουν «ελληνικές προκλήσεις».
Αναφέροντας «ελληνική πρόκληση», τα τουρκικά Μέσα Ενημέρωσης εννοούν την προσέγγιση των Ιμίων για την κατάθεση στεφάνων.
Πολλοί από τους τηλεοπτικούς σταθμούς της Τουρκίας έχουν στείλει συνεργεία στα παράλια, μεταδίδοντας εικόνες από τα τουρκικά πλοία που «περιπολούν» την περιοχή.
Στα δημοσιεύματα, μάλιστα, τονίζεται ως επιτυχία του πολεμικού ναυτικού της Τουρκίας ότι τη Δευτέρα, 28 Ιανουαρίου -ημέρα που το 1996 ξεκίνησαν τα γεγονότα, με την υποστολή της τουρκική σημαίας στα Ίμια, «οι Έλληνες δεν πλησίασαν»
Τα ειδησεογραφικά δίκτυα της Τουρκίας σημειώνουν ότι τα μέτρα ασφαλείας θα συνεχιστούν και θα συμμετάσχουν, πέραν του Πολεμικού Ναυτικού, και δυνάμεις του Λιμενικού Σώματος της Αλικαρνασσού (Μπόντρουμ).
Το ζήτημα τις τελευταίες ώρες «φουντώνει» και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Twitter, με Τούρκους χρήστες να καυχιούνται για τη μη κατάθεση… στεφάνου, σήμερα, Δευτέρα, και να αναπαράγουν τα βίντεο από τα τουρκικά πλοία στην περιοχή. Επίσης, στην Google. Οταν κάποιος πληκτρολογεί τη λέξη Ιμια στους χάρτες βλέπει φωτογραφίες με τούρκους στρατιώτες να βρίσκονται πάνω σε βραχονησίδες. Μπορεί να είναι ψεύτικες ή να πρόκειται για «χακάρισμα» που έχουν κάνει Τούρκοι αλλά σε κάθε περίπτωση μια προπαγανδιστική ενέργεια σαν κι αυτή βάζει σε σκέψεις την ελληνική διπλωματία.
Τι έγινε στα Ιμια
Κρίση των Ιμίων ονομάζεται συμβατικά η ένοπλη αμφισβήτηση της Ελληνικής θαλάσσιας κυριαρχίας που έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 1996 από την Τουρκία, με αφορμή την προσάραξη πλοίου στις βραχονησίδες των Ιμίων. Κατά την διάρκεια της ολιγοήμερης αυτής κρίσης, οι δύο χώρες μετέφεραν στρατιωτικές δυνάμεις (κυρίως ναυτικές) γύρω από τα Ίμια και τις ανέπτυξαν φτάνοντας κοντά στην ένοπλη σύρραξη. Τελικά με την παρέμβαση του ΝΑΤΟ, και κυρίως των ΗΠΑ, η ένταση εκτονώθηκε και οι δύο χώρες απέσυραν τους στόλους τους.
Υπενθυμίζεται ότι την εποχή της κρίσης αυτής πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Κωνσταντίνος Σημίτης, (που λόγω ασθενείας του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου εκλέχθηκε εσπευσμένα από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ στις 18 Ιανουαρίου του 1996). Υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος, υπουργός Εθνικής Αμύνης ο Γ. Αρσένης και Αρχηγός ΓΕΕΘΑ ο ναύαρχος Χ. Λυμπέρης, ενώ πρωθυπουργός της Τουρκίας ήταν η Τανσού Τσιλέρ και υπουργός Εξωτερικών ο Ονούρ Οϊμέν.
Περί τις τελευταίες ώρες της κρίσης, τρεις Έλληνες αξιωματικοί, του Πολεμικού Ναυτικού έχασαν την ζωή τους όταν το ελικόπτερο όπου επέβαιναν κατέπεσε στην θάλασσα. Το ατύχημα αποδόθηκε σε τεχνικά αίτια και την κόπωση του πληρώματος. Η τουρκική πλευρά δεν ανέφερε απώλειες.
Καθ’όλη τη διάρκεια της κρίσης φάνηκε η μεγάλη δυσπιστία του Σημίτη προς την ηγεσία της ΕΥΠ και των Ενόπλων Δυνάμεων. Όπως γράφει Το Βήμα: «Οι αξιωματικοί αυτοί είχαν μάθει να λειτουργούν με τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος λάτρευε τις συσκέψεις με στρατιωτικούς, τις υπηρεσίες από κλειστές πηγές και τη διαχείριση κρίσεων όπως εκείνη του Μαρτίου του 1987. Ο κ. Σημίτης τους θεωρούσε «ανδρεϊκούς», ξένους στη δική του κουλτούρα και ύποπτους για το στήσιμο παγίδων τις κρίσιμες εκείνες ώρες.»
Από αυτή την κρίση δεν βγήκε κερδισμένη ούτε η Τουρκία, που ισχυριζόταν ότι τα Ίμια της ανήκουν, ούτε η Ελλάδα η οποία αναγκάστηκε να αποσύρει τους στρατιώτες της. Ουσιαστικός παράγοντας και κερδισμένη πλευρά υπήρξαν οι ΗΠΑ.
Τα Ίμια αποτελούν μία συστάδα νησίδων της Δωδεκανήσου. Αυτά εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (10-12-1947) όπου η Ιταλία εκχώρησε στην Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τις νήσους της Δωδεκανήσου απαριθμούμενες: Αστυπάλαια, Ρόδο, Χάλκη, Κάρπαθο, Κάσο, Τήλο, Νίσυρο, Κάλυμνο, Λέρο, Πάτμο, Λειψούς, Σύμη, Κω και Καστελόριζο ως και τις παρακείμενες νησίδες. Σε προγενέστερη μάλιστα διμερή συνθήκη, του 1932, ανάμεσα στην Ιταλία και την Τουρκία τα Ίμια συμπεριλαμβάνονταν σε χάρτη με τα ιταλικά εδάφη. Αργότερα, καθώς όλες οι ιταλικές κτήσεις επί της Δωδεκανήσου πέρασαν στην ελληνική κυριότητα, ομοίως και τα Ίμια ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος. Το Τουρκικό κράτος είχε αποδεχτεί το καθεστώς επικυριαρχίας της Ελλάδας στα νησιά αυτά.
Σύμφωνα με το άρθρο 189 του Κ.Δ.Ν.Δ. εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων δικαίωμα για παροχή επιθαλάσσιας αρωγής δίδεται μόνο στα υπό ελληνική σημαία ρυμουλκά ή ναυαγοσωστικά.
Ιστορικό της κρίσης
Δεκέμβριος 1995: Το πρώτο επεισόδιο
Στις 25 Δεκεμβρίου 1995 το τουρκικό φορτηγό πλοίο Φιγκέν Ακάτ προσάραξε σε αβαθή ύδατα κοντά στην Μικρή Ίμια (Ανατολική) και εξέπεμψε σήμα κινδύνου. Το λιμεναρχείο Καλύμνου –το πλησιέστερο στην περιοχή– διέθεσε ρυμουλκό για να αποκολλήσει το τουρκικό πλοίο, αλλά ο πλοίαρχος αρνήθηκε, υποστηρίζοντας ότι βρισκόταν σε τουρκική περιοχή και άρα οι τουρκικές αρχές είχαν την αρμοδιότητα να του προσφέρουν βοήθεια.
Στις 26 Δεκεμβρίου το λιμεναρχείο ενημέρωσε την αρμόδια διεύθυνση του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο μέσω του γραμματέα της ελληνικής πρεσβείας στην ΆγκυραΓιάννη Παπαμελετίου, ειδοποίησε τον γραμματέα της Διεύθυνσης Ελληνικών Υποθέσεων του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών Τσινάρ Εγκίν ότι, αν δεν παρέμβαινε ρυμουλκό, το τουρκικό πλοίο θα κινδύνευε. Στις 27 Δεκεμβρίου το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών ενημερώνει την ελληνική πρεσβεία ότι, ανεξαρτήτως του ποιος θα ανελάμβανε τη διάσωση του πλοίου, υπήρχε γενικότερα θέμα με τα Ίμια.
Τελικά, στις 28 Δεκεμβρίου δύο ελληνικά ρυμουλκά αποκόλλησαν το τουρκικό φορτηγό και το οδήγησαν στο λιμάνι Κιουλούκ της Τουρκίας. Το ίδιο πρωινό ένα πλήρως εξοπλισμένο τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος κατέπεσε στα ελληνικά χωρικά ύδατα, στην περιοχή της Λέσβου, ύστερα από εμπλοκή με ελληνικά μαχητικά. Ο Τούρκος πιλότος διασώθηκε με ελληνική βοήθεια.[εκκρεμεί παραπομπή] Στις 29 Δεκεμβρίου το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών επιδίδει διακοίνωση στο αντίστοιχο ελληνικό, όπου αναφέρεται ότι οι βραχονησίδες Ίμια είναι καταχωρημένες στο κτηματολόγιο Μουγκλά του νομού Μπόντρουμ (Αλικαρνασσού) και ανήκουν στην Τουρκία. Το γεγονός στάθηκε αφορμή να τεθεί από την Τουρκία θέμα ιδιοκτησίας των νησιών.
Ιανουάριος 1996: Η κρίση
Ο τότε δήμαρχος της Καλύμνου Δημήτρης Διακομιχάλης, θορυβημένος από το γεγονός ότι η Τουρκία εγείρει εδαφικές αξιώσεις στα Ίμια, ύψωσε την ελληνική σημαία στη Μικρή Ιμια στις 25 Ιανουαρίου 1996 συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου Γ. Ριόλα και δύο κατοίκους του νησιού ενώ την επόμενη μέρα υψώθηκε η σημαία και στην άλλη βραχονησίδα.
Τα τουρκικά τηλεοπτικά κανάλια μετέδωσαν εικόνες με την ελληνική σημαία υψωμένη στα Ίμια, κάτι που προκάλεσε σάλο στην κοινή γνώμη της Τουρκίας. Δύο δημοσιογράφοι του γραφείου της εφημερίδας Χουριέτ στη Σμύρνη, μετέβησαν με ελικόπτερο στις 27 Ιανουαρίου στη Μικρή Ίμια, υπέστειλαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική σημαία. Η όλη επιχείρηση των δημοσιογράφων βιντεοσκοπήθηκε και προβλήθηκε από το τηλεοπτικό κανάλι που ανήκει στη Χουριέτ. Το γεγονός αυτό πήρε σημαντικές διαστάσεις.
Η κρίση κλιμακώθηκε τις επόμενες μέρες. Την Κυριακή το πρωί στις 28 Ιανουαρίου 1996 το περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού «Αντωνίου» κατέβασε την τουρκική σημαία και ύψωσε την ελληνική παραβαίνοντας την πολιτική εντολή που ήταν μόνο να υποσταλεί η τούρκικη σημαία. Το βράδυ Έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάστηκαν στη Μικρή Ίμια από το περιπολικό «Πυρπολητής» προκειμένου να φυλάξουν τη σημαία κατά τις νυχτερινές ώρες και να επιστρέψουν στο σκάφος τους πριν την ανατολή του ηλίου. Το μεσημέρι της Δευτέρας ο σχεδιασμός άλλαξε και αποφασίστηκε η συνεχής φύλαξή της σημαίας, οπότε οι βατραχάνθρωποι επέστρεψαν στη βραχονησίδα.
Τη Δευτέρα το απόγευμα στις 29 Ιανουαρίου, ο νέος πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή, στέλνει μήνυμα προς την Τουρκία, ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση η Ελλάδα θα αντιδράσει άμεσα και δυναμικά. Την Τρίτη στις 30 Ιανουαρίου, η πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ δηλώνει κατηγορηματικά μέσα στην Τουρκική βουλή ότι την επόμενη μέρα η ελληνική σημαία και ο ελληνικός στρατός θα απομακρυνθούν από τα Ίμια.
Στις 31 Ιανουαρίου και ώρα 01:40 Τουρκικές ειδικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη Μεγάλη Ίμια (Δυτική). Στις 05:30 της ίδιας μέρας ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, που απονηώθηκε από τη φρεγάτα Ναυαρίνο για να διαπιστώσει την πληροφορία παρουσίας Τούρκων στη βραχονησίδα κατέπεσε κατά την επιστροφή του στη φρεγάτα και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν. Σχετικά με τις αιτίες πτώσης του ελικοπτέρου έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Η επίσημη θέση του Πολεμικού Ναυτικού είναι ότι το ελικόπτερο κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου (Vertigo). Την θέση αυτή υποστήριξε πρόσφατα ο πρώην αρχηγός ΓΕΝ ναύαρχος Αντώνης Αντωνιάδης, αναφέροντας μάλιστα πως η τουρκική φρεγάτα Γιαβούζ προσφέρθηκε να βοηθήσει, αλλά πήρε άμεσα από τους πιλότους του ελικοπτέρου αρνητική απάντηση.[4] Ωστόσο, υπάρχει διαδεδομένη στην Ελλάδα η άποψη ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε είτε από το Τουρκικό Ναυτικό είτε από τους τούρκους καταδρομείς που υπήρχαν πάνω στο νησί, και ότι η αληθινή αιτία της πτώσης αποκρύφτηκε προκειμένου να λήξει η κρίση και να μην οδηγηθούν οι δύο χώρες σε γενικευμένη σύρραξη ή ακόμα και σε πόλεμο.
Εκτόνωση της κρίσης
Κατά τη διάρκεια της κρίσης υπήρξαν έντονες πιέσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου να λήξει το επεισόδιο. Ο αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον ενημερώθηκε πρώτα από την Τουρκάλα πρωθυπουργό Τανσού Τσιλέρ πως Ελλάδα και Τουρκία ξεκινούν πόλεμο, επειδή δύο Τούρκοι δημοσιογράφοι και κάποιοι Έλληνες βαρκάρηδες συνεπλάκησαν σε έναν βράχο που κατοικούσε μία κατσίκα.
Ο διπλωμάτης Richard Holbrooke ενημερωμένος από τον Αμερικανό πρόεδρο, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τους δύο πρωθυπουργούς που δεσμεύτηκαν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους και να υποστείλουν τις σημαίες. Τα πολεμικά σκάφη και οι καταδρομείς των δύο χωρών αποχώρησαν από τις βραχονησίδες το πρωί της 31ης Ιανουαρίου 1996 υπό την επίβλεψη αεροσκαφών του 6ου αμερικανικού στόλου της Μεσογείου