Η ανολοκλήρωτη (λόγω χρόνου) τοποθέτηση ενός συνέδρου στο 2ο Συνέδριο του Αριστερού Ρεύματος ολοκληρωμένη
_______________
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Στην παρούσα κατάσταση, είτε το ομολογούμε είτε όχι, το πραγματικά απόλυτα κρίσιμο ερώτημα του Συνεδρίου είναι ένα και είναι υπαρξιακό:
Θέλουμε να συνεχίσει να υπάρχει το Αριστερό Ρεύμα;
Εξ όσων έχω αντιληφθεί εγώ, η μεγάλη πλειοψηφία των συνέδρων απαντά σ’ αυτό το ερώτημα με ένα ηχηρό ΝΑΙ. Αλλά συμπληρώνει αυτή η μεγάλη πλειοψηφία, επίσης:
ΟΧΙ, όμως το Αριστερό Ρεύμα όπως αυτό που γνωρίσαμε, όχι το υπαρκτό Αριστερό Ρεύμα.
Πολύ ωραία.
Ι
Αυτό μας υποχρεώνει κατ’ αρχήν να δούμε τι ήταν το υπαρκτό Αριστερό Ρεύμα στη διαδρομή του από το 1992 μέχρι σήμερα. Πρώτο κεφάλαιο, λοιπόν.
Τα περισσότερα χρόνια της 27χρονης ζωής του ήταν μια τάση, αρχικά του Συνασπισμού και μετά του ΣΥΡΙΖΑ, άλλοτε κυρίαρχη και από το 2010 και μετά μειοψηφική. Τάση. Δηλαδή μια ομάδα ανθρώπων χαλαρά συγκροτημένη, χωρίς καταστατικό και ρητά διατυπωμένες ιδεολογικοπολιτικές αρχές, με ηγεσία επίσης ρευστή και όχι αυστηρά καθορισμένη και βέβαια όχι εκλεγμένη και υποχρεωμένη να λογοδοτεί. Περισσότερο από ηγεσία ταιριάζει να τη λέμε «ηγετικό μηχανισμό».
Αυτό αποφασίσαμε να το αλλάξουμε τον Απρίλιο του 2016 και το υλοποιήσαμε τον Φεβρουάριο του 2017 με την Ιδρυτική μας Συνδιάσκεψη. Το Αριστερό Ρεύμα αναβαθμίστηκε από τάση σε πολιτική οργάνωση.
Υπάρχει κανείς μέσα σ’ αυτή την αίθουσα που δεν ξέρει ότι αυτή η αναβάθμιση έμεινε στα χαρτιά; Υπάρχει κανείς που αγνοεί ότι στην ουσία η Ιδρυτική Συνδιάσκεψη απλώς νομιμοποίησε, και μάλιστα δια βοής, μια Κεντρική Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της νομιμοποίησε έναν Γραμματέα και μια Εκτελεστική Γραμματεία; Διότι, ας μην κοροϊδευόμαστε, αυτή ήταν όλη κι όλη η αναβάθμιση του ΑΡ από τάση σε πολιτική οργάνωση. Κατά τα άλλα, δεν άλλαξε τίποτε. Οι οργανώσεις είχαν την ίδια και ακόμα πιο χαλαρή συγκρότηση απ’ ό,τι συνέβαινε επί ΣΥΡΙΖΑ –με αντίστοιχα αποτελέσματα στη λειτουργία τους– και η ηγεσία εξακολούθησε να είναι ένας αυτονομημένος ηγετικός μηχανισμός που λειτουργούσε μόνος του και απομονωμένος και απλώς κοινοποιούσε τις αποφάσεις του χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Το χειρότερο; –αν έχει χειρότερο…
Το χειρότερο ήταν ότι κατά μεγάλη αν όχι συντριπτική πλειοψηφία τα μέλη του Αριστερού Ρεύματος, η βάση που λέμε, έμεναν παγερά αδιάφορα μπροστά σε αυτή την κατάσταση. Σε ελάχιστους έλειπε η οργανωμένη πολιτική λειτουργία, σχεδόν ουδείς απαιτούσε λογοδοσία. Και εδώ προκύπτει αυτομάτως το ερώτημα, το οποίο συνδέεται ευθέως με το πρώτο που ανέφερα, το υπαρξιακό:
Ποιοι θα ηγηθούν αυτού του νέου και υποτίθεται αναμορφωμένου Αριστερού Ρεύματος που θα είναι δήθεν ριζικά διαφορετικό από αυτό που γνωρίσαμε, το υπαρκτό; Οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν αυτονομηθεί και απομονωθεί στο ρετιρέ από τους υπόλοιπους των κάτω ορόφων και άφηναν μια ολόκληρη πολιτική οργάνωση, με επιρροή σε όλη την Ελλάδα, στην τύχη της, η οποία, φυσικά, δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από το συνεχές φυλλορρόημα;
Κι από κοντά έρχεται και το άλλο ερώτημα, ίσως το πιο αποκαρδιωτικό:
Ποια βάση θα στηρίξει αυτό το «ανανεωμένο» Αριστερό Ρεύμα; Η ίδια αυτή βάση που παρακολουθούσε αδιάφορη την αποσύνθεση;
ΙΙ
Αφήνω αυτά τα ερωτήματα να αιωρούνται και προχωρώ στο δεύτερο κεφάλαιο.
Ο βίος και η πολιτεία του Αριστερού Ρεύματος μέσα στη ΛΑΕ.
Εδώ θα ταίριαζε επίσης και ένας άλλος πιο σύντομος τίτλος: η ζωή εν τάφω. Διότι το Αριστερό Ρεύμα, συνειδητά ή ασυνείδητα, ενταφιαζόταν αυτοβούλως και σταδιακά μέσα στη ΛΑΕ, αν και ήταν εξ αρχής η κύρια δύναμη.
Ποια ήταν, συντρόφισσες και σύντροφοι, τα κύρια στοιχεία της στρατηγικής μας, αυτά που σε τελική-τελική ανάλυση μας διαχώριζαν σχεδόν από όλους τους «συμμάχους» του Μετώπου; Ήταν τρία.
Το πρώτο: εμείς θέλαμε πλατιά απεύθυνση με κριτήρια κυρίως κοινωνικά (θυμίζω: για ένα Λαϊκό Μέτωπο καλούσαμε στην Ιδρυτική μας Διακήρυξη –Λαϊκό Μέτωπο όχι βέβαια με την έννοια και το περιεχόμενο του μεσοπολέμου), ενώ εκείνοι πρότασσαν την πολιτική παράμετρο, δηλαδή, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, το όσοι πιστοί αριστεροί προσέλθετε.
Το δεύτερο: δίναμε στον αντιμνημονιακό αγώνα και εθνικο-ανεξαρτησιακή διάσταση και χροιά ενώ εκείνοι πίστευαν (και πιστεύουν) πως ό,τι είναι εθνικό είναι και αντιδραστικά εθνικιστικό.
Το τρίτο: εμείς μιλούσαμε για μεταβατικό πρόγραμμα με την έννοια πρώτα και κύρια της παραγωγικής ανασυγκρότησης, αυτό που συχνά το περιγράφουμε με την έκφραση «να σταθεί η οικονομία στα πόδια της», κι εκείνοι την εννοούσαν ως ούτε λίγο ούτε πολύ άμεση μετάβαση στο σοσιαλισμό.
Τα υπερασπιστήκαμε αυτά μέσα στη ΛΑΕ; Εντάξει, μέσα στην Πολιτική Γραμματεία, δεν ξέρω, μπορεί και να τα υπερασπιστήκαμε. Αλλά μέσα στη ΛΑΕ, στις οργανώσεις της; Ανοίξαμε ποτέ συζήτηση γι’ αυτά; Όλοι ξέρουμε πως όχι. Αλλά κάναμε και κάτι χειρότερο και πιο ολέθριο.
Ενώ σύντομα, από την Ιδρυτική Συνδιάσκεψη και μετά άρχισαν τα κατηγορητήρια και οι αποχωρήσεις, εμείς παραμείναμε στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα κι αγέλαστα. Το ίδιο συνέβη και αργότερα, όταν η ΔΕΑ, από το φθινόπωρο του 2017, μάς ανακοίνωσε με κάθε επισημότητα ότι πλέον θα βαδίζει με βήματα στο πλάι –που, βέβαια, σταδιακά γινόντουσαν και βήματα από απέναντι. Πάλι δειλοί, πάλι μοιραίοι, πάλι άβουλοι. Χάριν της ενότητας; Μπορεί. Αλλά χάριν της ενότητας αφήνατε τα μέλη μας ανοχύρωτα και απροστάτευτα απέναντι στις κριτικές, δημιουργώντας σε πολλούς την εντύπωση ότι, για να μη μιλάμε, κάπου έχουμε «λερωμένη τη φωλιά μας». Και βέβαια, εντάξει. Κάπου την είχαμε, δεν τα κάναμε όλα σωστά. Αλλά όχι στην έκταση που μας καταλογιζόταν και οπωσδήποτε όχι στην στρατηγική κατεύθυνση που ακολουθούσαμε, όπως τη συμπύκνωσα στα τρία σημεία προηγουμένως. Ποια ήταν η κατάληξη αυτής της τακτικής;
Η κατάληξη ήταν ότι στο τέλος εσείς οι ίδιοι, η ηγεσία του ΑΡ, ή μάλλον ο ηγετικός μηχανισμός του, προσχωρήσατε κατά πλειοψηφία στην ολέθρια άποψη ότι τα τακτικά λάθη ήταν επαρκής απόδειξη πως και η όλη στρατηγική μας ήταν λάθος –και, εξ αντιδιαστολής, ότι η στρατηγική του σύγχρονου μεταμοντέρνου αριστερισμού των «συμμάχων» της κακιάς συμφοράς η σωστή! Για να φτάσετε στο τέλος να κάνετε και το ακόμα πιο ολέθριο λάθος:
Προκειμένου να διασώσετε τη ΛΑΕ, της ΛΑΕ που είχε μπει στην εντατική ύστερα από τη μεγάλη αστόχαστη αστοχία του σ. Παναγιώτη Λαφαζάνη να εμφανιστεί στην εκπομπή Επανελλήνισις (βουτυρόμελο στο ψωμί τών «συμμάχων» αυτό, που το περίμεναν πώς και πώς!) και που έπνεε τα λοίσθια μετά τις ευρωεκλογές, προκειμένου, λοιπόν, να διασώσετε ένα μέτωπο στο οποίο δύο (ΔΕΑ και ΑΡΑΝ) από τους τέσσερις βασικούς «παίκτες» ήταν ήδη με το ενάμιση πόδι στην εξώπορτα, ωθήσατε τον Γραμματέα όχι μόνο στην έξοδο από την ηγεσία της ΛΑΕ, εξέλιξη μάλλον αναπόφευκτη όπως είχαν έρθει τα πράγματα, αλλά, άκουσον άκουσον, και από την ηγεσία του Αριστερού Ρεύματος! Ποια ανάγκη υπαγόρευσε αυτή τη δεύτερη εντελώς παράλογη εκπαραθύρωση; –«μετ’ επαίνων» κι αυτή… Οι «σύμμαχοι» δεν μπορούσαν να έχουν λόγο. Οπότε; Οπότε το βελάκι δείχνει εσάς. Τι να πει κανείς για μια τόσο άφρονα κίνηση;
Ας αφήσω όλα τα άλλα κι ας μείνω μόνο σε αυτό:
Καλά, δεν ξέρατε, σύντροφοι και συντρόφισσες, ότι η παραίτηση του Γραμματέα θα άνοιγε τον ασκό των αθρόων αποχωρήσεων και θα αποτελούσε τη χαριστική βολή στο ήδη παραπαίον Αριστερό Ρεύμα; Τι δικαιολογεί ένα τόσο ολέθριο λάθος, αποκορύφωμα αλλεπάλληλων άλλων; Και επί τέλους: δεν αφήσατε λάθος για λάθος που να μην κάνετε. Ήταν ανάγκη να κάνετε ακόμα κι αυτό;
Όμως, εδώ τίθεται εκ των πραγμάτων κι ένα άλλο ερώτημα, βασανιστικό:
Αλήθεια, γιατί μόνο μια παραίτηση και όχι παραιτήσεις εν σώματι, του συνόλου δηλαδή των μελών της Κεντρικής Επιτροπής; Εντάξει, ας πούμε για την οικονομία του λόγου ότι ο σύντροφος Παναγιώτης υπέπεσε στο λάθος της «αντιδραστικά εθνικιστικής παρέκκλισης». Ότι ο λόγος του ήταν «υπερβολικά καταγγελτικός». Πως ήταν, ακόμα, κάπως «ντεμοντέ». Πως η λειτουργία του ήταν συγκεντρωτική.
Ωραία όλα αυτά, ας πούμε (αναμφισβήτητα εμπεριέχουν επί μέρους αλήθειες, αλλά δεν συνιστούν υποχρεωτικά και την όλη αλήθεια). Εσείς, πού ήσαστε εδώ και πάνω από δυόμιση ολόκληρα χρόνια από τη συγκρότησή σας σε σώμα; Εσείς, η Κεντρική Επιτροπή, ήσασταν το ανώτερο όργανο. Δεν ήταν ούτε ο Γραμματέας ούτε η Εκτελεστική Γραμματεία. Εσείς τους εκλέξατε, σ’ εσάς λογοδοτούσαν. Γιατί δεν εκπληρώσατε τον ελεγκτικό και διορθωτικό σας ρόλο; Τι σας εμπόδισε; Κι εδώ, βέβαια, αναδύεται και πάλι το ερώτημα που έβαλα κλείνοντας το πρώτο κεφάλαιο: εσείς, που δεν εκπληρώσατε κανέναν από τους ρόλους σας, θα ηγηθείτε τώρα του «ανανεωμένου» Αριστερού Ρεύματος; Μπορώ να μάθω πώς θα συμβεί αυτό; Ποιο μαγικό ραβδί σας άγγιξε και σας «ανανέωσε»;
ΙΙΙ
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Κανονικά, θα έπρεπε να επεκταθώ αναλυτικά και σε λεπτομέρειες στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο, αυτό που αφορά τις δύο παραλλαγές Θέσεων (η πρόταση του σ. Λαφαζάνη δεν είναι ακριβώς Θέσεις· ως ιδιαίτερη πολιτική πλατφόρμα πρέπει να την έχουμε στο νου μας). Δεν θα το κάνω. Ήδη έχω υπερβεί κατά πολύ το χρόνο. Έτσι, θα περιοριστώ θέλοντας και μη θέλοντας σε τηλεγραφικές σχεδόν διαπιστώσεις.
Με την προϋπόθεση ότι όσα γράφονται εννοούνται κιόλας, κάτι που στη διαδρομή μου εντός της Αριστεράς έχω δει πολλές φορές να μη συμβαίνει, το πραγματικά διαφοροποιητικό στοιχείο των δύο παραλλαγών είναι το τι θα κάνουμε με τη ΛΑΕ. Οι Θέσεις που προτείνουν οι σύντροφοι Βρυώνης, Καλιντεράκης, Καλύβης και οι υπόλοιποι, προσβλέπουν στην αναζωογόνησή της. Οι Θέσεις της ομάδας των συντρόφων Καλομοίρη, Παπαδόπουλων, Πριμικήρη, εμμέσως και κομψώς πλην σαφώς κηρύσσουν την υπόθεση της ΛΑΕ περαιωμένη. Με όλο το σεβασμό αλλά και με κάθε ειλικρίνεια, να πω επ’ αυτού ότι θεωρώ αστειότητα, ακόμα και την παραμικρή σκέψη περί συνέχισης της ΛΑΕ. Ό,τι έχει απομείνει από τη ΛΑΕ είναι ένα απορφανισμένο και εξαρθρωμένο Αριστερό Ρεύμα και μια φοιτητική οργάνωση, η ΑΡΑΣ, με μηδενική επιρροή στην ελληνική κοινωνία. Αυτό ονειρευόμασταν για την ελληνική σύγχρονη εκδοχή της Unitad Popular, σύντροφοι;
Τα σημαντικότερα «τηλεγραφήματα», τώρα, που αφορούν έστω και σε κυμαινόμενο βαθμό και τις δύο παραλλαγές Θέσεων:
▪Πολλές οι παραδοχές λαθών, ουδεμία εξήγηση γιατί συνέβησαν και μάλιστα κατ’ εξακολούθηση.
▪Ουδεμία εμβάθυνση στην ιδιαίτερη ιδεολογική φυσιογνωμία μας. Τα όσα αναφέρονται θα τα προσυπέγραφε κατά συντριπτική πλειοψηφία κάθε αριστερή πολιτική συλλογικότητα. Ποιος δεν είναι και λενινιστής; Ποιος δεν είναι και γκραμσιανός; Αλλά ποια είναι εκείνα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας μας που θα φέρουν κάποιον κοντά σ’ εμάς κι όχι κοντά στην ΑΡΑΣ, τον ΔιΡιζΑ, ή την ΑΡΚ; Ο καθένας διαλέγει και παίρνει. Απ’ όλα έχει το πανέρι.
▪Δεν υπάρχει επιθετικός προσδιορισμός που να μη συνοδεύει το Αριστερό Ρεύμα. Το Αριστερό Ρεύμα είναι τα πάντα όλα: και Ριζοσπαστικό, και Κινηματικό, και Οικολογικό, και Ανατρεπτικό, και Διεθνιστικό, και Αντιιμπεριαλιστικό, και Πατριωτικό. Αυτό, γενικά, επί της αρχής που λέμε, είναι σωστό. Αλλά δεν παύει να είναι μια γενικότητα, μια «γενική αλήθεια». Όμως, όπως όλοι ξέρουμε (ή θα έπρεπε να ξέρουμε), ποτέ το γενικό δεν εμφανίζεται ως τέτοιο, παρά μόνο «στα χαρτιά», σε γενικές διακηρύξεις αρχών. Το γενικό εμφανίζεται πάντα με την ιδιαίτερη μορφή που παίρνει στη συγκεκριμένη κάθε φορά κατάσταση. Συνεπώς, τι ειδικά και κυρίως πρέπει να είναι το Αριστερό Ρεύμα στην ιδιαίτερη σημερινή φάση, πού πρέπει να ρίξει το κέντρο βάρους; Καμία από τις δύο παραλλαγές Θέσεων δεν μας διαφωτίζει επ’ αυτού. Ο ευρών αμειφθήσεται. Μοιάζουμε έτσι με μία πυξίδα που περιλαμβάνει όλα τα σημεία του ορίζοντα, αλλά, η καημένη, δεν έχει βελόνα!
▪Σωστά ακούσατε «και Πατριωτική»; Ναι. Σωστά ακούσατε, δεν παρακούσατε. Το Αριστερό Ρεύμα εξακολουθεί να είναι και πατριωτικό. Και τότε, ρε σύντροφοι, γιατί κάναμε αποδεκτή (ορισμένοι μετά χαράς) την παραίτηση του Γραμματέα μας από τη θέση του στην οργάνωσή μας; Πόσος παραλογισμός υπάρχει σ’ όλο αυτό;
▪Ουδεμία επισήμανση, ούτε καν νύξη, για τις μεταλλάξεις που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια υπό την επίδραση του μεταμοντέρνου φιλελευθερισμού ο χώρος της λεγόμενης Ριζοσπαστικής Αριστεράς –αναβαθμισμένος και ευφημιστικός εν πολλοίς όρος για το εξωκοινοβούλιο (του οποίου, φευ, αποτελούμε πλέον τμήμα…).
▪Αυταπάτες για τις δυνατότητες γενικότερης πολιτικής παρέμβασης μέσω των αυτοδιοικητικών σχημάτων στα οποία συμμετέχουμε και παντελής αγνόηση του γεγονότος ότι στην πλειοψηφία αυτών των σχημάτων είμαστε ουρά –και μάλιστα χαμηλωμένη– οργανώσεων που είτε συμμετέχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ είτε χαρακτηρίζονται από το εξόφθαλμα αριστερίστικο και σεχταριστικό πνεύμα της και λίγο-πολύ βλέπουν τις δημοτικές κινήσεις ως τοπικές εν δυνάμει εστίες της «επανάστασης».
▪Ουδεμία αναφορά στην αρνητική πλευρά του δικαιωματισμού και τις διαβρωτικές ιδεολογικές συνέπειές του για τις οποίες αδιαφορούν πλήρως οι φονταμενταλιστικές σέχτες του αριστερισμού, με τις οποίες συχνά συνοδοιπορούμε χωρίς «αποστάσεις ασφαλείας».
▪Ουδεμία επισήμανση, έστω και υπαινικτικά, της ανάγκης για ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση με τις ιδέες της πολύμορφης αναρχίας που προελαύνουν αμαχητί σε σημαντικά τμήματα της νεολαίας.
▪Ουδεμία ουσιαστική θέση για το λεγόμενο (και από εμάς) εθνικό θέμα της τουρκικής επεκτατικής (ιμπεριαλιστικής στην ουσία, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών) επιβουλής.
▪Ουδεμία ουσιαστική θέση για το Μεταναστευτικό ζήτημα που τείνει να πάρει διαστάσεις νέου Εθνικού Ζητήματος.
Συνοψίζοντας: ενώ και οι δύο εκδοχές Θέσεων αναγνωρίζουν και τονίζουν την ανάγκη βαθιών τομών, κάτι που για μένα σημαίνει βέβαια ότι πρέπει να ξανακάνουμε τους λογαριασμούς ξανά από την αρχή, παρ’ όλα αυτά, δεν δίνουν το καλό παράδειγμα πραγματικής διάθεσης να σπάσουμε σαπισμένες πια ρίζες, γινόμενοι έτσι πραγματικοί ριζοσπάστες με όλη την καλή σημασία της λέξης. Τα ευχολόγια, οι ευσεβείς πόθοι ή τα σχέδια επί χάρτου βέβαια και δεν λείπουν. Αλλά, νομίζω, το ξέρουμε πια πολύ καλά ότι «η οδός της απωλείας» είναι γεμάτη από τέτοιου είδους οδοδείκτες…
Κλείνοντας
Συντρόφισσες και σύντροφοι, λυπάμαι που δεν σας είπα ευχάριστα νέα και με στενοχωρεί πολύ που δεν έχω να σας πω τέτοια ούτε τώρα, στο τέλος. Χωρίς φτιασιδώματα, λοιπόν, και χωρίς «των δειλών τα παρακάλια και παράπονα», ας το δεχθούμε:
Ό,τι κι αν υπήρξε το Αριστερό Ρεύμα (και υπήρξε πολλά πράγματα και όχι μόνο αρνητικά, όπως συνέβη αυτή την τελευταία του περίοδο), ό,τι κι αν υπήρξε, έχει κλείσει τον κύκλο του και οι άνθρωποι που έχουμε απομείνει δεν επαρκούμε ποσοτικά, αλλά –δυστυχώς και κυρίως– ούτε ποιοτικά, για να ανοίξουμε έναν καινούργιο. Το Αριστερό Ρεύμα δεν μπορεί να αναγεννηθεί παρά μόνο αν «πεθάνει» ως τέτοιο και αναβαπτιστεί δημιουργικά και διαλεκτικά μέσα σε έναν πολύ ευρύτερο κύκλο που θα τον αποτελέσουν όσες πολιτικές συλλογικότητες της Αριστεράς αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα των καιρών και την ανεπάρκεια αντίστοιχα και των δικών τους μεμονωμένων δυνάμεων, καθώς και εκείνοι από τους χιλιάδες αποστρατευμένους παρά τη θέλησή τους αριστερούς ανθρώπους που θα θελήσουν να συναποτελέσουν ισότιμα οργανικό τμήμα και κινητήρια δύναμη μιας ριζικά άλλης Αριστεράς, γενναίας και ειλικρινούς πρώτα και κύρια απέναντι στον εαυτό της, αλλά και όχι ανόητα ριζοσπαστικής, έτσι που να κόβει ακόμα και τα κλαδιά επάνω στα οποία στηρίζεται και η ίδια!
Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι η γενική κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι η κατεύθυνση που έχει δείξει από τις αρχές Ιουνίου σε αδρές γραμμές ο σ. Λαφαζάνης. Όχι επειδή υπάρχει κάποια εγγύηση για την ευτυχή κατάληξη της διαδρομής της –δεν υπάρχει.
Αλλά επειδή οποιαδήποτε άλλη κατεύθυνση δεν εγγυάται τίποτε άλλο εκτός από την παράταση της σημερινής δυστυχίας μας και μόνο.
Σας ευχαριστώ όλους και όλες για την προσοχή σας και ζητώ συγγνώμη για τη μεγάλη υπέρβαση του χρόνου.
Δημήτρης Αργ. Παπαμητρόπουλος
(Αριστερό Ρεύμα Βορείων Προαστίων)