Ας ξεκινήσουμε με μια προκλητική αξιολογητική κρίση: Όσοι λιγώνονται από την αντιεθνικιστική ρητορεία του Τσίπρα και πανηγυρίζουν μέσα τους για τις αναφορές του στο Δημοκρατικό Στρατό και στη Μίρκα Γκίνοβα, ας ενταχθούν κατευθείαν στον ΣΥΡΙΖΑ, να μην παιδεύονται κι αυτοί, και να μην παιδεύουν και άλλους.
Ας ενταχθούν στον ΣΥΡΙΖΑ και όσοι θεωρούν ότι «είναι κακή η επέκταση του ΝΑΤΟ», αλλά από την άλλη «ποιοι είμαστε εμείς που θα απαγορεύσουμε την είσοδο ενός γειτονικού κράτους στο ΝΑΤΟ;». Όποιος πιστεύει ότι «η εναντίωση στο ΝΑΤΟ είναι θέμα του γειτονικού κράτους και όχι δικό μας», απέχει μια σταλιά δρόμο από το να σφυρίζει αδιάφορα όταν βομβαρδίζεται η Συρία και διαμελίζεται το Ιράκ γιατί «ποιοι είμαστε εμείς που θα αποφασίσουμε τι θα γίνει σε μια άλλη χώρα;». Λες και άμα πει η όποια ελληνική Αριστερά «όχι στη Συμφωνία», θα απαγορεύσει («σταλινικά», ναι, ακούστηκε και αυτό) στους γείτονες την είσοδο στο ΝΑΤΟ.
Ας προστρέξουν στο κυβερνητικό κόμμα και όσοι αηδιάζουν με αποτροπιασμό μπροστά στη -λάθος είναι αλήθεια- θέση του ΚΚΕ ή της ΛΑΕ για ενίσχυση του αλυτρωτισμού των γειτόνων, καταπίνοντας με ευχαρίστηση τόνους Νατοϊκών λυμάτων και ιμπεριαλιστικών αποπάτων.
Το ίδιο και όσοι θεωρούν ότι το κρίσιμο σήμερα ζήτημα για την ελληνική κοινωνία είναι η διαίρεση ανάμεσα σε διεθνιστές και μακεδονομάχους. Αλλά και όσοι θεωρούν ότι η συγκεκριμένη συμφωνία είναι αποτέλεσμα του ελληνικού εθνικισμού και αν κατηγορούν σε κάτι την κυβέρνηση είναι ότι ήταν πολύ επιθετική με τους γείτονες και αντί να τους αφήσει το όνομα, τους υποχρέωσε σε αλλαγή. Αυτοί έχουν πάρει διαζύγιο με κάθε τι που θυμίζει μαρξισμό και διαλεκτική, μόνο που θεωρούν εαυτούς ειδήμονες και στον μαρξισμό και στη διαλεκτική.
Είναι κρίμα και άδικο όλοι οι παραπάνω να έχουν ενσωματωθεί από την κορυφή μέχρι τα νύχια στην κυρίαρχη αστική πολιτική και να μην απολαμβάνουν τα κάθε είδους προνόμια που έχει η ένταξη σε ένα κόμμα εξουσίας.
Είναι επίσης κρίμα να ταλαιπωρούν οι απόψεις ενός αστικού κοσμοπολίτικου εκσυγχρονισμού την Αριστερά, την ώρα που αυτή έχει ζωτική ανάγκη τη δικιά της ανταγωνιστική οργάνωση και ανταγωνιστική θεωρία για να ανασυντεθεί και να ξαναχτιστεί από τα σημερινά ερείπια.
Ο δε θαυμασμός στον «παιχταρά» Τσίπρα ή στον «τεκμηριωμένο και γνώστη» Κοτζιά, καλύτερα να αντικατασταθεί από τον θαυμασμό μπροστά στην ΑΕΚ, στον ΠΑΟΚ, στον Τσιτσιπά ή στον Ναδάλ.
Το να περιορίζει κάποιος τον εαυτό του στο ρόλο του ποδοσφαιρικού θεατή μιας ενδοαστικής κόντρας στη Βουλή ανάμεσα στα παλτά – μακεδονομάχους και στους παιχταράδες αντιεθνικιστές, είναι θέμα δικό του. Το να περιμένει ότι αυτό πρέπει να κάνει και η όποια Αριστερά επιμένει να είναι Αριστερά, πάει πολύ.
Ο Βούτσης είχε δίκιο όταν έλεγε πριν μήνες ότι το Μακεδονικό θα είναι όχημα ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού. Αυτό εννόησε ο Τσίπρας όταν μίλησε για τη δεξιά πολυκατοικία εντάσσοντας τον Καμμένο σε αυτήν, ενώ όλοι οι σχεδιασμοί του ΣΥΡΙΖΑ αφορούν την ανασύσταση μιας μεγάλης ενιαίας Κεντροαριστεράς. Η παρέλαση των κυβερνητικών στελεχών από το σπίτι του υπέργηρου Λιβάνη δεν ήταν τίποτα άλλο από υποβολή διαπιστευτηρίων επ΄ αυτού του σχεδίου. Το ίδιο και η διάλυση του ΚΙΝΑΛ, του Ποταμιού, της Ένωσης Κεντρώων και λοιπών ενδιάμεσων.
Η διαπίστωση Βούτση μακάρι να συνοδευτεί και από την ανασύνθεση της πολιτικής και ανθρώπινης γεωγραφίας και στην Αριστερά. Ας πάνε να γίνουν ουρά της κυβέρνησης όσοι έχουν αφαιρέσει το κρίσιμο στοιχείο του ιμπεριαλισμού και των αστικών συμφερόντων. Όσοι μιλούν για τη συμφωνία υποβαθμίζοντας ότι η συμφωνία έγινε, ψηφίστηκε και θα εφαρμοστεί, βρέξει χιονίσει γιατί αυτή είναι η συνασπισμένη θέληση των ιμπεριαλιστών.
Ας πάνε να γίνουν εξαπτέρυγα του Τσίπρα όσοι μιλούν για τη συμφωνία έχοντας πέσει σε χειμερία νάρκη από το 1992, τότε που η κρατούσα αστική πολιτική ήταν ο εθνικισμός και σύσσωμο το ελληνικό Κοινοβούλιο κραύγαζε ότι «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική».
Τους έχουμε νέα: Εδώ και εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια, υπό την καθοδήγηση ΕΕ και ΗΠΑ όλη η αστική πολιτική έχει περάσει στη σφαίρα του ρεαλισμού, της αποδοχής τετελεσμένων, της σύνθετης ονομασίας, της ανάγκης επίλυσης. Ο Σαμαράς χθες, ως αντιπολίτευση, ξαναθυμήθηκε ότι «η Μακεδονία είναι μία», αλλά ξέχασε ότι ως κυβέρνηση προωθούσε τη σύνθετη ονομασία.
Το να σκιαμαχεί κανείς με τον μακεδονομάχο Σαμαρά από τις θέσεις της επίσημης και διαχρονικής αστικής πολιτικής, δεν τον κάνει αριστερό, τον κάνει άξιο εκπρόσωπο της άρχουσας τάξης.
Και από αυτή την άποψη ο Τσίπρας είναι παιχταράς: Η κοινωνία σε καταστολή, εμπεδώνει το ρόλο της ως παθητικού θεατή, η αστική πολιτική να βρίσκει τον καλύτερό της εκφραστή στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ και οι αριστεροί σε σύγχυση να ξερογλύφονται είτε με τις αντιδεξιές και αντιεθνικιστικές κορώνες του Τσίπρα, είτε να βρίσκουν καταφύγιο και αποκούμπι στο ακούνητο (και προς τούτο ακίνδυνο) ΚΚΕ.
Μόνο που ο Τσίπρας είναι στο αντίπαλο στρατόπεδο. Και όρος για την επιβίωση των κοινωνικών τάξεων που θέλει να εκφράσει η Αριστερά, είναι η συντριβή του.
*Πηγή: antapocrisis.gr