Η υγειονομική κρίση έχει επιφέρει σωρεία ανησυχιών σ’ όλο τον πλανήτη, καθώς πέραν των χιλιάδων νεκρών η προσοχή στρέφεται και στην επόμενη ημέρα, η οποία προβλέπεται δυσοίωνη σε επίπεδο οικονομίας.
Ολοένα και περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί «ψελλίζουν» τη λέξη ύφεση και προσπαθούν να παροτρύνουν τους ηγέτες των κρατών να λάβουν άμεσα μέτρα για την άμβλυνση των συνεπειών.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του προέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ντέιβιντ Μάλπας, ο οποίος προειδοποίησε για μια «μεγάλη παγκόσμια ύφεση», η οποία θα πλήξει περισσότερο τις φτωχότερες και πιο ευάλωτες χώρες.
«Σκοπεύουμε να απαντήσουμε με αποφασιστικότητα και μαζικά, κάνοντας χρήση των προγραμμάτων στήριξης, ιδιαίτερα για τις φτωχές χώρες» έσπευσε να προσθέσει.
Παρεμφερείς είναι οι προβλέψεις και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, με τον υπεύθυνο για την Ευρώπη, Πολ Τόμσεν, να «βλέπει» βαθιά ύφεση, η οποία θα αποκλιμακωθεί από το επόμενο έτος.
Μάλιστα, υπάρχουν αρκετές «φωνές», οι οποίες κάνουν λόγο για μια οικονομική κρίση, οι επιπτώσεις της οποίας θα υπερβαίνουν τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
Στο πλαίσιο αυτό, ολοένα και περισσότερες χώρες λαμβάνουν έκτακτα οικονομικά και νομισματικά μέτρα για τη θωράκιση των εθνικών οικονομιών.
Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η συνεδρίαση του Eurogroup, η οποία είναι προγραμματισμένη για τη Δευτέρα, με την ελληνική πλευρά να προσδοκά τη χορήγηση ρευστότητας, μέσω μιας σειράς μηχανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), χωρίς όμως τις προϋποθέσεις και του όρους του παρελθόντος.