Ισχυρότατες αντιδράσεις προκαλεί η επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ για την ηγεσία της Παγκόσμιας Τράπεζας, μετά την παραίτηση του Κιμ Γιονγκ Κιμ, τρία χρόνια μάλιστα πριν λήξει επίσημα η θητεία του. Ο Κιμ Γιονγκ Κιμ τοποθετήθηκε για πρώτη φορά το 2012 επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα και κατόπιν υποδείξεως της Χίλαρι Κλίντον, και το 2016 για δεύτερη φορά, μέχρι που επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα του σε ένα ιδιωτικό επενδυτικό κεφάλαιο. Προβλήματα ωστόσο υπήρχαν με τη θητεία του πολύ πριν δώσει τροφή σε σχόλια για τις περίφημες «περιστρεφόμενες πόρτες» όπως αποκαλείται το φαινόμενο της μεταπήδησης χρυσοπληρωμένων στελεχών του δημόσιου τομέα και διεθνών οργανισμών σε επιτελικές θέσεις του ιδιωτικού τομέα, μεταφέροντας στις αποσκευές τους ακριβοπληρωμένες πληροφορίες και στρατηγική γνώση…
Η θητεία του Κιμ Γιονγκ Κιμ χαρακτηρίστηκε από την εφαρμογή ενός χρηματοδοτικού μοντέλου που περιελάμβανε τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Αδιαμφισβήτητα το παραδοσιακό πρότυπο (με τις αναπτυγμένες χώρες να χορηγούν δάνεια στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες) αδυνατούσε να ανταποκριθεί εδώ και χρόνια στις πραγματικότητες της παγκόσμιας οικονομίας, όπως αυτές διαμορφώνονται με τη ανάδυση κέντρων οικονομικής ισχύος στην περιφέρεια του καπιταλισμού. Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας όμως δεν αρκέστηκε να τροποποιήσει τους ρόλους μεταξύ των 100 περίπου κρατών που συμμετέχουν στην Τράπεζα, αλλά εισήγαγε νέους πρωταγωνιστές που είναι ιδιωτικά κεφάλαια. Ως αποτέλεσμα, χρηματοδοτήθηκαν δράσεις όχι τόσο κοινωφελείς, όσο ανταποδοτικές που δεν περιλαμβάνουν κίνδυνο για την επιστροφή των κεφαλαίων…
Οι προοπτικές είναι ακόμη χειρότερες. Το πρόβλημα ξεκινά από την διαδικασία επιλογής του προέδρου που δε στηρίζεται στα προσόντα κάθε υποψήφιου, αλλά στις προτιμήσεις (ή τα ανεξόφλητα γραμμάτια) του αμερικανού προέδρου. Να θυμίσουμε πώς από την ίδρυσή τους, την επαύριο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τα δίδυμα του Μπρέτον Γουντς, Παγκόσμια Τράπεζα και ΔΝΤ, έχουν στην ηγεσία τους αντίστοιχα Αμερικανό κι Ευρωπαίο. Κι ας είναι ό,τι να ‘ναι… Εν έτει 2019 ωστόσο, που η αρχή «Πρώτα η Αμερική» γίνεται μέτρο χάραξης πολιτικής εκτός κι εντός των ΗΠΑ, η επιλογή του Τραμπ στρέφεται ενάντια στις αρχές της ίδιας της Παγκόσμιας Τράπεζας. Δεν υπηρετεί αλλά ακυρώνει το έργο της, όπως περιγράφεται τουλάχιστον στο καταστατικό της.
Κι αυτό το συμπέρασμα δεν είναι υποθετικό, αλλά προκύπτει από άρθρο γνώμης που έγραψε ο νέος πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ντέιβιντ Μαλπάς όπως δημοσιεύθηκε στους Financial Times στις 7 Φεβρουαρίου 2019. Ο Ντέιβιντ Μαλπάς είναι αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών με αντικείμενο τη διεθνή οικονομία, ενώ συμμετείχε στα υπουργικά συμβούλια του Ρέιγκαν και του Μπους. Ήταν μάλιστα επικεφαλής οικονομολόγος της Bear Sterns επί 6 χρόνια μέχρι την κατάρρευση της. Τόσο πετυχημένη πορεία… Στο πρώτο δείγμα γραφής που κατέθεσε δεν αναφέρει ούτε καν τη λέξη της κλιματικής αλλαγής, παρότι η Παγκόσμια Τράπεζα μόλις τον προηγούμενο μήνα, με βάση δημοσίευμα των New York Times στις 7 Ιανουαρίου, ανακοίνωσε πώς θα επενδύσει 200 δισ. ευρώ την επόμενη πενταετία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Επαναλαμβάνει δε μονότονα την ανάγκη διαφάνειας και υιοθέτησης «καλών πρακτικών» αφήνοντας να εννοηθεί πως το πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας δεν είναι η έλλειψη κεφαλαίων η ο ετεροβαρής τους επιμερισμός αλλά η …διαφθορά. Νεοφιλελεύθερη απολογητική!
Την απόσταση που χωρίζει την αναγκαία δράση της Παγκόσμιας Τράπεζας υπό τις σημερινές συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών και εισοδηματικών αντιθέσεων από την τροχιά που διαφαίνεται ότι θα ακολουθήσει, ανέδειξαν ακόμη κι οι Financial Times σε σημείωμα της σύνταξης τους που δημοσιεύτηκε στις 9 Φεβρουαρίου κι οποίοι δε φημίζονται για την κοινωνική ευαισθησία τους. Έγραφαν λοιπόν ότι «ένα νέο μοντέλο για την τράπεζα θα απαιτήσει έναν πρόεδρο με το στόχο να πείσει τις κυβερνήσεις μέλη να κατευθύνουν ουσιαστικά ποσά στη χρηματοδότηση παγκόσμιων κοινών αγαθών όπως η διαχείριση του νερού, η αντιμετώπιση πανδημιών, η διατήρηση της βιοποικιλότητας και η διαχείριση των επιπτώσεων στην ανάπτυξη των προσφυγικών και μεταναστευτικών κρίσεων».
Η μετατροπή της Παγκόσμιας Τράπεζας σε εργαλείο εκ μέρους της Ουάσινγκτον για την προώθηση των σχεδίων εδραίωσης κι εμβάθυνσης της αμερικανοκρατίας ανά τον κόσμο θα εντείνει την κρίση νομιμοποίησης του νέου προέδρου κι αργά ή γρήγορα θα προκαλέσει φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της…
Πηγή: Νέα Σελίδα