Ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός Johannes Kahrs καταλογίζει στον υπουργό Οικονομικών ότι για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης δεν παραδέχεται δημόσια την αναγκαιότητα περικοπής του ελληνικού χρέους. Συνέντευξη στη DW.
Ο εκπρόσωπος για θέματα προϋπολογισμού της ΚΟ των σοσιαλδημοκρατών Johannes Kahrs ανήκει σε εκείνους τους Γερμανούς βουλευτές που ζητούσαν η συζήτηση για την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup να είχε γίνει στην Ολομέλεια της Βουλής. Τελικά όμως το κόμμα του, όπως και όλα τα άλλα που εκπροσωπούνται στο κοινοβούλιο, αποφάσισαν ότι το θέμα της επόμενης δόσης προς την Ελλάδα θα απασχολήσει μόνο τη Επιτροπή Προϋπολογισμού σε κλειστή συνεδρίαση. Ο λόγος που ο επικεφαλής του Κύκλου Ζέχαϊμ (Seeheimer Kreis), ο οποίος εκφράζει τη δεξιά πτέρυγα της ΚΟ του SPD έθετε θέμα δημόσιας συζήτησης, σχετίζεται με τον τρόπο που χειρίζεται ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε το θέμα του ελληνικού χρέους.
Ασαφής για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης
Ο Johannes Kahrs καταλογίζει στον χριστιανοδημοκράτη υπουργό Οικονομικών ότι από το 2015 και μετά προσπαθεί να συγκαλύψει το γεγονός ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Εδώ και δύο χρόνια η στάση του Schaeuble χαρακτηρίζεται από ασάφεια, υποστηρίζει σε συνέντευξή του στη Deutsche Welle. Ενώ επιμένει στη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα επειδή διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία, απορρίπτει συγχρόνως την εκτίμηση του Ταμείου για την αναγκαιότητα περικοπής του χρέους. Αποτέλεσμα αυτής της «αντίφασης» είναι ένας «σαθρός συμβιβασμός». Το ΔΝΤ παραμένει στο πρόγραμμα χωρίς οικονομική συμμετοχή.
Το ζητούμενο όμως είναι σύμφωνα με τον J. Kahrs κατά πόσο «θέλουμε τη συμμετοχή του ΔΝΤ ή όχι. Αν τη θέλουμε, τότε το Ταμείο έχει μιλήσει ξεκάθαρα για τις προϋποθέσεις –δηλαδή τη βιωσιμότητα του χρέους και την περικοπή του. Ο Schaeuble όμως φοβάται τη σχετική συζήτηση όπως ο διάβολος το λιβάνι. Θέλει να αποφύγει οπωσδήποτε κάθε συζήτηση πριν από τις εκλογές. Δύο χρόνια τώρα παρακολουθούμε τις ασάφειες του Wolfgang Schaeuble για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης. Στο τέλος όμως θα γίνει η περικοπή του χρέους. Θα ήταν όμως καλύτερα αν ήταν από την αρχή ειλικρινής.» Βέβαια, μια δημόσια συζήτηση στη Γερμανία για το κούρεμα του χρέους δεν θα ήταν εύκολη, παραδέχεται ο Γιοχάνες Καρς. Αλλά θα πρέπει επιτέλους να γίνει. Το πιθανότερο όμως είναι η αβεβαιότητα για το χρέος να διαρκέσει ως το καλοκαίρι του 2018.
Οι Έλληνες θα σώσουν την Ελλάδα
Παρά όμως τα δάνεια και την όποια ελάφρυνση του χρέους, οι απαντήσεις για το πώς θα σταθεί ξανά στα πόδια της η Ελλάδα θα πρέπει να δοθούν από την ίδια τη χώρα, τονίζει ο κ. Καρς. Οι σοσιαλδημοκράτες είναι υπέρ του «η Ελλάδα να πάρει τα χρήματα της επόμενης δόσης επειδή είναι αναγκαία για την εξυπηρέτηση των δανείων και την εξόφληση οφειλών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις. Αυτή είναι η συμβολή που μπορούμε εμείς να προσφέρουμε. Η Ελλάδα δεν πρόκειται όμως να σωθεί ούτε από τη Γερμανία και ούτε από την Ευρώπη. Είναι υπόθεση των Ελλήνων. Ωστόσο θα πρέπει να τους δώσεις τη δυνατότητα να το κάνουν.»
Οι Έλληνες θα πρέπει από την πλευρά τους να αξιοποιήσουν την «ανάσα» που τους δίνεται για να κάνουν εκείνες τις διαρθρωτικές αλλαγές που είναι αναγκαίες για ένα λειτουργικό φορολογικό σύστημα και μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση. Χωρίς τέτοιου είδους αλλαγές, επισημαίνει ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός, η χώρα θα βρεθεί πολύ σύντομα ξανά στο χείλος του γκρεμού: «Νομίζω ότι το χρέος και η συζήτηση περί αυτού δεν είναι τα ουσιώδη. Τα ουσιώδη είναι αν θα υπάρξει εμπιστοσύνη σε μια ανοδική προοπτική της οικονομίας, αν θα έρθουν ξένοι επενδυτές, αν εγκατασταθούν εταιρίες στην Ελλάδα, αν θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Μόνο αν οι άνθρωποι έχουν δουλειά, αν έχουν κατάρτιση και πληρώνουν φόρους, μόνο τότε μπορεί ένα κράτος να λειτουργήσει και να αλλάξει και μπορούμε να μιλάμε για διαρθρωτική αλλαγή. Μόνο με λιτότητα δεν πρόκειται να σταθεί η οικονομία στην Ελλάδα ξανά στα πόδια της.»
Πρέπει να ξεπεραστεί ο λαϊκισμός
Αναφερόμενος, τέλος, στις ελληνογερμανικές σχέσεις ο Johannes Kahrs συνιστά σε όλες τις πλευρές να μην προσφεύγουν σε λαϊκισμούς: «Πιστεύω ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση έχει υποστεί οδυνηρές δοκιμασίες και ότι τώρα ακολουθεί το δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Παλιότερα γνωρίσαμε και έναν έλληνα υπουργό Οικονομικών, ο οποίος διεξήγαγε με τον δικό μας υπουργό Οικονομικών αξιοσημείωτες μονομαχίες. Για τους Ευρωπαίους ήταν πολύ διασκεδαστικό, για τους Έλληνες μάλλον θλιβερό. Επί της ουσίας όμως αυτή η αντιπαράθεση δεν πρόσφερε σε κανέναν τίποτα. Σε τελική ανάλυση σκοπός της πολιτικής είναι να βελτιώσει τη ζωή των ανθρώπων.»