Ο Τραμπ σε ρόλο νεκροθάφτη της ΕΕ

3044
Trump

Διμέτωπος εναντίον Γερμανίας- Κίνας και αντιισλαμική Σταυροφορία. Ισχυρά τμήματα των αμερικανικών και των ευρωπαϊκών ελίτ ήθελαν να πιστεύουν ότι ο εκκεντρικός Ντόναλντ Τραμπ θα αποδειχθεί ένας εικονικός πρόεδρος, που θα αφήσει τους πιο παραδοσιακούς συνεργάτες του, όπως τον αντιπρόερο Πενς και τον υπουργό Άμυνας Μάτις, “να οδηγούν από το πίσω κάθισμα”, εξασφαλίζοντας τη συνέχεια στους θεμελιώδεις προσανατολισμούς της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Τρεις ημέρες πριν από την εγκατάσταση του εκλεγμένου προέδρου στον Λευκό Οίκο, αυτή η προσδοκία εμφανίζεται ήδη κατά πολύ εξασθενημένη.

Με τη συνέντευξη που παραχώρησε στους Times του Λονδίνου και τη γερμανική Bild, ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίστηκε ανοιχτά ως ο επίδοξος νεκροθάφτης της ΕΕ χαιρετίζοντας το Brexit και εκτιμώντας ότι και άλλες χώρες θα ακολουθήσουν σύντομα το παράδειγμα των Βρετανών γιατί “οι λαοί ανησυχούν για την εθνική τους ταυτότητα”. Χαρακτήρισε την ΕΕ “όχημα” για τη γερμανική ηγεμονία- κάτι που, βέβαια, συμμερίζονται κατ’ ιδίαν πάρα πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί, αλλά όταν διατυπώνεται δημοσίως από έναν Αμερικανό ηγέτη ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου. Τη στιγμή μάλιστα που ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία και Ιταλία) διανύουν εκλογική χρονιά, η παρέμβαση Τραμπ λειτουργεί ως ενθάρρυνση των δεξιών ή και ακροδεξιών εθνικιστικών δυνάμεων (Λεπέν, Βίλντερς, AfD) που εναντιώνονται από τη δική τους, αντιδραστική σκοπιά στην ΕΕ. Οι ανοιχτές απειλές του για εμπορικό πόλεμο με τη Γερμανία ήρθαν να ενισχύσουν αυτή την εικόνα.

Λίγες μέρες νωρίτερα, ο Τραμπ είχε παραχωρήσει μια άλλη σημαντική συνέντευξη, στην αμερικανική Wall Street Journal, όπου επιβεβαίωσε την επιμονή του σε μια αντικινεζική γραμμή, υπερασπιζόμενος την ανεξαρτησία της Ταϊβάν και αμφισβητώντας ανοιχτά τη γραμμή της “Μίας Κίνας” που ακολουθούσαν όλοι οι Αμερικανοί πρόεδροι από εποχής Κάρτερ. Βλέποντας τη Γερμανία και την Κίνα, τις δύο μεγάλες βιομηχανικές- εξαγωγικές δυνάμεις, ως τους πιο επικίνδυνους δυνητικούς ανταγωνιστές των ΗΠΑ, ο Τραμπ συνέχισε την προσπάθειά του να αποτρέψει ενδεχόμενη σύμπραξή τους με τη Ρωσία, στην οποία πρότεινε μια κάποια συνενόηση, με άρση των κυρώσεων σε βάρος της εφ’ όσον επιτευχθεί συμφωνία για δραστική μείωση των πυρηνικών εξοπλισμών. Την προσέλκυση της Ρωσίας, αλλά και την άσκηση πίεσης στους Ευρωπαίους για μεγαλύτερη συμμετοχή στις αμυντικές δαπάνες της Δύσης, εξυπηρετούν και οι επανειλημμένες δηλώσεις του περί “παρωχημένου” ΝΑΤΟ.

Στο σύνολό τους, αυτές οι τοποθετήσεις του Τραμπ, εάν βεβαίως υλοποιηθούν (ένα τεράστιο ΕΑΝ) θα σηματοδοτούσαν το τέλος της “Δύσης”, δηλαδή της ευρατλαντικής, ιμπεριαλιστικής σύμπραξης υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ. Βεβαίως, ο Τραμπ δεν είναι ο πρώτος διδάξας. Οι νεοσυντηρητικοί του Τζορτζ Μπους έκαναν από μια άποψη το ίδιο με τον μονομερή πόλεμο κατά του Ιράκ που δίχασε την ΕΕ και το ΝΑΤΟ (ποιος δεν θυμάται τον τότε υπουργό Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ και τις θεωρίες του περί “παλιάς” και “νέας” Ευρώπης;). Υπάρχει ωστόσο μια ποιοτική διαφορά. Οι νεοσυντηρητικοί του Τραμπ ήλπιζαν ότι μέσα από τον “παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”, με πρώτους σταθμούς το Αφγανιστάν και το Ιράκ, θα θριάμβευαν, υποτάσσοντας τους Γερμανούς, τους Γάλλους και τους Ρώσους, για να εγκαινιάσουν έναν “Νέο Αμερικανικό Αιώνα”, μια μακρόχρονη Pax Americana.

Αντίθετα, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι το σύμπτωμα της οριστικής αποτυχία αυτών των σχεδίων. Στη θέση της πιο φιλόδοξης ευρωατλαντικής συμμαχίας, τείνει να αναδιπλωθεί σε μια συμμαχία της “Αγγλόσφαιρας”, με πυρήνα μια στενή οικονομική και στρατιωτική σχέση ΗΠΑ- Βρετανίας. Η πρότασή του για διμερή εμπορική και οικονομική συμφωνία ενίσχυσε, στους κόλπους των βρετανικών ελίτ και της κυβέρνησης Μέι, τις τάσεις που τάσσονται υπέρ του “σκληρού Brexit”, με αποχώρηση όχι μόνο από την ΕΕ, αλλά και από την Κοινή Αγορά, αλλά και με πιο σαφή προσανατολισμό προς την αμερικανική αγορά. Κάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο και για άλλες χώρες, όπου ενισχύονται οι τάσεις εξόδου από την ΕΕ ή τουλάχιστον την ευρωζώνη, με πρώτη την Ιταλία.

Βεβαίως, ο δραματικός αναπροσανατολισμός της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που ευαγγελίζεται ο Τραμπ έχει διχάσει βαθύτατα τις ελίτ και το “βαθύ κράτος” της χωλαίνουσας υπερδύναμης, όπου μαίνεται ένας πραγματικός, εσωτερικός πόλεμος. Η τελευταία δημοσιοποίηση έκθεσης της CIA που εμφανίζει τους Ρώσους να κρατάνε στο χέρι τον Τραμπ, έχοντας αποκτήσει βίντεο με σεξουαλικές δραστηριότητές του, αποτελεί τον τελευταίο, μέχρι στιγμής, κρίκο της αλυσίδας. Η συνύπαρξη προσώπων με συγκρουόμενες απόψεις, σε βασικά ζητήματα, στους κόλπους της κυβέρνησης Τραμπ προδιαθέτει για μια ασταθή και εν πολλοίς απρόβλεπτη διακυβέρνηση.

Ακόμη κι αν ο Τραμπ καταφέρει να σταθεροποιηθεί, ο κόσμος που επαγγέλλεται δεν θα βασίζεται σε μια νέα, περισσότερο ειρηνική και δίκαιη διεθνή τάξη πραγμάτων, αλλά θα μοιάζει, από πολλές απόψεις, με την ατμόσφαιρα σύγκρουσης μεγάλων ιμπεριαλιστικών μπλοκ, που προηγήθηκε του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (αυτή τη φορά, στην εποχή των πυρηνικών όπλων). Στην Ευρώπη, η πολιτική Τραμπ θα ενισχύσει τη στροφή της ΕΕ, ή τέλως πάντων του σκληρού πυρήνα που θα απομείνει από τη σημερινή Ένωση, προς μια στενότερη στρατιωτική, ιμπεριαλιστική συνεργασία. Εξαιρετικά επικίνδυνη είναι και η ισχυρή παρουσία, στην κυβέρνηση Τραμπ, στελεχών που σαλπίζουν μια νέα αντιισλαμική Σταυροφορία, στη Μέση Ανατολή και αλλού, με βασικά στηρίγματα τα αντιδραστικά καθεστώτα Νετανιάχου, Σίσι και πάει λέγοντας. Η επικράτηση αυτών των ρευμάτων θα ενίσχυε την ανασφάλεια της Τουρκίας, αλλά και την πίεση στην Ελλάδα να συστρατευθεί στις αμερικανικές, ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις στην περιοχή, με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας