Tο Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών του Βελγίου διοργανώνει μία έκθεση αφιερωμένη σε δύο από τις εμβληματικότερες προσωπικοτήτες του σουρεαλισμού, τον Σαλβαντόρ Νταλί και τον Ρενέ Μαγκρίτ.
Eίναι ίσως η πρώτη φορά που ο θεατής θα έχει την ευκαιρία να εξερευνήσει την σύνδεση, αλλά και τις επιρροές, μεταξύ αυτών των δύο εμβληματικών προσωπικοτήτων του σουρεαλιστικού κινήματος. Την άνοιξη του 1929, ο Σαλβαδόρ Νταλί και ο Ρενέ Μαγκρίτ συναντιούνται στο Παρίσι, στο οποίο τότε δέσποζαν τα μεγάλα ονόματα της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, κατόπιν πρόσκλησης του Ντάλι, ο Μαγκρίτ ταξιδεύει στο Καδακές, την πατρίδα του Ισπανού ζωγράφου. Αυτό το σουρεαλιστικό καλοκαίρι – το οποίο περιλαμβάνει επίσης τις επισκέψεις των Ελυάρ, Μιρό και Μπουνιουέλ– θα αποδειχθεί καθοριστικό.
Οι δύο ζωγράφοι βιώνουν ένα συναρπαστικό ταίριασμα καλλιτεχνικών ψυχών, παρά τις εμφανώς διαφορετικές προσωπικότητες τους. Ο Ρενέ είναι ένας φιλήσυχος και απλός Βέλγος, ο Νταλί ένας εκκεντρικός και φωνακλάς Καταλανός. Ωστόσο, ο ένας παρέσυρε τον άλλο στα άδυτα του σουρεαλιστικού κινήματος.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Νταλί επινοεί επιπλέον την Παρανοϊκο-κριτική μέθοδο, όπως ο ίδιος την αποκαλεί, που αποτελεί ένα είδος υπερρεαλιστικής τεχνικής με σκοπό την πρόσβαση στο ασυνείδητο προς όφελος της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο Νταλί στηρίζει την μέθοδο αυτή στην ικανότητα του ανθρώπου να λειτουργεί συνειρμικά, συνδέοντας εικόνες ή αντικείμενα που δεν συνδέονται μεταξύ τους κατ’ ανάγκη λογικά. Συνδέεται άμεσα με τον υπερρεαλιστικό αυτοματισμό και τις φροϋδικές θεωρίες γύρω από τα όνειρα.
Από την μεριά του, ο Μαγκρίτ πίστευε απόλυτα ότι το «μη πραγματικό είναι το κέλυφος του πραγματικού» και πάνω σε αυτή την πεποίθηση ύφανε τη ζωή και την τέχνη του. Αναζητούσε πάντα το παράξενο και το ασύνηθες, συνδυάζοντας απίθανα μεταξύ τους πράγματα τα οποία απέδιδε με ρεαλιστικό τρόπο. Έτσι στα έργα του μπορεί κανείς να δει ένα κλουβί και μέσα ένα αυγό ή ένα ποτήρι νερό πάνω σε μία ομπρέλα. Στους πίνακές του επιδίωκε να αποκαλύψει τις πολλαπλές όψεις της πραγματικότητας δημιουργώντας εξωπραγματική ατμόσφαιρα με την χρήση ονειρικών και υπερλογικών στοιχείων. Στα έργα του συχνά παραθέτει συνηθισμένα αντικείμενα, ή κάποιο ασυνήθιστο πλαίσιο, δίνοντας νέες ερμηνείες σε γνωστά αντικείμενα.
Η έκθεση θέτει και τους δύο καλλιτέχνες σε έναν δημιουργικό διάλογο και αποκαλύπτει τους προσωπικούς, φιλοσοφικούς και αισθητικούς δεσμούς τους μέσα από πάνω από 100 πίνακες, γλυπτά, φωτογραφίες, σχέδια, ταινίες και αρχειακό υλικό. «Για πρώτη φορά, εμφανίζονται μαζί μέσα από μία μοναδική έκθεση αυτού του είδους. Ο στόχος δεν είναι να δείξουμε ότι κάποιος επηρέασε τον άλλον, ότι δίδαξε κάποια πράγματα στον άλλο. Είναι μάλλον να διηγηθούμε την ιστορία ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που δεν περιμένουμε να αρέσει ο ένας στον άλλο: έχουν πολύ διαφορετικές ιδέες, ανήκουν σε πολύ διαφορετικούς κόσμους, οι ρίζες τους είναι πολύ διαφορετικές, με πολύ διαφορετική παιδεία», λέει ο Μισέλ Ντραγκέ, διευθυντής του Βασιλικού Μουσείου Καλών Τεχνών των Βρυξελλών.
Η έκθεση διοργανώνεται από το RMFAB σε συνεργασία με το Μουσείο Dalí (Αγία Πετρούπολη, Φλόριντα), το Ίδρυμα Gala-Salvador Dali και το Ίδρυμα Magritte . Περισσότερα από 40 διεθνή μουσεία και ιδιωτικές συλλογές έχουν δανείσει τα αριστουργήματα τους για αυτή τη μοναδική έκθεση, η οποία συνδέεται με τις εορταστικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται για τα δέκα χρόνια από την ίδρυση του μουσείου Magritte.